
Σε μια αιφνιδιαστική απόφαση, η διοίκηση του Τραμπ ανακοίνωσε την ανάκληση της άδειας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ να εγγράφει διεθνείς φοιτητές, κλιμακώνοντας τις πιέσεις προς το κορυφαίο ίδρυμα. Σε μία πρώτη αντίδραση, το φημισμένο Πανεπιστήμιο υποστηρίζει ότι η απόφαση είναι «παράνομη».
Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας ανακοίνωσε ότι ανακλήθηκε η πιστοποίηση του Πανεπιστημίου στο πλαίσιο του προγράμματος Student and Exchange Visitor Program (SEVP), εμποδίζοντάς το πλέον να εγγράφει νέους διεθνείς φοιτητές και υποχρεώνοντας όσους ήδη φοιτούν να μεταφερθούν αλλού ή να χάσουν το νομικό καθεστώς παραμονής τους στις ΗΠΑ.
Η απόφαση υπογράφηκε από την υπουργό Εσωτερικής Ασφάλειας, Κρίστι Νόεμ, η οποία δήλωσε πως η διοίκηση Τραμπ «κρατά το Χάρβαρντ υπόλογο για την υποδαύλιση βίας και αντισημιτισμού, καθώς και για τη συνεργασία του με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας εντός της πανεπιστημιούπολης».
Σύμφωνα με την ίδια, η δυνατότητα εγγραφής διεθνών φοιτητών «είναι προνόμιο, όχι δικαίωμα» και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για να «ενισχύονται τα πολυδισεκατομμυριούχα κληροδοτήματα των πανεπιστημίων μέσω υψηλότερων διδάκτρων».
Η απάντηση του Χάρβαρντ
Σε επίσημη ανακοίνωσή του, το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ χαρακτήρισε την απόφαση της διοίκησης Τραμπ να ανακαλέσει την άδειά του για εγγραφή διεθνών φοιτητών ως «παράνομη», δηλώνοντας ότι θα αμφισβητήσει την ενέργεια αυτή με κάθε μέσο.
Το πανεπιστήμιο τονίζει ότι παραμένει πλήρως προσηλωμένο στη δυνατότητά του να φιλοξενεί φοιτητές και ερευνητές από περισσότερες από 140 χώρες και επαναβεβαιώνει τη δέσμευσή του στις αρχές της διεθνούς ακαδημαϊκής συνεργασίας και της ελευθερίας της εκπαίδευσης.
Πώς φτάσαμε έως εδώ
Η κίνηση αυτή, σύμφωνα με τρεις πηγές που επικαλούνται οι New York Times, έρχεται ως απόρροια έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ του πανεπιστημίου και του υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας τις τελευταίες ημέρες, σχετικά με τη νομιμότητα ενός εκτεταμένου αιτήματος παροχής δεδομένων που εντάσσεται σε έρευνα του υπουργείου.
Κατά τις ίδιες πηγές, η ομοσπονδιακή έρευνα φαίνεται να εστιάζει σε υποτιθέμενες παρατυπίες στη διαχείριση των φοιτητικών θεωρήσεων και στη χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων, όμως η χρονική στιγμή και το περιεχόμενο της απόφασης -υποστηρίζουν οι ΝΥΤ- ενισχύουν την εντύπωση ότι πρόκειται για ευθεία πολιτική πίεση.
Η απόφαση αναμένεται να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στον ακαδημαϊκό κόσμο, καθώς αποτελεί πλήγμα για τη διεθνή παρουσία των αμερικανικών πανεπιστημίων και ερμηνεύεται από πολλούς ως επίθεση στην αυτονομία της ανώτατης εκπαίδευσης.
NYT, Reuters