
ΠΗΓΗ: Reuters
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ήρθε στο Ηνωμένο Βασίλειο φέρνοντας δώρα. Αφού έγινε δεκτός με όλες τις τιμές από τον βασιλιά Κάρολο στο κάστρο του Ουίνδσορ την Τετάρτη, η τελευταία επίσκεψη του προέδρου των ΗΠΑ στη Βρετανία συνέπεσε με ορισμένες άμεσες ξένες επενδύσεις από μεγάλες αμερικανικές εταιρείες: η Microsoft, η Blackstone και άλλες θα συνεισφέρουν 150 δισ. λίρες μέσα στα επόμενα χρόνια. Σε δήλωση στην ιστοσελίδα της η Microsoft αναφέρει: «Την παραμονή της επίσημης επίσκεψης του προέδρου Τραμπ, με οικοδεσπότη τον βασιλιά Κάρολο, η Microsoft είναι περήφανη που επιβεβαιώνει τη βαθιά και διαρκή δέσμευσή της προς το Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία θέτει ένα νέο σημείο αναφοράς για τη διατλαντική συνεργασία στον τομέα της τεχνολογίας». Αυτό είναι σημαντικό, αλλά όχι αρκετά για να αντιστρέψει την πρόσφατη έλλειψη ξένων μετρητών που ενισχύουν την ανάπτυξη.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, για το οποίο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναμένει ανάπτυξη μόνο 1,2% φέτος, θα μπορούσε να επανακάμψει όσον αφορά τις εισερχόμενες επενδύσεις. Από το 2016 οι άμεσες ξένες επενδύσεις μειώνονται στο Ηνωμένο Βασίλειο κάθε χρόνο εκτός από έναν. Το 2023, το πιο πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, οι εισερχόμενες ροές μακροπρόθεσμων ξένων επενδύσεων σε νέα εργοστάσια και συγχωνεύσεις και εξαγορές –συμψηφίζοντας την αποεπένδυση– ήταν μόλις 1,3 δισ. λίρες. Αυτό συγκρίνεται με πάνω τα από 150 δισ. λίρες το 2016 και περίπου μεταξύ 40 και 60 δισ. λιρών τα έτη έως το 2021.
Με αυτά τα δεδομένα, τα χρήματα των ΗΠΑ είναι σημαντικά, αλλά όχι μια επική αλλαγή των όρων. Η «Συμφωνία Τεχνολογικής Ευημερίας» που ανακοινώθηκε την Τρίτη, η οποία παραπέμπει σε τεχνολογικούς εμπειρογνώμονες όπως η Nvidia και η Google, βασίζεται σε μια τετραετή δέσμευση 22 δισ. λιρών από τη Microsoft για νέα φιλόδοξα εγχειρήματα, όπως κέντρα δεδομένων. Το δύσκολο έργο είναι μια δεκαετής δέσμευση 90 δισ. λιρών από την Blackstone, η οποία είχε ήδη επισημανθεί το καλοκαίρι. Ετησίως, τα νέα χρήματα πιθανώς ανέρχονται σε περίπου 15 έως 20 δισ. λίρες.
Ολα αυτά είναι φυσικά πολύ καλύτερα από το τίποτα. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις είναι μια άμορφη μέτρηση που αλλάζει συνεχώς: τα στοιχεία του 2016 περιελάμβαναν την αγορά της SABMiller από την AB InBev, ύψους 79 δισ. λιρών.
Ο θόρυβος και η ήπια διπλωματία που επιστράτευσε το Ουίνδσορ γύρω από την επίσκεψη του Τραμπ σημειώθηκαν καθώς οι επενδυτές αμφισβητούν το επενδυτικό στάτους της Βρετανίας. Οι φαρμακευτικές εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου απειλούν να καταργήσουν ερευνητικά έργα και ανακατανέμουν τις δικές τους κεφαλαιουχικές δαπάνες αλλού.
Ωστόσο, ενώ η επίσκεψη του Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να έχει εδραιώσει την «ειδική σχέση» των ΗΠΑ με τη Βρετανία, το τελικό αποτέλεσμα θα γίνει σαφές μόνο μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις με τον πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, Κιρ Στάρμερ. Ο μέσος δασμός 10% του προέδρου των ΗΠΑ στα βρετανικά προϊόντα μπορεί να είναι μικρότερος από το 15% της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά η απρόβλεπτη φύση του Τραμπ δυσκολεύει τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής του Ηνωμένου Βασιλείου να χαλαρώσουν. Η αναπτυξιακή στρατηγική του Στάρμερ αφορά το άνοιγμα της χώρας σε ξένες επενδύσεις, είτε αυτές προέρχονται από την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή είτε τις ΗΠΑ, και οι τελευταίες είναι μακράν ο μεγαλύτερος υποστηρικτής τους. Ως εκ τούτου, η επίσκεψη του Τραμπ είναι μια επισφαλής επιτυχία. Αλλά δεν βγάζει αποφασιστικά τη Βρετανία από την τρύπα της.