ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Κενά στη διαχείριση της σεισμικότητας της Κύπρου - O βαθμός ετοιμότητας και οι επικίνδυνες ζώνες

Ειδικοί μιλούν στην «Κ» για το σενάριο των υψηλών ρίχτερ - Το 70% του κτιριακού αποθέματος είναι αβέβαιης σεισμικής ικανότητας

Του Παύλου Νεοφύτου

Οι δύο ισχυροί σεισμοί (7,8 και 7,5 Ρίχτερ) της 6ης Φεβρουαρίου στην Τουρκία και τη Συρία ήταν η αφορμή για να «ταρακουνηθεί» τόσο η Πολιτεία όσο και η κοινή γνώμη για το ζήτημα της διαχείρισης της σεισμικότητας της Κύπρου και ειδικά για το σενάριο μιας μεγάλης κλίμακας σεισμού. Κατά τη δίωρη σύσκεψη της 16ης Μαρτίου στην Επιτροπή Εσωτερικών της Βουλής, για το κατά πόσο είναι καταλλήλως προετοιμασμένη η Κύπρος στο ενδεχόμενο ενός ισχυρού σεισμού καταβλήθηκε προσπάθεια να σχηματιστεί η μεγάλη εικόνα, με τους βουλευτές να υποβάλλουν απανωτές ερωτήσεις στους εκπροσώπους των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών και άλλων φορέων, σε σχέση με τα μέτρα πρόληψης, το σχέδιο δράσης την ώρα μιας τέτοιας κρίσης, αλλά και για την επόμενη μέρα.

Η επίγευση από τη συλλογή εκτιμήσεων και αναλύσεων, όπως φάνηκε και από τις διαπιστώσεις της Επιτροπής, είναι η ύπαρξη κενών δεκαετιών, τα οποία στην παρούσα χρονική στιγμή τρέχει να καλύψει σε περιορισμένο βαθμό το υπουργείο Εσωτερικών, μέσα από τη διαδικασία εκπόνησης ενός νομοσχεδίου για τη στατική επάρκεια των κτιρίων και την υποχρέωση περιοδικών ελέγχων.

«Σε μεγάλο σεισμό, όπως στην Τουρκία, δεν μπορείς να προστατεύσεις τα κτίρια από εκτεταμένες βλάβες, αλλά στόχος είναι η αποφυγή καταρρεύσεων»

Συγκεκριμένα η Επιτροπή έχει διαπιστώσει τα εξής:

- Παρά τον σχεδιασμό δράσης για τους σεισμούς, όπου όπως ενημέρωσε ο εκπρόσωπος της Πολιτικής Άμυνας υπάρχει το σχέδιο «Εγκέλαδος», το οποίο επικαιροποιείται κάθε τρία χρόνια, μέχρι αυτήν τη στιγμή δεν έχουν γίνει πρωτοβάθμιοι σεισμικοί έλεγχοι, είτε σε δημόσια είτε σε ιδιωτικά κτίρια.

- Δεν έχει γίνει συνολική καταγραφή και προτεραιοποίηση του κινδύνου σε κτίρια, αναφορικά με τη στατική τους επάρκεια, είτε ευρύτερα είτε στην περίπτωση σεισμού.

- Υπάρχει αναγκαιότητα για έναν ενιαίο Φορέα που θα διαχειρίζεται τα πιο πάνω ζητήματα, γιατί όλες οι αρμοδιότητες είναι διεσπαρμένες σε πολλά τμήματα και υπηρεσίες.

Γνώση και πρόληψη

Σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό στο Τμήμα Πολιτικής Μηχανικής του ΤΕΠΑΚ Νικόλα Κυριακίδη, ο οποίος μελετά εδώ και περίπου είκοσι χρόνια το θέμα των σεισμών και μεταξύ άλλων έχει συντονίσει εκπόνηση εθνικής μελέτης επικινδυνότητας για αξιοποίηση από την Πολιτική Άμυνα, αυτήν τη στιγμή σε διάφορες υπηρεσίες υπάρχει εμπειρογνωμοσύνη για αντιμετώπιση σεισμών, όμως αυτό συνδέεται με τη μέχρι τώρα εμπειρία. «Ο τρόπος που λειτουργούμε είναι να δημιουργούμε γνώση λίγο-πολύ με βάση το τι έχουμε αντιμετωπίσει μέχρι τώρα. Άρα πρέπει αυτή να δημιουργηθεί και σε ένα πιο ψηλό επίπεδο, το οποίο σαφώς –και ευτυχώς– δεν το ζήσαμε μέχρι σήμερα, όμως επιβάλλεται να προετοιμαστούμε», δήλωσε στην «Κ». Τόνισε ότι μπορεί να γίνονται ασκήσεις εκκένωσης περιοχών από την Πολιτική Άμυνα και εθελοντές ή μπορεί να έχουμε δει πώς λειτουργούν τα κτίριά μας σε σεισμούς, όμως είναι κυρίως για επίπεδα σεισμών που γνωρίζουμε και επίσης με πολύ λιγότερη προσοχή στην πρόληψη και προετοιμασία ή στο πώς ενεργούμε μετά από μία τέτοια κρίση για να επαναφέρουμε την ομαλή λειτουργία.

Την ίδια άποψη έχει και ο διευθυντής του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης Χριστόδουλος Χατζηγεωργίου. Μιλώντας στην «Κ» τόνισε ότι μπορεί το Τμήμα του να εκτιμά ότι τα επόμενα χρόνια οι μεγάλοι σεισμοί που θα χτυπήσουν την Κύπρο θα είναι της τάξης των έξι με εφτά ρίχτερ, όμως οφείλουμε ως Πολιτεία να προετοιμαζόμαστε και για μεγάλης κλίμακας σεισμούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να ανοίξουν όλα τα ενεργά ρήγματα.

Τα τρία επίπεδα

Για τον κ. Κυριακίδη υπάρχουν τρία επίπεδα που χρειάζεται να οργανωθεί η Πολιτεία σε σχέση με την ετοιμότητα αντιμετώπισης κρίσεων σεισμών και σε αυτά βλέπει την ανάγκη δημιουργίας και δράσης ενός Φορέα που θα ασκεί συντονιστικό ρόλο και θα αντιμετωπίζει μία κρίση ολιστικά. Σήμερα η Κυπριακή Δημοκρατία προσπαθεί να «πατήσει» μόλις στο πρώτο από τα τρία επίπεδα, και είναι εκείνο, στο οποίο απαιτείται να γίνουν άμεσα επιθεωρήσεις, επισκευές και άρση επικινδυνοτήτων που αφορούν βλάβες στα κτίρια μας. Η εφαρμογή του πιστοποιητικού καταλληλότητας κτιρίων, η οποία προνοείται στο νομοσχέδιο που ετοιμάζει το Υπουργείο Εσωτερικών μετά από διάλογο με τους κοινωνικούς φορείς, θα διασφαλίσει τα πιο πάνω. «Στην ουσία επαναφέρουμε τα κτίριά μας στην κατάσταση, την οποία θα έπρεπε να ήταν, όταν είχαν κατασκευαστεί, χωρίς να είναι προτεραιότητά μας ή να εξετάζουμε το πώς θα συμπεριφερθούν σε έναν σεισμό», εξηγεί.

Κατηγοριοποίηση 300 χιλ. κτιρίων

Το δεύτερο επίπεδο πρέπει να περιλαμβάνει την κατηγοριοποίηση επικινδυνότητας των 300.000 περίπου κτιρίων στην Κύπρο, τα οποία κατασκευάστηκαν σε διαφορετικές περιόδους, «κάτι που θα θέσει τις προτεραιότητές μας και θα μας βοηθήσει να δούμε πού εστιάζεται το πρόβλημα, πόσο μεγάλο είναι, σε ποιο είδος κατασκευών και σε ποιες περιοχές. Γιατί αυτήν τη στιγμή γνωρίζουμε γενικά, δεν είναι κωδικοποιημένο το πρόβλημά μας», σημείωσε. Στο σημείο αυτό ανάφερε ότι 70% του κτιριακού αποθέματος είναι αβέβαιης στατικής και σεισμικής επάρκειας, διότι είναι κτίρια τα οποία κατασκευάστηκαν πριν το 1994, δηλαδή πριν εφαρμοστεί ο κυπριακός αντισεισμικός κανονισμός. «Εδώ δεν εννούμε ότι δεν έχουν επάρκεια σε σεισμικά φορτία, απλά δεν την έχουμε καθορίσει, για να ενταχθούν σε μία συγκεκριμένη κατηγορία. Όταν γίνει η κατηγοριοποίηση και καταλάβουμε ποιες κατηγορίες κτιρίων και σε ποιες περιοχές έχουν τη μεγαλύτερη επικινδυνότητα, θα πρέπει στη συνέχεια να δούμε πώς μπορούμε να βελτιώσουμε τη σεισμική ικανότητα τους, όποια κι αν είναι αυτή. Στο επίπεδο αυτό η αξιολόγηση θα γίνει για μεσαίας κλίμακας σεισμούς, οι οποίο αναμένεται να επηρεάσουν συγκεκριμένες περιοχές του νησιού στους οποίος αναμένεται ότι τα καινούρια κτίρια, που κατασκευάστηκαν από το 1994 και μετά, δεν θα έχουν μεγάλες βλάβες. Δηλαδή θα τα φέρει σε ένα επίπεδο που να μπορούν να συμπεριφερθούν παρόμοια με εκείνα που έχουν κατασκευαστεί σε μια καλύτερη εποχή, στην οποια ο σχεδιασμός και η κατασκευή ήταν αναβαθμισμένες».

Το επίπεδο των μεγάλων σεισμών

Ακολουθεί ένα τρίτο επίπεδο, στο οποίο πρέπει αρχικά να εξεταστεί θεωρητικά το τι συμβαίνει σε έναν μεγαλύτερο σεισμό με πολύ μικρή πιθανότητα, όπως στην Τουρκία και τη Συρία. Σύμφωνα με τον καθηγητή του ΤΕΠΑΚ, είναι ένας σεισμός, ο οποίος θα προκαλέσει εκτεταμένες ζημιές σε κτίρια σε παγκύπρια κλίμακα και όχι μόνο σε κάποιες περιοχές του νησιού, οι οποίες θα εμφανιστούν σε όλες τις κατηγορίες των κτιρίων. «Σε τέτοιο σεισμό δεν μπορείς να προστατεύσεις τα κτίρια από το να παρουσιαστούν εκτεταμένες βλάβες, αλλά στόχος είναι η αποφυγή καταρρεύσεων. Στην Τουρκία δεν έγινε ένας σεισμός για τον οποίο θα μπορούσαν να προετοιμάσουν τα κτίριά τους, τα οποία έπρεπε να κτιστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να συμπεριφερθούν καλά σε έναν σεισμό, ο οποίος θα ήταν μικρότερης κλίμακας. Επομένως, αν δεν διαθέτεις αρκετούς διασώστες και υποδομές, πρέπει να συνάψεις κάποιες συμφωνίες με κράτη που βρίσκονται κοντά σου για να σε βοηθήσουν. Έχουν γίνει σε κάποιον βαθμό από την Πολιτική Άμυνα, όμως το θέμα είναι το επίπεδο και πόσο συντεταγμένα θα μπορούσε να γίνει αυτό από έναν κεντρικό φορέα, διότι η αποστολή κάθε μίας από τις αρμόδιες υπηρεσίες είναι συγκεκριμένη και καμία από αυτές δεν αντιμετωπίζει ολιστικά το πρόβλημα. Σε σχέση με την αντιμετώπιση των συνεπειών από τέτοιους σεισμούς, θα πρέπει να υπάρχουν συμφωνίες με κάποια κράτη που βρίσκονται κοντά σου αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση να παρέχουν άμεση βοήθεια. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η αξιοποίηση του νέου ευρωπαϊκού συστήματος για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών rescEU», δήλωσε ο κ. Κυριακίδης.


Καταλληλόλητα υλικών

Μία άλλη διάσταση των προβλημάτων στη διαχείριση της σεισμικότητας της Κύπρου έχει να κάνει όχι με την απουσία δεδομένων ή τεχνογνωσίας, αλλά με περιπτώσεις που αυτά παραβλέπονται «σκάβοντας μόνοι μας τον λάκκο μας». Ο διευθυντής του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης Χριστόδουλος Χατζηγεωργίου ανάφερε στην «Κ» ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις έχει εξασφαλιστεί πολεοδομική άδεια και έχει προχωρήσει η ανέγερση μιας κατοικίας χωρίς την εξασφάλιση άδειας οικοδομής, η οποία προνοεί πριν τον σχεδιασμό τη γεωλογική-γεωτεχνική μελέτη και ειδικά στις ζώνες που υπάρχουν προβλήματα. Επίσης, τόνισε ότι είναι σημαντικό να κατανοήσουν οι επιβλέποντες μηχανικοί –για να μην μένουν εκτεθειμένοι οι ιδιοκτήτες– ότι πρέπει να κάνουν ελέγχους για την καταλληλότητα δομικών υλικών, διότι οι δειγματοληψίες από το Τμήμα είναι ενδεικτικές. «Είναι», πρόσθεσε, «σημαντικό να ζητούν τα πιστοποιητικά επίδοσης». Σύμφωνα με τον κ. Χατζηγεωργίου τα πιο πάνω έχουν να κάνουν με την κυπριακή νοοτροπία, κάνοντας λόγο και για θέμα παιδείας, με την εισήγησή του όπως τέτοια ζητήματα ενταχθούν στη Μέση Εκπαίδευση, «για να βγάζουμε υπεύθυνους πολίτες», όπως είπε χαρακτηριστικά.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παύλου Νεοφύτου

Κύπρος: Τελευταία Ενημέρωση