

Του Απόστολου Κουρουπάκη
Τιμητική εκδήλωση για τον εικαστικό και συγγραφέα Ανδρέα Καραγιάν διοργανώνει η Βουλή των Αντιπροσώπων, τη Δευτέρα, 26 Μαΐου στο κτήριο του παλαιού δημαρχείου Λευκωσίας. Η Βουλή θέλει με την εκδήλωση αυτή να τιμήσει τη μεγάλη προσφορά του Ανδρέα Καραγιάν στις τέχνες και τα γράμματα και τη διαχρονική συμβολή του στην ανάδειξη και διαμόρφωση του σύγχρονου κυπριακού πολιτισμού. Με αυτή την ευκαιρία ο κ. Καραγιάν μίλησε στην «Κ» για τη τέχνη της ζωγραφικής, τη συγγραφή, και τη δημοσιογραφική του πορεία. Ο κ. Καραγιάν λέει πως η τιμή που γίνεται από τη Βουλή της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον δικαιώνει για όλους τους αγώνες του.
–Τι είναι ένας ζωγράφος, κύριε Καραγιάν;
–Καλή ερώτηση ιδιαίτερα σήμερα ποιος ο λόγος να ζωγραφίζω όμορφα λουλουδάκια τοπία και γυμνά, όταν διπλά μου στη Γάζα ακριβώς συντελείται μια γενοκτονία, χιλιάδες παιδάκια και άμαχος πληθυσμός να σκοτώνεται καθημερινώς ή να αφήνονται να πεθαίνουν της πείνας και κάνεις μα κανείς δεν σταματά αυτό το τεράστιο έγκλημα. Τότε μίλησα με τον άγγελό μου, ξέρετε ο καθένας μας έχει τον άγγελό του, και μου είπε πολύ φιλοσοφικά: «αγόρι μου, αν σταματήσεις και εσύ να ζωγραφίζεις ωραία λουλούδια και τοπία και ωραία γυμνά, τότε πέτυχε τον σκοπό του ο σφετεριστής της ζωής, θα σκοτεινιάσουν όλα», γι’ αυτό και η τιμή που μου κάνει η Βουλή είναι σημαντική για να συνεχίσω τον ρόλο μου που έταξε η Δημιουργία. Πώς άρχισα να ζωγραφίζω, όμως; Μια μέρα είδα τον ξάδελφό μου ν’ αντιγράφει μια γελοιογραφία από το περιοδικό «Ο Θησαυρός», τη Χοντρή και τον Ζαχαρία. «Αν τα καταφέρνει αυτός, εγώ μπορώ να το κάνω καλύτερα», σκέφτηκα. Έτσι άρχισα να κοπιάρω με χρωματιστά κραγιόνια ρομαντικές εικόνες, τυπωμένες στα μεταλλικά κουτιά με μπισκότα ή σοκολάτες που μας έφερναν για δώρο. Τα αντέγραφα με προσοχή σε μεγάλο μέγεθος, τα κρέμαγα στον τοίχο και περνούσε όλη η γειτονιά και τα θαύμαζε. Τελικά αυτό είναι η ζωγραφική, να παρατηρώ να εκφράζομαι να δίνω σάρκα στον δικό μου μύθο. Αυτό μου είπε και ο Άγγελος του Κυρίου, όταν σ’ ένα όνειρό μου αναρωτιόμουν τον σκοπό της ζωής μου. Επειδή ονειρεύομαι έγχρωμα και συνήθως στη γλώσσα της χώρας που βρίσκομαι, και τότε ήμουν στο Λονδίνο, παρουσιάστηκε μπροστά μου ολοκάθαρα, με τις φτερούγες του, τα χρυσά μαλλιά του και τη λευκή χλαμύδα του και μου είπε σε άπταιστη αγγλική: «You are here to observe».
«Οι στιγμές όπου τo παρελθόν ενώνεται με το παρόν είναι σύντομες και χρησιμοποιούσα τη ζωγραφική και τη γραφή σαν εικονογράφηση, σαν ένα ημερολόγιο που δεσμεύει εικόνες, μνήμες, αισθήσεις».
–Και πώς μεταμορφώνεται σε συγγραφέα ο ζωγράφος; Ζωγραφίζει με τις λέξεις; Μου είχατε πει πως σας αρέσει να είστε story teller…
–Μα οι μεταμορφώσεις είναι ακριβώς το «άλας της γης», μια πολύ σημαντική πτυχή στη ζωή μου. Πάντα ήθελα να γράψω και «έβγαζα το άχτι μου» (που λέμε στα κυπριακά) με το να γίνω συνεργάτης δημοσιογράφος στον «Φιλελεύθερο» (παράλληλα με τη σχολή Ιατρικής στην Αθήνα πήγαινα και σε σχολή Δημοσιογραφίας) με τα κείμενά μου, τις συνεντεύξεις μου, τις κριτικές μου. Το 2004 αφοσιώθηκα στη συγγραφή της Πενταλογίας. Το χάρισμα να λέω ιστορίες, να είμαι ένας story teller, το πήρα από τη γιαγιά μου που είχε έναν υπέροχο τρόπο να αφηγείται καθημερινές ιστορίες. Έτσι και εγώ. Το πρώτο βιβλίο της Πενταλογίας άρχισε να γράφεται μετά από την αυτοκτονία γνωστού μου παιδιού, επειδή ήταν ομοφυλόφιλος, έτσι το θεώρησα υποχρέωσή μου να «παλέψω» όλες τις υποκρισίες και τις προκαταλήψεις. Η Πενταλογία μου απλώθηκε τελικά σε πέντε βιβλία κάπου χίλιες σελίδες (όπως ακριβώς και «Ο Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι, να σας πω είχα ταυτιστεί με τον Πιερ Μπεζούχωφ, τον ήρωα του Τολστόι). Τελικά έγινε ένα επικό χρονικό που καλύπτει μέσα από την αναζήτηση του αφηγητή, ολόκληρο το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα, με όλα τα κινήματα, καλλιτεχνικά και κοινωνικά και φτάνει μέχρι σήμερα, κάνοντας και ένα μεγάλο σταθμό στην Αλεξάνδρεια. Είναι η παρακαταθήκη που αφήνω πίσω μου.
–Αλήθεια και μνήμη, είναι λέξεις που νομίζω πως χαρακτηρίζουν μεγάλο μέρος της δουλειάς σας, ισχύει;
–Αν δεν γίνεσαι ευάλωτος, δεν λες αλήθειες. Αλήθεια είναι το να είσαι εσύ ο στόχος αυτού που γράφεις. Θα μπορούσα να γράψω ένα έξοχο μυθιστόρημα, την ιστορία της μητέρας μου, αλλά δεν είναι αυτή η αλήθεια μου. Η μνήμη είναι η διείσδυση του παρελθόντος χρόνου στον παρόντα χρόνο. Όταν το παρελθόν διεισδύει στο παρόν, τότε αμφιβάλλουμε σε ποια από τις δύο στιγμές βρισκόμαστε. Ο χρόνος τελικά είναι υποκειμενικός και τον φορτίζουμε με το «εγώ» μας, έτσι μόνο γίνεται κατανοητός σε μας. Οι στιγμές όπου τo παρελθόν ενώνεται με το παρόν είναι σύντομες και χρησιμοποιούσα τη ζωγραφική και τη γραφή σαν εικονογράφηση, σαν ένα ημερολόγιο που δεσμεύει εικόνες, μνήμες, αισθήσεις. Κάποτε θεωρούσα ότι ήταν διαστροφή η καθήλωση κάποιου γεγονότος. Σήμερα όμως, βλέποντας πίσω τους πίνακές μου ταυτίζω το παρελθόν με το παρόν και η ταύτιση με τοποθετεί εκτός χρόνου. Αυτή είναι η γοητεία της τέχνης.
–Ο καλλιτέχνης είναι κι αυτός ένας εργαζόμενος, είναι όμως και κάτι άλλο;
–Η προσπάθεια που γίνεται να συμπτύξουν τον καλλιτέχνη σε ένα γραφειοκρατικό ον να βάζει ασφάλειες είναι μια καθαρή προσπάθεια εκμηδένισης της έννοιας του καλλιτέχνη, τον θέλουν έναν εργαζόμενο με έναν μισθό και κοινωνικές ασφάλειες, τότε καλυτέρα να γίνει πολιτικός ή όπως στην περίπτωσή μου να γίνει… γιατρός να μπει και στο ΓεΣΥ και να πιάνει χιλιάδες τον μήνα και όχι 300 ευρώ τιμητικό επίδομα που μας δίνουν οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες, και ίσως να ήταν καλυτέρα να έμενα γιατρός, παρά να γίνω ζωγράφος και καλά το έλεγε η μάνα μου ότι θα πεθάνω πάνω στην ψάθα (βέβαια έκτοτε κατάφερα και αγόρασα χειροποίητο περσικό χαλί). Ίσως έχω ακόμη τη ρομαντική ιδέα του καλλιτέχνη που περιδιαβαίνει και εμπειράται πόλεις, κουλτούρες, ερωτεύεται και δημιουργεί. Αυτή ήταν η πορεία μου. Και εκτιμώντας αυτήν την πορεία με βραβεύει τώρα η Βουλή, και επί Προέδρου Παπαδόπουλου μου έδιναν τιμητική σύνταξη 500 τον μήνα και κάπου 2000 στο τέλος του χρόνου. Βλέπετε άλλη αξία του καλλιτέχνη τότε άλλη τώρα.
Σκηνοθέτησα τη ζωή μου
Πώς να μην έχεις φοβίες και ανησυχίες για το αύριο. Από την άλλη όμως λέω κιόλας, ξέρεις Αντρέα, C’est la vie. Αυτή είναι η ζωή πρέπει να την αντιμετωπίσεις με την αισιοδοξία σου, με τη δύναμή σου, ακόμη και να βγεις στη Λήδρας να ζητιανεύεις, να τραγουδάς…
–Τι σημαίνει πρωτοπορία για εσάς; Θεωρείτε τον εαυτό σας πρωτοπόρο στην τέχνη ή στο θέμα της ομοφυλοφιλίας;
– Η «πρωτοπορία» είναι μια σχετική έννοια. Εξαρτάται πού βρίσκεσαι και σε ποια κοινωνικο-ιστορική στιγμή. Έζησα στο Λονδίνο τη δεκαετία του ’70 όπου τα απελευθερωτικά κινήματα ανθούσαν, η «επανάσταση» είχε γίνει τρόπος ζωής και με τον ενθουσιασμό του νεοφώτιστου έτρεχα σε διάφορες συγκεντρώσεις σε ημισκότεινες αίθουσες όπου νεαροί ξεδίπλωναν τις «προοδευτικές» τους ιδέες καπνίζοντας αρειμανίως. Ερχόμενος στην Κύπρο το 1978 βρέθηκα σε ένα πολύ διαφορετικό κόσμο. Μια σκοτεινή ενέργεια πλανιόταν γύρω μου και έπαιρνε φοβερές διαστάσεις, με πότιζε με μια ενοχή, ένα είδος «αφηρημένης» ενοχής και γινόμουνα μέτοχός της χωρίς να γνωρίζω την αιτία. Παράλληλα, το να είσαι ομοφυλόφιλος ήταν συνώνυμο με τον «τοιούτο» και τον «κίναιδο» και η ερωτική πράξη ήταν ποινικοποιημένη. Στις 3 Απριλίου 1979 δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» άρθρο γνωστού ψυχιάτρου με θέμα την ομοφυλοφιλία. Ανάμεσα σε άλλα «θαυμαστά» ανάφερε, μιλώντας για κάποιο άτομο που του είχε στείλει επιστολή, ότι «έχω αμφιβολίες κατά πόσο είναι εκατό τα εκατό ομοφυλόφιλος». Έτσι αποφάσισα ότι έπρεπε να απαντήσω «Ο άνθρωπος γεννιέται ως ον σεξουαλικό». Αυτός ήταν και ο τίτλος του μακροσκελούς μου άρθρου. Η επανάστασή μου συνεχίστηκε με μια σειρά άρθρων σε εφημερίδες και περιοδικά. Με το να υπογράφω ως δρ Ανδρέας Καραγιάν, έστω και αν δεν ασκούσα τώρα πια το ιατρικό επάγγελμα, ήταν πρώτον μια ασπίδα προστασίας και δεύτερον έδινε στα κείμενά μου εγκυρότητα και αξιοπιστία. Επίσης η πρώτη μου έκθεση το 1979 προκάλεσε μέγα σκάνδαλο, γιατί παρουσίαζε ερωτικά ανδρικά γυμνά. Για εμένα ήταν τρόπος ζωής να επαναστατήσω απέναντι σε ένα τόσο συντηρητικό περιβάλλον. Υποθέτω για τους άλλους αυτό ήταν «πρωτοπορία». Ε ναι! ήμουν πρωτοπόρος και για τη ζωγραφική και για το gay κίνημα. Η ιστορία αυτή με έκανε να αισθάνομαι υπερήφανος και φυσικά «επαναστάτης», μόλις είχα έρθει από το Λονδίνο, κουβαλώντας μαζί μου τα «άνθη» των «Παιδιών των Λουλουδιών». Τι πιο ωραίο και πιο ρομαντικό από το να αντιμετωπίζω την ίδια την κοινωνία; Όλα όμως έχουν το τίμημά τους. Αυτό το έμαθα πολύ αργότερα…
–Δεκαετίες τώρα δηλώνετε παρών στα καλλιτεχνικά πράγματα της χώρας, ποια είναι η συγκομιδή για τον άνθρωπο Ανδρέα Καραγιάν…;
–Πρώτα από όλα αυτή η υπεροχή τιμή που γίνεται από την ίδια τη Βουλή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό με δικαιώνει για όλους τους αγώνες μου. Για μένα η ζωή είναι μια grand όπερα. Το ωραίο είναι ότι όσο μεγαλώνεις το καταλαβαίνεις αυτό το θέατρο, το απολαμβάνεις σαν παράσταση, αλλά είσαι και παρατηρητής, δεν είσαι πλέον ο ηθοποιός του δράματος. Τη σκηνοθέτησα τη ζωή μου. Χωρίς όμως να είμαι ψεύτης. Η μαγεία ερχόταν από μόνη της. Και η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις, δεν προσδιόριζα εγώ τα πράγματα, εγώ τα έκανα πιο πλούσια τους έδινα μια άλλη διάσταση. Έφτιαχνα τη δική μου «Μυθολογία» και δίχως αυτή τη «Μυθολογία» δεν θα μπορούσα να φτιάξω την Τέχνη μου και τη συγγραφή μου. Φοβάμαι τη μοναξιά, ίσως να με τρομάζει το γεγονός να μείνω εντελώς μόνος, να μην έχω έναν άνθρωπο δίπλα μου να με κοιτάξει… Και το πιο τρομακτικό είναι ότι μας έχουν κόψει τις συντάξεις. Πώς να μην έχεις φοβίες και ανησυχίες για το αύριο. Από την άλλη όμως λέω κιόλας, ξέρεις Αντρέα, C’est la vie. Αυτή είναι η ζωή πρέπει να την αντιμετωπίσεις με την αισιοδοξία σου, με τη δύναμή σου, ακόμη και να βγεις στη Λήδρας να ζητιανεύεις, να τραγουδάς… Πρέπει να πούμε και κάτι άλλο, όταν ο Άγγελος του Κυρίου έρθει και σου πει «τι έκανες στη ζωή σου με τα δώρα που σου έδωσα», και του απαντήσεις «τίποτα»… θα πας στην Κόλαση. Όταν του πεις όμως «προσπάθησα να κατανοήσω ό,τι μου έδωσες, χόρεψα, ερωτεύτηκα …» θα πας στον Παράδεισο. Λέω και γω για τον θάνατο… Ή δεν θα υπάρχει τίποτα, μια πλήρης σιωπή ή θα πάω στον Παράδεισο.
–Έχετε κάτι να συμβουλεύσετε τη νεότερη γενιά καλλιτεχνών;
–Τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην από την εποχή μου, δεν είναι οι εποχές των επαναστάσεων του Μάη του ’68, των Παιδιών των Λουλουδιών, του gay liberation κ.λπ. μπαίνουμε σε μια νέα τραμπική εποχή όπου οι συντηρητικές αξίες έχουν πέραση και όχι οι επαναστατικές. Το είπε ο Τραμπ, δύο γένη υπάρχουν, το άρρεν και το θήλυ και σμίγουν και κάνουν το MAGA! Ήδη και στην Κύπρο με τα διαφορά πολιτικά γεγονότα και τους τραμπουκισμούς, μασκοφορεμένους μάλιστα, στρεφόμαστε σε μια εποχή σκοταδισμού απογοητευτική η στάση της κυβέρνησης στο θέμα της Γάζας. Τι θα κάνει η νεότερη γενιά. Θα παλέψει. Τα πράγματα είναι δύσκολα, αλλά δεν μπορείς να σταματήσεις τη δύναμη της δημιουργίας, ακριβώς σε τέτοιες εποχές είναι το μέλημα του καλλιτέχνη να φέρει τη ζωή νικήτρια επάνω στον θάνατο. Ο καθένας έχει να τραβήξει τον δικό του δρόμο, να βρει τις δικές του εμπειρίες. Τι θα συμβούλευα τη νεότερη γενιά, λοιπόν; Επιμονή, υπομονή και όραμα. Μην το βάζετε κάτω, υπάρχει μια τάση εξύμνησης της μετριότητας, άστε τους μέτριους ανθρώπους να ονειρεύονται τα δικά τους «μεγαλεία»! Εσείς έχετε το χάρισμα και εξαρτάται πώς θα το χρησιμοποιήσετε. Προπαντός μην τους φοβάστε!