
Του Θανάση Φωτίου
Έχει περάσει μια δεκαετία και βάλε από τότε που ο Γιώργος Λακκοτρύπης, ως υπουργός Ενέργειας, εξέφραζε στις συνεντεύξεις του τη βεβαιότητα ότι «αρχές του 2015 θα ξεκινήσουμε να πουλάμε το φυσικό μας αέριο». Το 2021, έναν χρόνο μετά που εκείνος αποχώρησε από το υπουργείο, αφού «εκπλήρωσε τους στόχους» και χωρίς να «αφήνει εκκρεμότητες», η Νατάσα Πηλείδου που τον διαδέχθηκε δήλωνε πως «Σε 3-4 χρόνια η Κύπρος θα μπορεί να εξάγει φυσικό αέριο». Τον Νοέμβριο 2023, κι αφού κυβερνήσεις έφυγαν και κυβερνήσεις ήρθαν, ο Γιώργος Παπαναστασίου είχε κάτι θετικό να ανακοινώσει, αφού η ταραγμένη σχέσης μας με τη Chevron, εξαιτίας «ασυμφωνίας χαρακτήρων» δεν κατέληξε σε διαζύγιο, αλλά σε επιθυμία για «δεύτερη ευκαιρία». Έτσι, η ανακοίνωση του υπουργείου ανέφερε σχετικά: «Εντατικοποιούμαι τις συζητήσεις μας τις επόμενες εβδομάδες στη βάση του συμφωνημένου σχεδίου, για επωφελή εκμετάλλευση των αποθεμάτων του Αφροδίτη». Μια βδομάδα προηγουμένως, ο Παπαναστασίου είχε ανακοινώσει ένα νέο χρονοδιάγραμμα, σύμφωνα με το οποίο «Θα πρέπει να δούμε φυσικό αέριο από τον βυθό να βγαίνει στην επιφάνεια γύρω στο 2027 με 2028».
Το νησί που θα γινόταν ενεργειακός κόμβος
Τα πιο πάνω αποτελούν μια μικρή, αλλά ενδεικτική γεύση των καθυστερήσεων, των προβλημάτων, της ανακολουθίας και των παλινδρομήσεων που χαρακτηρίζουν ιστορία του μεγαλεπήβολου πρότζεκτ «Κύπρος και φυσικό» αέριο», η οποία άρχισε να γράφεται –πρακτικά, αν μη τι άλλο– τον Ιανουάριο του 2003, όταν η κυβέρνηση Γλαύκου Κληρίδη, λίγο πριν το τέλος της θητείας της, έλαβε την απόφαση δημιουργίας Ενεργειακού Κέντρου στο Βασιλικό, που προνοούσε κατασκευή Χερσαίου Τερματικού παραλαβής, από-υγροποίησης και αποθήκευσης φυσικού αερίου και παραλαβής και αποθήκευσης πετρελαιοειδών.
Στο διάστημα των 22 χρόνων που μεσολάβησαν από τότε, δεν θα ήταν υπερβολή εάν σημειώναμε ότι η μοναδική ίσως ρεαλιστική δήλωση που μέχρι σήμερα έχει καταγραφεί για το συγκεκριμένο θέμα, και αφού στο παρελθόν ουκ ολίγες οι αναφορές που έκαναν λόγο για την σταδιακή εξέλιξη της Κύπρου σε ενεργειακό κέντρο, δεν είναι άλλη από αυτή στην οποία είχε προβεί ο υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, Γιώργος Παπαναστασίου, ένα μήνα πριν εκπνεύσει το 2023, από το βήμα συνεδρίου για το φυσικό αέριο της Ανατολικής Μεσογείου: «Η Κύπρος δεν μπορεί να γίνει ενεργειακός κόμβος για την περιοχή, καθώς η Αίγυπτος και το Ισραήλ προηγούνται κατά πολύ σε πόρους φυσικού αερίου και υποδομών».
Παλινωδίες και οσμή σκανδάλων
Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της μακράς διαδρομής των ενεργειών για έλευση του φυσικού αερίου, του πιο σημαντικούς αναπτυξιακού έργου για την Κύπρο, δεν είναι άλλο από τις οι παλινωδίες, τις συνεχείς καθυστερήσεις και ασφαλώς την οσμή σκανδάλων. Που δεν άργησε να γίνει αισθητή από τα πρώτα κιόλας χρόνια. Από τον Ιούλιο του 2004, όταν η εταιρεία GNF Enterprises πληροφόρησε την ΑΗΚ ότι η εταιρεία SBM θα μπορούσε να την προμηθεύει με υγροποιημένο αέριο μέσω πλωτής μονάδας και όχι χερσαίου τερματικού, όπως πρόβλεπε η απόφαση της κυβέρνησης –την οποία είχε επιβεβαιωθεί στις 2 Απριλίου 2004, από τη νέα κυβέρνηση του Τάσσου Παπαδόπουλου. «Μεγάλες εταιρείες που ασχολούνται με την αγορά φυσικού αερίου μπορούν και επιβάλλεται να πειραματίζονται και να ρισκάρουν. Η Κύπρος όχι», έλεγε τότε ο Σόλωνας Κασίνης σε απαντητικό σημείωμα προς τον αρμόδιο υπουργό, Γιώργο Λιλλήκα, που ζήτησε γραπτώς τις απόψεις του, ως διευθυντή Ενέργειας. Για να ακολουθήσει μια περίεργη πενταετία, στη διάρκεια της οποίας η πρόταση επανήλθε στο τραπέζι, η κυβέρνηση μπαίνει σε διάλογο, οι συζητήσεις με την PETRONAS, συνεργάτη της SBM, δεν καταλήγουν, η κυβέρνηση συνάπτει παρασκηνιακά και χωρίς ανοιχτές διαδικασίες συμφωνία με τη γαλλική εταιρεία Gas De France, στα μέσα του 2005, η κυβέρνηση κάνει στροφή προς την πλωτή μονάδα, εγγράφονται διάφορες εταιρείες, με εμπλοκή του δικηγορικού γραφείου «Τάσσος Παπαδόπουλος και Σία», όπως η Apollo N.G. και αργότερα η Vasilikos LNG, μέτοχοι της οποίας είναι κατά 51% η εταιρεία SBM Holdings SA με έδρα την Ελβετία και κατά 49% η Apollo N.G. Trading Ltd, που αναλαμβάνει να προβεί εξασφαλίσει όλες τις αναγκαίες άδειες και να προωθήσει την ανάληψη του έργου από την SBM ή τους αναδόχους της (Vasilikos LNG)… Ακολουθεί ένα γαϊτανάκι εξελίξεων που φτάνουν μέχρι και σε καταγγελίες για εξυπηρέτηση αλλότριων συμφερόντων που αγγίζουν την Κυβέρνηση. Για να κλείσει κάπως έτσι: Στις 3 Οκτωβρίου 2007 ο Νίκος Αναστασιάδης δίνει στη δημοσιότητα έγγραφα, σύμφωνα με τα οποία ο Νικόλας Παπαδόπουλος παρείχε νομικές υπηρεσίες στις εταιρείες SBM και Vasiliko L.Ν.G., μεταξύ των οποίων και η επεξεργασία των συμφωνιών για τα οφέλη που θα είχε η Apollo Ν.G. εάν εξασφάλιζε την κατακύρωση του έργου. Ο Νικόλας Παπαδόπουλος παραδέχεται πως παρείχε νομικές συμβουλές στις εν λόγω εταιρείες μέχρι πρόσφατα και διερωτάται: «Δεν καταλαβαίνω πού είναι το πρόβλημα». Ο Γιώργος Λιλλήκας δηλώνει «εμπιστοσύνη στην αδέκαστη κυπριακή δικαιοσύνη» στην οποία κατέφυγε. Ο Τάσσος Παπαδόπουλος δεν καταφεύγει στη δικαιοσύνη, αλλά δηλώνει: «Μου καταλόγισαν πάρα πολλά στη μακρά ανάμειξή μου στην ιστορία. Θέλω να πιστεύω ότι ένα πράγμα που δεν μου είπαν ακόμα, είναι ότι είμαι κλέφτης»…
Αυτά ήταν τα πρώτα δείγματα, για να ακολουθήσουν και συνεχίσουν πολλά άλλα στην πορεία, μέχρι και τη συμφωνία με την κινεζική κοινοπραξία που ανέλαβε επί Νίκου Αναστασιάδη, να υλοποιήσει το Τερματικό στο Βασιλικό, η οποία ναυάγησε το 2024.
Liberation, 2020: «Αυτό το συμβόλαιο είναι αλλόκοτο»
«Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων πρέπει αυτή την εβδομάδα να επικυρώσει ένα μεγάλο δάνειο προς την Κυπριακή Δημοκρατία για την κατασκευή νέου τερματικού σταθμού φυσικού αερίου. Το πρόβλημα είναι ότι το έργο ανατέθηκε σε μια κινεζική ομάδα, με μικρή εμπειρία στον τομέα, και για ένα κόστος που εγείρει ερωτηματικά».
Έτσι ξεκινούσε το εκτενές ρεπορτάζ του, τον Ιούνιο του 2020, ο Γάλλος δημοσιογράφος Jerome Lefilliatre, κορυφαίος ρεπόρτερ και αναπληρωτής αρχισυντάκτης της Libération τότε, στο οποίο κατέγραφε πολύ παραστατικά και με ευκρίνεια τους κινδύνους που ενείχε η συμφωνία –με σφραγίδα της κυβέρνησης Νίκου Αναστασιάδη– που υπογράφτηκε με την κινέζικη κοινοπραξία που ανέλαβε το χερσαίο τερματικό στο Βασιλικό. «Ένα παλαιό όνειρο της Κυπριακής Δημοκρατίας πρόκειται να γίνει πραγματικότητα. Μετά από αρκετές ανεπιτυχείς προσπάθειες τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, το νησί της Μεσογείου είναι πολύ κοντά στην απόκτηση μιας υποδομής καθοριστικής για την κυριαρχία του», σημείωνε στην εισαγωγή του ρεπορτάζ ο Γάλλος δημοσιογράφος, μιλώντας για τον «τερματικό σταθμό LNG, στο λιμάνι του Βασιλικού, στη νότια ακτή της χώρας, με προγραμματισμένη έναρξη λειτουργίας το 2022».
Και συνέχιζε: «Για να ξεκινήσει η κατασκευή αυτού του τερματικού σταθμού, η Κύπρος περιμένει ένα τελευταίο πράσινο φως. Αυτή την εβδομάδα, το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) πρέπει να επικυρώσει την απόφαση για τη χορήγηση δανείου 150 εκατομμυρίων ευρώ σε αυτή τη χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν χορηγηθεί, θα ενεργοποιήσει αυτόματα την καταβολή επιδότησης 101 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την οποία έχει ήδη εγκρίνει στο πλαίσιο του προγράμματος «Συνδέοντας την Ευρώπη». Είναι αρκετό για να καλύψει σχεδόν το σύνολο του κόστους ενός εργοταξίου που υπολογίζεται στα 300 εκατ. ευρώ περίπου. Το υπόλοιπο θα δοθεί από την ΑΗΚ, τη δημόσια εταιρεία ηλεκτρισμού της Κύπρου και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ). Τι θα μπορούσε να είναι πιο φυσιολογικό, όπως φαίνεται από την πλευρά των Βρυξελλών, από το να επιτραπεί σε μία από τις 27 χώρες της Ένωσης να βελτιώσει την ενεργειακή και περιβαλλοντική της αποτελεσματικότητα, μειώνοντας ταυτόχρονα τα κόστη της;
Όσα ακολούθησαν τον τελευταίο χρόνο, με την κατάρρευση της συμφωνίας με την κινεζική κοινοπραξία, καταγράφηκαν τότε σε εκείνο το άρθρο. Ακολουθεί αυτούσιο απόσπασμα:
Δόλιες χρηματοοικονομικές ροές;
«Αλλά το έργο της Κύπρου προκαλεί ενόχληση στους κύκλους των ευρωπαϊκών θεσμών όπως και στη βιομηχανία του φυσικού αερίου. Ο στόχος και η ιδέα δεν αμφισβητούνται όσο η ταυτότητα του εργολάβου που κέρδισε τον διαγωνισμό υποβολής προσφορών για την κατασκευή του τερματικού σταθμού LNG. Ο νικητής είναι μια βιομηχανική κοινοπραξία με επικεφαλής μια κινεζική κρατική εταιρεία, θυγατρική της China National Petroleum Corporation (CNPC). Ένας γίγαντας των υδρογονανθράκων, με ετήσιο τζίρο που ξεπερνά τα 350 δισ. ευρώ. Αυτόν τον κολοσσό του κινεζικού οικονομικού ιμπεριαλισμού ετοιμάζεται να χρηματοδοτήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της Κύπρου. Σε μια εποχή που η συζήτηση για τη βιομηχανική κυριαρχία της Ευρώπης αναδύεται στον απόηχο του Covid-19 και οι Βρυξέλλες σχεδιάζουν να διαθέσουν 750 δισεκατομμύρια ευρώ για την οικονομική ανάκαμψη, αυτό φαίνεται αρνητικό.
Το έργο προκαλεί αναταραχές ακόμη και εντός της ΕΤΕπ, η τράπεζα της οποίας είναι μέτοχοι τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., υπεύθυνη για τη χρηματοδότηση κοινοτικών έργων. Σε ένα πρόσφατο έγγραφο, που προορίζεται για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και το οποίο συμβουλεύτηκε η Libération, οι υπηρεσίες του ιδρύματος με έδρα το Λουξεμβούργο θέτουν πολύ σαφείς προειδοποιήσεις στο διοικητικό συμβούλιο που πρέπει να αποφασίσει στις 11 Ιουνίου. Αυτό το έγγραφο εκφράζει ανησυχίες πρώτα για την «ικανότητα του εργολάβου» –στην προκειμένη περίπτωση της κυπριακής δημόσιας εταιρείας που επιβλέπει την κατασκευή του τερματικού σταθμού– να διασφαλίζει την τεχνική παρακολούθηση του έργου. «Μέχρι πολύ πρόσφατα, η ομάδα πλήρους απασχόλησης αποτελούνταν από δύο άτομα που δεν είχαν την κατάλληλη εμπειρία», προειδοποιεί το έγγραφο. Και, σε αντίθεση με όπως είθισται, κανένας βιομηχανικός εταίρος δεν έχει ακόμη οριστεί για να την υποστηρίξει στην αποστολή της.
Οι εσωτερικές υπηρεσίες της ΕΤΕπ επισημαίνουν κι άλλες ανησυχίες σχετικά με την διαγωνισμό υποβολής προσφορών. Λίγες εβδομάδες μετά την επιλογή της CNPC τον Αύγουστο του 2019, μια από τις εταιρείες μέλη της κοινοπραξίας, η ελληνική Άκτωρ, αποκλείστηκε από το έργο από τον Κύπριο εργολάβο. Εξαιτίας των κατηγοριών για διαφθορά προς αυτήν και της μητρικής εταιρείας, του ομίλου Ελλάκτωρ, που αφορούσαν άλλες δημόσιες συμβάσεις έργων. Μια κόκκινη σημαία για τους συγγραφείς. Χωρίς να διατυπώνουν ρητά αυτή την υπόθεση, αφήνουν να εννοηθεί ότι η ανάθεση της σύμβασης για τον τερματικό σταθμό LNG θα μπορούσε να αμαυρωθεί από δόλιες χρηματοοικονομικές ροές. Το έγγραφο εκπλήσσεται επίσης από το γεγονός ότι οι άλλες δύο προσφορές για το έργο απορρίφθηκαν «πριν από οποιαδήποτε λεπτομερή, τεχνική και οικονομική αξιολόγηση». Προερχόμενες από δύο άλλες κοινοπραξίες, η μία με επικεφαλής την ελληνική εταιρεία Damco Energy και η άλλη από τον κορεατικό όμιλο Samsung, αποκλείστηκαν για λόγους συμβατότητας.
Πάνω από όλα, οι τελευταίοι ενδιαφέρονται για το κόστος της κατασκευής του τερματικού σταθμού LNG Βασιλικού. «Η τιμή του έργου τοποθετείται στο στην υψηλότερη ποιότητα για τέτοιου είδους σχεδίου» γράφουν. Ωστόσο, τεχνικά δεν είναι. Γιατί πρόκειται για έργο μετατροπής. Η κινεζική κοινοπραξία σχεδιάζει να αγοράσει ένα πλοίο LNG, το οποίο συνήθως μεταφέρει υγροποιημένο φυσικό αέριο, για να το μετατρέψει σε «FSRU». Το κόστος αυτής της επιχείρησης ανέρχεται, σύμφωνα με πληροφορίες μας, γύρω στα 200 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή τα δύο τρίτα του συνολικού ποσού του σχεδίου. Το ποσό αυτό καλύπτει την αγορά του δεξαμενόπλοιου LNG, ενός πλοιαρίου του 2002 που ανήκει στην εταιρεία Shell, και τη μετατροπή του. «Τιμές πάνω από εκείνες της αγοράς» διαπιστώνουν οι υπηρεσίες της ΕΤΕπ. Πέρυσι, μια αντίστοιχη σύμβαση μετατροπής είχε υπογραφεί στην Κροατία για λιγότερο από 30 εκατομμύρια ευρώ. Και τα δεξαμενόπλοια LNG που κατασκευάστηκαν αρχές της δεκαετίας του 2000 πωλούνται συνήθως από 30 έως 40 εκατομμύρια ευρώ. Η διαφορά λοιπόν από την κανονική τιμή είναι μεγαλύτερη από 100 εκατ. ευρώ. Δηλαδή λίγο πολύ το ποσό της επιδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση…
Μια ευρωπαϊκή πηγή, γνώστης του θέματος, δήλωσε: Αυτό το συμβόλαιο είναι γκροτέσκο, γελοίο, αλλόκοτο. Είναι ένα οικονομικό και ηθικό σκάνδαλο”»



























