ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μ. Τίγκιλης: Με ενοχλεί ο «διδακτισμός» στο παιδικό θέατρο

Μίλησε στην «Κ» για τη συμπαραγωγή ΕΘΑΛ - Ριάλτο «Τα γουρουνάκια κουμπαράδες»

Οι δύο σημαντικότεροι καλλιτεχνικοί οργανισμοί της Λεμεσού, το Θέατρο Ριάλτο και η Εταιρεία Θεατρικής Ανάπτυξης Λεμεσού (ΕΘΑΛ) αποτελούν τον πνεύμονα πολιτισμού της πόλης. Αν και οι δύο αυτοί πολιτιστικοί οργανισμοί βρίσκονται στην ίδια πόλη εντούτοις η μεταξύ τους συνεργασία περιοριζόταν όλα αυτά τα χρόνια στη φιλοξενία κάποιων μόνο παραστάσεων της ΕΘΑΛ στο Ριάλτο. Τα δύο, όμως, τελευταία χρόνια υπήρξε μία ταύτιση στο γεγονός ότι αυτή η συνεργασία έπρεπε να αναβαθμιστεί, όπως ανέφερε στη «Κ» ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΘΑΛ και σκηνοθέτης κ. Μηνάς Τίγκιλης.

Έτσι, για πρώτη φορά από την ίδρυσή του, το θέατρο Ριάλτο εισέρχεται στον χώρο των παραγωγών και μαζί με την ΕΘΑΛ ανεβάζουν την παιδική παράσταση του Ευγένιου Τριβιζά «Τα γουρουνάκια κουμπαράδες». Η σύμπραξη αυτή συμπίπτει με μία ιδιαίτερη συγκυρία για την ΕΘΑΛ, που συμπληρώνει 25 χρόνια παρουσίας στα καλλιτεχνικά δρώμενα της Κύπρου.

–Πώς προέκυψε, λοιπόν, η συνεργασία της ΕΘΑΛ με το θέατρο Ριάλτο;
–Από καιρό, τα δύο τελευταία χρόνια –πιο έντονα, θα διακινδύνευα να ισχυριστώ– υπήρχε η διακαής επιθυμία η συνεργασία (κυρίως η φιλοξενία πρεμιέρας παραστάσεων της Κεντρικής Σκηνής της ΕΘΑΛ ) με το Ριάλτο να αναβαθμιστεί. Θυμίζω παραγωγές όπως η «Μαντάμ Σουσού» του Δημήτρη Ψαθά σε σκηνοθεσία του Νίκου Χαραλάμπους στα επίσημα εγκαίνια του Ριάλτο τον Ιούνιο του 1998, αλλά και το «Σώσε» του Μάικλ Φρέην, τη «Στέλλα με τα κόκκινα γάντια» του Καμπανέλλη, το «Λίγο απ’ όλα» του καραγκιοζοπαίχτη Αντώνη Μόλλα, ακόμα την πανελλήνια πρώτη ενός άγνωστου έργου και συγγραφέα, από την Ιρλανδία, «The Factory Girls (Εργαζόμενα Κορίτσια )» του Φρανκ Μακ Γκίνες το 2004. Πρόσφατα, τα Διοικητικά Συμβούλια των δύο σημαντικότερων –κατά την ταπεινή μου γνώμη– καλλιτεχνικών οργανισμών της Λεμεσού συζήτησαν πιο διεξοδικά το θέμα, με αφορμή μάλιστα, τουλάχιστον από πλευράς ΕΘΑΛ, η καινούργια αυτή αναβαθμισμένη συνεργασία να συμπέσει χρονικά με τα 25α μας γενέθλια, την 125η θεατρική μας παραγωγή. Το Ριάλτο, ανάμεσα σε άλλους προβληματισμούς, εισηγήθηκε να αξιοποιήσουμε την ανάγκη για παιδικές ποιοτικές παραστάσεις. Η ανοικοδόμηση του Παττίχειου –σε αυτό τον τομέα– για χρόνια έχει δημιουργήσει ένα τραύμα και στις προϋποθέσεις μιας απαιτητικής παιδικής παραγωγής αλλά και στον σχεδιασμό του ρεπερτορίου –στην ΕΘΑΛ– για εν δυνάμει μελλοντικούς θεατές. Δεν σας κρύβω ότι προσωπικά με απασχολούσε το θέμα, γιατί και η αντιμετώπιση του προβλήματος και της επίλυσής του συχνά από τη θεατρική κοινότητα (κάθε απόχρωσης) ένιωθα πως είχε ως αφετηρία την προσδοκία κυρίως εσόδων.
–Η επιλογή του έργου «Τα Γουρουνάκια -Κουμπαράδες» έγινε από κοινού ή προϋπήρχε από την ΕΘΑΛ η σκέψη για το ανέβασμα του συγκεκριμένου έργου του Τριβιζά;
–Αρκετές φορές, οι επιλογές των έργων μου φαίνονταν αβασάνιστες. Ακόμα με ενοχλούσε και με ενοχλεί μία αφέλεια, ένας «διδακτισμός», που τον θεωρώ άκαιρο και ξεπερασμένο. Βλέπετε, αντίθετα ή σχετικά, τι δουλειά έχει κάνει η Ξένια Καλογεροπούλου με τη Μικρή Πόρτα. Γι’ αυτό και προτού καταλήξουμε, διάβασα/με –μαζί και κάποιοι φίλοι, άνθρωποι που εμπιστεύομαι τη γνώμη τους– πολλά έργα. Έργα του Ποταμίτη, της Άλκης Ζέη, του Φόλκερ Λούντβιχ, του Καλατζόπουλου, της Ρουγγέρη, του Ξανθούλη, του Αρμένη, του Καμτσή, τη «Μικρή Γοργόνα» του Κέην, τον «Παπουτσωμένο Γάτο» του Γουντ διασκευές και μεταφράσεις του Κωστή Κολώτα που ανέβηκαν παλιότερα στη Θεσσαλονίκη. Έγινε σημαντική προεργασία. Κάποια έργα τα αγαπήσαμε υπερβολικά. Κρίναμε όμως (μαζί με τους ανθρώπους του Ριάλτο) πως σε χαλεπούς καιρούς όπως αυτούς που διανύουμε – στην Κύπρο και στο θέατρο και τον πολιτισμό– δεν έπρεπε να διακινδυνέψουμε υπερβολικά. Είτε ήταν πολυπρόσωπα είτε απαιτούσαν συχνές αλλαγές σκηνικών. Μην ξεχνάτε ότι στο Ριάλτο, στις 4 του Γενάρη, θα ανέβη (με τρεις μόνο τεχνικές και γενικές πρόβες αναγκαστικά) μία φιλόδοξη συμπαραγωγή των δύο οργανισμών της Λεμεσού αλλά επί της ουσίας, η ΕΘΑΛ είναι φιλοξενούμενη, το πρόγραμμα του Ριάλτο πρέπει παράλληλα να «τρέξει», δεν μπορούμε να καταλάβουμε το θέατρο με τα σκηνικά μας και τους φωτισμούς σαν να ήταν η Βαστίλη, για έναν μήνα. Έπρεπε να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας και αυτό.
–Γιατί επιλέξατε ένα παιδικό έργο και με ποια κριτήρια καταλήξατε στο συγκεκριμένο;
–Καταλήξαμε στον Ευγένιο Τριβιζά και εδώ, υπεισέρχεται το προσωπικό στοιχείο (του σκηνοθέτη), εγώ επέμεινα στο συγκεκριμένο έργο, «Τα Γουρουνάκια Κουμπαράδες». Υπήρξαν και εισηγήσεις για το «Όνειρο του Σκιάχτρου», που μοιάζει πιο απλό στο ανέβασμα. Το έργο, στην Ελλάδα, ανεβαίνει συνήθως με έξι ηθοποιούς και συχνές αλλαγές σκηνικών. Δεν θα σας αποκαλύψω τι έχουμε «σκαρφιστεί» με τους συνεργάτες μου – τη Μάγια (Αγγελή), τον Μιχάλη (Πάκκο), τον σχεδιαστή του φωτισμού, τον Βασίλη (Πετεινάρη) και τη Ρέα (Ολυμπίου) στα κοστούμια– στην όψη της παράστασης. Ελπίζουμε, πάντως πως θα ’ναι έκπληξη. Να επισημάνω επίσης, –σε εθελοντική βάση– τη συμμετοχή στην παράσταση ακόμα πέντε «προσώπων», νεοεισερχόμενων ηθοποιών στο επάγγελμα, ερασιτεχνών αλλά και τεχνικών του θεάτρου, ως γκεστ. Πληθύναμε τη σκηνή. Τώρα, το έργο. Μου άρεσε το ότι αν και Γουρουνάκια-Κουμπαράδες μου μίλησαν σε μία άλλη βάση, ήταν σαν να έβλεπα στη φαντασία μου έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ, σε εικόνες μάλιστα που παρέπεμπαν στο έργο –τη μοναδική του κωμωδία– «Το Άντρας είναι άντρας» αλλά και σε Αριστοφάνη, στους «Βατράχους». Είπα εξάλλου την άποψή μου, για πράγματα που βλέπω συχνά στη σκηνή και απευθύνονται στον λιλιπούτειο θεατή. Πρόσφατα, μάλιστα, παρατηρείται ένα φαινόμενο πολλαπλασιασμού των παιδικών παραστάσεων, λες και ανακαλύψαμε αίφνης το παιδικό κοινό και θέατρο. Όλοι, μα όλοι! Κάποιοι, μετά την κωμωδία και την επιθεώρηση επιθυμούν να επεκταθούν επιχειρηματικά και στον χώρο του παιδικού θεάτρου, με όχημα την τηλεοπτική τους αναγνωσιμότητα.
–Διαβάζοντας κάποιος την περίληψη αντιλαμβάνεται την άμεση σχέση του έργου με ένα αλληγορικό τρόπο με το σήμερα. Μιλήστε μας λίγο για αυτό;
–Η πλοκή, η υπόθεσή του, για να έρθω σε αυτό το ερώτημα, –τα Γουρουνάκια που ζουν για να αποταμιεύουν (βλ. Κουμπαράδες), η προσμονή του ετήσιου… Λόττο (Λαχείου παλιότερα) που θα μας πέσει ουρανοκατέβατο και μετά η αφαίμαξη (φορολογική άραγε) αλλά και η έξωθεν προερχόμενη ετήσια επέλαση των κακών λύκων για να «κλέψουν» τις καταθέσεις– σπάνε τους κουμπαράδες των μικρών γουρουνιών– με βίαιο τρόπο, η διακωμώδηση του μάρκετινγκ και της πλύσης εγκεφάλου του πελάτη-γουρουνάκι (βλ. καταναλωτισμός στη σκηνή, όπου ο πλασιέ προσπαθεί και επιτυγχάνει να πουλήσει «φούμαρα για μεταξωτές κορδέλες»), το δίδυμο των πρωταγωνιστών Κουδουνιστού-Φουκαριάρη, ένα είδος Χοντρού-Λιγνού που βολοδέρνουν up and down, από μιζέρια σε… ευδαιμονία, όπως και στην πραγματική ζωή. Ο από μηχανής θεός – η λύση κατά τον Αριστοτέλη, του φίλου, του αλτρουιστή φίλου που θυσιάζεται για τον κολλητό του… κ.λπ., κ.λπ. Τα «Γουρουνάκια Κουμπαράδες» είναι ένα έργο που λες και γράφτηκε από τον Ευγένιο Τριβιζά κατά παραγγελία για το δικό μας σήμερα. Ένα έργο για μικρούς και μεγάλους, που μιλάει για όσα πρέπει να ξέρουν οι μικροί και όσα θα έπρεπε οι μεγάλοι να τους πουν αλλά δεν λένε (ίσως επειδή τα κάνανε θάλασσα) ίσως γιατί, απλώς, ξέμαθαν να μιλάνε στα παιδιά στη γλώσσα τους, ίσως γιατί νιώθουν τύψεις.
–Τα παιδιά είναι δύσκολοι θεατές και αυστηροί κριτές. Πώς θα τους κερδίσετε;
–Μίλησα προηγουμένως για την όψη της παράστασης και αναφέρθηκα στο μπρεχτικό θέατρο, όπου μουσική και gestus, η χειρονομία του ηθοποιού και η κίνηση λειτουργούν καθ’ υπόδειξη. Η μουσική, τα τραγούδια του Νίκου Βήχα και η κίνηση της Φωτεινής Περδικάκη (την καλωσορίζουμε στο κλαμπ της ΕΘΑΛ) υπηρετούν αυτό τον ολοκληρωτικό στόχο. Ερμηνευτικά, επιχειρώ να ομογενοποιήσω τον «τρόπο», την προέλευση των υποκριτικών διαφορών και εμπειριών. Υπάρχουν πολλές «σχολές» στη θεατρική μας κοινότητα (και ζωή) στην Κύπρο, προκρίνοντας το γκροτέσκο στοιχείο, την προβολή και την υπερβολή. Αν μπορούσαμε, θα παίζαμε την παράσταση πάνω σε κοθόρνους, κάτι σε φιγούρες transformer, όμως, πρακτικά λόγω του χορευτικού κομματιού της παράστασης σημειολογικά, αυτό υποδηλώνεται με σαφή τρόπο, μόνο στους λύκους και σε κάποια θηλυκά γουρουνάκια. Τα παιδιά –λόγω προπαίδειας της εικόνας και βομβαρδισμού από την τηλεόραση– αναγνωρίζουν, επικοινωνούν πιο εύκολα με τέτοια σχήματα!
–Στην Κουμπαραδουάη, λοιπόν, που διαδραματίζεται η ιστορία, δεν βρέχει στάλες αλλά νομίσματα. Κάποτε έβρεχε και σ’ εμάς χρήματα αλλά ως κακά γουρουνάκια δεν κάναμε καλή διαχείριση ή έφταιξε κάτι άλλο νομίζετε και φτάσαμε εδώ όπου φτάσαμε;
–Δεν νομίζω πως ήταν μόνο η διαχείριση. Θα σας πω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Έφτασα στην Κύπρο το φθινόπωρο του 1999, για να αναλάβω την ΕΘΑΛ με ετήσιο συμβόλαιο. Μόλις προσγειώθηκα μία τράπεζα –πλέον η τράπεζα– μου «εμπιστεύθηκε» ένα check book. Πρώτη φορά αποκτούσα βιβλιάριο επιταγών. Στην Ελλάδα, δεν ήξερα μισθωτούς με check book (!). Υπονοώ πως οι Τράπεζες στην Κύπρο –όλο το σύστημα, από τους απλούς υπάλληλους μέχρι τα μεγάλα κεφάλια– εδώ και δεκαετίες «κυριαρχούν» στην κυπριακή κοινωνία! Εξάλλου, ο μη ολοκληρωμένος ιστορικά, αστικός εκσυγχρονισμός της κοινωνίας, δεν έχτισε αναχώματα, θύλακες αντίστασης. Ένας ξέφρενος, χωρίς ανάσες, εκμοντερνισμός του κάτοικου του χωριού προκειμένου να μεταπηδήσει σε μικροαστό, κάτοικο του άστεως. Βλέπετε το πρόβλημα με την τέχνη, ποιοι και πόσοι παρακολουθούν, ποιοι νιώθουν την ανάγκη να επικοινωνήσουν μαζί της. Δεν είναι θέμα ούτε μεταπτυχιακών ούτε διδακτορικών πτυχίων. Η Κύπρος είναι γεμάτη. Είναι θέμα κοινωνικής συμπεριφοράς και ταυτότητας. Πουθενά στην Ευρώπη δεν πάνε στα θεάματα και στα Μέγαρα του Πολιτισμού μόνο μορφωμένοι. Όμως, εκεί ο μέσος και ο μικροαστός στη συμπεριφορά του προσθέτει στην εικόνα της καθημερινότητας του εκτός από το show (την επίδειξη ρούχων, αυτοκινήτων, φαγητού κ.λπ.) και ότι είδε αυτό, άκουσε εκείνο, διάβασε και το… βιβλίο του/της τάδε… Κι ας μη καταλαβαίνει πάντοτε όλο το νόημα του δημιουργού. Ας ευχηθούμε οι μικροί μας θεατές (Ευχαριστώ, ομοσπονδία, που θα ’λεγε και ο φίλος της Λεμεσού, ο Διονύσης Σαββόπουλος) που θα διαχειριστούν το μέλλον, να είναι πιο υποψιασμένοι! Όχι «ως… μωρά, ως πλάσματα» αλλά ως πολίτες ενεργοί και ξύπνιοι, το αντίθετο του κοιμισμένου και το συνώνυμο του έξυπνου, του ευφυούς! Θα θέλαμε να έχουμε βοηθήσει ώστε οι θεατές της παράστασης μας σε μερικά χρόνια να είναι τέτοιοι. Έχουμε μια φιλοδοξία και εμείς στην ΕΘΑΛ, βρε αδελφέ…

Info
Επίσημη πρεμιέρα για «Τα γουρουνάκια κουμπαράδες» το Σάββατο 4/1, στις 4:00 μ.μ. Παραστάσεις: Κυριακή 5/1 στις 11:00 π.μ. και 4:00 μ.μ. Σάββατο 11/1 στις 4:00 μ.μ. και Κυριακή 12/1 στις 11:00 π.μ. και 4:00 μ.μ. Θέατρο Ριάλτο, Λεμεσός. Πληρ. 77777745 και στην ΕΘΑΛ, τηλ. 25877827. Για ηλεκτρονικό εισιτήριο www.rialto.com.cy.

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πρόσωπα: Τελευταία Ενημέρωση