ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Επτά νομικοί γρίφοι για τα Τέμπη

Τι ακολουθεί τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή για τον Κώστα Αχ. Καραμανλή; Οι ειδικοί δεν συμφωνούν. Τα σενάρια για την πορεία της κατηγορίας

Kathimerini.gr

Ενα δαίδαλο διαφορετικών ποινικών σεναρίων, για τα οποία εξακολουθούν να ερίζουν συνταγματολόγοι και πολιτικοί, ανοίγει η διαβίβαση στη Βουλή της δικογραφίας των Τεμπών για τον Κώστα Αχ. Καραμανλή. Η «Κ» μίλησε με έγκριτους νομικούς επιχειρώντας να φωτίσει τα σημεία τριβής και τις πιθανές καταλήξεις που μπορεί να έχει η κατηγορία κατά του πρώην υπουργού.

1. Τα αδικήματα

Το πρώτο ζήτημα που καλείται να αποφασίσει η Βουλή είναι ποια πρόσωπα και για ποια αδικήματα θα πρέπει να συσταθεί προανακριτική επιτροπή. Η δικογραφία έφτασε στη Βουλή χωρίς ο ανακριτής να «τυποποιεί» κάποιο συγκεκριμένο αδίκημα. Παραθέτοντας όμως ενδείξεις τέλεσης παράνομων πράξεων, τη διαβίβασε αμελλητί, ως ώφειλε από τον νόμο.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η Βουλή θα αποφασίσει το αδίκημα, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι η κυβερνητική πλειοψηφία σκοπεύει να προτείνει παραπομπή σε Προανακριτική για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος και την αντιπολίτευση να κάνει λόγο για κακουργήματα, όπως αυτό της διατάραξης συγκοινωνιών με θανατηφόρο αποτέλεσμα.

Μπορεί η πλειοψηφία να κρατάει το μαχαίρι και το καρπούζι στις αποφάσεις, δεν αποκλείεται όμως να «στριμωχτεί» αν κάποιο αντιπολιτευόμενο κόμμα, μαζί με την κατάθεση της πρότασης προς άσκηση δίωξης, προτείνει βάσει του άρθρου 154 του Κανονισμού της Βουλής την ανάθεση του ελέγχου των στοιχείων της κατηγορίας σε τριμελές γνωμοδοτικό συμβούλιο, που συγκροτείται από έναν αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και δύο εισαγγελείς Εφετών.

Μια τέτοια κίνηση θα καθυστερήσει τη διαδικασία. Αν όμως η γνωμοδότηση του συμβουλίου περιγράφει κακουργηματική πράξη, θα είναι δυσκολότερος ο ελιγμός για την κυβέρνηση.

Στην περίπτωση που η προανακριτική επιτροπή καταλήξει σε πλημμέλημα, μπορεί η υπόθεση να ανατραπεί από το δικαστικό συμβούλιο του άρθρου 86 ή τον αρεοπαγίτη ανακριτή που θα διεξαγάγει την ανάκριση. «Αν η ανάκριση εντοπίσει ενδείξεις για κακούργημα, μπορεί ο ανακριτής να τη στείλει πίσω στη Βουλή και να ζητήσει αναβάθμιση της κατηγορίας. Δεν μπορεί να επεκτείνει από μόνος του το κατηγορητήριο», υποστηρίζει ο Χαράλαμπος Τσιλιώτης, αναπληρωτής καθηγητής Συνταγματικού και Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.

Βασική παράμετρος, βεβαίως, για να μπορέσει να κινηθεί ο ανακριτής είναι η ύπαρξη νέων στοιχείων, αν η Βουλή έχει προηγουμένως απορρίψει την ύπαρξη κακουργηματικής πράξης. «Αν συνειδητά η Βουλή έχει απορρίψει την ποινική δίωξη για κακούργημα με τα στοιχεία που υπάρχουν ήδη στη δικογραφία, τότε ο ανακριτής δεσμεύεται. Αν βρει νέα στοιχεία κατά την ανάκριση, εκεί μπορεί να διαβιβάσει τον φάκελο στη Βουλή», εξηγεί ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ Σπύρος Βλαχόπουλος.

2. Τα πρόσωπα

Οι δέκα υπολογιστές στους οποίους οι βουλευτές καλούνται να μελετήσουν τις δεκάδες χιλιάδες σελίδες δικογραφίας έχουν πάρει «φωτιά» από το πρωί της περασμένης Τετάρτης. Οι προτάσεις που θα κατατεθούν πρέπει, εκτός από τα αδικήματα, να περιλαμβάνουν και τα πρόσωπα που θα κληθούν να περάσουν τη βάσανο της προανακριτικής επιτροπής. Μπορεί η δικογραφία να διαβιβάστηκε για τους πρώην υπουργούς Υποδομών και Μεταφορών Χρήστο Σπίρτζη και Κώστα Καραμανλή, όμως από τη μελέτη της θα μπορούσε να ανοίξει ο κύκλος των ελεγχόμενων προσώπων, αφού δεν αποκλείεται να υπάρχουν αναφορές σε υφυπουργούς ή άλλα πρόσωπα.

3. Η δίωξη-εξπρές

Μεγάλο ερώτημα παραμένει η διαδικασία που θα ακολουθηθεί στην προανακριτική επιτροπή, αφού το «μοντέλο» Τριαντόπουλου είχε προκαλέσει αντιδράσεις και διαφωνίες τόσο μεταξύ των κομμάτων του Κοινοβουλίου όσο και στους κόλπους των συνταγματολόγων.

«Το άρθρο 86 του Συντάγματος θα πρέπει να αλλάξει. Κακώς εμπλέκεται η Βουλή στη διαδικασία αναζήτησης ποινικών ευθυνών, γιατί μπλέκονται τα πολιτικά με τα ποινικά ζητήματα. Είναι μία διαδικασία λανθασμένη, η οποία έχει αποτύχει και στην πράξη. Ομως από τη στιγμή που δεν έχει αναθεωρηθεί το Σύνταγμα και προβλέπει μία διαδικασία, αυτή θα πρέπει να γίνει σεβαστή. Δεν μπορούμε να κάνουμε “skip” το Σύνταγμα», αναφέρει ο κ. Βλαχόπουλος, εξηγώντας πως όλες οι διατάξεις του Ποινικού Δικαίου δεν είναι στη διάθεση των διερευνώμενων προσώπων. «Πρόκειται για διαδικασίες δημόσιας τάξης και δεν μπορεί κάποιος να πει, για παράδειγμα, “εγώ θέλω να πάω απευθείας στον δεύτερο βαθμό”».

Την ίδια θέση εκφράζει και ο Χαράλαμπος Τσιλιώτης, απορρίπτοντας τη «fast track» διαδικασία παραπομπής του κατηγορουμένου στον φυσικό δικαστή. «Είναι εντελώς άτοπο, εκτός από αντισυνταγματικό. Δεν μπορεί να μη γίνει προκαταρκτική εξέταση, ειδικά αν αφορά τελικά κακούργημα. Αν γίνει κάτι τέτοιο, μιλάμε για βιασμό του Συντάγματος, όχι για απλή παραβίαση ή καταστρατήγηση. Υπάρχουν θέματα που πρέπει να απαντηθούν.

Για παράδειγμα, αν έχουμε περισσότερους υπουργούς ή περισσότερα αδικήματα και σε τι βαθμό είναι τα αδικήματα αυτά. Δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να επαναληφθεί το “μοντέλο” Τριαντόπουλου», σημειώνει ο κ. Τσιλιώτης.

4. Η παραγραφή

Με δικαστικούς κύκλους και συνταγματολόγους να χαρακτηρίζουν «λυδία λίθο» της υπόθεσης το ζήτημα της παραγραφής για τα πολιτικά πρόσωπα, η νομική κοινότητα είναι διχασμένη.

Σε πρώτο στάδιο, την παραγραφή των όποιων αδικημάτων «χρεωθούν» σε πολιτικά πρόσωπα θα κρίνει η Βουλή. Το ζήτημα όμως μπορεί να εξεταστεί τόσο από το δικαστικό συμβούλιο του άρθρου 86 όσο και από το Ειδικό Δικαστήριο, αν καταλήξει σε αυτό είτε η υπόθεση Τριαντόπουλου είτε εκείνη που αφορά τον Κώστα Καραμανλή.

Το τελευταίο διάστημα, πάντως, έχει αναπτυχθεί μια επιστημονική αλλά και πολιτική αντιπαράθεση για την τύχη της σύντομης αποσβεστικής προθεσμίας όσον αφορά την άσκηση ποινικής δίωξης κατά των πολιτικών προσώπων, η οποία προβλεπόταν πριν από τη συνταγματική αναθεώρηση του 2019. Μπορεί η αποσβεστική προθεσμία των δύο βουλευτικών συνόδων να καταργήθηκε το 2019, αλλά δεν έχει ψηφιστεί ακόμη ο εφαρμοστικός νόμος, γεγονός που δίνει λαβή σε αντιφατικές απόψεις γύρω από το θέμα της παραγραφής.

«Το γεγονός ότι ο εκτελεστικός του Συντάγματος Ν. 3126/2003, όπως αυτός ισχύει, συνεχίζει να διατηρεί την εκ του Συντάγματος καταργηθείσα διάταξη, ουδέν μεταβάλλει, όχι μόνο λόγω της τυπικής υπεροχής του Συντάγματος έναντι του κοινού νόμου, αλλά και διότι η αποσβεστική προθεσμία που προβλεπόταν στο άρθρο 86 παρ. 3 υποπαρ. 2 Σ πριν από την κατάργησή της είναι άμεσης εφαρμογής συνταγματική διάταξη. Οπως δεν ήταν απαραίτητη η νομοθετική πρόβλεψη για να ισχύσει, άλλο τόσο δεν είναι απαραίτητη η νομοθετική πρόβλεψη για να καταργηθεί. Η διάταξη του κοινού νόμου θα πρέπει να θεωρηθεί σιωπηρά καταργημένη με το από 25-11-2019 Ψήφισμα της Θ΄ Αναθεωρητικής Βουλής», εξηγεί ο κ. Τσιλιώτης, καταλήγοντας πως το Σύνταγμα μπορεί σε αυτή την περίπτωση να εφαρμοστεί χωρίς να έχει τεθεί σε ισχύ ο εφαρμοστικός νόμος.

«Από το 2019 έχει καταργηθεί η αποσβεστική προθεσμία. Το Σύνταγμα υπερισχύει προφανώς του νόμου. Δεν υπάρχει ζήτημα παραγραφής. Οταν σβήνεις από το κείμενο του Συντάγματος τη διάταξη αυτή που μιλάει για αποσβεστική προθεσμία, την καταργείς ήδη σε επίπεδο Συντάγματος», σχολιάζει ο κ. Βλαχόπουλος.

Για ένα πεδίο μεγάλης δικονομικής ευαισθησίας ως προς την ακυρότητα έκανε λόγο σε δημόσια τοποθέτησή του ο Ευάγγελος Βενιζέλος, εξηγώντας πως ο εκτελεστικός νόμος που δεν έχει ψηφιστεί είναι ουσιαστικός ποινικός νόμος και κατά συνέπεια δεν χωρεί αναδρομική εφαρμογή δυσμενέστερου ποινικού νόμου. Μοναδική λύση για να αποκλειστεί η παραγραφή, σύμφωνα με τον πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, είναι όλες οι ενέργειες της Βουλής να πραγματοποιηθούν μέχρι το πέρας της παρούσας Β΄ Τακτικής Συνόδου (τον Οκτώβριο).

5. Η περίπτωση Σπίρτζη

Στο «κάδρο» των ευθυνών της δικογραφίας υπάρχει και ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστος Σπίρτζης, που είχε ζητήσει τον Μάρτιο την ενεργοποίηση του άρθρου 86 παρ. 5 προκειμένου να ελεγχθεί από ειδική επιτροπή. Το αίτημα τότε απορρίφθηκε καθώς η ενεργοποίηση αυτής της διαδικασίας, η οποία είναι απλώς αποκαταστατικής διερεύνησης, απαιτεί να μην έχει περατωθεί η διαδικασία άσκησης δίωξης.

Το σενάριο που διακινήθηκε λίγες ώρες μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή περί ενδεχόμενης μη παραγραφής για τον κ. Σπίρτζη σε περίπτωση που ελεγχθεί για το κακούργημα της διατάραξης συγκοινωνιών, καθώς πρόκειται για διαρκές αδίκημα με χρόνο τελέσεως εξακολουθητικά το 2023, χαρακτηρίστηκε από δικαστικούς κύκλους «κατασκευή που δεν μπορεί να σταθεί», ενώ και στελέχη της κυβέρνησης τοποθετήθηκαν ξεκάθαρα υπέρ της παραγραφής του όποιου αδικήματος για τον κ. Σπίρτζη.

«Μιλάμε για αδίκημα κατ’ εξακολούθησιν, αυτός είναι ο νομικός χαρακτηρισμός. Γίνεται ένα νομικά ανεπίτρεπτο μπέρδεμα ανάμεσα στην εξακολούθηση και στο αδίκημα διαρκείας, που είναι εντελώς εσφαλμένη. Αλλά ακόμη κι αν το αδίκημα ήταν διαρκές, διακόπτεται η παραγραφή μέχρι εκείνο το σημείο που διατηρείται ενεργή η αιτιώδης συνάφεια, τον Ιούλιο του 2019 που έπαψε να είναι υπουργός. Δηλαδή και να ήθελε την άλλη μέρα το πρωί να διακόψει την παράλειψη, που δημιουργούσε την επικινδυνότητα στην κατάσταση, δεν μπορούσε διότι δεν ήταν πλέον υπουργός», σχολιάζει ο ποινικολόγος και πρώην αντιπρόεδρος του ΔΣΑ Θεόδωρος Μαντάς.

6. Οι συμμέτοχοι

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ζήτημα των συμμετόχων –αν κριθεί ότι υπάρχουν– στην υπόθεση, αφού ο νόμος ορίζει πως σε περίπτωση παραπομπής προσώπου που είναι ή διετέλεσε μέλος της κυβέρνησης ή υφυπουργός, ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου συμπαραπέμπονται και οι τυχόν συμμέτοχοι.

«Είναι μπερδεμένο το πράγμα και δεν υπάρχει σχετική νομολογία. Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών λέει για τους συμμετόχους, αλλά για ποιο αδίκημα; Αν μιλάμε για την παράβαση καθήκοντος, δεν τίθεται θέμα συμμετόχων. Αν η αμετάκλητη παραπομπή σε δίκη για το Ειδικό Δικαστήριο καταλαμβάνει το αδίκημα της διατάραξης συγκοινωνιών με θανατηφόρο αποτέλεσμα, που είναι αδίκημα για το οποίο διώκονται αρκετά από τα μη πολιτικά πρόσωπα στη Λάρισα, εκεί ανοίγει ο δρόμος να κριθούν και οι συμμέτοχοι στη διαδικασία αυτή», λέει ο κ. Μαντάς, ο οποίος εντοπίζει ένα σημαντικότερο ζήτημα σε μια τέτοια εξέλιξη.

«Το Ειδικό Δικαστήριο στο οποίο παραπέμπονται υπουργοί αποφαίνεται αμετακλήτως. Οι συμμέτοχοι δεν έχουν ιδιότητα υπουργική για να παραπέμπονται με τη διάταξη αυτή και να αποφαίνεται αμετάκλητα το δικαστήριο. Δεν προσκρούει στο σημαντικό τους δικαίωμα, που είναι και ευεργετικότερο, για τη δυνατότητα να κριθούν σε δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας;», αναφέρει ο κ. Μαντάς υποστηρίζοντας πως αναφύεται ένα σοβαρό δικονομικό ζήτημα.

7. Η υπόθεση Τριαντόπουλου

Μια στροφή πριν από την έναρξη της ανάκρισης βρίσκεται η υπόθεση του τέως υφυπουργού Χρήστου Τριαντόπουλου για το σκέλος που αφορά στην αλλοίωση του τόπου του δυστυχήματος. Η λίστα με τα ονόματα των δικαστών που θα μπουν στην κλήρωση για το δικαστικό συμβούλιο του άρθρου 86 έχουν πάρει τον δρόμο για τη Βουλή και δεν αποκλείεται η κλήρωση να πραγματοποιηθεί την ερχόμενη εβδομάδα.

«Σε αυτήν την υπόθεση ο ανακριτής του δικαστικού συμβουλίου του άρθρου 86 θα συμπεριλάβει και τους επτά συμμετόχους εις βάρος των οποίων έχει ασκηθεί ποινική δίωξη», αναφέρει ο κ. Μαντάς. Μάλιστα, σε περίπτωση που ο Χρήστος Τριαντόπουλος δεν παραπεμφθεί στο Ειδικό Δικαστήριο, η δικογραφία για το αποκαλούμενο «μπάζωμα» θα διαχωριστεί.

«Θα εκδοθεί βούλευμα του Συμβουλίου του άρθρου 86 και αν απαλλάσσει τον υπουργό και ζητάει παραπομπή των συμμετόχων, αυτοί θα παραπεμφθούν απευθείας στο ακροατήριο».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση