ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Γιώργος Λάνθιμος στην «Κ»: Οι άνθρωποι ζουν σε «φούσκες»

Η «Βουγονία», η καρφίτσα με τη σημαία της Παλαιστίνης και η Ακρόπολη που κόπηκε την τελευταία στιγμή

Kathimerini.gr

Και τις δύο φορές που έχω συναντήσει από κοντά τον Γιώργο Λάνθιμο για συνέντευξη, είχε το ίδιο… πρόβλημα. «Αντε πάλι το άγχος με τα ελληνικά. Επειδή μιλάω συνέχεια αγγλικά στις συνεντεύξεις, στην Ελλάδα σκέφτομαι αγγλικά τις λέξεις και μεταφράζω. Θα δω, αν χρειαστώ βοήθεια, θα χρησιμοποιήσω ChatGPT», λέει χαμογελώντας, ενώ περιτριγυρίζεται από πορτρέτα του Ουίνστον Τσώρτσιλ, στην ομώνυμη αίθουσα της «Μεγάλης Βρεταννίας». Αφού τον καθησυχάζω ισχυριζόμενος ότι η προηγούμενη συνάντησή μας (το 2023 στη Βενετία) ήταν γούρικη, καθώς τρεις ημέρες μετά κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα με το «Poor Things», τον συγχαίρω με μία φράση που μου έρχεται κι εμένα κατευθείαν στα αγγλικά: «You did it again – το έκανες ξανά». Αυτή ήταν όμως η πρώτη μου σκέψη καθώς έπεφταν οι τίτλοι τέλους της «Βουγονίας», η οποία έκανε πανελλήνια πρεμιέρα στην τελετή έναρξης του 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας», παρουσία του ίδιου του Λάνθιμου και του μοντέρ Γιώργου Μαυροψαρίδη, και κυκλοφορεί την προσεχή Πέμπτη στις αίθουσες. 

Η αλήθεια είναι ότι ο Λάνθιμος βρίσκεται εδώ και χρόνια σε μεγάλη κινηματογραφική φόρμα. Μας σύστησε μια τελείως εναλλακτική μοναρχική πραγματικότητα με την «Ευνοούμενη», θριάμβευσε με το «Poor Things» και επέστρεψε, παρέα με τον διόσκουρο Ευθύμη Φιλίππου, στις πιο «weird» ρίζες του με τις «Ιστορίες καλοσύνης». Τώρα αποφάσισε να αναμετρηθεί μετωπικά με τον σύγχρονο κόσμο, πάντα βέβαια με τους δικούς ιδιοσυγκρασιακούς όρους, που εν προκειμένω περιλαμβάνουν έναν οπαδό των θεωριών συνωμοσίας (Τζέσι Πλίμονς), ο οποίος μαζί με τον ξάδελφό του (Αϊνταν Ντέλμπις) θα απαγάγει τη CEO μιας μεγάλης εταιρείας (Εμα Στόουν), πεπεισμένος ότι πρόκειται για… εξωγήινη με αποστολή να εξολοθρεύσει την ανθρωπότητα. 

Γιατί όμως διάλεξε αυτό το σενάριο του Γουίλ Τρέισι (βασισμένο χαλαρά σε κορεατικό πρότυπο του 2003) από τα δεκάδες που φτάνουν στα χέρια του; Και γιατί τώρα; «Η αλήθεια είναι πως για πρώτη φορά είδα ένα σενάριο που ήξερα αμέσως ότι ήθελα να το κάνω. Γενικώς αποφασίζω το πότε θα κάνω μια ταινία ανάλογα με το ποια νιώθω ότι είναι έτοιμη δημιουργικά. Δεν σκέφτομαι δηλαδή τις συνθήκες που επικρατούν στον κόσμο ή οτιδήποτε τέτοιο. Από την άλλη, πάντα θέλω η ταινία να έχει μια ανοιχτή οπτική. Εδώ, αν και μιλάμε για ένα ριμέικ ταινίας που έγινε πριν από 25 χρόνια (σ.σ. «Save the Green Planet»), σαφέστατα έχει την αίσθηση του επίκαιρου. Την είχε περίπου τρία χρόνια πριν, όταν πρωτοδιάβασα το σενάριο, αλλά όσο περνάει ο καιρός μοιάζει όλο και πιο επίκαιρη. Δυστυχώς», απαντά εκείνος.

Οι θεωρίες συνωμοσίας από τη μία και η απρόσωπη, εταιρική Αμερική από την άλλη καθρεφτίζονται στους χαρακτήρες του Τζέσι Πλίμονς και της Εμα Στόουν αντίστοιχα, προσωποποιώντας τον διχασμό που ταλαιπωρεί τα τελευταία χρόνια τις ΗΠΑ – και όχι μόνον. «Βασικά πιστεύω ότι είναι αρκετά παγκοσμιοποιημένο πια το σύστημα, απλώς ό,τι συμβαίνει στην Αμερική έχει μεγάλο αντίκτυπο σε όλο τον κόσμο. Νομίζω είναι σαφές ότι ο συνδυασμός της παγκοσμιοποίησης με την εξέλιξη της τεχνολογίας έχει οδηγήσει στη δημιουργία στρατοπέδων, τα οποία είναι και πολύ λίγα. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μέσα σε “φούσκες”, τις οποίες η τεχνολογία ενισχύει. Λαμβάνεις συνέχεια τις ίδιες πληροφορίες. Επιβεβαιώνεις αυτό που ήδη πιστεύεις και είσαι συνέχεια με ανθρώπους που πιστεύουν το ίδιο πράγμα. Οπότε ναι, είναι αυτή η σύγκρουση των δύο κόσμων που παρουσιάζουμε στην ταινία», εξηγεί ο Λάνθιμος.

«Στο χειρότερο σημείο»

Οταν προσπαθώ να ενοποιήσω ταινίες που είδαμε στη Βενετία (τη δική του, το «No other choice» του Παρκ Τσαν-γουκ, το «Μετά το κυνήγι» του Λούκα Γκουαντανίνο» κ.ά.) και ασχολούνται με συγγενή ζητήματα του σύγχρονου κόσμου, με αποθαρρύνει· παρ’ όλα αυτά παραδέχεται ότι «κάποιες φορές κάτι συμβαίνει και κάποιοι δημιουργοί μπορεί να συγχρονίζονται». Αυτό το «κάτι», βέβαια, είναι στις μέρες μας εξαιρετικά σοβαρό: «Στη δική μου ζωή, έπειτα δηλαδή από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Ψυχρό Πόλεμο, νομίζω ότι βρισκόμαστε στο χειρότερο σημείο», λέει χαρακτηριστικά. Ο ίδιος εμφανίστηκε στο Φεστιβάλ Βενετίας με τη σημαία της Παλαιστίνης καρφιτσωμένη στο πέτο, παίρνοντας ξεκάθαρη θέση σε σχέση με όσα (τότε ακόμη) συνέβαιναν στη Γάζα. Οταν τον παρακινώ να πει περισσότερα, απαντά ότι το ζήτημα είναι πολύ ευρύτερο από μια πολεμική σύγκρουση: «Είναι πραγματικά συγκλονιστικό ότι έχει φτάσει να μας ενδιαφέρει μόνο η οικονομία και η δύναμη, η ισχύς. Ολόκληρος ο κόσμος κυβερνάται από το πλουσιότερο 1% του πλανήτη, το οποίο είναι αρκετά δυστοπικό αν το σκεφτείς. Δεν βλέπεις πώς μπορεί να αλλάξει, παρά μόνο με μια επανάσταση ή, όπως λέει ο Σλαβόι Ζίζεκ, ότι μας χρειάζεται ένας παγκόσμιος συντηρητικός κομμουνισμός». 

Τα χρώματα, οι ήρωες και το φινάλε στη Μήλο

Επιστρέφοντας στην ταινία, παρατηρώ ότι αυτή τη φορά προτίμησε μια πιο «ήπια» κινηματογράφηση σε σύγκριση για παράδειγμα με το «Poor Things», όπου είναι περισσότερο παρεμβατικός, με αναπάντεχη χρήση των φακών αλλά και της χρωματικής παλέτας του φιλμ. «Εκεί τα έδωσα όλα όντως…», συμφωνεί γελώντας εκείνος και συνεχίζει: «Ηταν συνειδητή επιλογή και νομίζω έχει να κάνει με το υλικό. Γενικώς προσπαθώ να διαλέγω τον τρόπο που θα κινηματογραφήσω σε σχέση με το πώς αισθάνομαι και σε σχέση με το υλικό, δηλαδή πώς θα αναδειχθούν καλύτερα η ιστορία, οι χαρακτήρες. Ούτως ή άλλως έχω μια αισθητική, μια γνώση και προτιμήσεις, οπότε πάντα οι ταινίες θα έχουν συγγένεια μεταξύ τους, όμως αυτή τη φορά ένιωσα ότι η ιστορία περιορίζεται σε συγκεκριμένους χώρους και έχει να κάνει πολύ με τη σύγκρουση μεταξύ των ανθρώπων. Ηθελα να το τονίσω αυτό, οπότε το κινηματογράφησα περισσότερο σαν πορτρέτα αυτών των ανθρώπων. Γι’ αυτό τραβήξαμε και την ταινία σε VistaVision (σ.σ. μαζί με το περυσινό «The Brutalist» είναι οι δύο ταινίες που αναβιώνουν το συγκεκριμένο, κάπως βίντατζ κινηματογραφικό φορμά σε αυτή τη δεκαετία), ώστε να είμαστε πιο κοντά στα πρόσωπα και να φωτογραφίσουμε τους ανθρώπους μεγαλύτερους από τη ζωή».

Αλήθειες και απάτες

Ενα άλλο σύγχρονο φαινόμενο με το οποίο ασχολείται η «Βουγονία» είναι ο διαχωρισμός μεταξύ πραγματικότητας και απάτης, αληθινών ειδήσεων και fake news, ιστορικής ακρίβειας και τερατώδους αναθεώρησης. Πριν από σχεδόν είκοσι χρόνια, ο Λάνθιμος μας σύστησε με τον «Κυνόδοντα» την εναλλακτική πραγματικότητα μιας οικογένειας. Μπορούσε τότε να φανταστεί κάτι από τις σημερινές εξελίξεις; «Οχι, δεν το φανταζόμουν. Ο “Κυνόδοντας” έχει να κάνει περισσότερο με το πώς οι άνθρωποι, οι κοινωνίες, οι οικογένειες χειραγωγούν τα μέλη τους, πολλές φορές σε τέτοιο βαθμό που εκείνα μπορεί να φτάσουν να έχουν εντελώς διαφορετική αντίληψη για την πραγματικότητα. Σήμερα αυτό έχει μεταβληθεί και πολλαπλασιαστεί με την εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης, ώστε πια πρέπει να ερευνήσεις πολύ για να ξέρεις τι είναι αληθινό και τι όχι. Ομως σε ποιον πέφτει η ευθύνη να το κάνει αυτό; Από πού είναι ασφαλές να παίρνεις τις πληροφορίες σου; Εν τω μεταξύ, κάπου διάβασα για μια έρευνα που δείχνει ότι έχουμε αρχίσει να αποκτούμε μια ικανότητα να διακρίνουμε υλικό που είναι κατασκευασμένο από ΑΙ, ότι ο άνθρωπος έχει αρχίσει να αποκτά ένα σχετικό ένστικτο».

Αυτή η κατασκευασμένη πραγματικότητα αντανακλάται εμφανώς στον Τέντι, τον χαρακτήρα του Τζέσι Πλίμονς, ο οποίος πάντως αποδεικνύεται τελικά αρκετά πιο πολυδιάστατος και βαθύς από όσο δείχνει με την πρώτη ματιά. «Νομίζω ότι οι περισσότεροι χαρακτήρες της ταινίας είναι αρκετά περίπλοκοι, και αυτό είναι το ενδιαφέρον. Δηλαδή ο χαρακτήρας του Τζέσι δεν είναι αυτό που νομίζεις εξαρχής. Αυτό πιστεύω είναι ένα άλλο σημαντικό θέμα της ταινίας: ότι έχουμε κάποιες πολύ στενές αντιλήψεις για τους ανθρώπους· τι είναι, τι πρεσβεύουν, πώς θα αντιδράσουν. Τους κρίνουμε σύμφωνα με τις δικές μας προκαταλήψεις. Στις μέρες μας έχει αποδειχθεί ότι το ψέμα έχει τρομερή δύναμη – το βλέπουμε και με τον Τραμπ, ο οποίος ψεύδεται ασυστόλως καθημερινά χωρίς να τον νοιάζει. Την επόμενη μέρα το ανακαλεί και όχι απλώς δεν έχει επίπτωση, αλλά πηγαίνει και καλύτερα. Ο Τέντι, λοιπόν, είναι κάποιος που έχει περάσει μέσα από τις θεωρίες συνομωσίας, αλλά ακόμη ψάχνει την αλήθεια γιατί τίποτε από όλες αυτές τις τάσεις και τα κινήματα δεν του την έδωσε».

Επειτα υπάρχει το φινάλε της ταινίας, το οποίο συζητήθηκε πολύ για διαφορετικούς λόγους, εδώ και στο εξωτερικό. Αφού η επιστημονική φαντασία παρεισφρήσει και εκείνη για να ενισχύσει(;) την παράνοια, ακολουθεί ένα μεγαλειώδες μοντάζ με εικόνες από όλο τον κόσμο. Κανονικά κάπου εκεί θα έπρεπε να βρίσκεται και η Ακρόπολη, ωστόσο η γνωστή αρνητική εισήγηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου απέτρεψε τα γυρίσματα στο πιο διάσημο ελληνικό μνημείο. «Η αλήθεια είναι ότι απογοητεύθηκα, σοκαρίστηκα, αλλά δεν θέλησα και να δώσω έκταση στο θέμα. Μπορείς να πεις πολλά για τον συντηρητισμό της απόφασης, ακόμη κι αν θεωρούν ότι οι ταινίες μου είναι χάλια, από τη στιγμή που ο χώρος γενικά δίνεται για γυρίσματα και εκδηλώσεις. Δεν είχε βέβαια καμιά ουσιαστική επίπτωση στην ταινία, αλλά περισσότερο με πόνεσε συναισθηματικά, γιατί ήθελα να συμπεριλάβω την Ελλάδα με αυτόν τον τρόπο – και μάλιστα να μην κάνω το κλισέ βάζοντας μνημεία από όλο τον κόσμο, αλλά μόνο την Ακρόπολη, ανάμεσα σε άλλες μη αναγνωρίσιμες εικόνες. Δυστυχώς, ήταν ακόμη μία διαπίστωση για το πώς μεταχειρίζονται τον πολιτισμό στην Ελλάδα και ειδικά τον κινηματογράφο, γεγονός που πριν από χρόνια συνέβαλε στην απόφασή μου να φύγω και να κάνω ταινίες στην αγγλική γλώσσα. Και τώρα που επέστρεψα, έγινε αυτό…».

Ο Βύρωνας… δολοφόνος

Τελικά η περίφημη σκηνή γυρίστηκε στο Σαρακήνικο της Μήλου, ενώ άλλη μία έγινε στο πλοίο για το νησί. «Αυτή τη δεύτερη θα τη γυρίζαμε στην Αθήνα κι έτσι έχασε τον ρόλο του ο σκύλος μου ο Βύρωνας. Υπάρχει βέβαια στο μπλουζάκι του χαρακτήρα του Αϊνταν Ντέλμπις –πολύ ψαγμένο trivia αυτό τώρα–, όπου έχουμε φτιάξει ένα μικρό horror φιλμ με πρωταγωνιστή τον Βύρωνα ως μανιακό δολοφόνο». Το ίδιο το φινάλε πάντως, σοκαριστικό και φαινομενικά απολύτως απαισιόδοξο για το μέλλον της ανθρωπότητας, γεννάει ταυτόχρονα μια απροσδόκητη αχτίδα φωτός. Μήπως παρανοώ; «Καθόλου», με καθησυχάζει γελώντας ο Λάνθιμος. «Ούτως ή άλλως, πάντα προσπαθώ τα φινάλε των ταινιών μου να είναι ανοιχτά σε ερμηνείες. Να σου δώσει τον χώρο να το επεξεργαστείς με τον τρόπο που θέλεις και αυτό που θα καταλάβεις μάλλον λέει περισσότερα πράγματα για σένα παρά για ό,τι θέλησα να κάνω εγώ».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Σινεμά: Τελευταία Ενημέρωση

Πώς μια κινηματογραφική πλατφόρμα που ξεκίνησε το 2011 στη Νέα Ζηλανδία εκτοξεύτηκε μέσα στην καραντίνα, γαλουχώντας μέχρι ...
 |  ΣΙΝΕΜΑ
Ο σκηνοθέτης Παναγιώτης Ευαγγελίδης μιλάει για την ταινία του και λέει πως τα περισσότερα θέματά της προέκυψαν στην πορεία ...
Του Απόστολου Κουρουπάκη
 |  ΣΙΝΕΜΑ
Ο Μιχάλης Καλοπαίδης μιλάει στη «Κ» για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Λάρνακας που θα διεξαχθεί από τις 28 έως τις 31 Αυγούστου ...
Του Απόστολου Κουρουπάκη
 |  ΣΙΝΕΜΑ