
Kathimerini.gr
Από τον Αύγουστο του 2024 φέρεται να βρισκόταν στο ραντάρ της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών ο άνδρας που στρατολόγησε τον 59χρονο συλληφθέντα για κατασκοπεία στην Αλεξανδρούπολη. Τα ίχνη του, μέχρι και τον Φεβρουάριο, τον εμφάνιζαν στη Θεσσαλονίκη, ενώ έπειτα εγκατέλειψε τη χώρα. Περιγράφεται ως πρόσωπο με διασυνδέσεις στο οργανωμένο έγκλημα και με ποινικό παρελθόν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πέρυσι, όμως, προέκυψε ότι η δράση του άπτεται και ζητημάτων της κρατικής ασφάλειας.
Ο 59χρονος συλληφθείς γεννήθηκε στη Γεωργία το 1966 και μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Βιοποριζόταν ως ελαιοχρωματιστής και δεν φαίνεται να είχε απασχολήσει στο παρελθόν τις αστυνομικές αρχές για κάποιον λόγο. Σύμφωνα με πληροφορίες, από την έρευνα στο κινητό του ανακτήθηκε υλικό που δείχνει ότι παρακολουθούσε στρατιωτικές εγκαταστάσεις στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης τουλάχιστον τους τελευταίους έξι μήνες. Εβγαζε φωτογραφίες και βίντεο, τα οποία φέρεται να προωθούσε έπειτα στον στρατολόγο του, μαζί και με σχετικές περιγραφές.
Από το διαθέσιμο υλικό τού αποδίδεται ότι παρακολουθούσε φορτοεκφορτώσεις στρατιωτικού εξοπλισμού, αλλά και κινήσεις στρατευμάτων. Επισκεπτόταν τις επίμαχες περιοχές ανά δύο με τέσσερις ημέρες και παρίστανε τον περιηγητή, βάσει σχετικών οδηγιών που φέρεται να του είχαν δοθεί. Για τις παρακολουθήσεις χρησιμοποιούσε μόνο το κινητό του τηλέφωνο, καθώς μέχρι στιγμής δεν έχει αναφερθεί η κατάσχεση άλλου εξοπλισμού. Φέρεται να συγκέντρωνε σχετικό υλικό και από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και να εστίαζε το ενδιαφέρον του σε φορτία που είχαν προορισμό την Ουκρανία.
Η στρατολόγησή του, σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής διαθέσιμες πληροφορίες, έγινε στις αρχές του φθινοπώρου στην Αλεξανδρούπολη. Ο άνδρας που τον κινητοποίησε είναι κι αυτός ομογενής και φέρεται να κατάγεται από την ίδια περιοχή με τον 59χρονο. Σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές που μίλησαν στην «Κ», ο στρατολόγος έκανε προηγουμένως παρακολουθήσεις για λογαριασμό των ρωσικών υπηρεσιών πληροφοριών. Προτού αποχωρήσει από την Ελλάδα για τη Λιθουανία φέρεται να άφησε στο πόστο του τον 59χρονο ελαιοχρωματιστή. Από όσα έχουν γίνει γνωστά, όταν συζητήθηκε το θέμα της χρηματικής αμοιβής ο 59χρονος εμφανίστηκε διατεθειμένος να προσφέρει τις υπηρεσίες του για οποιοδήποτε ποσό, υποστηρίζοντας ότι ήταν πρόθυμος να βοηθήσει «τη μαμά πατρίδα».
Ο στρατολόγος φέρεται να συνελήφθη στη Λιθουανία τον περασμένο Μάρτιο. Οι αρμόδιες υπηρεσίες στη χώρα της Βαλτικής δεν απάντησαν σε σχετικά ερωτήματα της «Κ» για να επιβεβαιώσουν τους λόγους σύλληψης του συγκεκριμένου ατόμου, καθώς και το πώς μπορεί να σχετίζεται με την GRU, τη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών της Ρωσίας.
Δεν είναι ασυνήθιστο για τις ρωσικές υπηρεσίες να εμπλέκουν πρόσωπα υπεράνω υποψίας σε υποθέσεις κατασκοπείας. Ενδεικτική είναι η υπόθεση 17χρονου Ουκρανού πρόσφυγα, τον οποίο κατηγόρησαν οι Αρχές της Λιθουανίας για εμπρησμό σε κατάστημα της ΙΚΕΑ στο Βίλνιους. Ο νεαρός, με καταγωγή από τη Χερσώνα, φέρεται να δρούσε υπό ρωσικές οδηγίες. Του είχαν υποσχεθεί ως αντάλλαγμα μία BMW και αμοιβή 11.000 δολαρίων σε μετρητά.
Σχολιάζοντας τη συγκεκριμένη υπόθεση στους New York Times, ο Ντάριους Γιαουνίσκις, πρώην επικεφαλής της υπηρεσίας κρατικής ασφάλειας της Λιθουανίας, είπε ότι τα άτομα που στρατολογούνται από την GRU «προφανώς δεν είναι επαγγελματίες». Συλλαμβάνονται εύκολα και βασικό τους κίνητρο μοιάζει να είναι τα οικονομικά ανταλλάγματα. Στην περίπτωση του 59χρονου συλληφθέντος στην Αλεξανδρούπολη, πάντως, οι ελληνικές αρχές κάνουν λόγο για «φιλορωσικά αισθήματα» που φαίνεται να έπαιξαν ρόλο στις πράξεις που του αποδίδονται. Σήμερα ο ελαιοχρωματιστής αναμένεται να απολογηθεί στις ανακριτικές αρχές.
Ρωσικό «προηγούμενο»
Αυτή δεν είναι η μόνη υπόθεση κατασκοπείας που σχετίζεται με τη Ρωσία και απασχόλησε την ΕΥΠ. Το 2023 είχε έρθει στην επιφάνεια η μυστική δράση της Ρωσίδας Ιρίνα Σ. στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αρμόδιους κρατικούς αξιωματούχους, ζούσε στο Παγκράτι υπό τα πλαστά στοιχεία «Μαρία Τσάλλα» και δρούσε ως κατάσκοπος. Ο σύζυγός της –Ρώσος υπήκοος κι εκείνος– ζούσε στη Βραζιλία με ψεύτικα στοιχεία. Κανένας δεν συνελήφθη, καθώς φέρεται να είχαν επιστρέψει στη Ρωσία προτού αποκαλυφθεί πλήρως η δράση τους. Οπως διαπιστώθηκε, η Ιρίνα Σ. είχε εισέλθει αρχικά στην Ελλάδα με πλαστό διαβατήριο χώρας της Λατινικής Αμερικής. Κατόρθωσε να εκδώσει στο ληξιαρχείο Αμαρουσίου τον Νοέμβριο του 2018 ληξιαρχική πράξη γέννησης χρησιμοποιώντας τα στοιχεία θνησιγενούς βρέφους, το οποίο είτε γεννήθηκε νεκρό είτε πέθανε κατά τη διάρκεια της γέννας. Ακολούθησε η καταχώρισή της στο δημοτολόγιο του Δήμου Αλιβερίου, βασιζόμενη στις βεβαιώσεις δύο δικηγόρων ότι ήταν μόνιμη κάτοικος της περιοχής. Με αυτόν τον τρόπο κυκλοφορούσε πλέον με ελληνικά ταξιδιωτικά έγγραφα ως «Μαρία Τσάλλα» και είχε ανοίξει στο Παγκράτι ένα κατάστημα με είδη πλεξίματος.
Τον Μάιο του 2023 με απόφαση της Γενικής Διεύθυνσης Ιθαγένειας του υπουργείου Εσωτερικών ανακλήθηκε η ελληνική ιθαγένεια που είχε δοθεί σε έναν άνδρα το 2005. Η συγκεκριμένη απόφαση είχε έντονο παρασκήνιο. Ενα χρόνο νωρίτερα, πάνοπλα μέλη της αυστριακής αντιτρομοκρατικής μονάδας Cobra είχαν εισβάλει στο σπίτι του συγκεκριμένου άνδρα, βορειοανατολικά της Βιέννης. Εντόπισαν εξοπλισμό αντιπαρακολούθησης, συσκευές ανίχνευσης κοριών και ένα αλεξίσφαιρο γιλέκο. Ο Αυστριακός υπουργός Εσωτερικών δήλωσε δημόσια ότι ταυτοποιήθηκε «ένας Ρώσος κατάσκοπος».
Ο 39χρονος Αλέξανδρος αναφερόταν από τους Αυστριακούς ως ρωσικής καταγωγής Ελληνας, γιος Ρώσου πρώην πράκτορα που δρούσε υπό διπλωματική κάλυψη, με συχνά ταξίδια στην Ευρώπη και επενδύσεις σε ακίνητα στην Αττική. Πρώτη είχε λάβει την ελληνική ιθαγένεια η μητέρα του, το 1998, βάσει των διατάξεων νόμου για τους παλιννοστούντες ομογενείς.
Η αυστριακή υπηρεσία πληροφοριών DSN παρουσίασε τον 39χρονο ως ανεπάγγελτο που εισέπραττε προνοιακά επιδόματα. Από έρευνα της «Κ» πάντως είχε προκύψει πως ήταν ιδιοκτήτης επιχείρησης στη Ρωσία και είχε πραγματοποιήσει αγορές ακινήτων στον Νέο Κόσμο και στη Βούλα. Σύμφωνα με τους Αυστριακούς, υπήρχαν υποψίες ότι διοχέτευε πληροφορίες στη Μόσχα κατά την προετοιμασία του πολέμου στην Ουκρανία.