

Του Απόστολου Κουρουπάκη
Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Παναγιώτης Ευαγγελίδης επιστρέφει στο Queer Wave Festival 2025 (ΝIMAC, 12-21 Σεπτεμβρίου), με την ταινία του «Sylvia Robyn», που θα προβληθεί την Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου, και με ένα masterclass, το Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου (είχε λάβει μέρος και στο Queer Festival το 2022, με το ντοκιμαντέρ του «Οι Γάμοι της Τήλου». Ο Παναγιώτης Ευαγγελίδης το 2024 έλαβε τον τιμητικό «Χρυσό Αλέξανδρο», στο 26ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, για το σύνολο της προσφοράς του στο σινεμά και στον πολιτισμό. Ο Παναγιώτης Ευαγγελίδης λέει για την ταινία του, σημειώνουμε πως ο Ευαγγελίδης κάνει εντελώς ανεξάρτητες ταινίες αυτοχρηματοδοτούμενες, πως στην αρχή προσανατολιζόταν για το πορτραίτο ενός γκέι μοναχικού ατόμου που όμως ήταν και περφόρμερ και είχε χάσει τη μητέρα του σε πολύ νεαρή ηλικία, όμως, όπως λέει «στη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας που κράτησαν πέντε χρόνια η Σύλβια διαγνώστηκε με αυτισμό και ξεκίνησε και τη φυλομετάβασή της με έναν πολύ προσωπικό τρόπο». Ο Παναγιώτης Ευαγγελίδης λέει πως σε σχέση με τα ζητήματα δικαιωμάτων για κάθε άνθρωπο «υπάρχει πρόοδος αλλά και μεγάλη οπισθοδρόμηση και αυτή η τελευταία αφορά το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού».
–Η ταινία σας «Sylvia Robyn» θίγει σύνθετα θέματα (αυτισμό, τρανς ταυτότητα)… Τι ήταν αυτό που πυροδότησε τη δημιουργία της;
–Γνώριζα τη Σύλβια πριν αρχίσει τη φυλομετάβασή της και μου είχε κινήσει το ενδιαφέρον να κάνω το πορτραίτο της. Δεν ήξερα τίποτα σχεδόν, όταν ξεκινήσαμε και στο μυαλό μου επρόκειτο να είναι ένα πορτραίτο ενός γκέι μοναχικού ατόμου που όμως ήταν και περφόρμερ και είχε χάσει τη μητέρα του σε πολύ νεαρή ηλικία. Το μόνο που ήταν τότε κυρίαρχο ήταν η κατάθλιψη. Στη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας που κράτησαν πέντε χρόνια –μεσολάβησαν και τα δύο χρόνια του λοκ ντάουν– η Σύλβια διαγνώστηκε με αυτισμό και ξεκίνησε και τη φυλομετάβασή της με έναν πολύ προσωπικό τρόπο. Τα περισσότερα «θέματα», όπως λες, προέκυψαν στην πορεία και αυτό ήταν και ο βασικός λόγος που δεν μπορούσα να τη σταματήσω καθώς η Σύλβια ήταν διαρκώς σε μια διαδικασία αυτογνωσίας και διαμόρφωσης ταυτότητας και ταυτοτήτων, μία ροή που δεν νομίζω ότι σταματάει ποτέ και γι’ αυτήν αλλά και για όλα τα άτομα που είναι ανοιχτά να ακολουθήσουν τις πολλαπλές φωνές του εαυτού και του είναι τους.
–Ποιες είναι οι δυσκολίες στη δημιουργία μιας ταινίας που ασχολείται με θέματα που ενοχλούν τη διαμορφωμένη άποψη μιας κοινωνίας;
–Προσωπικά καμία δυσκολία, μιας και κάνω εντελώς ανεξάρτητες ταινίες, αυτοχρηματοδοτούμενες δηλαδή, χωρίς παραγωγό ή κάποιου άλλου είδους περιορισμούς από πουθενά, οπότε οι μόνοι περιορισμοί, αν υπάρχουν κάποιοι, είναι ίσως τα δικά μου εσωτερικά όρια. Τώρα από εκεί και πέρα η συγκεκριμένη ταινία, αφότου έχει φύγει από μένα, νομίζω πως προσκρούει σε πολλά κοινωνικά στερεότυπα ακόμα και στα πιο «ανοιχτόμυαλα» κομμάτια της κοινωνίας, γιατί πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα σε πολλά ζητήματα αποδοχής και συμπεριληπτικότητας.
–Όλα είναι ζήτημα παιδείας, πόσο απέχουμε ακόμα για να φτάσουμε εκεί όπου όλοι οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να είναι υπό κρίση και διάκριση;
–Απέχουμε πάρα πολύ. Μιας και η παιδεία βρίσκεται στις μέρες μας υπό διωγμό, τουλάχιστον στη χώρα μας –εννοώ την Ελλάδα, τα της Κύπρου δεν τα γνωρίζω σε σημείο να μπορώ να μιλήσω γι’ αυτά–αλλά δυστυχώς όχι μόνο. Οπότε η απόσταση μεγαλώνει δυστυχώς στις μέρες μας, μιας και περνάμε σκοτεινούς καιρούς που όλο και σκοτεινιάζουν περισσότερο. Υπάρχει πρόοδος αλλά και μεγάλη οπισθοδρόμηση και αυτή η τελευταία αφορά το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού.
–Με όλη την εμπειρία που έχετε πώς βλέπετε την κουήρ δημιουργία στην Ελλάδα, είτε κινηματογραφικά είτε σε άλλες μορφές τέχνες;
–Η κουήρ δημιουργία στην Ελλάδα πηγαίνει μπροστά και διευρύνεται σε όλες τις τέχνες, μιας και πολλά πράγματα έχουν προχωρήσει και είναι αποδεκτά, όμως αυτό και πάλι θα πω πως είναι μέσα σε συγκεκριμένα περιθώρια. Τα μέηνστρημ παραδείγματα κουήρ τέχνης που είναι κι αυτά που μπορεί να φτάσουν ένα ευρύτερο κοινό, αναγκαστικά στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων εκπίπτουν είτε σε στερεοτυπικές μορφές, είτε σε αυτό που ονομάζουμε πινκ γουόσινγκ, είτε σε μαλακές γλυκανάλατες εκδοχές που μιμούνται ετεροκανονικά πρότυπα.
–Είναι ακτιβιστική η δράση τέτοιων δημιουργιών;
–Σε άλλα έργα ναι, σε άλλα όχι, όπως είπα στην προηγούμενη ερώτηση.
–Σε ποιο κοινό απευθύνεται το masterclass του Σαββάτου και τι θα περιλαμβάνει;
–Δεν έχω ποτέ συγκεκριμένη ατζέντα για πώς και τι θα είναι ένα masterclass μου ακριβώς, γιατί θέλω να ωφελήσει κάποιο κοινό και όχι να είμαι εγώ εκεί και να μιλάω για τον εαυτό και τα έργα μου και αυτό να μην αφορά κανένα. Γι’ αυτό πάντα ξεκινάω κάνοντας μια γρήγορη γνωριμία με τους ανθρώπους που έχουν έρθει να με ακούσουν τη συγκεκριμένη μέρα ή νύχτα. Ρωτάω τι κάνουν στη ζωή τους, γιατί έχουν έρθει, τι θα ήθελαν να μάθουν, τι τα ενδιαφέρει και ανάλογα επικεντρώνομαι και κατευθύνω το masterclass εκεί που θα έχει κάποιο λόγο και κάποιο αντίκτυπο. Παραδείγματος χάριν εάν στο δωμάτιο είναι νέα άτομα που ξεκινάνε να κάνουν κινηματογράφο θα τους μιλήσω για το τι θεωρώ εγώ ότι είναι καλό να ξέρουν ώστε να αποφύγουν ανώφελα βάρη και ιδέες που επιβάλλει η κοινωνία και η βιομηχανία του κινηματογράφου για το πώς πρέπει να ενεργήσουν και σε τι χρόνους και με τι μέσα. Δίνω μέσα από το προσωπικό μου παράδειγμα μία άλλη εκδοχή που κάποια άτομα μπορούν, αν θέλουν, να λάβουν υπόψη τους ώστε να αποφύγουν ανώφελες διαδικασίες και έξωθεν επιβεβλημένα βάρη. Εγώ είμαι και σεναριογράφος και σκηνοθέτης και συγγραφέας, κάνω χαμηλού έως μηδενικού προϋπολογισμού ταινίες, ξεκίνησα να γυρίζω φιλμ μετά τα σαράντα πέντε μου, άρα μπορώ να πω πολλά που θα χρησιμεύσουν ως αντιπαράδειγμα στα κρατούντα στον χώρο. Οπότε το Σάββατο θα μάθω κι εγώ τι θα είναι αυτό το masterclass.
Πληροφορίες
6ο Φεστιβάλ ΛΟΑΤΚΙΑ+ Κινηματογράφου Κύπρου, Queer Wave 2025: NiMAC, Παλαιάς Ηλεκτρικής 19, Λευκωσία, 12–21 Σεπτεμβρίου, queerwave.com, @queerwavecyprus