ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Βαρίδια στις αποσκευές του Τσίπρα στην Κίνα

Οι κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, με προεξάρχουσα την Cosco, ξεπερνούν τα 7 δισ. ευρώ.

ΗΛΙΑΣ ΜΠΕΛΛΟΣ

Την τρίτη επίσκεψη στην Κίνα μέσα σε τρία χρόνια έχει προγραμματίσει γι’ αυτή την εβδομάδα ο Ελληνας πρωθυπουργός, σε μια σαφή ένδειξη της δυναμικής που με πρωτοβουλία του Πεκίνου επιχειρείται να δοθεί στη συμμετοχή της χώρας μας στους οικονομικούς και γεωπολιτικούς σχεδιασμούς της Κίνας. Ομως, παρά τις υψηλού επιπέδου διμερείς συναντήσεις και τις ακόμα περισσότερες διπλωματικές επαφές, η πλήρης ανάπτυξη των κινεζικών επενδυτικών σχεδιασμών παραμένει μακριά από την ολοκλήρωσή της στην Ελλάδα.

Αυτό αποδίδεται πρωτίστως στην ευρύτερη επαναξιολόγηση των σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την Κίνα, που έχει επιβραδύνει τους επεκτατικούς επενδυτικούς ρυθμούς του πρώτου μισού της τρέχουσας δεκαετίας, αλλά και σε αμιγώς ελληνικές παραμέτρους. Με δεδομένο πως η επίσκεψη του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στην Κίνα για το 2ο Belt and Road Forum for International Cooperation θα διεξαχθεί στο Πεκίνο την ερχόμενη εβδομάδα, και ειδικότερα μεταξύ 25 και 27 Απριλίου, η Αθήνα σπεύδει να άρει τις όποιες έμμεσες εκκρεμότητες την αφορούν. Προεξάρχουσα, αυτή της έγκρισης του επενδυτικού σχεδίου της Cosco, ύψους 612 εκατ. ευρώ, στο λιμάνι του Πειραιά. Ετσι, τη Μεγάλη Τρίτη, μία μέρα πριν από την αναχώρηση του πρωθυπουργού, ενδέχεται να συνεδριάσει εκ νέου η αρμόδια Επιτροπή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων (ΕΣΑΛ) για να αποφανθεί επί υπομνήματος της κινεζικής εταιρείας στο οποίο καταγράφονται οι παρατηρήσεις της επί της αρχικής «προβληματικής» γνωμοδότησης. Γίνεται έτσι μια προσπάθεια να υπερκεραστούν και τα όποια εμπόδια δημιούργησε η γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) και να λάβει τέλος το ζήτημα.

Oμως, τα προβλήματα που έχουν την ανάγκη της προσοχής της ελληνικής πλευράς είναι περισσότερα και περιλαμβάνουν γενικότερες αρτηριοσκληρώσεις στη ροή των αδειοδοτήσεων, αλλά και μια επαμφοτερίζουσα εσωτερική πολιτική ρητορική –στην παρούσα φάση και με προφανή προεκλογική σκοπιμότητα– που δημιουργεί ή αναζωπυρώνει αβεβαιότητες στα στελέχη των κινεζικών ομίλων στην Ελλάδα. Μπορεί δηλαδή το Μαξίμου να διαβεβαιώνει για τις καλές του προθέσεις σε διπλωματικό επίπεδο, και μάλιστα να παρεμβαίνει προς τούτο όποτε χρειάζεται, πλην όμως, στελέχη του κυβερνώντος κόμματος αλλά και υπουργοί του εξακολουθούν να αμφισβητούν σημαντικά κομμάτια του επενδυτικού σχεδίου.

Και αν και όλα αυτά μπορεί να αλλάξουν με μια ενδεχόμενη νέα κυβέρνηση –όπως έγινε σαφές από την επίσκεψη και τις υποστηρικτικές δηλώσεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκου Μητσοτάκη στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς, την Τετάρτη– αυτά που είναι δύσκολο να αλλάξουν είναι η μεγάλη επιφυλακτικότητα και ο προστατευτισμός που επιδεικνύουν πλέον οι Eυρωπαίοι στις επενδυτικές πρωτοβουλίες του Πεκίνου σε κρίσιμες υποδομές, δίκτυα, αλλά και άλλες επιχειρήσεις της Γηραιάς Ηπείρου. Eτσι, για παράδειγμα, έχει ανακύψει σοβαρό πρόβλημα στις επενδύσεις που επιθυμούν να κάνουν κινεζικοί όμιλοι σε ενεργειακές υποδομές.

Επομένως, παρά το γεγονός πως η βούληση της Αθήνας να παραμείνει στενός στρατηγικός συνεργάτης της Κίνας είναι αδιαμφισβήτητη, παραμένει δεσμευμένη από τις ευρύτερες ρευστές ισορροπίες. Η στόχευση της Αθήνας, πάντως, επιβεβαιώθηκε και από την προ ολίγων εβδομάδων επίσκεψη του πρωθυπουργού στο Ντουμπρόβνικ της Κροατίας, όπου και πραγματοποιήθηκε η σύνοδος των 16+1 χωρών της Ανατολικής Ευρώπης με την Κίνα, στην οποία η Ελλάδα έγινε το νεότερο μέλος. Πρόκειται για πρωτοβουλία της Κίνας που ξεκίνησε το 2012 και αποσκοπεί στην εντατικοποίηση και στην επέκταση της συνεργασίας, ιδιαίτερα στον τομέα των υποδομών και της διασυνδεσιμότητας, με τα κράτη της Κεντρικής, της Ανατολικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Το διακύβευμα των διμερών σχέσεων είναι πολύ μεγάλο: η Ελλάδα μπορεί να διεκδικήσει σημαντικό για τα μεγέθη της τμήμα από μια «πίτα» άμεσων ξένων επενδύσεων ύψους 180 δισ. δολαρίων που πραγματοποιεί η Κίνα ετησίως, καθώς όχι μόνον περιλαμβάνεται στη στρατηγική πρωτοβουλία του Νέου Δρόμου του Μεταξιού του Πεκίνου, αλλά ο Πειραιάς χαρακτηρίζεται συχνά-πυκνά από την κινεζική ηγεσία «το κεφάλι του δράκου» αυτού του νέου εμπορικού διαδρόμου. Η αναφορά γίνεται για τον ρόλο του ως πύλη εισόδου των κινεζικών εξαγωγών στην Ευρώπη.

Είναι χαρακτηριστικό πως η China Development Bank έχει συγκροτήσει, ήδη από το 2015, μια λίστα διεθνών επενδυτικών προγραμμάτων με περισσότερα από 900 έργα στις 64 χώρες από τις οποίες διέρχεται ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού ή Belt and Road, όπως ονομάζεται επισήμως η πολιτική αυτή, με προγραμματισμένες χρηματοδοτήσεις ύψους 800 δισ. δολαρίων. Κάποια από αυτά τα κεφάλαια έχουν ήδη χρηματοδοτήσει την Cosco στον Πειραιά.

Φραγμοί από την Ε.Ε.

Ομως, το εύρος των επενδύσεων που θα μπορέσει να κάνει στην Ελλάδα εξακολουθεί να εξαρτάται από τις εγκρίσεις που θα δώσει ή δεν θα δώσει η Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία έχει ξεκινήσει να βάζει φραγμούς στο Πεκίνο. Αν και οι δύο αυτές μεγάλες οικονομικές περιφέρειες έχουν αρκετά κοινά συμφέροντα έναντι των αναθεωρητικών εμπορικών πολιτικών της Ουάσιγκτον τα τελευταία χρόνια, η μεταξύ τους σχέση παραμένει υπό αναζήτηση νέας ισορροπίας. Επί του παρόντος, όλη η προσοχ είναι στραμμένη στην επικείμενη συνεδρίαση της ΕΣΑΛ, προκειμένου να διαπιστωθεί αν τούτη τη φορά, μετά και τη σχετική σύσκεψη που έγινε στο Μαξίμου, θα εγκριθούν επενδύσεις που είχαν ουσιαστικά απορριφθεί, όπως οι νέες αποθήκες στον ΟΛΠ, η ναυπηγική μονάδα για mega yachts, το εμπορικό κέντρο στον νέο επιβατικό σταθμό κρουαζιέρας και το μέγεθος και ο χαρακτήρας του, αλλά και η τοποθεσία ανέγερσης ενός τέταρτου ξενοδοχείου πέντε αστέρων, συνολικής επιφάνειας 8.000 τ.μ., στο Porto Leone. Επίσης, αναμένεται να διευκρινιστεί τι θα γίνει με τη γνωμοδότηση του ΚΑΣ που δημιούργησε τα προβλήματα, τα οποία άλλωστε οδήγησαν σε παρέμβαση της κινεζικής πρεσβείας και του Μαξίμου για το ζήτημα, προκειμένου να εκτονωθεί η επαπειλούμενη κρίση.

Επενδύσεις 7,1 δισ. ευρώ στην Ελλάδα


Οι κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αθροίζουν περί τα 7,1 δισ. ευρώ και συμπεριλαμβάνουν, πέραν της Cosco, τις συχνά «ξεχασμένες» χρηματοδοτήσεις σε Ελληνες εφοπλιστές για ναυπηγήσεις νεότευκτων εμπορικών πλοίων, άλλες υποδομές, ενέργεια, ακίνητα αλλά και ομόλογα. «Το κεφάλι του κινεζικού δράκου» στην Ελλάδα είναι η παρουσία της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, καθ’ ομολογίαν του Κινέζου πρωθυπουργού Λι Κετσιάνγκ. Η Cosco έχει τριπλή παρουσία στον Πειραιά. Αφενός θυγατρική της κατέχει το 51% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΛΠ και θα πάρει άλλο 16% μόλις ολοκληρώσει επενδύσεις της τάξεως των 300 εκατ. και αφετέρου άλλη θυγατρική της έχει αναλάβει μέσω της εταιρείας ΣΕΠ Α.Ε. υποπαραχωρήσεις των προβλητών ΙΙ και ΙΙΙ του ΟΛΠ.

Επιπλέον, η Cosco Hellas έχει παρουσία στη χώρα με άλλες ναυτιλιακές, εμπορικές και διαμετακομιστικές δραστηριότητες. Συνολικά ο κινεζικός όμιλος έχει επενδύσει ή καταβάλει στο ελληνικό Δημόσιο από το 2009 πάνω από 1 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των φόρων και των μισθών, το τίμημα για το 51% του ΟΛΠ και τα κεφάλαια που έχει καταθέσει για το επιπλέον 16%. Τώρα επιδιώκει να κάνει μακροπρόθεσμα επενδύσεις τουλάχιστον 800 εκατ. ευρώ ακόμα – συμπεριλαμβανομένων των 612 εκατ. του Master Plan, ανεβάζοντας έτσι τη συνολική της έκθεση στη χώρα σε πάνω από 1,8 δισ.

Ομως, ακόμα και αυτό το ποσό μοιάζει μικρό μπροστά στα κεφάλαια της τάξεως των 3 δισ. ευρώ με τα οποία κινεζικές τράπεζες έχουν χρηματοδοτήσει ελληνικές ναυτιλιακές επιχειρήσεις για να ναυπηγήσουν πλοία σε κινεζικά ναυπηγεία. Μόνον οι τρεις μεγαλύτερες κινεζικές χρηματοδότριες ελληνόκτητων ομίλων, οι China EXIM, China Everbright Bank και China Development Bank, έχουν χαρτοφυλάκιο που υπερβαίνει τα 2,5 δισ. δολ., ενώ, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, άλλοι κινεζικοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και οργανισμοί ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων έχουν επίσης μεγάλη έκθεση στην ελληνική ναυτιλία.

Aλλά ο αριθμός των κινεζικών εταιρειών στην Ελλάδα είναι ακόμα μεγαλύτερος: περιλαμβάνει βέβαια και τη σημαντικότατη παρουσία που έχουν εγκαθιδρύσει στην Ελλάδα και οι ZTE Corporation και Huawei όχι μόνον σε εμπορική δραστηριότητα αλλά και σε διαμετακομιστική. Μαζί με τις επενδύσεις κινεζικών εταιρειών στην ενέργεια, αυτές οι επενδυτικές δαπάνες προσεγγίζουν το ένα δισ. ευρώ.

Και βέβαια οι Κινέζοι είναι οι μεγαλύτεροι αγοραστές ακινήτων. Περισσότεροι από 2.400 Κινέζοι πολίτες, μακράν οι περισσότεροι από κάθε άλλη εθνικότητα και συγκεκριμένα το 58% του συνόλου των 4.154, έχουν αποκτήσει άδεια παραμονής στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της «χρυσής βίζας» η οποία χορηγείται σε υπηκόους τρίτων χωρών που επενδύουν σε ακίνητα στην Ελλάδα αξίας άνω των 250.000 ευρώ. Δηλαδή έχουν δώσει σε κατοικίες άνω των 600 εκατ. ευρώ, με κτηματομεσιτικούς κύκλους να ανεβάζουν το ποσό έως και το 1 δισ.

Επιπλέον, κινεζικά κεφάλαια υπολογίζεται πως έχουν τοποθετήσει περισσότερα από 300 εκατ. ευρώ σε ελληνικά κρατικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου.

Προσπάθεια διείσδυσης στην ενεργειακή αγορά

Στον τομέα της ενέργειας, αιχμή του δόρατος των κινεζικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, είναι η παρουσία του κινεζικού κολοσσού των δικτύων State Grid, ως στρατηγικού επενδυτή με μειοψηφικό μερίδιο 24% αλλά με ενεργό συμμετοχή στο μάνατζμεντ, στον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς ΑΔΜΗΕ. Η παρουσία, μάλιστα, της State Grid έπαιξε καθοριστικό ρόλο, ώστε πέρυσι τον Μάιο η εταιρεία να εξασφαλίσει δάνειο ύψους 199 εκατ. ευρώ από δύο κινεζικές τράπεζες. H State Grid αναφέρεται επίσης ως ενδιαφερόμενος επενδυτής και για την υποθαλάσσια ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης με την Αττική σε μια επένδυση της τάξεως του ενός δισ. που επιδιώκει να προωθήσει ως εθνικό έργο το υπουργείο Ενέργειας μέσω του ΑΔΜΗΕ, παρά τις ευρωπαϊκές ενστάσεις, μιας και η ίδια επένδυση έχει ενταχθεί στη διασυνοριακή ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ, έργο που η Ε.Ε. έχει περιλάβει από το 2013 στα έργα κοινού ενδιαφέροντος με επίσημο φορέα υλοποίησης την Euroasia Interconnector.

Η δεύτερη μεγάλη κινεζική εταιρεία στην ενέργεια με παρουσία στην Ελλάδα είναι η China Energy, η οποία έχει υπογράψει συμφωνία-πλαίσιο με τον όμιλο Κοπελούζου, που αφορά την πράσινη ενέργεια αλλά και τα θερμικά. Συγκεκριμένα, οι δύο εταιρείες έχουν συμφωνήσει για την από κοινού ανάπτυξη έργων ΑΠΕ από το χαρτοφυλάκιο του ομίλου Κοπελούζου, ισχύος έως 1,5 GW και επένδυσης έως 3 δισ. ευρώ. Παράλληλα, Κοπελούζος και China Energy έχουν από κοινού εκδηλώσει ενδιαφέρον στον διαγωνισμό που διενεργεί η ΔΕΗ για τη λιγνιτική αποεπένδυση. Αναφορικά με τη συγκεκριμένη συνεργασία, ενδεχομένως να εγερθεί ζήτημα σε σχέση με τη νομοθεσία της Ε.Ε. που απαγορεύει στην ίδια εταιρική οντότητα ή στον ίδιο μέτοχο (κινεζικό δημόσιο) να έχει ταυτόχρονη παρουσία στην παραγωγή και στα δίκτυα (unbundling). Η China Energy, που ιδρύθηκε πέρυσι, αποτελεί τη συγχώνευση της China Guodian Corp με τη Shenhua Group και είναι μια εταιρεία με μετοχικό κεφάλαιο 17,028 δισ. ευρώ και πάγια αξίας 235,6 δισ. ευρώ, 66 θυγατρικές και 350.000 υπαλλήλους.

Επιπλέον, στον νέο διαγωνισμό για τη λιγνιτική αποεπένδυση της ΔΕΗ, παρουσιάστηκε εσχάτως μία ακόμη κινεζική εταιρεία, η China Western Power Industrial, ενώ η ΔΕΗ έχει επίσης υπογράψει συμφωνία συνεργασίας για κοινή δραστηριότητα στις ΑΠΕ με τον κινεζικό όμιλο Sumec Group. Η Sumec είχε εξαγοράσει τις φωτοβολταϊκές δραστηριότητες της εταιρείας Euroenergy που ανήκει στον όμιλο Libra. Μία άλλη, έμμεση, κινεζική παρουσία στην αγορά των ΑΠΕ αφορά την πορτογαλική EDP Renoveis, θυγατρική (83%) της κύριας εταιρείας ηλεκτρισμού της Πορτογαλίας EDP, όπου μερίδιο 23% διαθέτει η κρατική China Three Gorges. Αλλά προ ημερών έγινε γνωστή ακόμη μία ελληνοκινεζική συνεργασία που αφορά τον τομέα του εξοπλισμού φωτοβολταϊκών, καθώς η ελληνική εμπορική αλυσίδα ΚΑΥΚΑΣ θα διαθέτει μέσα από το δίκτυό της φωτοβολταϊκά πλαίσια και inverters δύο μεγάλων κινεζικών εταιρειών της Jinko Solar (πλαίσια) και της Huawei (inverters). Επίσης, άλλη κινεζική παρουσία στις ΑΠΕ αφορά την εταιρεία Spi Energy που εξαγόρασε το 2017 φωτοβολταϊκά στη Β. Ελλάδα από την Thermi Taneo.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση