ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η απολογία Ρουπακιά και η συγγνώμη για το θεαθήναι

Εξοργισμένος ο πατέρας του Παύλου Φύσσα με την στάση και τις δηλώσεις του κατηγορουμένου

Kathimerini.gr

Ολοκληρώθηκε η απολογία του Γιώργου Ρουπακιά για τη στυγερή δολοφονία του Παύλου Φύσσα με τον καθ’ ομολογία δράστη μετά από μία απολογία με ψυχρότητα και κυνισμό να καταλήγει στο να ζητήσει συγγνώμη, ενώ ως το τέλος επέμεινε στην προκλητική θέση ότι επρόκειτο για «απλή ανθρωποκτονία».

Ο Γιώργος Ρουπακιάς αναφέρθηκε αρχικά με λεπτομέρειες στη σχέση του με τη Χρυσή Αυγή για να φθάσει στα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία Φύσσα το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου του 2013.

Αναφερόμενος στο τηλεφώνημα που δέχθηκε εκείνο το βράδυ να πάει στην Τοπική της Νίκαιας γιατί κάτι είχε συμβεί, ο Ρουπακιάς περιέγραψε ως εξής τα γεγονότα.

«Εμένα το μυαλό μου πήγε στο κακό με το μήνυμα. Σκέφτηκα μήπως μας έχουν πετάξει καμία μολότοφ ή έχουν σπάσει την είσοδο της πολυκατοικίας. Παλαιότερα μας είχε πει ο Πατέλης ότι όσοι μένουμε κοντά, όταν μας χρειάζεται να τρέχουμε. Εγώ προσπάθησα να βρω Πατέλη και Καζαντζόγλου αλλά δεν τα κατάφερα Είπα στον Δήμου να πάει και ότι έρχομαι κι εγώ. Κατευθύνομαι στην τοπική, δεν βλέπω κανέναν απ’ έξω και συνεχίζω προς το ραντεβού μου με τον Καζαντζόγλου».

Και συνέχισε λέγοντας ότι είδε πολλούς από τους συγκατηγορουμένους του.

«Ηταν όλοι με αναμμένες μηχανές. Ηταν 8-10 μηχανές και κάποιες είχαν 2 άτομα. Εγώ από το σωματότυπο κατάλαβα κάποιους», είπε ο Γιωργος Ρουπακιας με την Πρόεδρο να του απαντά ότι είχε τοποθετήσει και τον Γιώργο Πατελη στο σημείο σε κάποια από τις απολογίες του.

«Ημουν φορτισμένος και ταραγμένος κι έφτιαξα μια ιστορία από το μυαλό μου», είπε ο κατηγορούμενος και πρόσθεσε τί έγινε στη συνέχεια, λέγοντας πως όταν έφθασε στην Τοπική Οργάνωση της Χ.Α. ρώτησε «τι έγινε ρε παιδιά;», και του είπαν «την έπεσαν σε δικό μας στο Κερατσίνι και πάμε να την απεγκλωβίσουμε».

«Τους ακολούθησα με το αμάξι. Στη μέση της διαδρομής βρήκαμε και το Τζορβα. Φτάσαμε στο Κοράλλι την καφετέρια. Βλέπω τον Παύλο Φύσσα και καμία εικοσαριά άτομα. Είχε τελειώσει ο αγώνας και δεν ξέρω αν ήταν παρέα του όλοι αυτοί ή απλώς τελείωσε ο αγώνας. Ηταν όλοι σταματημένοι μπροστά από την καφετέρια. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα», περιέγραψε στο δικαστήριο, υποστηρίζοντας πως δεν τον ήξερε καθόλου μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Αυτή του η φραση εξόργισε τον πατέρα του Παύλου Φύσσα που φώναξε «είσαι ψεύτης!» από το σημείο που καθόταν.

«Ήταν ο Φύσσας με καμία εικοσαριά άτομα. Έκοψαν μετά οι μηχανές, έκοψα κι εγώ και με κατάλαβε ο Φύσσας και μου φώναξε «γ… το σπίτι σου». Ήταν μικρό το στενό, έκοψαν οι μηχανές, έκοψα κι εγώ. Δεν του απάντησα και άνοιξα την πόρτα για να κατέβω. Εκείνη τη στιγμή έρχεται ένας της ομάδας ΔΙΑΣ και μου χτυπάει το καπό και μου λέει «έλα, έλα», σαν να μου λέει φύγε.

Εφυγα πήγα λίγο πιο κάτω και άφησα το αυτοκίνητο αλλά ήταν το μισό απ’ έξω. Βλέπω στο αντίθετο ρεύμα της Παναγή Τσαλδάρη μια θέση. Περίμενα να περάσουν δύο αυτοκίνητα και πήγα στο αντίθετο ρεύμα για να μπω να παρκάρω».

Π: Οι αστυνομικοί έχουν καταθέσει ότι εκεί υπήρχαν άνθρωποι με κοντάρια και λοστούς.

Κ: Δεν υπήρχε τέτοιο πράγμα

Π: Γιατί να το πουν αυτό οι αστυνομικοί;

Κ: Δεν ξέρω, αλλά δεν ήταν λογικό.

Π: Αρα είναι αναληθής αναφορά των αστυνομικών;

Κ: Έχουν κάνει πολλές αναληθείς αναφορές. Το ξέρετε.

Η στυγερή δολοφονία

Ο Γιώργος Ρουπακιάς επιχείρησε στη συνέχεια να δώσει τη δική του εξήγηση για τη στυγερή δολοφονία.

«Μόλις άφησα το αυτοκίνητο βλέπω στο δρόμο το Φύσσα με 3-4 άτομα ακόμα. Είναι 2-3 μέτρα πιο πίσω του τα άτομα. Είναι μια παρέα. Φωνές άκουγα αλλά δεν ξέρω από που. Διασταυρώθηκαν τα βλέμματα μας. Είχαμε απόσταση 4 μέτρα. Έγιναν όλα σε δευτερόλεπτα. Μάλλον με θυμήθηκε και μου λέει «τι είναι ρε;» κι έρχεται κατά πάνω μου. Ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου, τράβηξα χειρόφρενο και τράβηξα ένα μαχαίρι που είχα..»

Π: Μισό λεπτο. Γιατί πήρατε μαχαίρι. Ησασταν στο αμάξι.

Κ: Τι να έκανα; Να έκλεινα τις ασφαλείες; Είχα ανοιχτά παράθυρα.

Π: Σήμερα αυτό θα κάνατε;

Κ: Ε τι θα έκανα;

Π: Είχατε την ευχέρεια να φύγετε.

Κ: Πως να φύγω είχε κίνηση;

Π: Να κλείσετε ασφάλειες και παράθυρα. Κρατούσε μαχαίρι ή κάτι;

Κ: Οχι δεν κρατούσε. Αλλά ήταν ένα δευτερόλεπτο μακριά και είχε και 3-4 άτομα μαζί.

Π: Εσείς πήγατε να βοηθήσετε κάποιον στο Κερατσίνι υποτίθεται. Γιατί σταματήσατε εκεί;

Κ: Οχι, δεν τον ήξερα. Ήξερα ότι θα τους κυνηγήσουν; Ότι θα πέσω πάνω του την ώρα που παρκάρω; Αυτός σκέφτηκε προφανώς ότι πάμε να τον κυκλώσουμε, όχι ότι εγώ πάω να παρκάρω. Υπέθεσα ότι τους κυνήγησαν οι Χρυσαυγίτες και όταν με είδε μπροστά του σκέφτηκε ότι πάμε να τους κυκλώσουμε.

Στην συνέχεια ο Γιώργος Ρουπακιάς περιέγραψε τα κρίσιμα δευτερόλεπτα.

«Στο αυτοκίνητο είχα ένα μαχαίρι. Και άνοιξα την πόρτα. Αν δεν είχα το μαχαίρι θα άνοιγα να φύγω πεζός. Θα ήταν η τελευταία λύση γιατί θα με έφταναν. Είχα το μαχαίρι. Βγαίνω έξω, κάνω ένα βήμα στο πεζοδρόμιο κι αρχίζει να με χτυπάει γροθιές. Κρατώντας το μαχαίρι έκανα τα χέρια μου προς τα πάνω για να προστατευθώ. Ήταν πιο ψηλός από εμένα. Τα σήκωσα για να προστατέψω το κεφάλι μου. Του έριξα στα ποδιά για να κάνει πίσω. Όπως πήγα για τη δεύτερη είχε πέσει και τον πέτυχα στην καρδιά».

Π: Ο Ιατροδικαστής βρήκε χτυπήματα; Έχετε δει την έκθεση;

Κ: Έχω μαλακό τριχωτό κεφαλής και μου βρήκε κάποιες εκδορές. Στην έκθεση δεν αναφέρεται τίποτα.

Π: Η διαφορά ύψους με τον Φύσσα ποια ήταν;

Κ: Ένα κεφάλι περίπου...

Π: Την πρώτη φορά που τον χτυπήσατε;

Κ: Στο πόδι

Π: Όταν σκοπός κάποιου δεν είναι να σκοτώσει, επιλέγει μέρη που δεν είναι ζωτικά και τον αποδυναμώνει. Η συνέχεια γιατί χρειαζόταν;

Κ: Δεν έχω απασχολήσει ποτέ εγώ. Ούτε γήπεδο ούτε πουθενά. Το μόνο που θέλεις εκείνη την ώρα είναι να φύγει από το χέρια του.

Π: Τα χέρια ενός ανθρώπου που σύμφωνα με τον ιατροδικαστή δεν σας έχει καταφέρει πλήγμα.

Κ: Ούτε να τον τραυματισω ήθελα.

Π: Βρέθηκαν χτυπήματα στο θώρακα κι την καρδιά

Κ: Όταν σε βαράει ο άλλος κι είσαι σκυμμένος, πάνω στην ταραχή και την τρέλα δεν καταλαβαίνεις. Την ώρα που τρως ξύλο...

Π: Ναι που ξύλο βέβαια δεν προκύπτει

Κ: Εχει γίνει μια απλή ανθρωποκτονία και το έκαναν...

Π: Δεν μπορείτε ΠΟΤΕ να λέτε απλή άνθρωποκτονια.

Η ένταξή του στη Χρυσή Αυγή

Ο καθ’ ομολογία δολοφόνος του Παύλου Φύσσα αναφέρθηκε εκτενώς και στη σχέση του με τη Χρυσή Αυγή πως εντάχθηκε σε αυτή και τί ακριβώς έκανε.

«Ημουν υποστηρικτής της Χρυσής Αυγής. Το καλοκαίρι του 2012 πήγα για πρώτη φορά στην τοπική της Νίκαιας. Δεν με πήγε κάποιος, διάβασα στο ίντερνετ και πήγα με τη σύζυγό μου. Στην αρχή πηγαίναμε αραιά και μετά πιο τακτικά» είπε ο Γιώργης Ρουπακιας στο δικαστήριο εξηγώντας ότι όταν λέει «υποστηρικτής» της οργάνωσης, εννοεί ότι δεν είχε γραφτεί ποτέ και δεν είχε δώσει τη σχετική συνδρομή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως άλλαζε κάτι στη σχέση του με την οργάνωση.

«Στην αρχή βοηθούσα όποτε μου ζητήσουν αν και στην συνέχεια έγινα κάτι σαν βοηθός του Τσακανίκα επειδή έμενε μακριά στη Γλυφάδα και δούλευε ο άνθρωπος. Όποτε καθόμουν εγώ στο πόδι του. Οι αρμοδιότητες ήταν να πουλάμε κουπόνια για οικονομική ενίσχυση που έδινε ο Πατέλης, η πώληση ρούχων της Χρυσής Αυγής και είχα πάει και κάποιες φορές στη Μεσογείων να φέρω πράγματα» περιέγραψε στο δικαστήριο.

Σχετικά με τη φράση του «χρυσαυγίτης δε γεννιέσαι, ούτε γίνεσαι, χρυσαυγίτης πεθαίνεις» ισχυρίστηκε ότι την είχε ακούσει από τον βουλευτή Αλεξόπουλο και τον είχε εντυπωσιάσει. «Είχα πάει στη κατασκήνωση στη Νέδα. Κάποια στιγμή ανακάλυψα τα όπλα και ρώτησα τον Πατελη «τι είναι αυτά εδώ πέρα», μου είπε ότι τα «έφερε ένας συναγωνιστής», αλλά ήταν με πλαστικές σφαίρες. Και δε χρησιμοποιήθηκαν ποτέ, παρά μόνο για να φωτογραφηθούμε. Ο Πατέλης έριξε μια στον αέρα για να φωτογραφηθεί» σχολίασε σχετικά με της φωτογραφίες από την επίμαχη κατασκήνωση.

Για τον όρκο που έδιναν τα μέλη της Χρυσής Αυγής, ο κατηγορούμενος είπε: «Στη Νέδα, ήμασταν ο Καζαντόζγλου, ο Πατέλης και ο Τσακανίκας, με τον τελευταίο να διαβάζει ένα κείμενο. Ήμουν κι εγώ και άλλοι δυο εκεί. Όταν τελείωσε αυτό που διάβαζα, είπαμε ένα «ορκίζομαι». Ηταν ανούσιο τελείως. Δεν θυμάμαι τι έλεγε. Ξέρω ότι ήταν κάποιος αρχαίος ελληνικός όρκος. Τελειώσαμε με ένα χαιρετισμό που είναι αρχαίος ελληνικός, που κάποιοι λένε για τον Χίτλερ. Σημασία έχει τι νιώθεις εκείνη την ώρα».

Μάλιστα, λίγο αργότερα ξέσπασε και είπε στην Πρόεδρο «Ποτέ πρόλαβε η πατρίδα μας και γέμισε με 600.000 ναζιστές; Εμείς χαιρετούσαμε έτσι επειδή ήταν αρχαίος χαιρετισμός, όχι για να υμνήσουμε τον Χίτλερ».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση