ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Διάλλειμα χαράς

Χειρόγραφο Με την Ελένη Ξένου

Ελένη Ξένου

Ελένη Ξένου

twitter

Και είναι μια Κυριακή ηλιόλουστη, ανοιχτόκαρδη, που θες να πάρεις τους δρόμους σαν από καιρό έτοιμος να παραδοθείς στην ανεμελιά και να κλειδώσεις τις έγνοιες στο σπίτι τιμωρία κι’αυτό ακριβώς κάνεις, βγαίνεις στην γειτονιά όπως αξίζει σε κάθε καινούργια μέρα, με κείνη δηλαδή την ενέργεια να δωρίσεις πλατιά χαμόγελα και καλημέρες σε όποιον συναντήσεις στο δρόμο σου και έξω σήμερα είναι κόσμος πολύς, άλλοι με τα παιδιά τους, άλλοι με τα σκυλιά τους, άλλοι νεαροί με κοντό μανίκι, άλλοι με κασκόλ και μπαστούνι και όλοι τους με ένα ράθυμο βηματισμό, γιορτινό, νωχελικό, σουλατσάρουνε πέρα-δώθε σαν σαλιγκάρια μετά την βροχή και σταματάνε συχνά-πυκνά για φωτογραφίες όπως όταν δεν γνοιάζεται κανείς κάτι να προλάβει, σημασία άλλωστε έχει η στιγμή, να αποτυπωθεί ως έχει, αφιλτράριστη, σφικτή αγκαλιά, μάγουλα κολλημένα το ένα στο άλλο, μάτια στραμμένα στο φακό του κινητού και η χαρά θα βρει το κάδρο της. Και κάπως έτσι η υποψία σου ότι πρόκειται για μια μέρα προορισμένη να πλάσει αφηγήσεις επαληθεύεται, αφού μυρίζει ήλιο και χειμωνιάτικη γιορτή μαζί και οι άνθρωποι αρπάζονται από αυτό τον εύθραυστο συνδυασμό για να επιστρέψουν στον εαυτό τους και η πλατεία γεμίζει ομορφιές, βλέπεις τα πιτσιρίκια ντυμένα με τα καλά τους να τραγουδάνε χριστουγεννιάτικα τραγούδια κάτω από το σκέπαστρο, μια νεαρή δασκάλα με καρό φούστα τα διευθύνει σαν μαέστρος, οι γονείς συγκινημένοι τραβάνε με το ένα χέρι βίντεο και με το άλλο στέλνουν φιλιά και λίγο παρα-πέρα ένας Άης Βασίλης καβάλα σε μια μηχανή, όπως εκείνες του παλιού ιταλικού κινηματογράφου, ετοιμάζεται να πάρει βόλτα ένα παιδάκι που χαχανίζει από ενθουσιασμό. Η μητέρα του του φοράει ένα κασκόλ μην κρυώσει και κάτι του λέει στην γλώσσα τους, δεν καταλαβαίνεις τί, υποθέτεις πως είναι από το Καμερούν όπως οι πλείστοι αφρικανοί μετανάστες που έρχονται εδώ, το παιδάκι σε βλέπει που το κοιτάζεις και σε χαιρετάει, η μηχανή ξεκινά, ο Άη Βασίλης κατευθύνεται προς τα συντριβάνια, τα περιστέρια που περιφέρονται γύρω από τους πίδακες τρομάζουν και ξεσηκώνονται όλα μαζί στον αέρα κάνοντας σαματά.

Πάραπερα ένας ακόμα Άγιος Βασίλης, αυτός κάθεται κάτω από ένα κιόσκι και περιμένει τα πιτσιρίκια να πάρουν θέση πλάι του για φωτογραφίες, το βλέμμα σου ωστόσο τον προσπερνά προκειμένου να εστιάσει πιο πίσω, σε μια παρέα νεαρών γυναικών, μάλλον από τις Φιλιππίνες, μπορεί και από Σριλάνκα, χορεύουν στο γρασίδι με τα επίσημα τους, μακριές κεντημένες χρωματιστές φούστες και μακριά μαύρα μαλλιά μέχρι την μέση που λαμπιρίζουν στο φως σαν διαφήμιση, η μια πλαί στην άλλη σε τέλειο συγχρωνισμό, πότε-πότε σκάνε σε τσιριχτά γέλια, ένα κινητό τοποθετημένο πάνω στο δέντρο τις καταγράφει, το βίντεο θα γίνει μήνυμα που θα σταλεί κάπου μακριά για να εξομαλύνει την απόσταση, η χαρά έχει προορισμό να την μοιράζεσαι περισσότερο και από την λύπη, αυτό σκέφτεσαι όσο τις παρατηράς να στάζουν ανυπόκριτη γλυκύτητα και ύστερα συνεχίζεις τον περίπατο σου. Προχωράς προς την μεριά όπου από ώρα έχει στηθεί υπαίθρια αγορά με χειροποίητα, σου αρέσουνε οι υπαίθριες αγορές με χειροποίητα, σε φέρνουν σε μια άλλη συνειδητότητα, χειροπιαστή, σαν φευγαλέα αποκάλυψη, κάπως έτσι, χαζεύεις λοιπόν ένα-ένα τα μικρομάγαζα λες και ψάχνεις για χαμένο θησαυρό, τελικά τον βρίσκεις σε ένα μικρό ορθογώνιο καδράκι φτιαγμένο από μικρά βότσαλα της θάλασσας, το αγοράζεις, σκέφτεσαι πως θάναι ωραία που θα μυρίζει αλμύρα εκεί που θα το τοποθετήσεις και η σκέψη αυτή σε κάνει να χαμογελάς και είναι ωραία που υπολογίζεις ένα καδράκι φτιαγμένο από βότσαλα σαν λόγο να χαμογελάς κι’ας μην λογαριάζεται ως σημαντικός, κάπου εκεί οφείλεται η παρεξήγηση, σ’αυτή την παραλειψη να προσπερνούμε την ουσία του “ασήμαντου”, τώρα όμως δεν είναι ώρα για περισυλλογή, τώρα ακούς τα παιδάκια από μακριά να τραγουδάνε το last christmas και αισθάνεσαι τις φωνούλες τους στον αέρα σαν σωματίδια αθανασίας και είναι μάλλον η ώρα να κάνεις στάση και έτσι διαλέγεις ένα παγκάκι να καθίσεις για να αφεθείς παντελώς στην αίσθηση και δίπλα σου ένας ηλικιωμένος που μοιάζει λες και η μέρα τον βοήθησε να δραπετεύσει από την μοναξιά του ρεμβάζει τριγύρω ευγνόμων για τους αργόσυρτους ρυθμούς του κόσμου. Η ώρα περνάει. Ο ήλιος παραμένει απλόχερα παρών. Το ίδιο και ο κίνδυνος να πιστέψεις πως όλα άρχισαν να βαίνουν καλώς.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Ελένη Ξένου

Χειρόγραφα: Τελευταία Ενημέρωση