ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

F.T.: Η σημερινή Βρετανία θυμίζει την Ελλάδα μετά το δημοψήφισμα του 2015

Στην ανάλυσή αρθρογράφος του σημειώνει πως η σημερινή στάση της Βρετανίας του θυμίζει πολύ την Ελλάδα μετά το δημοψήφισμα του 2015

Kathimerini.gr

Με την Ελλάδα μετά το δημοψήφισμα του 2015 παρομοιάζει τη σημερινή Βρετανία ο αρθρογράφος των Financial Times, Gideon Rachman.

Στην ανάλυσή του σημειώνει πως η σημερινή στάση της Βρετανίας του θυμίζει πολύ την Ελλάδα μετά το δημοψήφισμα του 2015. Ηταν στην Αθήνα μετά το δημοψήφισμα και μίλησε, όπως σημειώνει, «με ενθουσιασμένους ψηφοφόρους που ήταν υπερήφανοι για το μήνυμα που είχαν στείλει στις Βρυξέλλες».

«Ακόμη και υψηλά ιστάμενοι πολιτικοί υπερτίμησαν τη δύναμή τους», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος των Financial Times.

Αναλυτικά η ανάλυσή του:

«Είναι κρίμα που ο Ντένις Νόρντεν, ο σταρ του βρετανικού τηλεοπτικού σόου «It’ll be Alright on the Night», πέθανε την εβδομάδα που έγινε η σύνοδος του Σάλτσμπουργκ. Η γενική πεποίθηση στη Βρετανία είναι ότι οι διαπραγματεύσεις για το Brexit θα είναι τελικά «all right on the night» (όλα καλά στο τέλος της ημέρας). Οι εθνικοί εξευτελισμοί και οι καταστροφές συμβαίνουν μόνο στους άτυχους που ζουν στην άλλη πλευρά της Μάγχης.

Το Σάλτσμπουργκ αποτέλεσε ένα βαρύ πλήγμα σε αυτό το είδος μακαριότητας. Οσο περνάει ο καιρός γίνεται όλο και πιο πιθανό να αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις. Τόσο η ΕΕ όσο και το Ηνωμένο Βασίλειο μιλούν τώρα σοβαρά για την απειλή μιας «μη συμφωνίας» - με τη Βρετανία απλώς να βροντάει την πόρτα της ΕΕ τον ερχόμενο Μάρτιο.

Ο υπουργός Εξωτερικών Τζέρεμι Χαντ προειδοποίησε την ΕΕ να μην υποτιμήσει τη δύναμη της βούλησης της χώρας του. Στην πραγματικότητα, όμως, η βρετανική κυβέρνηση είναι εκείνη που υπερτιμά τη δύναμή της.

Αν συνεχιστεί αυτό, φοβάμαι ότι η Βρετανία θα οδηγηθεί σε μια «διδακτική στιγμή», σε αυτό το είδος δηλαδή τραυματικής εμπειρίας που υποχρεώνει τους πολίτες, ή τα έθνη, να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους.

Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ζήσει ανάλογες στιγμές στη μεταπολεμική περίοδο. Η αποτυχημένη εισβολή στο Σουέζ το 1956 ήταν μια ταπείνωση που έδειξε στη Βρετανία ότι δεν ήταν πλέον μια αυτοκρατορική δύναμη. Η προσφυγή στο ΔΝΤ το 1976 ήταν μια εξευτελιστική απόδειξη της οικονομικής αδυναμίας της χώρας. Ένα αδιέξοδο στο Brexit θα αποδείκνυε τους πρακτικούς περιορισμούς της βρετανικής εθνικής κυριαρχίας.

Η Βρετανία δεν βρίσκεται ακόμη εκεί. Η σημερινή της στάση μου θυμίζει πολύ την Ελλάδα μετά το δημοψήφισμα του 2015. Ημουν στην Αθήνα μετά το δημοψήφισμα και μίλησα με ενθουσιασμένους ψηφοφόρους που ήταν υπερήφανοι για το μήνυμα που είχαν στείλει στις Βρυξέλλες.

Ακόμη και υψηλά ιστάμενοι πολιτικοί υπερτίμησαν τη δύναμή τους. Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος εθεάθη σε μια σύνοδο κορυφής να σφίγγει ένα έγγραφο που έγραφε «Όχι θριαμβολογίες». Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα δεν γνώρισε θρίαμβο, αλλά ταπείνωση, καθώς η κυβέρνηση αναγκάστηκε να δεχθεί το μνημόνιο που είχε μόλις απορρίψει.

Όπως ανακάλυψαν οι Ελληνες, το να είσαι μόνος σου στο τραπέζι μιας συνόδου της ΕΕ είναι σκληρό, αλλά όχι αναγκαστικά μοιραίο. Αυτό που δείχνει πού βρίσκεται η ισχύς είναι οι εξελίξεις στους δρόμους και στις χρηματαγορές. Για την Ελλάδα, ήταν σαφές ότι το παιχνίδι είχε τελειώσει όταν τα ΑΤΜ της Αθήνας άρχισαν να αδειάζουν από μετρητά, καθώς πανικόβλητοι καταναλωτές απέσυραν τις καταθέσεις τους.

Ο μεγάλος κίνδυνος για τη βρετανική κυβέρνηση είναι η αποφασιστικότητά της απέναντι στην ΕΕ να υπονομευθεί από τον φόβο των αγορών ή από την ανησυχία των καταναλωτών μπροστά στον κίνδυνο μιας «μη συμφωνίας».

Η σχετική δύναμη των τραπεζών και των δημόσιων οικονομικών της Βρετανίας την καθιστά λιγότερο ευάλωτη σε έναν πανικό από την Ελλάδα. Ένα Brexit χωρίς συμφωνία, όμως, θα διαταράξει το εμπόριο με την Ευρώπη καθώς θα επιβληθούν νέοι δασμοί και τελωνειακές διαδικασίες. Οι σύγχρονες κοινωνίες εξαρτώνται από έγκαιρες προμήθειες κι έτσι τα καταστήματα και τα εργοστάσια θα αντιμετωπίσουν πολύ γρήγορα προβλήματα.

Ακόμη και ο φόβος μιας αναταραχής θα αυξήσει τον κίνδυνο αγορών σε κατάσταση πανικού και θα οδηγήσει σε άδεια ράφια. Η κυβέρνηση θα πρέπει να θυμηθεί τι έγινε το 2000, όταν ο αποκλεισμός των διυλιστηρίων από διαδηλωτές οδήγησε τους καταναλωτές να τρέξουν να προμηθευτούν βενζίνη και τρόφιμα. Μέσα σε λίγες ημέρες τα βενζινάδικα είχαν στεγνώσει και τα σούπερ μάρκετ εξέταζαν το ενδεχόμενο επιβολής δελτίου.

Για μερικούς στη Βρετανία, η ανοιχτή συζήτηση αυτών των σεναρίων ισοδυναμεί με καταστροφολογία ή ακόμη και με διπλωματικό σαμποτάζ. Ένα από τα προβλήματα όμως με τη συζήτηση για το Brexit είναι η συστηματική αποτυχία να σκεφτούμε τι θα γίνει αν τα πράγματα πάνε στραβά. Το αποτέλεσμα είναι η κυβέρνηση Μέι και η κοινή γνώμη να έρχονται συνεχώς αντιμέτωπες με δυσάρεστες εκπλήξεις.

Είναι πάντοτε πιθανό να υπάρξει τελικά μια συμφωνία και «στο τέλος της ημέρας όλα να πάνε καλά». Όμως τα πράγματα πήγαν πραγματικά άσχημα στο Σάλτσμπουργκ και οι διαφορές μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ είναι μεγαλύτερες από ποτέ. Συμφωνώ με κάποιους από την κυβέρνηση που μιλούν για ανελαστικότητα της ΕΕ. Τα παράπονα όμως της Βρετανίας για την ευρωπαϊκή θέση για το Brexit δεν θα έχουν καλύτερη τύχη από τα παράπονα της Ελλάδας για τη λιτότητα. Η συζήτηση αυτή δεν γίνεται για το ποιος έχει «δίκιο», αλλά για το πού βρίσκεται η ισχύς. Και όσο πλησιάζει η ημέρα του Brexit και η απειλή μιας μη-συμφωνίας, η αδυναμία της βρετανικής θέσης γίνεται όλο και πιο φανερή».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X