
Τα τελευταία χρόνια υπήρξαν ιδιαίτερα δύσκολα για τους οικονομολόγους και τους αναλυτές. Από το 2022 και μετά, οι προβλέψεις για μια ύφεση ή ένα χρηματιστηριακό κραχ όλο και αυξάνονται, όμως εάν εξαιρέσει κανείς μερικά πρόσκαιρα σκαμπανεβάσματα, όλες οι απαισιόδοξες εκτιμήσεις έχουν πέσει έξω.
Αρχικά, οι οικονομολόγοι έλεγαν ότι οι αυξήσεις επιτοκίων από τη Federal Reserve θα έσπρωχναν τη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη σε ύφεση. Οταν αυτό δεν συνέβη, οι αναλυτές πόνταραν σε ένα άλλο σενάριο: Η πρωτοφανής αύξηση των δασμών δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε ύφεση, καθώς οι καταναλωτές θα αντιδράσουν στις υψηλότερες τιμές, έλεγαν. Ομως και πάλι, μια ύφεση δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
Και την ίδια στιγμή, η Wall Street συνεχίζει ακάθεκτη το ράλι της. Από τον Οκτώβριο του 2022, ο S&P 500 έχει ενισχυθεί κατά 87%, σημειώνει το Business Insider.
Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι ο τελικός αντίκτυπος των δασμών στον πληθωρισμό και στα εταιρικά κέρδη δεν έχει φανεί ακόμα. Ομως, ένας κορυφαίος οικονομολόγος πιστεύει ότι η ώρα της αυτοκριτικής έχει ήδη φτάσει.
«Εμείς οι επαγγελματίες των οικονομικών πρέπει να κοιταχτούμε στον καθρέπτη», ήταν ο τίτλος ανάρτησης του Τόρστεν Σλοκ, που είναι ο επικεφαλής οικονομολόγος της Apollo. Ο ίδιος ο Σλοκ έχει προβλέψει αύξηση του πληθωρισμού καθώς θα πλησιάζουμε στο τέλος του έτους, λόγω των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ.
«Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις έχουν υπάρξει λανθασμένες από τον Ιανουάριο. Η πρόβλεψη των τελευταίων εννέα μηνών ήταν ότι η αμερικανική οικονομία θα επιβραδυνόταν. Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αυτό απλά δεν έχει συμβεί», έγραψε στην ανάρτησή του.
Και συνέχισε: «Το συμπέρασμα είναι ότι η οικονομία των ΗΠΑ παραμένει αξιοσημείωτα ανθεκτική και γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να υποστηρίξουμε ότι εξακολουθούμε να περιμένουμε τις καθυστερημένες αρνητικές επιπτώσεις».
Βέβαια, δεν είναι όλοι οι φόβοι των απαισιόδοξων αναλυτών αβάσιμοι. Σεβαστοί δείκτες ύφεσης, όπως η ανεστραμμένη καμπύλη αποδόσεων των αμερικανικών κρατικών ομολόγων, το Sahm Rule και ο Leading Economic Index του Conference Board, ηχούσαν προειδοποιητικά καμπανάκια τα τελευταία χρόνια.
Επιπλέον, στον χρηματοοικονομικό κλάδο, που είναι συχνά σχεδόν καθολικά αισιόδοξος για το χρηματιστήριο, οι φωνές που διαφωνούν μπορεί να είναι πολύτιμες. Ωστόσο δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι επενδυτές που κάθισαν στο περιθώριο, γιατί άκουσαν τους απαισιόδοξους αναλυτές, έχουν «καεί».
Και ενώ η αμερικανική οικονομία είναι πράγματι ανθεκτική, οι κίνδυνοι της ύφεσης φαίνεται να ενισχύονται, καθώς τα στοιχεία δείχνουν αποδυνάμωση της αγοράς εργασίας. Αυτό που μένει να φανεί είναι αν η αδυναμία της αγοράς εργασίας θα εξελιχθεί σε ευρύτερο οικονομικό πρόβλημα.