ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ηττα Ερντογάν λόγω οικονομίας

Το κόμμα του Ταγίπ Ερντογάν έχασε τις τρεις πολυπληθέστερες πόλεις της χώρας

Kathimerini.gr

Την πρώτη επώδυνη εκλογική ήττα από την άνοδό του στην εξουσία, το 2002, γνώρισε το ισλαμικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στις προχθεσινές δημοτικές εκλογές. Το κόμμα του Ταγίπ Ερντογάν έχασε τις τρεις πολυπληθέστερες πόλεις της χώρας και συνολικά οκτώ από τα 12 μεγαλύτερα αστικά κέντρα. Κι αν για τη Σμύρνη, παραδοσιακό προπύργιο των κεμαλικών, το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο, στην Aγκυρα και στην Κωνσταντινούπολη οι ισλαμιστές έχασαν τις δημαρχίες για πρώτη φορά ύστερα από 25 χρόνια.

Στην πρωτεύουσα, ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης Μανσούρ Γιαβάς επικράτησε καθαρά με ποσοστό 50,9% έναντι 47,1% του κυβερνητικού ανθυποψηφίου του. Αντίθετα, στην Κωνσταντινούπολη η διαφορά ήταν οριακή, και για πολλές ώρες και οι δύο βασικοί υποψήφιοι –ο πρώην πρωθυπουργός του ΑΚΡ Μπιναλί Γιλντιρίμ και ο αντίπαλός του Εκρέμ Ιμάμογλου– εμφανίζονταν ως νικητές. Χθες το μεσημέρι, τόσο ο Γιλντιρίμ όσο και ο Ερντογάν παραδέχθηκαν ότι ο Ιμάμογλου προηγούνταν με 25.000 ψήφους ή 0,3%. Ωστόσο, το ΑΚΡ δήλωσε ότι θα καταθέσει ενστάσεις για μεγάλο πλήθος άκυρων ψηφοδελτίων στην Κωνσταντινούπολη και στην Aγκυρα, ευελπιστώντας πως η ανακαταμέτρηση θα το ευνοήσει.

Η συμμαχία του ισλαμικού ΑΚΡ με τους υπερεθνικιστές του ΜΗΡ επικράτησε στο σύνολο της χώρας με ποσοστό 51,7%, ενώ ο αντιπολιτευόμενος συνασπισμός του κεμαλικού CHP με το συντηρητικό iYi συγκέντρωσε το 37,6%. Ωστόσο, η υπεροχή του κυβερνητικού συνασπισμού στη «βαθιά Τουρκία» δεν μπορεί να αντισταθμίσει την ήττα του στα αστικά κέντρα. «Η ηγεμονία του πολιτικού Ισλάμ, που κράτησε ένα τέταρτο του αιώνα, βαίνει προς το τέλος της», υποστηρίζει ο Μπεχλούλ Οζκάν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μαρμαρά. Πολλοί αναλυτές θεωρούν την προχθεσινή ημέρα προάγγελο αλλαγής σελίδας στην Τουρκία, όπως η νίκη του Ερντογάν στις δημοτικές εκλογές του 1994, στην Κωνσταντινούπολη, αποτέλεσε προανάκρουσμα ανόδου του πολιτικού Ισλάμ.

Το πλήγμα ήταν ιδιαίτερα βαρύ για τον ίδιο τον Ερντογάν, ο οποίος ενεπλάκη προσωπικά στην αναμέτρηση, δίνοντάς της ξεκάθαρα πολιτικό χαρακτήρα και μιλώντας σε τέσσερις - πέντε προεκλογικές συγκεντρώσεις κάθε ημέρα. Ο Τούρκος πρόεδρος εμφάνισε τη μάχη των δημοτικών εκλογών ως υπόθεση εθνικής επιβίωσης, κατηγορώντας τους αντιπάλους του, και κυρίως το CHP, ως συνοδοιπόρους της «τρομοκρατίας» (δηλαδή του φιλοκουρδικού κόμματος HDP) και ξένων δυνάμεων που υποτίθεται ότι θέλουν να διαλύσουν τη χώρα του. Το γεγονός ότι δεν κατάφερε να πείσει, παρά τη στήριξή του από τη μεγάλη πλειονότητα των κυβερνητικά ελεγχόμενων μέσων ενημέρωσης, αποτελεί αποδοκιμασία της άκρως διχαστικής στρατηγικής του. «Ο λαός ψήφισε υπέρ της δημοκρατίας, επέλεξε τη δημοκρατία», δήλωσε ο επικεφαλής του CHP Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.

Στις πρώτες δηλώσεις του, τις πολύ πρωινές ώρες της Δευτέρας, από την Aγκυρα, ο Ερντογάν αναγνώρισε ότι το κόμμα του υπέστη ήττα σε αρκετές πόλεις, επειδή «δεν κατάφερε να αφουγκραστεί όσο έπρεπε τον λαό», και προσπάθησε να γλυκάνει το πικρό χάπι επικαλούμενος την επικράτηση του ΑΚΡ σε αριθμό ψήφων σε πανεθνικό επίπεδο. Κοινή είναι η εκτίμηση των αναλυτών ότι ο παράγοντας που βάρυνε αποφασιστικά στο εκλογικό αποτέλεσμα ήταν η δυσφορία μεγάλου τμήματος των πολιτών, και ιδίως της μεσαίας τάξης των αστικών κέντρων, για την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και τον καλπάζοντα πληθωρισμό.
«Παγώνουν» τα F-35

Με αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση καλείται να προχωρήσει γρήγορα σε οικονομικές μεταρρυθμίσεις, ενδεχομένως επώδυνες για πολλούς, ώστε να σταθεροποιήσει το εθνικό νόμισμα και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Αρρηκτα συνδεδεμένη με αυτή την επιδίωξη είναι η εξομάλυνση των διαταραγμένων σχέσεων της Τουρκίας με τη Δύση και κυρίως με τις ΗΠΑ, κάτι που προϋποθέτει ωστόσο την εκ βάθρων επανεξέταση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Ενδεικτικό των δυσκολιών είναι ρεπορτάζ του πρακτορείου Reuters σύμφωνα το οποίο οι ΗΠΑ σταμάτησαν από χθες να στέλνουν στην Τουρκία υλικό που συνδέεται με τα μαχητικά αεροσκάφη F-35, διαμηνύοντας ότι εννοούν να ματαιώσουν την αγορά αν η Aγκυρα δεν ακυρώσει την προμήθεια ρωσικών πυραύλων S-400.

Στο εσωτερικό μέτωπο, θεωρείται βέβαιο ότι ο Ερντογάν θα προχωρήσει σε κυβερνητικό ανασχηματισμό ώστε να δείξει ότι «άκουσε το μήνυμα» των ψηφοφόρων. Το βαρύ εκλογικό αποτέλεσμα αναμένεται να τροφοδοτήσει φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό του ΑΚΡ, όπου ιστορικά στελέχη του κόμματος που έχουν αποξενωθεί από τον Ερντογάν (Νταβούτογλου, Γκιουλ κ.ά.) δεν αποκλείεται να αναλάβουν πρωτοβουλίες.

Το τίμημα της οικονομικής ύφεσης

Η απώλεια ελέγχου των μεγάλων οικονομικών κέντρων της Τουρκίας στις δημοτικές εκλογές αποτελεί σημάδι ότι πλέον ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι ανίκητος. Ο κυρίαρχος της τουρκικής πολιτικής σκηνής τα τελευταία 16 χρόνια πληρώνει υψηλό τίμημα για την οδυνηρή ύφεση της τουρκικής οικονομίας τους τελευταίους μήνες και την αλλοπρόσαλλη και οπορτουνιστική διαχείρισή της. Επί Ερντογάν η οικονομία γνώρισε ραγδαία ανάπτυξη, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ υπερτριπλασιάστηκε μεταξύ 2002 και 2013. Ωστόσο οι χρυσές ημέρες της τουρκικής οικονομίας αποτελούν παρελθόν. Πέρυσι η τουρκική λίρα υποχώρησε κατά 30% έναντι του δολαρίου, καθώς ΔΝΤ και οίκοι αξιολόγησης προειδοποιούσαν για υπερθέρμανση της τουρκικής οικονομίας και για υπερβολική εξάρτησή της από ξένα κεφάλαια. Τα οικονομικά προβλήματα επιδεινώθηκαν από την πολιτική αντιπαράθεση του Ερντογάν με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ πέρυσι το καλοκαίρι, αλλά και από την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed).

Η γιγάντωση της τουρκικής οικονομίας υπό τον Ερντογάν την τελευταία δεκαπενταετία βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στον υψηλό κρατικό δανεισμό, στην αθρόα εισροή κεφαλαίων που σε πολλές περιπτώσεις δεν επενδύθηκαν παραγωγικά, στην πολύ υψηλή πιστωτική επέκταση και σε φαραωνικά έργα υποδομής. Η εποχή της ποσοτικής χαλάρωσης (QE) μετά το 2009 ευνόησε (και) την Τουρκία, καθώς παρατηρήθηκε εισροή κεφαλαίων διότι οι επενδυτές κυνηγούσαν υψηλότερες αποδόσεις στις αναδυόμενες οικονομίες. Η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού από τη Fed αντέστρεψε αυτήν τη διαδικασία με αποτέλεσμα ξαφνικά να κλείσουν οι στρόφιγγες της ξένης χρηματοδότησης στην οποία βασιζόταν σε σημαντικό βαθμό η τουρκική ανάπτυξη. Το αποτέλεσμα ήταν το ΑΕΠ να επιβραδυνθεί στο 2,6% το 2018 από το 7,4% το 2017. Το δεύτερο εξάμηνο του 2018 η οικονομία έπεσε σε ύφεση, ενώ η κατάρρευση της ισοτιμίας της λίρας έφερε τον πληθωρισμό κοντά στο 25%, οδηγώντας σε πτώχευση πολλές τουρκικές εταιρείες και δυσκολεύοντας πολύ τη ζωή των φτωχότερων Τούρκων πολιτών.

Χθες ο Ερντογάν υποσχέθηκε να εφαρμόσει οικονομικές μεταρρυθμίσεις που να συνάδουν με την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, ωστόσο είναι αβέβαιο ότι οι επενδυτές θα πιστέψουν τον άνθρωπο που δήλωνε πέρυσι την άνοιξη πως τα υψηλά επιτόκια δανεισμού προκαλούν άνοδο του πληθωρισμού. Η τουρκική λίρα έφτασε να υποχωρεί μέχρι και κατά 2,5% έναντι του δολαρίου, ενώ έχει υποχωρήσει κατά περίπου 7% από την αρχή του 2019. Το γεγονός πως ο συνασπισμός του Ερντογάν «χάνει τον έλεγχο των μεγάλων πόλεων αποτελεί σαφές προειδοποιητικό σημάδι πως οι άνθρωποι δεν είναι ικανοποιημένοι με την τρέχουσα οικονομική πολιτική του καθεστώτος», λέει στο Bloomberg η Νόρα Νόιτενμπουμ, οικονομολόγος της ABN Amro. «Η τρέχουσα κυβέρνηση είναι πιθανό να έχει περιορισμένη διάθεση για μεταρρυθμίσεις και ενδέχεται, αντιθέτως, να επικεντρωθεί σε πρόχειρες λύσεις, όπως το να πλημμυρίσει την αγορά με νέα φθηνά δάνεια», προσθέτει. «Η ύφεση της τουρκικής οικονομίας διέλυσε την αύρα του ακατανίκητου που είχε ο Ερντογάν», προσθέτει ο Βολφάνγκο Πίκολι, συμπρόεδρος της εταιρείας αναλύσεων Teneo Intelligence στο Λονδίνο. Η ανοιχτή αντιπαράθεση του Ερντογάν με την τουρκική κεντρική τράπεζα υπονόμευσε το κύρος και την ανεξαρτησία της, παρόλο που τελικά κατάφερε να αυξήσει το βασικό επιτόκιο δανεισμού κατά 11,5 ποσοστιαίες μονάδες, στο 24,5%.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση