
Kathimerini.gr
Ο απερχόμενος πρωθυπουργός της Γαλλίας, Σεμπαστιέν Λεκορνί, επέστρεψε το βράδυ της Τετάρτης στο προεδρικό μέγαρο για να ενημερώσει τον Εμανουέλ Μακρόν σχετικά με το αποτέλεσμα των διήμερων επαφών του με τα πολιτικά κόμματα, σε μια προσπάθεια να αποτραπεί η διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και η προκήρυξη πρόωρων εκλογών.
Νωρίτερα, ο Λεκορνί είχε απευθυνθεί τηλεοπτικά στους Γάλλους πολίτες, δηλώνοντας πως «διέκρινε μια διακομματική βούληση να υπάρξει προϋπολογισμός για τη Γαλλία πριν από τις 31 Δεκεμβρίου».
Οπως είπε, «αυτή η βούληση δημιουργεί κίνηση και σύγκλιση, γεγονός που καθιστά το ενδεχόμενο διάλυσης του κοινοβουλίου λιγότερο πιθανό».
Η δήλωσή του ερμηνεύτηκε από τη Le Monde ως ένδειξη ότι η απερχόμενη κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να χαλαρώσει τους περιορισμούς στη μείωση του ελλείμματος για το επόμενο έτος, επιδιώκοντας μια ευρύτερη πολιτική συνεννόηση.
Σύμφωνα με το Reuters, οι αγορές αντέδρασαν θετικά, καθώς τα γαλλικά ομόλογα σημείωσαν υπεραπόδοση έναντι των υπολοίπων της ευρωζώνης.
Παρά τη συγκρατημένη αισιοδοξία, η πολιτική κρίση παραμένει βαθιά.
Ο Λεκορνί υπέβαλε την παραίτησή του τη Δευτέρα, ύστερα από μόλις 26 ημέρες στην πρωθυπουργία, έχοντας αποτύχει να σχηματίσει κυβέρνηση με στήριξη από το κοινοβούλιο. Ο πρόεδρος Μακρόν τού ζήτησε να παραμείνει για δύο ακόμη ημέρες, σε μια ύστατη προσπάθεια εξεύρεσης πλειοψηφίας.
Αν και η νέα του τοποθέτηση έδωσε μια νότα αισιοδοξίας, σχολιαστές στο Παρίσι σημειώνουν ότι το γεγονός πως ο Λεκορνί προγραμμάτισε νέα τηλεοπτική δήλωση δείχνει πως ο ίδιος –και όχι ο Μακρόν– θα αναλάβει να παρουσιάσει τα επόμενα βήματα, γεγονός που ενδέχεται να σηματοδοτεί περιορισμένο περιθώριο πρωτοβουλιών από την πλευρά του προέδρου.
- Η χώρα βρίσκεται σε παρατεταμένο αδιέξοδο από τις εκλογές του 2024, που δεν ανέδειξαν καμία πλειοψηφία. Εάν αποτύχει και αυτή η τελευταία προσπάθεια, η Γαλλία θα οδηγηθεί σε νέες κάλπες μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο, σε μια περίοδο που η δημοσιονομική πίεση και η κοινωνική κόπωση εντείνονται.
Η παραίτηση του Λεκορνί ήρθε μετά την αποτυχία του να εξασφαλίσει πολιτική στήριξη για το σχέδιό του να περιορίσει το έλλειμμα και να ανακόψει τη ραγδαία αύξηση του δημόσιου χρέους, που έχει φτάσει τα 3,3 τρισ. ευρώ – σχεδόν το 114% του ΑΕΠ, το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στη ζώνη του ευρώ μετά την Ελλάδα και την Ιταλία.
Οι προσπάθειές του να παρουσιάσει νέα κυβέρνηση προκάλεσαν αντιδράσεις από όλα τα κοινοβουλευτικά στρατόπεδα. «Ολα τα κόμματα συμπεριφέρονται σαν να διαθέτουν πλειοψηφία», φέρεται να δήλωσε στους συνεργάτες του, αποδίδοντας εκεί την πολιτική παράλυση.
Η κρίση έχει βαθιές ρίζες. Μετά τη βαριά ήττα του κόμματος του Μακρόν στις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024, ο πρόεδρος προκήρυξε πρόωρες βουλευτικές εκλογές, επιδιώκοντας «σαφήνεια». Οι κάλπες, ωστόσο, παρήγαγαν ακυβερνησία: το αριστερό μέτωπο της Νέας Λαϊκής Συμμαχίας ήρθε πρώτο, οι κεντρώοι δεύτεροι και η Ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν τρίτη, χωρίς κανείς να διαθέτει πλειοψηφία.
Εκτοτε, τρεις πρωθυπουργοί διαδέχθηκαν ο ένας τον άλλον:
- Ο Μισέλ Μπαρνιέ, πρώην διαπραγματευτής του Brexit, που η κυβέρνησή του κατέρρευσε τον Δεκέμβριο 2024 μετά τη χρήση ειδικών εξουσιών για να περάσει τον προϋπολογισμό.
- Ο Φρανσουά Μπαϊρού, ο οποίος αποπέμφθηκε τον Σεπτέμβριο 2025, έπειτα από αποτυχημένη ψήφο εμπιστοσύνης.
Και ο Λεκορνί, στενός συνεργάτης του Μακρόν, που ανέλαβε στις 9 Σεπτεμβρίου και παραιτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου.