
Του Γιάννη Σουλιώτη
Δίκτυο ρωσικής κατασκοπείας, ίχνη του οποίου εντοπίζονται σε Ελλάδα, Κύπρο, Βουλγαρία, Μαυροβούνιο και Λιθουανία, έφερε στο φως πρόσφατη έρευνα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, σε συνεργασία με την αντίστοιχη υπηρεσία της Λιθουανίας. Κεντρικά πρόσωπα είναι δύο Ελληνες ομογενείς με καταγωγή από την Τσάλκα της Γεωργίας, πόλη που ιδρύθηκε τον 19ο αιώνα από Ελληνες του Πόντου.
Οι συλλήψεις
Ο πρώτος απ’ αυτούς, 53 ετών, ήταν τα τελευταία χρόνια κάτοικος Θεσσαλονίκης, όπου ζουν μονίμως συγγενικά του πρόσωπα. Συνελήφθη τον Μάρτιο στη Λιθουανία κατηγορούμενος για συμμετοχή σε απόπειρα δολοφονίας ενός Ρώσου αντιφρονούντος. Οι διαθέσιμες πληροφορίες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ενεργό στέλεχος της ρωσικής GRU, της στρατιωτικής υπηρεσίας που πραγματοποιεί επιχειρήσεις σαμποτάζ ή ακόμη και εξόντωσης στόχων εκτός της ρωσικής επικράτειας.
Ο δεύτερος, 59 ετών, είναι ελαιοχρωματιστής, κάτοικος Αλεξανδρούπολης, όπου διαμένει με την οικογένειά του. Συνελήφθη πριν από περίπου δέκα ημέρες στην Αλεξανδρούπολη σε επιχείρηση της ΕΥΠ με τη συνδρομή της αστυνομίας και μετά την απολογία του στον ανακριτή κρίθηκε προφυλακιστέος, αντιμετωπίζοντας δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για κατασκοπεία. Φέρεται να είχε στρατολογηθεί τους τελευταίους μήνες από τον 53χρονο, κατ’ εντολήν του οποίου φωτογράφιζε και βιντεοσκοπούσε κινήσεις στρατιωτικού υλικού μέσω του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης.
Η «Κ» ερεύνησε και φέρνει στο φως άγνωστες πτυχές της υπόθεσης, που σημειωτέον είναι η δεύτερη με πρωταγωνιστές στελέχη της GRU στην Ελλάδα, σε διάστημα μόλις δύο ετών.
Ηταν μόλις το 2024 όταν αποκαλύφθηκε πως ένα ζευγάρι Ρώσων, μελών της ρωσικής GRU, είχε βρει καταφύγιο την τελευταία τετραετία στην πολυτελή Villa Elena στη Χαλκιδική. Παρουσιάζονταν ως επιχειρηματίες του τουρισμού, με τις πληροφορίες ωστόσο να αναφέρουν ότι είχαν συμμετάσχει σε τουλάχιστον δύο επιχειρήσεις δολιοφθοράς κατά εργοστασίων όπλων στην Τσεχία και στη Βουλγαρία.
Η παρακολούθηση
Σύμφωνα με αρμόδιους Ελληνες αξιωματούχους, η υπόθεση άρχισε να εκτυλίσσεται προ μηνών, όταν στελέχη της ΕΥΠ εντόπισαν τον 53χρονο να κινείται ύποπτα κοντά στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, απ’ όπου νατοϊκό στρατιωτικό υλικό διακινείται με προορισμό τα πεδία μαχών στην Ουκρανία.
Η παρακολούθησή του ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2024 και ο 53χρονος παρέμεινε στο μικροσκόπιο της ΕΥΠ έως φέτος τον Μάρτιο. Τότε, συνελήφθη στη Λιθουανία με την κατηγορία ότι συμμετείχε σε σχέδιο εξόντωσης ενός Ρώσου αντιφρονούντος, πληροφορία πάντως που δεν επιβεβαιώθηκε επισήμως από αρμόδιους αξιωματούχους στη Λιθουανία, που ρωτήθηκαν σχετικά στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής έρευνας.
Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή των γεγονότων, ήταν η ΕΥΠ που πρώτη συγκέντρωσε στοιχεία για τη δράση του 53χρονου και τις διασυνδέσεις του με τη ρωσική GRU. Και όταν εκείνος ταξίδεψε, τον Μάρτιο, από τη Θεσσαλονίκη στη Λιθουανία, τα στελέχη της ελληνικής υπηρεσίας έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου στους Λιθουανούς συναδέλφους τους.
Λεπτομέρειες για την αποστολή που ο 53χρονος φέρεται να είχε αναλάβει να φέρει σε πέρας για λογαριασμό της GRU στη Λιθουανία δεν έχουν γίνει γνωστές. Η επίθεση και ο βίαιος ξυλοδαρμός του Λεονίντ Βολκόβ, συνεργάτη του νεκρού πλέον ηγέτη της ρωσικής αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι, έχει συμβεί πριν από αρκετούς μήνες και είναι αμφίβολο εάν συνδέεται με την παρουσία του 53χρονου Ελληνα ομογενούς στη Λιθουανία.
Οι αποστολές
Αντιθέτως, υπάρχουν πιο σαφείς ενδείξεις για μυστικές επιχειρήσεις στις οποίες φέρεται να έχει παλαιότερα συμμετάσχει στα Βαλκάνια. Η μία απ’ αυτές αφορά υπόθεση εμπρησμού βιομηχανικής εγκατάστασης στη Βουλγαρία για λογαριασμό της GRU. Η δεύτερη, σχέδιο εξόντωσης (σ.σ. δεν υλοποιήθηκε) ενός Ρώσου πρώην πράκτορα, ο οποίος αυτομόλησε βρίσκοντας καταφύγιο στο Μαυροβούνιο.
Ο λόγος για τον Ντμίτρι Σενίν, στέλεχος της ρωσικής FSB (πρώην KGB), που το 2017 εγκατέλειψε τη Ρωσία και έλαβε πολιτικό άσυλο στο Μαυροβούνιο. O Σενίν θεωρείται λιποτάκτης και από το 2021 εκκρεμεί εις βάρος του ένταλμα σύλληψης των ρωσικών αρχών, αντιμετωπίζοντας ποινή κάθειρξης επτά ετών. Το Μαυροβούνιο το 2023 απέρριψε ρωσικό αίτημα έκδοσης, με τις ρωσικές αρχές σύμφωνα με μια εκδοχή να αναζήτησαν εναλλακτικούς τρόπους προκειμένου να «απονείμουν δικαιοσύνη».
Οι διασυνδέσεις
Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, ίχνη του 53χρονου εντοπίζονται και στην Κύπρο, όπου φέρεται να έχει εκδώσει ρωσικό διαβατήριο. Επιπλέον, φέρεται να έχει και πολιτικές διασυνδέσεις, καθώς σε ανοικτές βάσεις δεδομένων εμφανίζεται ως CEO σε εταιρεία που ελέγχει η κόρη ενός Ρώσου αξιωματούχου.
Μετά τη σύλληψή του τον Μάρτιο, οι Αρχές κατάσχεσαν το κινητό του τηλέφωνο. Ανάμεσα σε όσα εντόπισαν, αποθηκευμένες σε αυτό ήταν παλαιότερες ανταλλαγές μηνυμάτων μέσω WhatsApp με άτομο στην Αλεξανδρούπολη. Μετά σύντομη έρευνα ο συνομιλητής του ταυτοποιήθηκε, εντοπίστηκε και εντέλει συνελήφθη. Πρόκειται για τον 59χρονο ελαιοχρωματιστή που προφυλακίστηκε την περασμένη εβδομάδα διωκόμενος για κακουργηματική κατασκοπεία.
Από τη δικογραφία που σχηματίστηκε εις βάρος του και τέθηκε υπόψη της «Κ», προκύπτει ότι ο συλληφθείς στην προανακριτική απολογία του ομολόγησε ότι γνώριζε τον 53χρονο λόγω της κοινής καταγωγής τους από την Τσάλκα της Γεωργίας. Παραδέχτηκε ακόμη ότι εκείνος τον πλησίασε λίγο πριν από τα Χριστούγεννα και του ζήτησε να φωτογραφίζει τις κινήσεις πολεμικών πλοίων στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης καθώς και το στρατιωτικό υλικό που εκφορτώνεται απ’ αυτά με προορισμό την Ουκρανία. Του πρότεινε αμοιβή, την οποία εκείνος φέρεται να αρνήθηκε.
Στον δικαστικό φάκελο της υπόθεσης υπάρχει και η ένορκη κατάθεση ενός αστυνομικού. Εκείνος περιγράφει ότι ο συλληφθείς στρατολογήθηκε από τον 53χρονο, για τον οποίο μάλιστα αναφέρει ότι συνελήφθη τον Μάρτιο του 2025 για απόπειρα ανθρωποκτονίας στη Λιθουανία, δίχως πάντως να παραθέτει λεπτομέρειες για την ταυτότητα του στόχου.
Τα πειστήρια
Ο διωκόμενος ελαιοχρωματιστής έστειλε συνολικά δύο μηνύματα στον στρατολόγο του μέσω της εφαρμογής κρυπτογραφημένης επικοινωνίας WhatsApp. Περιείχαν συνολικά έξι φωτογραφίες και πέντε ολιγόλεπτα βίντεο, πολλά από τα οποία ήταν τραβηγμένα από το μπαλκόνι του σπιτιού του, που είχε προνομιακή θέα στο λιμάνι.
Οι συνήγοροί του προέβαλαν τον ισχυρισμό ότι τίποτε απ’ όσα έχουν καταγραφεί σε εικόνες και βίντεο δεν είναι απόρρητο. Δεν κατάφεραν να πείσουν ανακριτή και εισαγγελέα, οι οποίοι διέταξαν την προφυλάκιση του 59χρονου. Εγιναν έρευνες σε μια αποθήκη και στο σπίτι του, απ’ όπου κατασχέθηκαν ένα ζευγάρι κιάλια και πέντε παλιά κινητά που –σύμφωνα με την υπεράσπιση– δεν παρουσιάζουν κάποιο ερευνητικό ενδιαφέρον.
Οι σκιές
Ελληνικές και ξένες υπηρεσίες πληροφοριών ερευνούν το ενδεχόμενο το συγκεκριμένο δίκτυο κατασκοπείας και ειδικότερα ο 53χρονος, για τον οποίο υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι εργάζεται για την GRU, να συνδέεται με την υπόθεση της Χαλκιδικής: τον Νικολάι και την Ελενα Σαποσνίκοφ, που σύμφωνα με δημοσιεύματα στον ξένο Τύπο μετείχαν στην ομάδα ειδικών επιχειρήσεων 29155 της GRU και είχαν βρει καταφύγιο στη Χαλκιδική το διάστημα από το 2020 έως το 2024.
Στα εν λόγω δημοσιεύματα αναφέρεται ότι ο Νικολάι Σαποσνίκοφ, που απεβίωσε το 2024, είχε συμμετάσχει για λογαριασμό της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας σε επιχειρήσεις δολιοφθοράς κατά στόχων σε Τσεχία και Βουλγαρία. Προς το παρόν, δεν έχουν προκύψει στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τη διασύνδεση, ωστόσο οι συμπτώσεις στην υπόθεση είναι πολλές για να περάσουν απαρατήρητες.