
Σοφία Σπίγγου
Τον επίλογο στην πολύμηνη ανάκριση για το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη φαίνεται πως «γράφει» το πόρισμα του Δημήτρη Καρώνη, καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ο οποίος στα συμπεράσματά του αναφέρει ότι «ο σχηματισμός πύρινης σφαίρας υπό συνθήκες ηλεκτρικού τόξου υψηλής έντασης ρεύματος είναι εφικτός».
Δικαστικές πηγές εξηγούν πως πλέον ξεμπλοκάρει ο δρόμος για το επόμενο βήμα, την περαίωση της ανάκρισης, αφού λυθεί –μέχρι το τέλος Μαΐου– και η τελευταία εκκρεμότητα που αφορά τους επτά γενικούς γραμματείς και την περαιτέρω ποινική τους μεταχείριση.
Το 132 σελίδων πόρισμα Καρώνη, σε συνδυασμό με την πολυσέλιδη πραγματογνωμοσύνη του Πέτρου Τσακιρίδη, καθηγητή στο Εργαστήριο Μεταλλογνωσίας του ΕΜΠ, που δεν εντόπισε σημάδια καύσης στο πιλοτήριο και στην ηλεκτρομηχανή, βάζει τέλος στα σενάρια περί διεύρυνσης του κατηγορητηρίου γι’ αυτό το σκέλος της υπόθεσης.
Για τον ανακριτή είναι σημαντική η διαπίστωση του Δ. Καρώνη ότι εφόσον δεν έχουν βρεθεί άλλα στοιχεία, το φαινόμενο του «fireball» αποδίδεται σε ανάφλεξη των ελαίων των μετασχηματιστών σε συνθήκες ηλεκτρικού τόξου. Επίσης κρίσιμο στοιχείο είναι η πραγματογνωμοσύνη από την αυτοψία που έγινε στα συντρίμμια στην περιοχή Κουλούρι, σύμφωνα με την οποία δεν εντοπίζονται στοιχεία καύσης στα δείγματα που ελήφθησαν. Αρα αποκλείεται η έκρηξη. «Για ακόμα μία φορά ντροπή, θυμός και αποστροφή από τη σήψη μετά τη δημοσίευση του περίφημου “πορίσματος Καρώνη”!», σχολίασε σε ανάρτησή της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η Μαρία Καρυστιανού, συμπληρώνοντας πως «θα επιδιώξουμε να σταλεί αυτό το πόρισμα του κ. Καρώνη σε όλη τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, καθώς τολμάει αδίστακτα με υποθετικές αναφορές να διαψεύδει πολλούς συναδέλφους του».
Ο ανακριτής Σωτήρης Μπακαΐμης είχε θέσει στον Δημήτρη Καρώνη πέντε βασικά ερωτήματα. Σε αυτά ο καθηγητής του ΕΜΠ απαντάει αναλυτικά, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι οι απαντήσεις που δίνει είναι με βάση τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή του.
1. Σε τι οφείλεται το καταγραφέν από τις κάμερες φαινόμενο «πύρινης σφαίρας» («fireball») και με ποιο μηχανισμό εκδηλώθηκε;
Στο υψηλό σημείο ανάφλεξης (μεγαλύτερη των 300 °C) των ελαίων σιλικόνης, επισημαίνει στην έκθεσή του ο καθηγητής, σημειώνοντας ότι σε φυσιολογικές συνθήκες αναφλέγονται δύσκολα. Ωστόσο καταδεικνύει μια παράμετρο σύμφωνα με την οποία είναι εφικτό να αναφλεγούν δημιουργώντας το φαινόμενο του fireball. Η απάντηση βρίσκεται στη δημιουργία ηλεκτρικού τόξου. Μάλιστα εξηγεί ότι «όπως αναφέρεται στο πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ που έχει διερευνήσει διεξοδικά το τραγικό συμβάν, καταγράφηκαν στα βίντεο 3 έντονες αναλαμπές που χαρακτηρίζονται ως ηλεκτρικό τόξο». Από αυτές τις παρατηρήσεις ο καθηγητής καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ο σχηματισμός πύρινης σφαίρας υπό συνθήκες ηλεκτρικού τόξου υψηλής έντασης ρεύματος είναι εφικτός. Αυτό σημαίνει πως και στην περίπτωση του υπό διερεύνηση τραγικού δυστυχήματος, είναι ένα πιθανό ενδεχόμενο, αφού έχουν καταγραφεί αναλαμπές που αποδίδονται σε ηλεκτρικό τόξο». Απαντώντας στην πιθανότητα της δημιουργίας πυρόσφαιρας από ενδεχόμενο φορτίο εύφλεκτου υλικού ο καθηγητής εξηγεί ότι από τα χαρακτηριστικά που φαίνονται στα βίντεο, το εύφλεκτο υλικό θα έπρεπε να ζυγίζει περίπου 2,5 έως 3 τόνους και το σημείο ανάφλεξης της ουσίας θα πρέπει να είναι κάτω από 10 °C, σύμφωνα με τις συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή.
«Από τα στοιχεία του φορτίου της εμπορικής αμαξοστοιχίας και την έκθεση αυτοψίας της Ελληνικής Αστυνομίας δεν αναφέρεται πουθενά καταγραφή υλικού που θα έχει χαρακτηριστικά αυτών που απαιτούνται για τον σχηματισμό εύφλεκτου νέφους ατμών που θα μπορούσε να οδηγήσει στον σχηματισμό πύρινης σφαίρας», αναφέρει και επικαλείται την έκθεση της ΔΕΕ για τη γνησιότητα των τριών βίντεο που απεικονίζουν τη διέλευση της εμπορικής αμαξοστοιχίας από τη Νότια Σήραγγα Πλαταμώνα και το ΚΕΚ Ραψάνης, σημεία στα οποία οι τρεις ανοιχτές φορτάμαξες δεν έφεραν επάνω τους κάτι άλλο πέρα από λαμαρίνες.
2. Είναι δυνατή η καύση του ελαίου σιλικόνης και, αν ναι, υπό ποιες συνθήκες;
Η απάντηση που κλήθηκε να δώσει σε αυτό το ερώτημα ο κ. Καρώνης αφορά τη δυνατότητα καύσης και όχι τον σχηματισμό της πύρινης σφαίρας. «Οσον αφορά την καύση, τα έλαια σιλικόνης με αυτά τα χαρακτηριστικά μπορούν να αναφλεγούν όταν η θερμοκρασία στον χώρο υπερβεί τους 300 °C και εν συνεχεία να καούν. (…) Επομένως η θερμοκρασία των ελαίων πρέπει να ήταν στην περιοχή των 90 °C και κατά συνέπεια πολύ χαμηλότερη του σημείου ανάφλεξης των ελαίων. Αρα, όσον αφορά την καύση, είναι λογικό να υποτεθεί ότι τα έλαια σιλικόνης συμμετείχαν στην πυρκαγιά λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που επικρατούσαν μετά την ανάπτυξη της πύρινης σφαίρας».
3. Δικαιολογούνται τα ευρήματα των αναλύσεων του Γενικού Χημείου του Κράτους από την ίδια τη σύσταση των υλικών των δειγμάτων που αναλύθηκαν;
Από τα συνολικά 183 δείγματα που ελήφθησαν σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο χρόνος δειγματοληψίας ήταν διαφορετικός δόθηκε έμφαση στα διμεθυλοσιλοξάνια και στους αρωματικούς υδρογονάνθρακες, επειδή τα πρώτα σχετίζονται με τα έλαια σιλικόνης και οι αρωματικοί υδρογονάνθρακες αποτελούν συνήθη ευρήματα σε συνθήκες πυρκαγιάς. «Αυτές οι παρατηρήσεις υποδεικνύουν τη δυσκολία να υπάρξει μια σαφής απάντηση στο ερώτημα. Για παράδειγμα, τα διμεθυλοσιλοξάνια μπορούν εύκολα να συσχετιστούν με το έλαιο σιλικόνης που διέρρευσε στο έδαφος μετά τη ρήξη του περιβλήματος των μετασχηματιστών λόγω της πρόσκρουσης. Αυτό το εύρημα, όμως, δεν σχετίζεται με τη φυσιολογική σύσταση ενός δείγματος πάνω στο οποίο βρέθηκε έλαιο σιλικόνης, είτε αυτό είναι χώμα, είτε ξύλο, είτε μέταλλο. Μονοαρωματικοί υδρογονάνθρακες βρέθηκαν σε δείγματα εδάφους και σε διάφορα αντικείμενα που αναλύθηκαν κατά τη διάρκεια της διερεύνησης. Μονοαρωματικοί υδρογονάνθρακες μπορεί να σχηματιστούν κατά τη διάρκεια της καύσης και να βρεθούν στο έδαφος, αλλά μπορεί επίσης να προέρχονται και από βιολογική δραστηριότητα. Σε δείγματα ξύλου ανιχνεύθηκαν ενώσεις που αποτελούν φυσικά συστατικά του ξύλου, αλλά και ενώσεις που χαρακτηρίζονται ως ρυπαντές (π.χ. μονοαρωματικοί υδρογονάνθρακες σε κάποιες περιπτώσεις)», εξηγεί ο κ. Καρώνης.
4. Δικαιολογούνται τα ευρήματα των αναλύσεων του ΓΧΚ από τα φορολογικά και λοιπά στοιχεία-έγγραφα φόρτωσης της εμπορικής αμαξοστοιχίας;
Λαμβάνοντας υπόψη τις φορτωτικές της εμπορικής αμαξοστοιχίας και την έκθεση αυτοψίας της Αστυνομίας, ο καθηγητής απαντάει πως η εμπορική αμαξοστοιχία αποτελείτο από δύο ηλεκτροκίνητες μηχανές και 13 βαγόνια, εκ των οποίων τα τρία πρώτα με φύλλα λαμαρίνας και τα επόμενα 10 με εμπορευματοκιβώτια. «Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω (πώς βρέθηκαν τα βαγόνια μετά τη σύγκρουση) και κυρίως το γεγονός ότι πλην ενός όλα τα εμπορευματοκιβώτια βρέθηκαν σφραγισμένα και επίσης κανένα από τα εμπορευματοκιβώτια δεν έχει ίχνη φωτιάς, τα αποτελέσματα των αναλύσεων του ΓΧΚ δεν μπορούν να συσχετιστούν με το περιεχόμενο της εμπορικής αμαξοστοιχίας», σημειώνει ο καθηγητής.
5. Δικαιολογούνται τα ευρήματα των αναλύσεων του ΓΧΚ από τα υλικά κατασκευής των τρένων;
Αν και δεν υπάρχει καταγραφή των υλικών κατασκευής των ηλεκτραμαξών, των επιβαταμαξών και των φορταμαξών των συρμών, ο καθηγητής απαντάει εκτιμώντας τα βασικά υλικά που συνήθως υπάρχουν σε τέτοιου είδους κατασκευές και καταλήγει στο συμπέρασμα πως «είναι πιθανόν κάποιες από τις παρατηρηθείσες ενώσεις να οφείλονται στην καύση αυτών των υλικών».