
ΠΗΓΗ: Reuters
Η Ουκρανία έχει εντείνει τις επιθέσεις με drones εναντίον ρωσικών διυλιστηρίων και υποδομών εξαγωγής πετρελαίου, πλήττοντας τον πλέον στρατηγικό τομέα της οικονομίας του Βλαντίμιρ Πούτιν και προκαλώντας αναταράξεις στην εσωτερική αγορά καυσίμων, την ώρα που οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να διαμεσολαβήσουν σε μια ειρηνευτική συμφωνία.
Σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters, τα ουκρανικά πλήγματα σε δέκα μονάδες διύλισης έχουν θέσει εκτός λειτουργίας τουλάχιστον το 17% της συνολικής ρωσικής δυναμικότητας, δηλαδή 1,1 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Οι επιθέσεις συνέπεσαν με την κορύφωση της εποχικής ζήτησης για βενζίνη από τουρίστες και αγρότες, εντείνοντας τις ελλείψεις.
Σε περιοχές της νότιας Ρωσίας, στην Κριμαία αλλά και στη ρωσική Aπω Ανατολή καταγράφηκαν ουρές σε πρατήρια καυσίμων και ελλείψεις στην κανονική ποιότητα βενζίνης A-95.
Οι οδηγοί αναγκάζονται να στραφούν σε ακριβότερα καύσιμα. «Θα αντέξουμε, αλλά είναι μεγάλο πλήγμα για τον οικογενειακό μας προϋπολογισμό. Το νιώθουμε πολύ», δήλωσε στο Reuters η Σβετλάνα Μπαζάνοβα από τη Σεβαστούπολη.
Στο Βλαδιβοστόκ, ανταποκριτής του πρακτορείου Reuters κατέγραψε μεγάλες ουρές σε πρατήρια, με τις τοπικές αρχές να αποδίδουν τις ελλείψεις στην τουριστική αιχμή.
Στρατηγικός τομέας υπό πίεση
Η Ρωσία στηρίζει περίπου το ένα τέταρτο των δημοσίων εσόδων της στις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι οποίες φέτος χρηματοδοτούν αύξηση 25% στις αμυντικές δαπάνες, στο υψηλότερο επίπεδο από τον Ψυχρό Πόλεμο.
Παρά τις δυτικές κυρώσεις, που ανάγκασαν τη Μόσχα να διαθέτει το πετρέλαιό της με εκπτώσεις και να διακόψει σχεδόν πλήρως τις πωλήσεις φυσικού αερίου στην Ευρώπη, η παραγωγή όπλων συνεχίζεται με εντατικούς ρυθμούς.
Οι τελευταίες επιθέσεις στόχευσαν μεταξύ άλλων τα διυλιστήρια της Lukoil στο Βόλγκογκραντ και της Rosneft στη Ριαζάν, καθώς και μονάδες σε Ροστόφ, Σαμάρα, Σαράτοφ και Κρασνοντάρ.
Στη Νοβοσαχτίνσκ, φωτιά εξακολουθούσε να καίει τη Δευτέρα μετά από ουκρανικό χτύπημα.
Ουκρανικά drones έπληξαν επίσης τον αγωγό «Druzhba» και τον τερματικό σταθμό της Novatek στο Ust-Luga στη Βαλτική.
Η στρατηγική του Κιέβου
Η εντατικοποίηση των επιθέσεων εκλαμβάνεται ως προσπάθεια του Κιέβου να αυξήσει το διαπραγματευτικό του βάρος σε ενδεχόμενες ειρηνευτικές συνομιλίες και να αντικρούσει την εντύπωση ότι έχει ήδη χάσει τον πόλεμο, μετά και τη συνάντηση Τραμπ–Πούτιν στην Αλάσκα νωρίτερα τον Αύγουστο.
Αναλυτές σημειώνουν ότι, αν και οι ρωσικές εγκαταστάσεις δεν έχουν καταστραφεί πλήρως, η απώλεια έστω και μέρους της δυναμικότητας μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στον εφοδιασμό της εγχώριας αγοράς, ενόσω η Μόσχα καλείται να διαχειριστεί και τις πιέσεις των ΗΠΑ προς την Κίνα και την Ινδία να μειώσουν τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου.