ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Νάνα Μούσχουρη: ''Η δική μας κρίση είναι η δική τους ασπίδα ''

Η δημοφιλής ερμηνεύτρια μιλάει για την οικονομία, τα κόμματα, τον Χατζιδάκι, τον Γκάτσο και τις σχέσεις Βορρά - Νότου

Της Γιωτας Συκκα

Ο Σαρκοζί την αποκαλεί Νάνα, όπως το κοινό της σε ολόκληρο τον κόσμο· η Μέρκελ, επίσης, τη γνωρίζει καθώς από τη Γερμανία ξεκίνησε η Νάνα Μούσχουρη πριν από 50 χρόνια τη διεθνή καριέρα της. Κι ενώ σταμάτησε τις εμφανίσεις πριν από τρία χρόνια στο Ηρώδειο, ενέδωσε σε μια τιμητική πρόσκληση για ένα ρεσιτάλ τον Νοέμβριο, στην αίθουσα της Φιλαρμονικής του Βερολίνου. Νωρίτερα όμως, στις 13 Οκτωβρίου, που γιορτάζει τα γενέθλιά της, θα κυκλοφορήσουν παντού τα «Τραγούδια από τα ελληνικά νησιά». Νέος δίσκος με ντουέτα που μοιράζεται με Ελληνες ερμηνευτές και εξαιρετικούς μουσικούς. Και το εξώφυλλο, διά χειρός του φίλου της Γκοτιέ. Ολα αυτά ήταν μια καλή αφορμή για τη συνάντηση με την ερμηνεύτρια, που ταξίδεψε το ελληνικό τραγούδι σε πέντε ηπείρους. Και μάλιστα στο καινούργιο της σπίτι στην οδό Ρηγίλλης. Απέναντι ακριβώς από εκείνο του Μάνου Χατζιδάκι, με θέα στον Λυκαβηττό, το Λύκειο του Αριστοτέλη που ετοιμάζεται να αναδειχθεί και την Ακρόπολη. Ολα όσα την ησυχάζουν, και κοντά στη ζωή του κέντρου που τώρα πια αναζητά περισσότερο.

– Επί 50 χρόνια, κυρία Μούσχουρη, έχετε τραγουδήσει τα πάντα. Από λάτιν μέχρι άριες. Πώς και επιστρέψατε στα δικά μας παραδοσιακά τραγούδια;

– Ο Γκάτσος όταν με πρωτοείδε είπε: «αυτό το κορίτσι μοιάζει με ένα καράβι που ταξιδεύει». Αυτό το καράβι, λοιπόν, ήθελε να κάνει ένα ταξίδι στα νησιά μας, πριν βγει στη στεριά. Από τον τόπο της μητέρας μου, την Κέρκυρα, έως την Κρήτη. Την ιστορία του «Ερωτόκριτου» μας την αφηγούνταν όταν ήμασταν μικρές με την αδερφή μου. Αλλα τραγούδια τα ανακάλυψε ο σύζυγός μου ο Αντρέ, στους δίσκους που αγόραζε σε κάθε μας ταξίδι στην Αθήνα. Κάποια δεν τα γνώριζα, όπως το «Λουλουδάκι του μπαξέ» που ερμηνεύει τόσο ωραία και κεφάτα η Χαρούλα Αλεξίου.

– Οι καλεσμένοι πώς προέκυψαν;

– Δεν είναι τραγούδια για μία φωνή. Και η αλήθεια είναι πως η Ελλάδα έχει πολλές καλές φωνές. Η Χαρούλα μού σύστησε τον Θωμά Κωνσταντίνου, έναν εξαιρετικό μουσικό. Ο Μητσιάς είναι φίλος που μου πρωτοσύστησε ο Γκάτσος. Υστερα σκέφτηκα και κάποιους νέους. Την Παπαρίζου, που την ξέρω από τη Γιουροβίζιον, τη Θεοδωρίδου ζήτησα να τη γνωρίσω γιατί μου αρέσει όπως τραγουδάει, ο Αλιάγας είναι μια γνωστή ελληνική φωνή στο εξωτερικό. Μαζί μου είναι και η ανιψιά μου η Αλίκη, κόρη της αδερφής μου, της Τζένης. Είναι ψυχαναλύτρια, αλλά μαζί με τον σύζυγό της, που είναι φαρμακοποιός, τραγουδούν παραδοσιακά κομμάτια για το κέφι τους. Επεισα και την κόρη μου. Η Λενού φοβόταν ότι δεν μιλάει καλά τη γλώσσα. Της είπα «θα είμαστε μαζί». Κι αν έχουμε αξάν, δεν προσβάλλουμε κανέναν, είναι η παράδοσή μας.

– Τι βρίσκετε σήμερα σε αυτά τα τραγούδια;

– Μεταφέρουν τις αξίες μιας άλλης εποχής, τις οποίες μεγαλώνοντας και αλλάζοντας έχουμε ανάγκη να πιστοποιήσουμε ότι τις περιέχουμε. Στο σχολείο τραγουδούσαμε το «Κάτω στο γιαλό κάτω στο περιγιάλι» χωρίς να μας λέει τίποτε τότε, αλλά σήμερα ξυπνά πολλά: παρελθόν, ιστορία, αξίες. Αυτόν τον δίσκο τον αφιερώνω στη χώρα μου που μου έδωσε ταυτότητα, ιστορία και έναν πολιτισμό για τα οποία υπερηφανεύομαι όπου κι αν πάω.

– Ποιες είναι οι πρώτες σας αναμνήσεις από τα παραδοσιακά τραγούδια;

– Η μητέρα μου που τραγουδούσε το «Μάτια σαν και τα δικά σου», το «Σινικιώτικο» ή «Το τραγούδι του τρύγου». Σπίτι μας διασκεδάζαμε με καντάδες εξ αιτίας της κερκυραϊκής καταγωγής της. Λαϊκά πρωτάκουσα από τους ποδοσφαιριστές.

– Τους ποδοσφαιριστές;

– Ο πατέρας μου λάτρευε το ποδόσφαιρο, γνώριζε πολλούς παίχτες και, καθώς δούλευε μηχανικός προβολής σ’ ένα σινεμά, πολλές φορές τους έφερνε στην καμπίνα του σαν βοηθούς. Η μαμά μαγείρευε για όλους και μετά το φαγητό εκείνοι έπιαναν τα λαϊκά και τα κορίτσια της οικογένειας τις καντάδες.

– Και μόλις λίγα χρόνια μετά σας άκουγε όλος ο κόσμος ξεκινώντας από το Βερολίνο…

– Βγήκα από την Ελλάδα χάρη στα «Παιδιά του Πειραιά». Η χώρα μας έγινε μόδα και τότε γυρίστηκε το γερμανικό ντοκιμαντέρ «Ελλάς η χώρα των ονείρων» με τραγούδια του Μάνου και του Νίκου. Οταν η ταινία επρόκειτο να προβληθεί στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, όπου και διακρίθηκε τελικά, ζήτησαν από τον Χατζιδάκι να πάει. Εκείνος αρνήθηκε και απευθύνθηκαν σε μένα. Ο Μάνος μού το απαγόρευσε, αλλά ο Γκάτσος μου είπε ότι εγώ έπρεπε να αποφασίσω τι θέλω. Και το τόλμησα. Το «Αθήνα» και το «Σαν σφυρίξει τρεις φορές» έμειναν πολλές εβδομάδες στα τσαρτ κι έτσι άρχισαν όλα στην Ευρώπη. Πηγαίνοντας τώρα, πενήντα χρόνια μετά, στη Φιλαρμονική του Βερολίνου, θέλω να τους ευχαριστήσω για εκείνη την αρχή.

– Σας προβληματίζει να τραγουδήσετε σήμερα στη Γερμανία;

– Τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως παρουσιάζονται στην τηλεόραση. Μερικοί δημοσιογράφοι ξεφτιλίζουν έναν λαό για να κάνουν τη διαφορά. Παλιότερα παρουσίαζαν και τις δυο πλευρές των θεμάτων. Σε εκπομπές που με καλούν στη Γερμανία και τη Γαλλία έχω πει ότι σε πολλά σημεία έχουν δίκιο, όμως τους επισημαίνω ότι ο Βορράς με τον Νότο δεν γνωρίστηκαν ποτέ καλά. Η αλήθεια είναι ότι είμαστε στην πρώτη θέση της επικαιρότητας, όπως τον καιρό της χούντας. Με τη διαφορά ότι τότε ήταν όλοι μαζί μας, ήθελαν να μας βοηθήσουν. Τώρα είναι όλοι εναντίον μας. Το πρόβλημά μας λειτουργεί και σαν ασπίδα για τα δικά τους προβλήματα. Δεν γνωρίζω οικονομικά, όμως νομίζω ότι αν η Ευρώπη πάει άσχημα δεν θα είναι εξ αιτίας της Ελλάδας. Ο κόσμος όλος είναι καταχρεωμένος. Η Αμερική, η Γαλλία, η Γερμανία επίσης. Ισως γι’ αυτό είναι σκληροί μαζί μας. Εμείς αργήσαμε να ξυπνήσουμε. Αλλά κι εκείνοι, που είναι υποτίθεται πιο συνετοί, δεν νοιάστηκαν νωρίτερα. Αν κάποιος τρώει τη μαρμελάδα με το δάχτυλο απ’ το βάζο, δεν του το κόβεις όταν φτάσει στον πάτο. Του κάνεις παρατήρηση απ’ την αρχή. Αλλά κι αν είχε βιαστεί ο κ. Παπανδρέου τα πράγματα θα ήταν καλύτερα.

Δεν θα έπαιρνα μισθό ως πρωθυπουργός

– Σας ενοχλεί ότι δεν μπορούν να τα βρουν τα μεγάλα κόμματα;

– Με ενοχλεί ότι δεν βοηθούν και τα μικρά. Πρέπει όλοι μαζί να βρούν τη λύση. Να λειτουργήσουν και συμβολικά. Θα ντρεπόμουν να εξακολουθώ να παίρνω τον μισθό μου και να έχω τον σοφέρ μου ως πρωθυπουργός μιας χώρας που πνίγεται. Ας τον πρόσφερε ο κ. Παπανδρέου στους συνταξιούχους των 400 ευρώ που υπομένουν με αξιοπρέπεια, ακόμη και όταν τους παίρνουν την υπερηφάνεια τους. Το ίδιο και ο κ. Τσίπρας, και όλοι. Η πολιτική βέβαια δεν φταίει μόνο εδώ, και έξω έχουν ανάλογα προβλήματα, αλλά καθένας σκέφτεται τον δικό του τόπο. Εγώ ανάγγειλα ότι τη σύνταξη που λαμβάνω από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους λόγω της θητείας μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τη διαθέτω στο κράτος. Είναι 24.000 τον χρόνο. Μού είπαν ότι για λόγους γραφειοκρατικούς δεν μπορούν να τα κρατήσουν, κι έτσι μόλις μαζεύονται δυο - τρεις μήνες τα καταθέτω στον ειδικό λογαριασμό που έγινε για το χρέος πριν από λίγους μήνες. Ομως, θα ήθελα να μάθω κάποια στιγμή πού πηγαίνουν αυτά τα χρήματα…

– Το 2008 δώσατε τις δύο αποχαιρετιστήριες συναυλίες σας στο Ηρώδειο. Πώς νιώθατε μετά;

– Ηταν ανάμικτα τα συναισθήματα. Συγκίνηση από τη μια, αλλά κι ένας κόμπος στην ψυχή, σαν να ανεβαίνω στο διάδρομο του τέλους. Εκείνη την ώρα έλεγα στο εαυτό μου: στήριγμά σου είναι η αγάπη του κόσμου κι εσύ τώρα θα την απαρνηθείς; Την πρώτη βραδιά είχα περισσότερο κουράγιο, γιατί αισθανόμουν ότι υπάρχει άλλη μια. Τη δεύτερη, λύγισα. Αργότερα, βλέποντας το πορτρέτο που μου ετοίμασε ένα γαλλικό συνεργείο, είδα τον εαυτό μου πως έφυγε από τη σκηνή. Με τα λουλούδια που μου πρόσφεραν, στον ώμο. Σαν οδοιπόρος που κουβαλάει τα μπαγκάζια του για αλλού. Και ύστερα ησυχία. Τα τρία χρόνια που μεσολάβησαν πέρασα δύσκολες στιγμές. Δεν είναι εύκολο να ανοίξεις την ψυχή σου, γιατί έρχονται όλα από παλιά και σε συναντούν. Σε όλη μου τη ζωή πρωταγωνιστούσε το τραγούδι κι έβαζα πολλά θέματα στην άκρη. Ηταν η ώρα να τα βρω. Γιατί αυτή η ζωή, αν και ήμουν ευτυχισμένη, είχα τα παιδιά μου, δεν ήταν βασισμένη στη γυναίκα Νάνα, αλλά στην τραγουδίστρια. «Η μαμά μου», έλεγε μικρός ο Νικολά, ο γιος μου, «είναι σαν το περιστέρι: έρχεται στο παράθυρο και φεύγει». Οταν, λοιπόν, μου έλειψε η ταυτότητα της τραγουδίστριας, ήρθε η κατάθλιψη. Νόμιζα ότι ακόμη και ο Αντρέ, ο σύζυγός μου, δεν θα ενδιαφερόταν πια για μένα.

– Πως καταλάβατε τι σας συμβαίνει;

– Ενιωθα άρρωστη. Πήγαινα στους γιατρούς, έκανα εξετάσεις, έχανα κάποιες στιγμές τη φωνή του. Το χειρότερο είναι ότι, ενώ ώς τότε ζούσα μέσα στη μουσική, αυτά τα τρία χρόνια δεν ήθελα να ακούσω μουσική, να πάω σε ρεσιτάλ άλλων. Απέφευγα τους φίλους μου. Τότε θυμόμουν τον Γκάτσο, που μού έλεγε παλιά: «Γιατί δεν επιτρέπεις στον εαυτό σου να αποδεχτεί ότι υπάρχεις σαν άνθρωπος και όχι μόνο σαν τραγουδίστρια;». Τον εαυτό μου σήμερα τον βρίσκω, αλλά και τον χάνω. Νομίζω πως έχω πάρει ένα καλό δρόμο. Δεν μπορώ να πω ότι τα έβγαλα τελείως από μέσα μου όλα αυτά, σιγά σιγά τα αντιμετωπίζω...

– Τι σας βοήθησε σ’ αυτό;

– Εκτός από τους δικούς μου ανθρώπους, το στούντιο και τα ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια που είχα στα σχέδια. Το ακριβό παρελθόν που περιέχω, και μαζί οι νέοι ερμηνευτές και μουσικοί. Θα τους πάρω μαζί μου στη Φιλαρμονική του Βερολίνου. Είναι ένα στοίχημα να ακούσουν οι Γερμανοί τραγούδια για τα ελληνικά νησιά. Τους ξέρω καλά και νομίζω ότι θα τους αρέσουν.

– Ζείτε, όμως, και στη Γενεύη και το Παρίσι. Πώς βλέπετε τα πράγματα εκεί;

– Τα τελευταία χρόνια ο κόσμος μαθαίνει στην αμάθεια. Η τηλεόραση είναι ειδική σε αυτό. Γιατί μόρφωση και καλλιέργεια δεν είναι να βλέπεις από τη μια μοντέλα κι από την άλλη θέματα μόνο για τράπεζες, χρηματιστήριο και πολιτική. Το χειρότερο είναι πως ο κόσμος, όταν συζητάει δεν αναφέρεται πια στην τάδε η τη δείνα παράταξη, αλλά σε πλούσιους και φτωχούς.

– Το γεγονός ότι το καινούργιο σας σπίτι είναι απέναντι από εκείνο του Χατζιδάκι ήταν σκόπιμο ή τυχαίο;

– Τα πρώτα χρόνια που ερχόμουν στην Ελλάδα πήγαινα στον Αστέρα. Υστερα αγόρασα το διαμέρισμα στη Βουλιαγμένη. Ηθελα τη θάλασσα και την Ελλάδα που αγαπώ. Ομως, τα χρόνια περνάνε και ένιωσα ότι έπρεπε να γυρίσω στη βοή της πόλης. Να είμαι περιτριγυρισμένη από κόσμο. Ψάχνοντας με τον Αντρέ, βρεθήκαμε εδώ. Σκέφτηκα κι εγώ αυτή την περίεργη σύμπτωση. Ισως, όσο μεγαλώνουμε, να θέλουμε να δέσουμε τις ρίζες μας βαθύτερα.

Εξώφυλλο διά χειρός Ζαν Πολ Γκοτιέ

Τι ενώνει όλα αυτά τα χρόνια τη Νάνα Μούσχουρη με τον διάσημο Γάλλο σχεδιαστή; «Η Νάνα είναι για μένα η Ελλάδα, αλλά και η ενσάρκωση μιας πραγματικής Ευρωπαίας καλλιτέχνιδος» απάντησε στην «Κ». «Τραγουδάει σε τόσες πολλές γλώσσες και βρίσκεται “στο σπίτι της” σε τόσες πολλές χώρες και πολιτισμούς. Είμαι ευτυχής που τη γνωρίζω και που με προσκάλεσε να φτιάξω το εξώφυλλο για το νέο της cd».

– Πώς μπορεί  ένας σύγχρονος δημιουργός να αξιοποιήσει μια ξένη λαϊκή παράδοση χωρίς να κινδυνεύσει από το κιτς;

– Ποτέ δεν ανησύχησα αν θα είμαι κιτς ή όχι. Το καλό γούστο κάποιου είναι κακό γούστο για κάποιον άλλο... Αγαπώ την Ελλάδα, έχω χρησιμοποιήσει την ελληνική παράδοση σαν έμπνευση στις επιδείξεις μου πολλές φορές και έχω κάνει μια επίδειξη για να αποτίσω φόρο τιμής στη χώρα σας. Ενας σχεδιαστής μπορεί να εμπνέεται από παραδοσιακά στοιχεία χωρίς απαραίτητα να τα «μεταφράζει» απευθείας στη συλλογή ρούχων του.

www.kathimerini.com.cy

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Πρόσωπα: Τελευταία Ενημέρωση

Η τρανς κόρη του δισεκατομμυριούχου αποκηρύσσει τον πατέρα της, εγκαταλείπει τις ΗΠΑ και πυροδοτεί μια πολιτική διαμάχη.
must.com.cy
 |  ΠΡΟΣΩΠΑ
Ηταν ο κυβερνήτης του τελευταίου αεροσκάφους που προσγειώθηκε στη Λευκωσία. Πενήντα χρόνια μετά, θυμάται την ιστορική πτήση, ...
Kathimerini.gr
 |  ΠΡΟΣΩΠΑ
X