ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Ο «καρκίνος» που τρώει την Τεχνητή Νοημοσύνη

Η ασταμάτητη τάση ανάπτυξης της ΑΙ βρίσκεται ακόμα σε φάση επενδύσεων χωρίς βιώσιμο πλάνο στον ορίζοντα

Γράφει ο Πάνος Σάκκας

Σχεδόν τρία χρόνια έχουν περάσει από το απόγευμα που το ChatGPT εισέβαλε «δοκιμαστικά» στην καθημερινότητα του μέσου χρήστη, ξεπερνώντας αστραπιαία το ορόσημο των 100 εκατομμυρίων χρηστών σε χρόνο ρεκόρ που δεν είχε καταφέρει ποτέ καμία άλλη εφαρμογή στην ιστορία του Διαδικτύου. Καθώς οι μήνες κυλούσαν, τα συστήματα Τεχνητής Νοημοσύνης άρχιζαν να περνούν με άνεση από πανεπιστημιακές εξετάσεις ιατρικής και νομικής και «προσλαμβάνονταν» σε πολυεθνικές εταιρείες, με τους δημιουργούς της ΑΙ να ευαγγελίζονται τη μεταμόρφωση της αγοράς εργασίας με αύξηση της παραγωγικότητας και «πανσπερμία εφαρμογών».

Παρά τα μεγαλεπήβολα σχέδια ωστόσο που επικαιροποιούν σε κάθε τριμηνιαία έκθεσή τους οι κολοσσοί της ΑΙ, προς το παρόν δεν υπάρχει ούτε ένα ξεκάθαρο οικονομικό πλάνο για κερδοφόρα ΑΙ στο ορατό μέλλον και ο φόβος, η αμφιβολία και η κόπωση επισκέπτονται όλο και πιο έκδηλα τις τάξεις των επενδυτών.

Η πτώση των δεικτών

Την περασμένη εβδομάδα, ένα νέο «κύμα» αστάθειας έγινε ιδιαιτέρως αισθητό, όταν οι μετοχές ορισμένων εκ των κορυφαίων εταιρειών ΑΙ υποχώρησαν. Η Nvidia έπεσε κατά 7%, μόλις λίγες ημέρες μετά τους πανηγυρισμούς για το ιστορικό ορόσημο των 5 τρισ. δολαρίων, από το οποίο έχει πλέον απομακρυνθεί.

Εταιρείες που είχαν πρόσφατα ανακοινώσει πολύ θετικά οικονομικά αποτελέσματα, δεν κατάφεραν να γλιτώσουν από την απογοήτευση των επενδυτών. Μέσα σε δύο εβδομάδες, η Meta Platforms σημείωσε απώλειες 17% ενώ η εταιρεία ΑΙ λογισμικού Palantir υποχώρησε σχεδόν 8% παρά τα ικανοποιητικά αποτελέσματα που ανακοίνωσε τη Δευτέρα.

Η «έκρηξη» της ΑΙ φαίνεται όλο και πιο εύθραυστη, σχολιάζει στον τίτλο πρόσφατης ανάλυσής της η Wall Street Journal, ενώ φουντώνει διεθνώς το ντιμπέιτ για τον κίνδυνο «φούσκας».

Το πρώτο ξεπούλημα;

Ενδεικτική του κλίματος ίσως αποδειχθεί και η απόφαση της ιαπωνικής SoftBank να πουλήσει αιφνιδιαστικά το σύνολο των μετοχών της NVIDIA που είχε στην κατοχή της, αποκομίζοντας 5,83 δισ. δολάρια. Η SoftBank επικαλέστηκε ως βασικό λόγο την πολιτική της για διατήρηση μιας ισχυρής οικονομικής βάσης ώστε να διασφαλίσει πληθώρα ασφαλών επιλογών στους πελάτες της. Βέβαια, πηγή που επικαλείται το CNBC επέμεινε ότι η μαζική πώληση των 32,1 εκατομμυρίων μετοχών έγινε με το βλέμμα σε μία νέα επένδυση 22,5 δισ. δολαρίων στην OpenAI καθώς και την εξαγορά του τμήματος ρομποτικής της ελβετικής ABB. Αυτό το σενάριο όμως μένει να αποδειχθεί.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ο ιαπωνικός όμιλος ρευστοποιεί αιφνιδιαστικά μετοχές σε μία προσπάθεια να «κλειδώσει» ένα μέρος των κεκτημένων: το Vision Fund της εταιρείας υπήρξε από τους πρώτους μεγάλους επενδυτές της Nvidia, αποκτώντας μερίδιο 4 δισ. δολαρίων το 2017, το οποίο είχε πουλήσει εξ ολοκλήρου τον Ιανουάριο του 2019.

Οι «πολύ πραγματικοί» λόγοι ανησυχίας

Βασικότερος λόγος της ανησυχίας πάντως παραμένει το ολοένα και μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ των τεράστιων επενδύσεων σε υποδομές AI και των εσόδων που αυτές αποφέρουν.

Χωρίς βιώσιμο πλάνο

Η OpenAI ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να δαπανήσει 1,4 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα στα επόμενα οκτώ χρόνια, αλλά στην παρούσα φάση τα ετήσια έσοδά της ανέρχονται μόλις σε 20 δισ. δολάρια. Επιπλέον η εταιρεία δεν έχει παρουσιάσει κάποιο πειστικό επιχειρηματικό μοντέλο που να μπορεί να της εξασφαλίσει τα «εκατοντάδες δισεκατομμύρια» που παραδέχεται πως θα χρειαστεί σύντομα.

Η εταιρεία προβλέπει ότι οι ζημίες της θα εκτοξευτούν στα 74 δισ. δολάρια έως το 2028 και σε μία προσπάθεια διαχείρισης της διάχυτης νευρικότητας ο CEO Σαμ Αλτμαν παραδέχτηκε δημοσίως ότι «καταλαβαίνει» όσους ανησυχούν με τις δαπάνες της OpenAI. Θέλοντας να λειτουργήσει «πυροσβεστικά» έσπευσε αμέσως εκτιμήσει δημοσίως πως τα έσοδα της εταιρείας του θα αυξηθούν μέσω νέων συσκευών, μίας υπηρεσίας cloud AI και προγραμμάτων ρομποτικής που προς το παρόν δεν υπάρχουν.

Δανεικά ρεκόρ

Το «άνοιγμα» που απαιτείται για να χρηματοδοτηθούν τα φιλόδοξα πλάνα των μεγάλων παικτών της AI είναι υπερβολικά υψηλό. Τον Σεπτέμβριο, η Oracle υπέγραψε συμφωνία 300 δισ. δολαρίων με την OpenAI για την εξασφάλιση επιπλέον υπολογιστικής ισχύος και άντλησε 18 δισ. μέσω έκδοσης ομολόγων.

Σύμφωνα με έκθεση της Goldman Sachs, στο διάστημα Ιανουαρίου – Οκτωβρίου οι εταιρείες ΑΙ είχαν εκδώσει ομόλογα αξίας 139 δισ. δολαρίων καταγράφοντας αύξηση 23% σε σχέση με το 2024. Τον Οκτώβριο, η Meta Platforms εξασφάλισε χρηματοδότηση 27,3 δισ. δολαρίων για το νέο συγκρότημα data centers στη Λουιζιάνα, μία συμφωνία χωρίς προηγούμενο, ως προς το ύψος του «ιδιωτικού» δανεισμού.

Η ψυχροπολεμική κούρσα ΗΠΑ – Κίνας

Ισως το πιο αναμενόμενο από όλα τα εμπόδια στο τερέν της ΑΙ είναι το γεωπολιτικό σκέλος της, αφού οι μεγαλύτερες δυνάμεις του πλανήτη ανταγωνίζονται, με το βλέμμα στις υπάρχουσες εφαρμογές στη βιομηχανία, την ανάπτυξη φαρμάκων και την άμυνα. Προσβλέπουν ακόμα στον άπιαστο προς το παρόν στόχο του «singularity», της δυνατότητας ανάπτυξης μιας υπερ-νοημοσύνης που θα επισκιάσει σε IQ και δυνατότητες την ανθρωπότητα αλλά και όλα τα υφιστάμενα συστήματα Τεχνητής Νοημοσύνης.

Οι ΗΠΑ επιχειρούν να περιχαρακώσουν τις προηγμένες τεχνολογίες που αναπτύσσονται στη Σίλικον Βάλεϊ, με αυστηρούς περιορισμούς στις εξαγωγές των τσιπ τελευταίας τεχνολογίας της Nvidia, και η Κίνα περιστρέφει τη «στρόφιγγα» των σπάνιων γαιών που απαιτούνται για τα τσιπ του μέλλοντος. Νωρίτερα μέσα στη χρονιά, το Πεκίνο κατάφερε να ταράξει τα νερά με τα αποκαλυπτήρια του DeepSeek, του συστήματος ΑΙ που, όπως ισχυρίστηκαν οι δημιουργοί του, αναπτύχθηκε και εκπαιδεύτηκε με υποπολλαπλάσιο κόστος από το ChatGPT. Την ώρα που οι εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης συνήθως εκπαιδεύουν τα chatbots τους χρησιμοποιώντας υπερυπολογιστές με τουλάχιστον 16.000 εξειδικευμένα τσιπ, η DeepSeek υποστήριξε ότι χρειάστηκε μόλις 2.000.

Είτε ευσταθούσαν είτε όχι, οι ισχυρισμοί αυτοί κλόνισαν την εμπιστοσύνη των επενδυτών, τροφοδοτώντας νέο γύρο δυσπιστίας προς τους κοστοβόρους πρωτοπόρους όπως η OpenAI.

Δεν υπάρχουν αρκετές κιλοβατώρες
Οι υπηρεσίες τεχνητής νοημοσύνης απαιτούν τεράστια data centers, υπερσύγχρονα τσιπ και ισχυρότατους σέρβερ, υποδομές που «δεν στήνονται από τη μια μέρα στην άλλη» με τις εταιρείες ΑΙ να αναγνωρίζουν πως θα χρειαστούν ακόμα χρόνια επενδύσεων πριν διαφανεί «φως στο τούνελ».

Με φόντο το υπέρογκο κόστος λειτουργίας των ΑΙ συστημάτων, που κάνει πολύ πιο ακριβή ακόμα και την πιο απλή ερώτηση στο ChatGPT σε σύγκριση με την «παλιά, καλή» μηχανή αναζήτησης της Google, η Σίλικον Βάλεϊ αναζητά νέες πηγές ενέργειας για να τροφοδοτήσει τα data centers.

Τεχνολογικοί κολοσσοί στρέφονται μαζικά προς την πυρηνική ενέργεια. Η Microsoft εντάχθηκε πρόσφατα στη World Nuclear Association, ενώ οι Google και Amazon επενδύουν επίσης σε πυρηνικά έργα, προτιμώντας μια διαφορετική προσέγγιση που υπόσχεται λιγότερους κινδύνους χάρη στη νέα τεχνολογία των μικρών αντιδραστήρων (SMRs). Οσο όμως τα πυρηνικά σχέδια παραμένουν… σχέδια, οι ΑΙ υπηρεσίες παρουσιάζουν προβλήματα και καθυστερήσεις εξαιτίας της έλλειψης ενέργειας.

Ο «χρησμός» του Mr. Big Short
Μία διαφορετική, πιθανή διάσταση του ζητήματος, επιχείρησε να επισημάνει ο Μάικλ Μπέρι, ο επενδυτής που απέκτησε διεθνή φήμη αφότου το φιλμ «The Big Short» αποτύπωσε στη μεγάλη οθόνη πώς ο ίδιος είχε προβλέψει πριν από όλους την κατάρρευση της αμερικανικής αγοράς ακινήτων το 2008.

Πρόσφατα, ο Μπέρι προκάλεσε αναταράξεις στην αγορά της ΑΙ, «σορτάροντας» αναφανδόν τον κλάδο της Τεχνητής Νοημοσύνης, αφού προειδοποίησε πως μερικές από τις μεγαλύτερες τεχνολογικές εταιρείες των ΗΠΑ εφαρμόζουν «επιθετικές» λογιστικές πρακτικές για να παρουσιάζουν διογκωμένα κέρδη από τις υπάρχουσες εφαρμογές ΑΙ.

Με ανάρτησή του στο X, ο ιδρυτής της Scion Asset Management υποστήριξε ότι οι μεγάλοι πάροχοι υπηρεσιών cloud και υποδομών AI υποτιμούν τις αποσβέσεις των παγίων τους, με το να εκτιμούν πως τα τσιπ θα έχουν μεγαλύτερο κύκλο ζωής απ’ ό,τι ισχύει στην πραγματικότητα.

«Η μαζική αύξηση των επενδύσεων μέσω αγοράς τσιπ και servers της Nvidia, με κύκλο προϊόντος δύο έως τριών ετών, δεν θα έπρεπε να συνεπάγεται την παράταση της ωφέλιμης ζωής του υπολογιστικού εξοπλισμού. Κι όμως, αυτό ακριβώς έχουν κάνει όλοι οι μεγάλοι πάροχοι υποδομών (hyperscalers)», έγραψε ο Μπέρι προσθέτοντας πως αυτή η μέθοδος είναι «μία από τις πιο συνηθισμένες μορφές απάτης της σύγχρονης εποχής». Εκανε δε ιδιαίτερη μνεία στις Oracle και Meta Platforms, υποστηρίζοντας ότι τα κέρδη τους θα μπορούσαν να εμφανιστούν αυξημένα κατά περίπου 27% και 21% αντίστοιχα, έως το 2028.

Αλήθεια, πάντως, παραμένει ότι προς το παρόν δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις επιβράδυνσης στις επενδύσεις του κλάδου: φέτος οι μεγάλοι παίκτες της Τεχνητής Νοημοσύνης θα επενδύσουν αθροιστικά περί τα 400 δισ. δολάρια. Το ερώτημα είναι πότε –ή αν– θα πάρουν αυτά τα χρήματα πίσω.

Με πληροφορίες από WSJ, BBC, CNBC, NYT

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Νέα: Τελευταία Ενημέρωση