ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Χρηματοοικονομική σταθερότητα

Κύριο Άρθρο

Κύριο Άρθρο

«Οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι εύρωστες και ανθεκτικές». Με αυτή την δήλωση η ΕΚΤ, διά μέσου του αντιπροέδρου της, επιθυμεί να αποδώσει το αποτέλεσμα των τελευταίων ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων σεναρίων που ανακοινώθηκαν την προηγούμενή εβδομάδα. Και αυτό γιατί τα σενάρια που χρησιμοποιήθηκαν αυτήν τη φορά είναι περισσότερο αυστηρά από τα αντίστοιχα του 2018, οπότε έγινε η τελευταία ανάλογη αξιολόγηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα. Επιπλέον, σημειώνεται ότι η αξιολόγηση αυτήν την φορά έγινε σε μια δύσκολη χρονική συγκυρία. Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο Luis de Guindos, καμία τράπεζα από αυτές που έχουν ελεγχθεί δεν παρουσιάζει σημαντική υστέρηση από τον μέσο όρο σε σημείο που να προκαλεί ανησυχία.
Σε σχέση με την χρηματοοικονομική σταθερότητα, που πλέον αποτελεί βασικό παράγοντα χάραξης πολιτικής από την εποπτική αρχή, σημειώνεται με ιδιαίτερη ικανοποίηση ότι δεν υπήρξαν τόσες αθετήσεις στα δάνεια όσες θα ανέμενε κάποιος, ως αποτέλεσμα της πρωτόγνωρης κατάστασης που περιελάμβανε εθνικά «κλεισίματα» και μια άνευ προηγουμένου εξάπλωση του ιού σε παγκόσμιο επίπεδο. Μιλώντας για χρηματοοικονομική σταθερότητα, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ δεν παραλείπουν με κάθε ευκαιρία να τονίσουν ότι η νέα στρατηγική ενσωματώνει αυτές τις έννοιες στις νομισματικές αποφάσεις και κατ' ακολουθία θα δούμε στο μέλλον να δίδεται περισσότερη έμφαση σε μια κατάσταση πραγμάτων που στο παρελθόν είχε υποτιμηθεί, μετατρέποντας μια οικονομική κρίση σε κοινωνική.

Είναι, λοιπόν, ευνόητο ότι για την ΕΚΤ η σταθερότητα και η ανάκαμψη αποτελούν πλέον βασικές προτεραιότητες, στις οποίες μάλλον δεν περιλαμβάνεται η προσήλωση σε συγκεκριμένους αριθμητικούς στόχους. Υπάρχει, βέβαια, η παραδοχή ότι κατά μέσο όρο οι χώρες του ευρώ θα παρουσιάσουν περισσότερο χρέος κατά 20% του ΑΕΠ σε σχέση με πριν και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, όμως, σήμερα προέχει η σταθεροποίηση της ανάκαμψης. Είναι αναμενόμενο ότι το πρόβλημα θα είναι βαθύτερο για τις χώρες που «μπήκαν» στην κρίση με υψηλά επίπεδα χρέους. Αυτό, όμως, ίσως να αποτελέσει και ευκαιρία για τη δημιουργία των πρώτων δημοσιονομικών θεσμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα έχουν την ευθύνη να επιχειρήσουν την πραγματική σύγκλιση, εγκαινιάζοντας την μετά Μάαστριχτ εποχή.

Για το επόμενο διάστημα, η πορεία των επιτοκίων δεν αναμένεται πως θα μεταβληθεί, διατηρώντας για ακόμα μεγαλύτερη περίοδο το καθεστώς των χαμηλών επιτοκίων, μια συνθήκη ιδιαίτερα ευνοϊκή για χώρες με υψηλά επίπεδα χρέους, όπως είναι η περίπτωση των «κάτω» χωρών. Η παροδική άνοδος των τιμών θα πρέπει να ελεγχθεί για να μην επιτραπεί να μεταλλαχθεί αποκτώντας δομικά χαρακτηριστικά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η επίδειξη αυτοσυγκράτησης από όλες τις συνιστώσες της παραγωγής μπορεί να αποτελέσει κρίσιμο παράγοντα επιτυχίας για τη συγκράτηση του πληθωρισμού. Οι χώρες που θα πετύχουν αυτήν την περίοδο διατήρηση των τιμών σε χαμηλά επίπεδα, θα κερδίσουν πόντους ανταγωνιστικότητας εις βάρος εκείνων που δεν θα τα καταφέρουν.

Το περιβάλλον είναι ευνοϊκό και μάλλον θα παραμείνει έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Έχει ανοίξει, συνεπώς, ένα παράθυρο ευκαιρίας για να διορθωθούν οι δομικές αδυναμίες τους παρελθόντος και να δημιουργηθούν δομές για διεκδίκηση της θέσης μας στην επόμενη μέρα της Ευρώπης. Η ευρωπαϊκή μας ιδιότητα προσφέρει αυτήν την περίοδο σημαντικά εργαλεία. Το ταμείο ανάκαμψης είναι προφανώς το πρώτο που μας έρχεται στο μυαλό, όμως δεν πρέπει να υποτιμούμε την προσήλωση των θεσμών στη διατήρηση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας που ενδεχομένως να είναι σημαντικότερη.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Κύριο Άρθρο

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Τελευταία Ενημέρωση