ΚΥΠΕ
Φαινόμενα ξενοφοβικού λόγου στη δημόσια σφαίρα, απότοκα κυρίως του μεταναστευτικού και προσφυγικού ρεύματος που παρατηρείται τα τελευταία 25 περίπου χρόνια, παρατηρούνται δυστυχώς και στον τόπο μας, αναφέρει η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μαρία Στυλιανού-Λοττίδη.
Σε τοποθέτηση της αναφορικά με τη ρητορική που προάγει τον ρατσισμό και την ξενοφοβία και τις ειδικότερες προεκτάσεις που έχει η ρητορική αυτή όταν αναπτύσσεται στο διαδίκτυο, σημειώνει ότι τα φαινόμενα ξενοφοβικού λόγου στην Κύπρο έγιναν ακόμη πιο έντονα τα τελευταία χρόνια, υπό το φως της οικονομικής κρίσης η οποία δημιούργησε ξενοφοβικά αντανακλαστικά έναντι των μεταναστών, των αιτήτων ασύλου και των προσφύγων που ζουν στην Κύπρο, σε σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας.
Το περιστατικό αναφέρει, κατά το οποίο Κύπριες γυναίκες επιτέθηκαν με ακραίους ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς και χειρονομίες εναντίον Ρωσίδας που ζει μόνιμα στην Κύπρο, συνηγορεί στην πιο πάνω θέση.
«Η ένταση δε των ρατσιστικών προσβολών και η καταρράκωση της αξιοπρέπειας του θύματος, στη βάση της εθνικής της καταγωγής, ήταν αυτά που μας οδήγησαν, μετά τη δημοσιοποίηση του σχετικού βίντεο, σε άμεση ανακοίνωση καταδίκης του περιστατικού από μέρους μου», προσθέτει.
Η Επίτροπος Διοίκησης χαιρετίζει «την πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου σε σχέση με το περιστατικό και την επιβολή αποτρεπτικών ποινών στις δράστριες των ρατσιστικών αδικημάτων».
Η ρητορική μίσους είναι σήμερα ένα υπαρκτό και εντεινόμενο πρόβλημα
Η Επίτροπος αναφέρει ότι η ρητορική μίσους είναι σήμερα ένα υπαρκτό και εντεινόμενο πρόβλημα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, το οποίο οδηγεί σε περιθωριοποίηση ανθρώπων, κοινωνικές εντάσεις και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ιδιαίτερα ανησυχητική, σημειώνει, είναι η αυξανόμενη παρουσία της ρητορικής μίσους στον δημόσιο λόγο, η οποία, επειδή ακριβώς εκφέρεται στη δημόσια σφαίρα και επηρεάζει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, εγκυμονεί περισσότερους κινδύνους για την υπόθαλψη γενικευμένης κοινωνικής εχθρότητα εις βάρος ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, όπως είναι οι μετανάστες, οι εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες και τα ΛΟΑΤΙ άτομα.
Εξάλλου, συνεχίζει, είναι η αναγνώριση της σοβαρότητας και της συχνότητας του φαινομένου της ρητορικής μίσους, και των επιζήμιων επιπτώσεων που μπορεί να έχει στις κοινωνίες της Ευρώπης, που οδήγησε ευρωπαϊκούς θεσμούς στην ανάληψη δράσεων για καταπολέμησή της, με ειδικότερη μάλιστα έμφαση, τα τελευταία χρόνια, στη διαδικτυακή ρητορική μίσους.
Ο χώρος του διαδικτύου, αναφέρει, αποτελεί δημόσιο χώρο έκφρασης ιδεών και ενημέρωσης, στα πλαίσια του οποίου, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια, τα φαινόμενα ρητορικής μίσους είναι ιδιαίτερα αυξημένα.
Παραθέτει ότι σε διαδικτυακή έρευνα που έγινε τo 2015 στο πλαίσιο της εκστρατείας No Hate Speech Movement του Συμβουλίου της Ευρώπης, το 78% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι συναντούσε ρητορική μίσους στο διαδίκτυο σε τακτική βάση. Οι πιο συχνοί, δε, στόχοι της ρητορικής μίσους ήταν τα ΛΟΑΤΙ άτομα (70%), και οι γυναίκες .
Η δημοσιοποίηση ξενοφοβικών και ρατσιστικών απόψεων μέσω του διαδικτύου είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη
Η Επίτροπος αναφέρει ότι η δημοσιοποίηση ξενοφοβικών και ρατσιστικών απόψεων μέσω του διαδικτύου είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη δεδομένου ότι το διαδίκτυο, ως μέσο μαζικής επικοινωνίας που εκτείνεται σε παγκόσμιο επίπεδο, υπερβαίνει σε αμεσότητα και διεισδυτικότητα τα παραδοσιακά μέσα πληροφόρησης (όπως ο έντυπος τύπος, το ραδιόφωνο, και η τηλεόραση).
Επιπρόσθετα, συνεχίζει, το διαδίκτυο, παρέχει σε κάθε άνθρωπο που έχει πρόσβαση σε αυτό, τη δυνατότητα να είναι δημόσιος ομιλητής και, όπως σημείωσε και το ΕΔΔΑ, να διαδώσει τις όποιες απόψεις του παγκοσμίως μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και να τις καταστήσει διαθέσιμες δημόσια για πολύ καιρό .
Στις διαπιστώσεις της, η Επίτροπος σημειώνει εξαρχής την εξαιρετικά μεγάλη σημασία που έχει σε μία δημοκρατική κοινωνία, το ιερό δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης ώστε όλα τα πρόσωπα να ασκούν το θεμελιώδες – και νομικά κατοχυρωμένο - δικαίωμα τους να εκφράζονται ελεύθερα και να διατυπώνουν τις θέσεις και απόψεις τους, ακόμη κι όταν αυτές ενοχλούν, θίγουν ή σοκάρουν κάποιο μέρος της κοινωνίας.
Παράλληλα, όμως, υπενθυμίζει το γεγονός ότι το δικαίωμα αυτό κουβαλά ένα τεράστιο φορτίο ευθύνης έκφρασης λόγου η οποία δυναμώνει ανάλογα με τον αριθμό των προσώπων στα οποία απευθύνεται κάποιος αλλά και την δεσπόζουσα θέση την οποία κατέχει και γι’ αυτό θα πρέπει να εξισορροπείται και να σταθμίζεται με τη προστασία όλων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Για αυτό τον λόγο, σημειώνει, έχει διεθνώς αναγνωριστεί, και νομοθετικά κατοχυρωθεί, ότι το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης μπορεί να τύχει περιορισμών όταν απειλείται «η υπόληψη ή τα δικαιώματα άλλων προσώπων» - όπως είναι και οι περιπτώσεις που εκφράζονται απόψεις που προάγουν ή υποκινούν το μίσος και την εχθρότητα έναντι συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσμού.
Έχοντας μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τα διαδικτυακά δημοσιεύματα και τις αναρτήσεις στις οποίες αναφέρονται τα παράπονα που μου υποβλήθηκαν, αναφέρει η Επίτροπος, αναπόφευκτα διαπιστώνεται ότι σε αυτά, περιλαμβάνονταν θέσεις και απόψεις που, ανεξαρτήτως προθέσεων εκείνων που τις εξέφρασαν, ήταν μειωτικές και προσβλητικές προς συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων και συνέτειναν στην καλλιέργεια αρνητικών στερεότυπων και εχθρότητας εναντίον τους, στη βάση της καταγωγής ή/και της θρησκείας τους.
Ειδικότερα, αναφέρεται στον προβληματισμό της σε σχέση με αναφορές σε επίμαχα δημοσιεύματα/αναρτήσεις.
Σημειώνει την ακραία, και απεχθή, ρητορική μίσους που αναπτύχθηκε από αριθμό αναγνωστών δημοσιεύματος, σε αναρτήσεις τους κάτω από δημοσίευμα για αλλοδαπό που απειλούσε ότι θα αυτοκτονήσει, με την οποία, μερικοί αναγνώστες δεν δίστασαν ακόμη και να ενθαρρύνουν/προτρέψουν, με χλευασμό, τον θάνατο του αλλοδαπού στον οποίο αναφέρεται το δημοσίευμα.
Επίσης, τις προσβλητικές και υποτιμητικές αναφορές στις αλλοδαπές γυναίκες που επισκέπτονται τον δημόσιο κήπο της Πάφου, με τις οποίες έμμεσα διασυνδέεται η εθνική τους καταγωγή με την πορνεία.
Ακόμη, τα έντονα ρατσιστικά σχόλια με τα οποία, πολίτες, εύχονταν βασικά τον θάνατο γυναίκας από τη Βόρεια Μακεδονία και άντρα από την Αίγυπτο, αποκλειστικά και μόνο στη βάση της καταγωγής τους.
Σκοπός της Τοποθέτησης
Σκοπός της παρούσας Τοποθέτησης, αναφέρει η Επίτροπος, δεν είναι να αποδώσει ευθύνες ή να κρίνει κατά πόσο διαπράχθηκαν στην προκειμένη περίπτωση οποιαδήποτε ποινικά αδικήματα.
«Στόχος μας είναι κυρίως η ενημέρωση για το θεσμικό πλαίσιο που σταθμίζει τα όρια της ελευθερίας της έκφρασης σε σχέση με τη ρητορική μίσους ή έχθρας και να καταθέσω για δημόσιο προβληματισμό τις θέσεις, διαπιστώσεις και εισηγήσεις μου για τα ζητήματα αυτά», σημειώνει.
Ειδικότερα, συνεχίζει, θα ήθελα να αναδειχθεί ο κρίσιμος ρόλος που μπορούν να διαδραματίσουν τα ΜΜΕ, (τόσο στον διαδικτυακό χώρο όσο και εκτός αυτού), στην καταπολέμηση του φαινομένου της ρητορικής μίσους και στον σεβασμό των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των πολιτών, χωρίς διακρίσεις.
Παράλληλα, προσθέτει, μέσω του πολυδιάστατου κοινωνικού τους ρόλου, τα ΜΜΕ μπορούν να συνδράμουν στην απάμβλυνση των φαινομένων ξενοφοβίας που ήδη υπάρχουν, την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και την προαγωγή κουλτούρας αποδοχής και αλληλοκατανόησης μεταξύ όλων των κατοίκων της Κύπρου, ανεξαρτήτως καταγωγής.
Παράλληλα, επισημαίνει την ευθύνη που έχει η Αστυνομία να εφαρμόζει τον Νόμο που απαγορεύει τη δημόσια ρητορική μίσους, και να διώκει ποινικά τα άτομα που δημόσια υποκινούν βία ή μίσος κατά συγκεκριμένων ατόμων ή ομάδων προσώπων, λόγω ενός ιδιαίτερου χαρακτηριστικού τους.
Εισηγήσεις
Προτείνει όπως τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας και Ενημέρωσης εγκαθιδρύσουν ένα σύστημα ελέγχου των σχολίων των αναγνωστών τους, ώστε να εντοπίζουν και να διαγράφουν, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, εκείνα τα σχόλια που συνιστούν ρητορική μίσους.
Εισηγείται επίσης όπως η Αστυνομία, στα πλαίσια τη δράσης της για καταπολέμηση του ρατσισμού και των διακρίσεων, θέσει ανάμεσα στις προτεραιότητές της, την καταπολέμηση της παράνομης ρητορικής μίσους στο δημόσιο λόγο.
Επίσης, να προβεί σε ενέργειες, και λάβει μέτρα, που θα διευκολύνουν τον εντοπισμό, την καταγραφή και τη διερεύνηση δημόσιων δηλώσεων, δημοσιευμάτων ή αναρτήσεων που συνιστούν ρητορική η οποία απαγορεύεται από τον νόμο.
Σε περιπτώσεις που εντοπίζει (ή που τίθενται υπόψη της από πολίτες ή ΜΚΟ) περιπτώσεις ακραίας ρατσιστικής ρητορικής, προωθεί, σε συνεργασία με την Νομική Υπηρεσία, την αποτελεσματική δίωξη όσων έχουν διαπράξει τα σχετικά αδικήματα.
Εκπονήσει ακόμη, προγράμματα επιμόρφωσης, εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης των μελών της ειδικά σε ζητήματα ρητορικής μίσους και αποτελεσματικής αντιμετώπισής της.
Διαβάστε αυτούσια την τοποθέτηση της Επιτρόπου ΕΔΩ.