
Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ τον περασμένο Νοέμβριο αποτελούσε για πολλούς αναλυτές ένα γεγονός-τομή που θα μετατόπιζε το διεθνές πολιτικό εκκρεμές δεξιότερα· στην εκτίναξη του λαϊκισμού και στην ενδυνάμωση «αντισυστημικών» συντηρητικών κομμάτων που ευαγγελίζονται τον πόλεμο κόντρα τις «φιλελεύθερες ελίτ» και κατά της «woke» ατζέντας.
Η εκτίμηση αυτή δεν προέκυψε εν κενώ. Οπως αναφέρει ανάλυση του CNN, πολλές Δυτικές δημοκρατίες αντιμετώπιζαν και εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν παραπλήσια προβλήματα στο πολιτικό, το κοινωνικό και το οικονομικό πεδίο με εκείνα που οδήγησαν στην επιστροφή του Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο. Υψηλές τιμές σε βασικά προϊόντα, στεγαστική κρίση, μετανάστευση αποτελούν προκλήσεις που απασχολούν εν συνόλω τη Δύση.
Μερικούς μήνες πριν, το παράδειγμα Τραμπ λειτουργούσε ως πρότυπο και οδηγός για πολλά «αδελφά» λαϊκιστικά συντηρητικά κόμματα που σημείωναν υψηλές δημοσκοπικές και εκλογικές καταγραφές. Σήμερα, κάνοντας απολογισμό των πρώτων 100 ημερών του Τραμπ 2.0 –ημέρες που έχουν χαρακτηριστεί από όξυνση των σχέσεων των ΗΠΑ με παραδοσιακά συμμαχικές χώρες, δασμούς και διαρκείς εσωτερικές εντάσεις–, η τάση διεθνοποίησης του MAGA ενδεχομένως, κατά το CNN, να υποχωρεί.
Πώς ο Τραμπ «ευνόησε» τον Κάρνεϊ
Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, αυτή η υποχώρηση είναι και ένας από τους βασικούς λόγους της εκλογικής επιτυχίας του Μαρκ Κάρνεϊ στον Καναδά.
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι οι Φιλελεύθεροι ανέτρεψαν τις –μέχρι λίγους μήνες νωρίτερα– δυσμενείς δημοσκοπήσεις. Είναι η ίδια η φιγούρα του Κάρνεϊ, ενός προσώπου που είναι πιθανό να μην εμπλεκόταν καν στην πολιτική αν δεν υπήρχε ο Τραμπ, οι αναφορές του Αμερικανού προέδρου στον Καναδά ως 51η πολιτεία των ΗΠΑ και ο υπαρξιακός οικονομικός κίνδυνος που ανέκυψε για τη χώρα μετά τις εξαγγελίες του Λευκού Οίκου που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα.
Οπως παρατηρεί ο Μάθιου Λίμπο, πολιτικός επιστήμονας στο πανεπιστήμιο του Οντάριο, ο συντηρητικός αντίπαλος του Κάρνεϊ στις εκλογές, Πιερ Πουαλιέβρ, προσπαθούσε επί χρόνια να ενσωματώσει στη ρητορική του στοιχεία του τραμπικού λόγου. Μόνο που κατάφερε να ακούγεται σαν τον Τραμπ, σε μια περίοδο όπου η κοινή γνώμη της χώρας εναντιωνόταν στον Τραμπ. Κάπως έτσι ο Κάρνεϊ –πρώην κεντρικός τραπεζίτης, απόφοιτος του Χάρβαρντ και της Οξφόρδης, ένας εξ ορισμού «συστημικός» πολιτικός δηλαδή– ευνοήθηκε λόγω της συγκυρίας από αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό του.
O Μάικ Κάρνεϊ πιθανώς να μην ασχολούνταν καν με την πολιτική αν δεν υπήρχε ο Τραμπ. [REUTERS/Jennifer Gauthier]
Επιστροφή των «κεντρώων»;
Οπως αναφέρει το CNN, η επόμενη μεγάλη εκλογική μάχη λαμβάνει χώρα το προσεχές Σαββατοκύριακο και αφορά την Αυστραλία.
Πριν από μερικές εβδομάδες, ο πρωθυπουργός Αντονι Αλμπανέζε –προερχόμενος από το κόμμα των Εργατικών–έδειχνε να οδεύει πρόσω ολοταχώς προς μια εκλογική ήττα. Οι αμερικανικοί δασμοί, όμως, λειτούργησαν εντέλει δημοσκοπικά προς όφελός του, την ώρα, μάλιστα, που ο συντηρητικός αντίπαλος του Πίτερ Ντάτον ακολουθεί το αντι-woke δόγμα του Ντόναλντ Τραμπ.
Συγκεκριμένα, ο Αλμπανέζε καταγράφει προβάδισμα, σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση του Guardian Essential, με τους Εργατικούς να προηγούνται με 52% σε δικομματική βάση προτιμήσης. Παράλληλα, η δημοτικότητα του Αλμπανέζε αυξήθηκε ελαφρώς από την τελευταία δημοσκόπηση πριν από δύο εβδομάδες, ενώ του Ντάτον υποχώρησε για τέταρτη συνεχόμενη δημοσκόπηση.
Δεν μπορεί κανείς να προβλέψει με ασφάλεια το εκλογικό αποτέλεσμα, όμως είναι δεδομένο πως, αν ο Ντάτον ηττηθεί, θα βρεθεί ενώπιον κρίσιμων ταυτοτικών διλημμάτων παρόμοιων με εκείνων του Καναδού Πουαλιέβρ.
Σύμφωνα με το CNN, ακόμα και ηγέτες που δεν έχουν μπροστά τους εκλογικές αναμετρήσεις στο άμεσο μέλλον προσαρμόζουν το πολιτικό τους στίγμα μπροστά στις ραγδαίες αλλαγές που επιφέρει στη γεωπολιτική και οικονομική σκακιέρα το Τραμπ 2.0.
Παράδειγμα, ο Βρετανός Κιρ Στάρμερ, ο οποίος φάνηκε να κερδίζει πόντους δημοτικότητας λόγω της στάσης του απέναντι στον Τραμπ, ειδικά όσον αφορά το Ουκρανικό.
Ακόμη και ο Εμανουέλ Μακρόν –για μήνες αντιμέτωπος με πτώση της δημοτικότητάς του αλλά και με ένα γενικευμένο κλίμα πολιτικής αστάθειας στη Γαλλία– εμφανίζεται κατά πολλούς δικαιωμένος, μια και ήταν θιασώτης της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας εδώ και χρόνια
Τι θα κάνει η ευρωπαϊκή Ακροδεξιά
Οσον αφορά δε τη Γερμανία, μπορεί το ακροδεξιό AfD –απολαμβάνοντας επίσημα τη στήριξη των Βανς και Μασκ– να διπλασίασε τα εκλογικά του ποσοστά, όμως, αρκετοί αναλυτές θεωρούν ότι η ταύτιση με τον Τραμπ και με το αμερικανικό παράδειγμα δημιουργεί παράλληλα ένα εκλογικό πλαφόν για τη γερμανική Ακροδεξιά.
Στην περίπτωση της Μαρίν Λεπέν, μένει να φανεί κατά πόσον οι πολιτικές των δασμών θα τροποποιήσουν το αφήγημα της ηγέτιδος της Ακροδεξιάς μετά την καταδίκη της για υπεξαίρεση. Σημειώνεται πως η Λεπέν κάνει λόγο για πολιτική δίωξη, ακολουθώντας τα χνάρια του Τραμπ ο οποίος είχε υιοθετήσει ανάλογη γραμμή άμυνας και στις δικές του νομικές περιπέτειες ανάμεσα στη λήξη της πρώτης και την έναρξη της δεύτερης προεδρικής του θητείας.
Ακόμη και ο «αρχιτέκτονας» του Brexit Νάιτζελ Φάρατζ, συχνός θαμώνας του Μαρ-α-λάγκο κατά τους επικριτές του, παίρνει αποστάσεις από τις πολιτικές Τραμπ στο Ουκρανικό. [REUTERS/Phil Noble]
Ακόμη και ο «αρχιτέκτονας» του Brexit Νάιτζελ Φάρατζ, συχνός θαμώνας του Μαρ-α-λάγκο κατά τους επικριτές του, παίρνει αποστάσεις από τις πολιτικές Τραμπ στο ουκρανικό, ενώ ο Βίκτορ Ορμπαν, από τους πιο «καλούς μαθητές» του MAGA εγχειριδίου στην Ευρώπη, βλέπει τη δημοτικότητά του να φθίνει. Ταυτόχρονα, ο νέος μεγάλος εγχώριος αντίπαλός του, ο Πέτερ Μάγκιαρ, έχει δεσμευτεί για αποκατάσταση των σχέσεων της Βουδαπέστης με τις παραδοσιακές δυτικές δυνάμεις και για «τέλος του απομονωτισμού» της χώρας.
Κρίσιμες εκλογές στην Ασία
Κατά την ανάλυση του CNN, ο «σεισμός» του εμπορικού πολέμου που έχει κηρύξει ο Τραμπ είναι πολύ πιθανό να επιδράσει και σε εκλογικές αναμετρήσεις στην Ασία. Τόσο η Νότια Κορέα όσο και η Ιαπωνία έχουν φέτος κρίσιμες εκλογές που θα στιγματιστούν από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, και συγκεκριμένα από τις οικονομικές πολιτικές των ΗΠΑ.
Οι ηγεσίες των δύο χωρών πιέζονται να προχωρήσουν σε γρήγορες συμφωνίες ώστε να μετριάσουν τις όποιες οικονομικές συνέπειες ενδεχομένως αντιμετωπίσουν οι ψηφοφόροι τους, ενώ από την κυβέρνηση Τραμπ διαμηνύουν ότι οι συμφωνίες θα ολοκληρωθούν χωρίς προβλήματα πριν οι πολίτες των δύο χωρών προσέλθουν στις κάλπες.
Αυτός είναι ο ένας τρόπος να διαβάσει κανείς την πραγματικότητα, αναφέρει το CNN. Ο άλλος εμπεριέχει τη διαπίστωση ότι κάθε εμπορική συμφωνία περιλαμβάνει επώδυνους συμβιβασμούς, ικανούς να αποξενώσουν κοινωνικές ομάδες ψηφοφόρων από τις ηγεσίες των χωρών τους.