
Kathimerini.gr
Η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, διαμηνύει σε όλους τους τόνους εδώ και τρεις περίπου μήνες ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα συνεχίσουν να παίζουν τον κομβικής σημασίας ρόλο τους στη μεταπολεμική άμυνα της Ευρώπης. Ο Λευκός Οίκος προωθεί πλέον τη μείωση της παρουσίας του αμερικανικού στρατού στη Γηραιά ήπειρο, την ενίσχυση των αμυντικών προϋπολογισμών των Ευρωπαίων και τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία ακόμα κι αν αυτό συνεπάγεται παραχώρηση εδαφών στη Ρωσία.
Σε μια κρίσιμη για τη γεωπολιτική πραγματικότητα συγκυρία, η Ευρώπη καλείται τώρα να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα: την ένταση με τη Ρωσία και παράλληλα τη σταδιακή υποχώρηση -ρητορικά τουλάχιστον- του ρόλου των Αμερικανών στην άμυνα.
«Η Ευρώπη ζει εδώ και 80 χρόνια σε μια κατάσταση στην οποία η ειρήνη ήταν δεδομένη», λέει στο CNN ο Ρομπέρτο Τσινγκολάνι, πρώην υπουργός της ιταλικής κυβέρνησης, ο οποίος είναι τώρα διευθύνων σύμβουλος της οπλοβιομηχανίας Leonardo, με έδρα τη βόρεια Ιταλία. «Τώρα, ξαφνικά, μετά την εισβολή στην Ουκρανία, συνειδητοποιούμε ότι η ειρήνη χρειάζεται υπεράσπιση», προσθέτει.
Από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, οι στρατιωτικές δαπάνες σε όλη την Ευρώπη είδαν αύξηση της τάξης του 54,3%. Οι δαπάνες της Ουκρανίας έχουν εκτοξεύθηκαν, φθάνοντας τα 41 δισεκατομμύρια δολάρια μόνο το 2022, ένα ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν σε όσα δαπανήθηκαν κατά τα προηγούμενα οκτώ χρόνια μαζί – Φωτ.: CNN
Στα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, πραγματοποιείται τα τελευταία χρόνια μια ιλιγγιώδης άνοδος των αμυντικών δαπανών μπροστά στο ενδεχόμενο άμεσης αντιπαράθεσης με τη Ρωσία. Το CNN σχολιάζει ότι η Ευρώπη έχει σημαντικές δυνατότητες καθώς «διαθέτει στρατούς αρκετά μεγάλους και εξελιγμένους για να καλύψει τουλάχιστον εν μέρει το κενό που απειλεί να αφήσει η Ουάσινγκτον». Ωστόσο, οι στρατοί στη δυτική Ευρώπη, σχολιάζει το αμερικανικό μέσο, «χρειάζονται μια σοβαρή εισροή κεφαλαίων και τεχνογνωσίας για να προετοιμαστούν για το χειρότερο σενάριο».
Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι να γίνει αισθητός ο αντίκτυπος αυτών των επενδύσεων στην άμυνα. Ο αριθμός των στρατευμάτων, ο οπλισμός και η γενικότερη στρατιωτική ετοιμότητα έχουν μειωθεί στα κράτη της δυτικής Ευρώπης από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. «Το υψηλό επίπεδο φθοράς στον πόλεμο της Ουκρανίας ανέδειξε με οδυνηρό τρόπο τις σημερινές ελλείψεις των ευρωπαϊκών χωρών», έγραψε το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα το Λονδίνο.
Τα κράτη που βρίσκονται πιο κοντά στα ρωσικά σύνορα φαίνεται ότι κινούνται ταχύτερα. Η Πολωνία είναι ένα τέτοιο παράδειγμα, σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση: «Βλέπουμε την Πολωνία ως το πρότυπο συμμάχου στην ήπειρο: πρόθυμη να επενδύσει όχι μόνο στην άμυνά της, αλλά στην κοινή μας άμυνα και στην άμυνα της ηπείρου», δήλωσε ο υπουργός Αμυνας Πιτ Χέγκσεθ στη Βαρσοβία κατά τη διάρκεια της πρώτης ευρωπαϊκής διμερούς συνάντησης της δεύτερης θητείας του Τραμπ.
Στο μεταξύ, εν αμφιβόλω έχει τεθεί και η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Ευρώπη. Οι ΗΠΑ είχαν περίπου 80.000 στρατεύματα στη Γηραιά ήπειρο το 2024, σύμφωνα με έκθεση του Κογκρέσου. Και μπορεί ο αριθμός αυτός να φαίνεται σημαντικός αλλά στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, τα αμερικανικά στρατεύματα που ήταν σταθμευμένα στη Γηραιά ήπειρο έφταναν σχεδόν το μισό εκατομμύριο. Επί δεκαετίες, η αμερικανική εξωτερική πολιτική τόνιζε τη σημασία αυτών των στρατευμάτων όχι μόνο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, αλλά και για τη δική της. Ο αμερικανικός στρατός στην Ευρώπη παρουσιαζόταν ως η εμπρόσθια άμυνα απέναντι στη Σοβιετική Ενωση με τις δυνάμεις αυτές να βοηθούν επίσης στην εκπαίδευση συμμαχικών στρατών και να διαχειρίζονται πυρηνικές κεφαλές.
Πίσω όμως στο παρόν, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν παροτρύνει δημοσίως την Ουάσινγκτον να μην μειώσει τον αριθμό των αμερικανικών στρατευμάτων στην περιοχή. Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ έχει επαλειμμένα καταστήσει σαφή την πρόθεσή της να ενισχύσουν τη στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.Τοποθεσίες αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων στην Ευρώπη: Με κόκκινο κύκλο οι βάσεις στρατού ξηράς, με μπλε τρίγωνο οι αεροπορικές βάσεις και με κίτρινο τετράγωνο οι ναυτικές βάσεις – Φωτ.: CNN
Οσον αφορά τις αμερικανικές βάσεις, σήμερα οι περισσότερες βρίσκονται στη Γερμανία, την Ιταλία και την Πολωνία. Οι βάσεις στην κεντρική Ευρώπη αποτελούν αντίβαρο στη Ρωσία, ενώ οι ναυτικές και αεροπορικές θέσεις στην Τουρκία, την Ελλάδα και την Ιταλία υποστηρίζουν επίσης τις αποστολές στη Μέση Ανατολή.
Οι τοποθεσίες αυτές χρησιμεύουν ως «κρίσιμο θεμέλιο για τις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ, την περιφερειακή αποτροπή και την παγκόσμια προβολή ισχύος», σχολιάζει η δεξαμενή σκέψης Center for European Policy Analysis με έδρα την Ουάσιγκτον.
Σε κάθε περίπτωση, είναι κοινώς αποδεκτό από αναλυτές ότι το σημαντικότερο αποτρεπτικό μέσο που διαθέτει η Ευρώπη απέναντι σε εξωτερικές στρατιωτικές απειλές είναι οι πυρηνικές κεφαλές της.
Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι η πυρηνική αποτροπή είναι ένας τομέας στον οποίο η Ευρώπη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ. Η Βρετανία και η Γαλλία – οι δύο ευρωπαϊκές χώρες που διαθέτουν πυρηνικά όπλα – διαθέτουν μόνο το ένα δέκατο περίπου του ρωσικού οπλοστασίου. Μόνο το αμερικανικό πυρηνικό αντιστοιχεί περίπου στο ρωσικό, και δεκάδες από αυτές τις αμερικανικές κεφαλές συνεχίζουν να βρίσκονται σήμερα στην Ευρώπη.