ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Γιατί παίρνουν οι μαθητές μας απροβίβαστο;

Τρεις ακαδημαϊκοί αναλύουν στην «Κ» τους λόγους χαμηλής κατάταξης στην έρευνα της PISA

Της Ιωάννας Κυριάκου

Τις χειρότερες επιδόσεις από το 2018 καταγράφει η Κύπρος, οπότε συμμετείχε στον διαγωνισμό της PISA 2022 (Programme for International Student Assessment) του ΟΟΣΑ για πρώτη φορά. Ο διαγωνισμός αφορά μαθητές δεκαπέντε ετών και αξιολογούνται οι επιδόσεις τους στα μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις φυσικές επιστήμες. Μιλώντας στην «Κ» οι ακαδημαϊκοί Ανδρέας Δημητρίου, Λεωνίδας Κυριακίδης και Ρίτα Παναούρα, ανέλυσαν τους λόγους της υποχώρησης των αποτελεσμάτων και πώς η Πολιτεία μπορεί να βελτιώσει το επίπεδο του εκπαιδευτικού συστήματος. Οι τρεις επισημαίνουν πως η αρνητική επίδοση της Κύπρου στον διαγωνισμό δεν είναι κάτι καινούργιο, αφού ήταν ανέκαθεν χαμηλή. Σημειώνεται ότι τα αποτελέσματα του διαγωνισμού είναι πτωτικά για σχεδόν όλες τις χώρες.

Ανεπαρκής η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών

Ο Ανδρέας Δημητρίου, πρόεδρος της Ακαδημίας Επιστημών και πρώην υπουργός Παιδείας, δήλωσε στην «Κ» ότι τα αποτελέσματα του διαγωνισμού σε διεθνές επίπεδο οφείλονται αναμφίβολα στο γεγονός ότι ο διαγωνισμός πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η οποία επηρέασε αρνητικά το εκπαιδευτικό γίγνεσθαι των χωρών που συμμετείχαν αλλά και στη χρήση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, τα οποία υπονομεύουν δραματικά την προσωπική εμπλοκή στη μάθηση και θα πρέπει να ελεγχθεί. Σε τοπικό επίπεδο, σημείωσε, υπάρχει αδυναμία των εκπαιδευτικών να αντιμετωπίσουν τις αλλαγές και απουσία αξιολόγησής τους, ενώ τα προγράμματα σπουδών υπολείπονται των μαθησιακών αναγκών των μαθητών. Τόνισε ότι αυτό που πρέπει να γίνει είναι συστηματικές αλλαγές στο αναλυτικό πρόγραμμα για την καλλιέργεια προσέγγισης στη λύση προβλημάτων όπως τη ζητούν οι εξετάσεις αυτού του τύπου, δηλαδή τα παιδιά να μάθουν να διαχειρίζονται την γνώση τους, σε όχι οικείο περιβάλλον, αλλά η πιο δραστική αλλαγή που χρειάζεται είναι η πολιτεία να αλλάξει δραστικά την εκπαίδευση των εκπαιδευτικών της Μέσης, η οποία είναι ανεπαρκής.

Πολλά πράγματα πρέπει να αλλάξουν

Ο Λεωνίδας Κυριακίδης, καθηγητής στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, δήλωσε στην «Κ» πως παρά το ότι παρατηρείται μια πτώση στα αποτελέσματα σε όλες τις χώρες, αυτό που προκαλεί προβληματισμό είναι το γεγονός ότι η Κύπρος καταγράφει ακόμα μεγαλύτερη πτώση από τα προηγούμενα αποτελέσματά της, τα οποία ήταν ήδη απογοητευτικά. Ένα μεγάλο ποσοστό των παιδιών, είπε, όπως φαίνεται και από τα αποτελέσματα της PISA και από εθνικές έρευνες, δεν κατέχει τις βασικές δεξιότητες στα μαθηματικά, τη γλώσσα και τις φυσικές επιστήμες. Αυτό που πρέπει να κάνει κάθε χώρα, πρόσθεσε, είναι να αναλύσει σε βάθος τα αποτελέσματα, να εξηγήσει και να κατανοήσει το πρόβλημα και να συμβάλει στη βελτίωση των σχολείων και των εκπαιδευτικών συστημάτων, αναπτύσσοντας το δικό της σχέδιο δράσης. «Δεν έχει να κάνει με το πια χώρα βρίσκεται στην πρώτη ή τη δεύτερη θέση. Πρέπει να δούμε πώς θα έχουμε μεγαλύτερη επικέντρωση σε αυτές τις δεξιότητες και πώς αναπτύσσουμε πολιτικές που να προωθούν αυτά τα μαθησιακά αποτελέσματα», σημείωσε. Την ίδια ώρα υποστήριξε ότι εάν κάποιος επεξεργαστεί τα δεδομένα, υπάρχουν μεγάλες διαφορές από σχολείο σε σχολείο, εντός της κάθε χώρας. «Αυτό σημαίνει ότι σε επίπεδο σχολείου έχουμε πολιτικές που είναι αποτελεσματικές και κάποιες που δεν είναι. Ένα σύστημα θα έπρεπε να υποστηρίζει τα σχολεία εκείνα που έχουν λιγότερο καλά αποτελέσματα», τόνισε.

Ο κ. Κυριακίδης ανέφερε, επίσης, πώς πολλά πράγματα πρέπει να αλλάξουν, όπως η ποιότητα διδασκαλίας, η ποσότητα διδασκαλίας, η διαχείριση του χρόνου και η αξιολόγηση των καινοτομιών. «Δεν γίνεται να αναπτύσσουμε καινοτομίες, να μην παρακολουθούμε την υλοποίησή τους και εκ των υστέρων να παίρνουμε αποφάσεις για το αν πρέπει να τις καταργήσουμε ή όχι», επισήμανε και πρόσθεσε ότι χρειάζεται μια πιο συστηματική κουλτούρα. Σε σχέση με τις αναφορές για αδυναμία στη μεθοδολογία της PISA, ο κ. Κυριακίδης υποστήριξε ότι το technical report της PISA είναι ένα από τα πιο εμπεριστατωμένα με όλες τις πληροφορίες για την εγκυρότητα και τη συγκρισιμότητα των ερευνών που γίνονται. Το μόνο μειονέκτημα, είπε ο κ. Κυριακίδης, είναι ότι οι τα κείμενα που χρησιμοποιεί είναι μεγάλα σε έκταση και οι απαντήσεις εξαρτούνται σημαντικά από την ικανότητα του μαθητή να κατανοήσει το κείμενο. 

Συνέργεια  και επικοινωνία

Η κα Ρίτα Παναούρα, κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών της Αγωγής και Κοινωνικών Επιστημών, στο Πανεπιστήμιο Frederick, δήλωσε στην «Κ» ότι το εύκολο αυτή τη στιγμή θα ήταν η ιδεολογική απαξίωση της έρευνας και η επίκληση της πανδημίας ως της αιτίας για τη πολύ σημαντική μείωση της επίδοσής μας. «Κατά την άποψή μου αυτό θα ήταν στρουθοκαμηλισμός, εφόσον από το 2012 λάβαμε ως εκπαιδευτικό σύστημα την πολιτική απόφαση συμμετοχής μας στην έρευνα και η πανδημία ίσχυε για όλα τα κράτη που συμμετείχαν. Όντως ο ίδιος ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι μόνο 4 κράτη είχαν βελτίωση στα αποτελέσματά τους και στα τρία αντικείμενα της έρευνας, ενώ υπήρξε συνολική  μείωση στο μέσο όρο της επίδοσης. η στατιστικά όμως σημαντική μείωση των αποτελεσμάτων μας, δεν πρέπει να μας αφήνει ικανοποιημένους και θα πρέπει συλλογικά να μελετήσουμε με συστηματικό και αναλυτικό τρόπο τα αποτελέσματα της έρευνας για το καλό της εκπαίδευσης μας και των παιδιών μας». Πρόσθεσε ότι η γενική κατάταξη των χωρών δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, λαμβάνοντας υπόψη κυρίως τις πρώτες χώρες που μπορεί να έχουν την ψηλότερη επίδοση, «αλλά οι κοινωνικές συνθήκες και αδιέξοδα των νέων τους, αποτελούν κατά την άποψή μου εκπαιδευτικά συστήματα προς αποφυγή. Την ίδια όμως στιγμή είναι σημαντικό να μελετήσουμε σε λίγο μεγαλύτερο βάθος ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ψηλά αποτελέσματα, όπως η Ελβετία, η Ολλανδία, η Ιρλανδία  και κυρίως η Εσθονία, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει επιτελέσει ένα εκπαιδευτικό άθλο σε πολλαπλά επίπεδα». Αντιλαμβανόμενοι ότι τα εκπαιδευτικά ζητήματα είναι πολυδιάστατα θα βοηθούσε η εις βάθος μελέτη παραμέτρων που εξετάζει η έρευνα όπως το φύλο, το κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο, η ένταξη παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία, κ.λπ., σημείωνει η κα Παναούρα.

«Τίθεται συνήθως ένα ερώτημα σε σχέση με την εγκυρότητα της έρευνας, με το τι δηλαδή εξετάζει. Η απάντηση είναι δεξιότητες επίλυσης προβλήματος, κατανόησης, εφαρμογής της γνώσης σε ρεαλιστικά και αυθεντικά πλαίσια. Αυτό με διαφορετικό ίσως τρόπο θα βρεθεί διατυπωμένα στους κύριους στόχους της εκπαίδευσής μας, συνοδευόμενο και από την κριτική σκέψη, τη δημιουργικότητα, την εννοιολογική κατανόηση, τη σύνθεση, την ανάλυση, τον αναστοχασμό. Το ζήτημα είναι η τεράστια απόσταση ανάμεσα στους στόχους μας, την εφαρμογή και την αξιολόγηση. Θα είμαστε πραγματικά ευτυχείς εάν ήταν σε θέση τα παιδιά μας να επιλύουν σύνθετα ρεαλιστικά και διεπιστημονικά προβλήματα με την αξιοποίηση των γνώσεών τους. Όταν όμως συστηματικά η αξιολόγησή μας περιλαμβάνει μόνο πανομοιότυπες ασκήσεις με τις δεκάδες που ήδη έχουν λύσει, δεν έχουμε αναπτύξει τις βασικές δεξιότητες που θέτουμε στους στόχους μας. Όταν λέμε ότι οι μαθητές μας δεν απαντούν στην έρευνα γιατί δεν έχουν κανένα κίνητρο, θα πρέπει να αναλογιστούμε τις στάσεις και αξίες που διαμορφώνουμε σε ένα καθόλα βαθμοθηρικό εκπαιδευτικό σύστημα. Το Υπουργείο Παιδείας, οι πολιτικοί φορείς του τόπου, οι εκπαιδευτικοί, οι ακαδημαϊκοί μπορούν να εγκύψουν στην εις βάθος μελέτη των αποτελεσμάτων για δική μας αυτοαξιολόγηση και λήψη αποφάσεων για τη συνέχεια. Η συνέργεια  και η επικοινωνία, έχοντας ως στόχο το καλώς νοούμενο συμφέρον της παιδείας μας, μόνο θετικά μπορεί να λειτουργήσει». 

Αναλυτικά τα αποτελέσματα της PISA

Περίπου 690.000 μαθητές από 81 χώρες συμμετείχαν στην έρευνα που έγινε για πρώτη φορά το 2000 και πραγματοποιείται κάθε τέσσερα χρόνια. Οι 15χρονοι μαθητές Σιγκαπούρης, Ιαπωνίας και Κορέας κατέλαβαν τις τρεις πρώτες θέσεις, ενώ η καλύτερη ευρωπαϊκή χώρα και 4η στο σύνολο των 81 κρατών ήταν η Εσθονία και ακολούθησε στην 5η θέση η Ελβετία. Το PISA 2022 αποτελεί την 4η συμμετοχή της Κύπρου και η κύρια φάση υλοποίησης της έρευνας πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο Μαρτίου-Μαΐου 2022, με τη συμμετοχή 6515 δεκαπεντάχρονων μαθητών/μαθητριών από 101 Δημόσια και Ιδιωτικά σχολεία. Η συλλογή των δεδομένων έγινε μέσα από ηλεκτρονικό δοκίμιο αξιολόγησης, καθώς και δύο ερωτηματολόγια που συνέλεξαν πληροφορίες για τους μαθητές, το οικογενειακό τους περιβάλλον και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των σχολείων τους.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, ο μέσος όρος των μαθητών/μαθητριών της Κύπρου είναι 418 στα Μαθηματικά, 411 στις Φυσικές Επιστήμες και 381 στην κατανόηση κειμένου, επιδόσεις στατιστικά χαμηλότερες από τους αντίστοιχους μέσους όρους των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (472 στα Μαθηματικά, 480 στις Φυσικές Επιστήμες και 468 στην κατανόηση κειμένου). Σε σχέση με τις προηγούμενες συμμετοχές της χώρας μας στο Πρόγραμμα (2012, 2015, 2018), εντοπίζονται σημαντικές διαφοροποιήσεις στους μέσους όρους επίδοσης. Διαχρονικά, έχοντας ως αφετηρία την πρώτη συμμετοχή της Κύπρου το 2012, διαφαίνεται μια πτωτική τάση στην επίδοση των μαθητών/μαθητριών και στα τρία γνωστικά αντικείμενα.

 Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του 2022, στην Κύπρο τα κορίτσια παρουσιάζουν στατιστικά καλύτερη επίδοση από τα αγόρια και στα τρία γνωστικά πεδία.

Συγκεκριμένα στα μαθηματικά η βαθμολογία της Κύπρου ήταν 418 έναντι 451 που ήταν το 2018, δηλαδή σημείωσε πτώση 32,4 βαθμούς από την προηγούμενη αξιολόγηση και 16,8 βαθμούς πτώση από το 2012. Στην κατανόηση κειμένου η βαθμολογία της Κύπρου ήταν 381 έναντι 424 που ήταν το 2018, δηλαδή σημείωσε πτώση 43,3 βαθμούς από την προηγούμενη αξιολόγηση και 68,9 βαθμούς πτώση από το 2012. Στις φυσικές επιστήμες η βαθμολογία ήταν 411 έναντι 439 που ήταν το 2018, δηλαδή σημείωσε πτώση 28,1 βαθμούς από την προηγούμενη αξιολόγηση και 23,5 βαθμούς πτώση από το 2012.

Ως προς το φύλο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του 2022, στην Κύπρο τα κορίτσια παρουσιάζουν στατιστικά καλύτερη επίδοση από τα αγόρια και στα τρία γνωστικά πεδία. Παρόμοια εικόνα παρουσιάζεται και στις χώρες της ΕΕ, με εξαίρεση τα Μαθηματικά, στα οποία τα αγόρια υπερτερούν των κοριτσιών. Ως προς το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι στην Κύπρο (αλλά και ευρωπαϊκά) υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην επίδοση των μαθητών/μαθητριών με υψηλό δείκτη κοινωνικοοικονομικού υποβάθρου και στην επίδοση των μαθητών/μαθητριών με χαμηλό δείκτη. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η διαφορά αυτή είναι ακόμη μεγαλύτερη. Ως προς τους μαθητές/μαθήτριες με μεταναστευτική βιογραφία, η έρευνα καταδεικνύει ότι τείνουν να έχουν παρόμοια επίδοση σε όλα τα γνωστικά πεδία με τους/τις ημεδαπούς/ημεδαπές μαθητές/μαθήτριες.

Παραδοχές και μέτρα από το Υπ. Παιδείας

Στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου που πραγματοποιήθηκε σήμερα Τετάρτη (06/12) στο Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας, παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα των Διεθνών Ερευνών PISA 2022 και υπήρξαν οι εξής παραδοχές:

  • Το εκπαιδευτικό μας σύστημα χρήζει αναδιοργάνωσης και βελτιώσεων, πολυεπίπεδα
  • Απαιτούνται δομικές αλλαγές για να βελτιωθούν τα μαθησιακά αποτελέσματα, σε βάθος χρόνου
  • Οι διεθνείς έρευνες ΔΕΝ είναι αυτοσκοπός αλλά εργαλεία αυτοξιολόγησης
  • Το εκπαιδευτικό μας σύστημα παρέμεινε προσκολλημένο στη γνώση, χωρίς να δίνει επαρκή έμφαση σε δεξιότητες/ικανότητες
  • Οι εκπαιδευτικοί διδάσκουν/καλλιεργούν αυτά που το ΑΠ και η αξιολόγηση τους επιβάλλουν
  • Χρειάζεται αλλαγή παιδαγωγικής κουλτούρας και εμφάσεων
  • Να αξιολογούνται οι ικανότητες (γνώσεις, δεξιότητες, στάσεις)
  • Ήδη, λαμβάνονται συγκεκριμένα μέτρα και προγραμματίζονται άλλα στο πλαίσιο του Προγράμματος Διακυβέρνησης προς τη σωστή κατεύθυνση και στη βάση έρευνας

Παράλληλα παρουσιάστηκαν μέτρα προς βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων όπως:

  • Αναλυτικά Προγράμματα
  • Διδακτικές προσεγγίσεις – συνεχής επιμόρφωση
  • Σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης μαθητών/τριών
  • Σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης εκπαιδευτικών και εκπαιδευτικού έργου (ήδη θεσμοθετήθηκε)
  • Εισαγωγή προγραμμάτων πρόληψης στην προσχολική εκπαίδευση (αλφαβητισμός κ.ά)
  • Ψηφιοποίηση της εκπαίδευσης
  • Εισαγωγή καινοτόμων προγραμμάτων (πχ πρόληψη, σχολικός εκφοβισμός)
  • Εισαγωγή δεξιοτήτων και γνώσεων ΠΟΛΙΤΟΤΗΤΑΣ στο ΑΠ
  • Έμφαση στην κριτική σκέψη, δημιουργικότητα, εσωτερικά κίνητρα των μαθητών
  • Στοχευμένη επιμόρφωση
  • Παρουσίαση καλών πρακτικών από χώρες της Ε.Ε.
  • Πρακτικές ουσιαστικής συμμετοχής των μαθητών στην έρευνα
  • Παρακολούθηση και συνεχής αξιολόγηση από το ΥΠΑΝ

Τι πρέπει να γίνει

Μόνο φτωχά και αποθαρρυντικά, λοιπόν, μπορούν να χαρακτηριστούν τα αποτελέσματα της PISA 2022 και όπως αναλύουν οι τρεις ακαδημαϊκοί, τα αίτια μπορούν να αποδοθούν σε σειρά παραγόντων, διεθνούς και τοπικού επιπέδου. Επίσης, όπως αναφέρει ο κ. Δημητρίου σημαντικό είναι η πολιτεία να αλλάξει δραστικά την εκπαίδευση των εκπαιδευτικών της Μέσης και οι μαθητές να μάθουν να διαχειρίζονται την γνώση τους, σε όχι οικείο περιβάλλον. Ο δε Λεωνίδας Κυριακίδης στέκεται στο γεγονός πως χρειάζεται να βελτωθεί η ποιότητα διδασκαλίας, η ποσότητα διδασκαλίας, η διαχείριση του χρόνου και η αξιολόγηση των καινοτομιών. Από την πλευρά της η κα Παναούρα τονίζει ότι είναι αναγκαίο να μελετήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ψηλά αποτελέσματα, όπως η Ελβετία, η Ολλανδία, η Ιρλανδία  και κυρίως η Εσθονία, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει επιτελέσει ένα εκπαιδευτικό άθλο σε πολλαπλά επίπεδα. Θεσμικά, το υπουργείο Παιδείας όπως δήλωσε η κα Αθηνά Μιχαηλίδου δεσμεύεται να προχωρήσει σε σειρά μέτρων προς βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Της Ιωάννας Κυριάκου

Παιδεία: Τελευταία Ενημέρωση