ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο κόσμος των Ιμπρεσιονιστών της Λεβέντειου Πινακοθήκης

Η δρ Άντρη Μιχαήλ-Sueur μας μύησε στα μυστικά της Γαλλικής Συλλογής του Αναστάσιου Λεβέντη

Η Λεβέντειος Πινακοθήκη μετρά σήμερα επτά μήνες λειτουργίας και πάνω από 15.000 επισκέπτες, αριθμός που αποδεικνύει την εδραίωσή της στο κοινωνικό μας περικείμενο με αποτέλεσμα αυτό το στολίδι της κυπριακής πρωτεύουσας να γίνεται σταδιακά μέρος της σύγχρονης όψης του πολιτισμού μας. Το όραμα του Αναστάσιου Γ. Λεβέντη να κάνει γνωστές τις συλλογές του στο κοινό της Κύπρου, φαίνεται σήμερα να παίρνει σάρκα και οστά. Ένας από τους κυριότερους λόγους για τους οποίους οι Κύπριοι αγκάλιασαν την Πινακοθήκη είναι η διαδραστική της διάσταση με τις μαθητικές επισκέψεις και τα εκπαιδευτικά προγράμματα, τις ξεναγήσεις και διάφορες εκδηλώσεις αλλά και τις ενδιαφέρουσες διαλέξεις που δίδονται από Κύπριους και ξένους ακαδημαϊκούς με θεματολογία σχετική με την τέχνη κάθε πρώτη Τετάρτη του μήνα. Πρόσφατα, στο πλαίσιο των διαλέξεων αυτών βρέθηκε στη Λεβέντειο Πινακοθήκη η κυπριακής καταγωγής δρ Άντρη Μιχαήλ-Sueur, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και υπεύθυνη Διεθνών Σχέσεων του Université de Picardie, στην Αμιένη της Γαλλίας.

Η κ. Μιχαήλ-Sueur έδωσε μία πολύ ενδιαφέρουσα διάλεξη με θέμα «Η Συλλογή του Παρισιού, Ιμπρεσιονιστές και άλλα έργα Μοντέρνας Τέχνης – Το Κοινωνικό, πολιτικό, αισθητικό πλαίσιο της εποχής τους» όπου ανέλυσε εκτενώς το «επαναστατικό» κίνημα του Ιμπρεσιονισμού, τονίζοντας τη σημαντικότητα της Συλλογής του Παρισιού της Λεβέντειου Πινακοθήκης, η οποία, όπως τόνισε, περιλαμβάνει έργα των σημαντικότερων εκπροσώπων του συγκεκριμένου καλλιτεχνικού ρεύματος που άλλαξε τα δεδομένα και εισήγαγε νέες αντιλήψεις στον χώρο και την Ιστορία της Τέχνης παγκοσμίως. Την επόμενη ημέρα της διάλεξης, η «Κ» έκλεισε ραντεβού με την κ. Μιχαήλ-Sueur στην αίθουσα της Συλλογής του Παρισιού της Πινακοθήκης. Εκεί, μαζί της είχα την τύχη να περιπλανηθώ στη δεύτερη αίθουσα της Παρισινής Συλλογής του Αναστάσιου Γ. Λεβέντη, με τα υπέροχα έργα των ιμπρεσιονιστών ζωγράφων και να μάθω από πρώτο χέρι από μία εξαιρετική ακαδημαϊκό αρκετές άγνωστες λεπτομέρειες για το ξεχωριστό αυτό ρεύμα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Αν και αρκετά νωρίς το πρωί η Πινακοθήκη έσφυζε από ζωή, με κόσμο να μπαινοβγαίνει είτε για επίσκεψη στις συλλογές είτε για καφέ στο εστιατόριο όπου μετά τη μίνι ξενάγησή μας στον κόσμο των Ιμπρεσιονιστών καθίσαμε για να συνεχίσουμε την κουβέντα μας. Με χαμόγελο και ενθουσιασμό η κ. Μιχαήλ-Sueur δεν δίστασε να μου λύσει όλες μου τις απορίες, απαντώντας σε όλες μου τις ερωτήσεις με λεπτομέρειες. «Πρέπει να πούμε αρχικά πως η Συλλογή του Παρισιού της Λεβέντειου Πινακοθήκης χαρακτηρίζεται από μια πολύ καλή συνοχή και κυρίως γύρω από τον Ιμπρεσιονισμό», μου εξήγησε για να μου τονίσει το σπουδαίο γούστο του Αναστάσιου Γ. Λεβέντη. Μάλιστα, μου ανέφερε πως η Συλλογή είναι ανεκτίμητη όχι μόνο λόγω της πολύ υψηλής αξίας των έργων της αλλά και το γεγονός πως είναι σπάνια. «Τα έργα αυτά δεν κυκλοφορούν πολύ στην αγορά, γι’ αυτό η συλλογή της Λεβέντειου Πινακοθήκης είναι και από αυτή την άποψη ανεκτίμητη.

Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός ότι υπάρχουν αρκετοί εκπρόσωποι με σειρά σημαντικών έργων και όχι απλώς κάποια σκόρπια μεμονωμένα έργα». Συνεχίζοντας την κουβέντα μας έμαθα πως τα περισσότερα έργα της συλλογής αγοράστηκαν μετά το 1950, εποχή που ήδη ο ιμπρεσιονισμός είχε γίνει αποδεκτός και τον αποζητούσαν όλα τα μουσεία, αλλά και οι συλλέκτες. «Οπότε θεωρώ ότι το να βρεθούν τόσα έργα συγκεντρωμένα σε μια συλλογή είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο» τόνισε η κ. Μιχαήλ-Sueur. «Ποιο άλλο, όμως, στοιχείο πέραν αυτού καθιστά σημαντική τη συγκεκριμένη συλλογή;», τη ρώτησα. Αφού χαμογέλασε μου απάντησε άμεσα. «Το γεγονός ότι υπάρχουν και έργα των προδρόμων του ιμπρεσιονισμού, με εκπρόσωπους τους Corot και Boudin», έργα τα οποία είδαμε προηγουμένως στην ξενάγησή μας. «Ο Corot για παράδειγμα», μου είπε «ανανεώνει εντελώς την έννοια του τοπίου, το ελευθερώνει από τον ακαδημαϊσμό και η πινελιά του είναι πιο ελεύθερη. Είναι, λοιπόν, σημαντικό να τον δούμε δίπλα από έναν Monet ή έναν Pissaro», πράγμα που συμβαίνει στη Λεβέντειο. Γιατί όμως αυτό; «Και από την άποψη της ιστορίας της τέχνης», μου εξήγησε «αλλά και για παιδαγωγικούς λόγους είναι πολύ ενδιαφέρον να έχουμε λοιπόν μια ιδέα της ιστορικής συνέχειας. Το στοιχείο αυτό είναι πολύ σημαντικό για τον επισκέπτη». Με αυτό τον τρόπο, όπως μου τόνισε, ο επισκέπτης μπορεί πράγματι να νιώσει αυτή τη συνέχεια του καλλιτεχνικού ρεύματος, να καταλάβει τη μεγάλη ρήξη που δημιουργήθηκε στην τέχνη εκείνη την εποχή και να αντικρίσει δείγματα από διάφορα κινήματα. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, είναι επίσης σημαντικός ο διάλογος ανάμεσα στα έργα, δηλαδή, οι ημερομηνίες δημιουργίας τους είναι πολύ καθοριστικές για να δει κάποιος ότι ορισμένες τάσεις και κινήματα συνυπήρχαν. «Αυτό μας βοηθά να καταλάβουμε ότι η ιστορία της τέχνης δεν είναι μια εναλλαγή κινημάτων που το ένα διαδέχεται το άλλο, αλλά τα διάφορα ρεύματα συνυπάρχουν».

Φαίνεται πως στόχος του Α.Γ. Λεβέντη ήταν να δημιουργηθεί μια συλλογή με συνοχή

Παρατηρώντας, προηγουμένως τα έργα που βρίσκονται στην αίθουσα της Συλλογής του Παρισιού της Λεβέντειου Πινακοθήκης δεν θα μπορούσα να μην τη ρωτήσω πώς κρίνει η ίδια ως ιστορικός τέχνης τη Συλλογή, ιδιαίτερα το κομμάτι των ιμπρεσιονιστικών πινάκων αλλά και το γούστο του ίδιου του συλλέκτη. «Μια ιδιωτική συλλογή αντανακλά πάντοτε το γούστο του συλλέκτη» τονίζει, «αλλά καθορίζεται και από την πραγματικότητα της αγοράς σε μια δεδομένη στιγμή» κατέληξε για να μου εξηγήσει με απλά λόγια. «Ποια έργα είναι για παράδειγμα διαθέσιμα, ποια βγαίνουν σε δημοπρασίες – συλλογικές αγορές έργων μετά από σημαντικές εκθέσεις κ.λπ. Η συλλογή δείχνει πόσο ο συλλέκτης είχε όπως λέμε «μάτι» αγόραζε πίνακες που είχαν μια αισθητική αξία. Φαίνεται, υποθέτω, ότι υπήρχε κι ένας πιο συγκεκριμένος στόχος, να δημιουργηθεί δηλαδή μια συλλογή με συνοχή. Απόδειξη ότι από τους ιμπρεσιονιστές οι πιο σημαντικοί είναι εδώ». Η ίδια θεωρεί πως σημαντικότερα έργα της έκθεσης είναι εκείνα των Corot, Boudin, Monet, Sisley, Pissaro, Renoir, Kees Van Dongen, ο οποίος δεν είναι και τόσο γνωστός, αλλά είναι ένας σημαντικός εκπρόσωπος του εξπρεσιονισμού, κίνημα παρόμοιο με τον φωβισμό στη Γαλλία. Παρακολουθώντας, όμως, τα έργα αυτά που συνέλεξε ο Α.Γ. Λεβέντης δημιουργείται η εύλογη απορία ποιο ρόλο θα μπορούσε να διαδραματίσει μία τέτοια συλλογή, με αυτή τη συνοχή, στο ευρύτερο φάσμα των σημαντικότερων εκπροσώπων του Ιμπρεσιονισμού και άλλων μοντερνιστικών κινημάτων. Όπως μου εξήγησε και η ίδια η κ. Άντρη Μιχαήλ-Sueur κατά τη διάρκεια της ξενάγησής μας στην αίθουσα, η συλλογή δίνει μια πολύ καλή ιδέα για τον ιμπρεσιονισμό που αρκεί για να κατανοήσει κανείς τη σημασία της πινελιάς των ιμπρεσιονιστών – που δεν ήταν όμως σε όλους η ίδια. «Άλλη ήταν η πινελιά του Renoir κι άλλη του Monet», μου ανέφερε, εξηγώντας μου όλα εκείνα τα στοιχεία μέσα από τα οποία θα μπορώ να αναγνωρίσω ως θεατής ένα ιμπρεσιονιστικό έργο αλλά και γενικότερα χαρακτηριστικά του κινήματος.

Οι ζωγράφοι της αθωότητας
Μιλώντας για τα έργα της Συλλογής του Παρισιού θέλησα να μάθω περισσότερα σχετικά με το ρεύμα, αφού είχα κοντά μου την ειδικό. «Αρχικά να πούμε πως ο ιμπρεσιονισμός γεννήθηκε ως αντίδραση προς τον ακαδημαϊσμό και την ηρωική αναπαράσταση, γύρω στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα», μου αναφέρει επιγραμματικά «με πρώτη ομαδική έκθεση το 1873». Το κίνημα αυτό απελευθέρωσε το χρώμα από το σχέδιο, πράγμα που ήταν αδιανόητο πριν από τους ιμπρεσιονιστές. «Για παράδειγμα, το χρώμα έπρεπε να είναι υποταγμένο στο σχέδιο που εθεωρείτο ως το πνευματικό στοιχείο του πίνακα» μου εξήγησε η κ. Μιχαήλ-Sueur υποδεικνύοντάς μου όλα αυτά τα στοιχεία στα έργα που είχαμε μπροστά μας. Ταυτόχρονα, μου εξήγησε ότι η θεματολογία τους ήταν διαφορετική.

«Δεν εντοπίζουμε πια ηρωικές σκηνές στα έργα ή αναπαράσταση σκηνών από τη μυθολογία αλλά απλά, καθημερινά θέματα. Τώρα πια οι ιμπρεσιονιστές συμπορεύονται με την εποχή τους και αντανακλούν τη μοντέρνα ζωή. Πρόκειται, θα μπορούσαμε να πούμε για τους ζωγράφους της αθωότητας, του ημιτελούς έργου που δίνουν όμως έμφαση στην πραγματικότητα». Παρατηρώντας, τα έργα, η κ. Μιχαήλ-Sueur μου εξήγησε πως «ένας ιμπρεσιονιστικός πίνακας χαρακτηρίζεται από ελευθερία στην πινελιά, στην αυτονόμηση του χρώματος, που γίνεται πλέον φωτεινό, είναι ένας πίνακας που συλλαμβάνεται στη στιγμή και αλλάζει με τις διαφοροποιήσεις του φωτός, είναι ένας πίνακας που εκφράζει την προσωπική αντίληψη του καλλιτέχνη μια συγκεκριμένη στιγμή και όχι ένα ιδεώδες. Οι ιμπρεσιονιστές ελευθέρωσαν την τέχνη από την έννοια της δεξιοτεχνίας, έδειξαν την αυτονομία του πίνακα ως ζωγραφική πραγματικότητα και όχι ως μίμηση της φύσης. Απαλείφοντας το περίγραμμα αγγίζουν, θα μπορούσαμε να πούμε, μια αφηρημένη τάση στη ζωγραφική. Δίνοντας σημασία στο χρώμα, έδωσαν σημασία στην ύλη, στο υλικό στοιχείο και όχι στο πνευματικό». Τελειώνοντας, την κουβέντα μας και φεύγοντας με χαμόγελο και καμάρι για τις νέες μου γνώσεις από την Πινακοθήκη δεν μπορούσα να καταλάβω τι με συνεπήρε περισσότερο. Η κατανόηση και η συνειδητοποίηση της τέχνης ενός ιμπρεσιονιστή ζωγράφου σε συνάρτηση με την επαναστατική του φύση ή η στωικότητα, οι γνώσεις, η μεταδοτικότητα και η αγάπη για την τέχνη της κ. Άντρης Μιχαήλ-Sueur, από την οποία είχα την τύχη να πάρω το καλύτερο ιδιαίτερο μάθημα τέχνης.

Γενικά: Τελευταία Ενημέρωση