
Σταύρος Ιωαννίδης
Ο «πόλεμος των 12 ημερών» όπως βάπτισε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τη σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν θα μείνει στην ιστορία για μια σειρά από λόγους. Εκτός από την πρώτη ευρεία σύγκρουση των δύο χωρών, η οποία σιγόβραζε για δεκαετίες, αποτελεί και την πρώτη καταγεγραμμένη σύρραξη στην ιστορία με ευρεία χρήση βαλλιστικών όπλων. Δύο αντιμαχόμενοι, χωρίς κοινά σύνορα, με περισσότερα από χίλια χιλιόμετρα και τρεις χώρες ανάμεσά τους, αναμετρήθηκαν για δώδεκα ημέρες χρησιμοποιώντας ο ένας το βαλλιστικό του οπλοστάσιο και ο άλλος την αεροπορία του.
Τα συμπεράσματα που εξάγουν τα επιτελεία ένοπλων δυνάμεων είναι πολλά και χρήσιμα, όπως αντίστοιχα διδάγματα προκύπτουν και για τις υπηρεσίες πολιτικής προστασίας. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο όμως, είναι η εκτεταμένη χρήση βαλλιστικών όπλων, ένα σενάριο που έως τώρα είχαμε δει μόνο στην κινηματογραφική του εκδοχή, με εξαίρεση την περιορισμένη σε εύρος χρήση πυραύλων Scud (μόλις 46) κατά τη σύγκρουση Ιράν – Ιράκ το 1991.
Θέμα στατιστικής
Ο πόλεμος Ισραήλ – Ιράν είχε πολλές ιδιαιτερότητες. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές συγκρούσεις, αυτός ο πόλεμος δεν είχε μέτωπο. «Πεδίο μάχης» ήταν ολόκληρη η επικράτεια κάθε αντιμαχόμενου. Αντιστοίχως, δεν υπήρχε πουθενά ασφάλεια. Δεν υπήρχαν ζώνες στρατιωτικών επιχειρήσεων μέσα στις οποίες δρουν μόνο οι ένοπλες δυνάμεις. Με άλλα λόγια, ειδικά στην περίπτωση του Ισραήλ που δεχόταν τα τυφλά χτυπήματα της Τεχεράνης, η επιβίωση στα μεγάλα αστικά κέντρα όπως το Τελ Αβίβ, η Χάιφα και η Μπερσεβά ήταν θέμα στατιστικής. Κάθε φορά που ακουγόταν ο ήχος της σειρήνας, υπήρχε η αίσθηση του άμεσου κινδύνου. Ακόμη και τα καταφύγια, υπόγεια και υπέργεια, δεν μπορούσαν να αποτρέψουν την απώλεια αμάχων σε περίπτωση απευθείας πλήγματος, απλώς αυξάναν τις πιθανότητες επιβίωσης.
Από την άλλη πλευρά, οι επιχειρήσεις των ισραηλινών φαίνεται πως ήταν πιο στοχευμένες, με κατευθυνόμενα όπλα που διακρίνονται για την ακρίβεια τους. Ωστόσο, το Ιράν ανακοινώνει μεγάλο αριθμό απωλειών στον άμαχο πληθυσμό, πολλαπλάσιο του Ισραήλ, από τις επιχειρήσεις στην Τεχεράνη και άλλα αστικά κέντρα που είχαν ως στόχο την ηγετική αλυσίδα των φρουρών της επανάστασης ή τους πυρηνικούς επιστήμονες του Ιράν. Σε αυτόν το πόλεμο, το Ιράν χτυπούσε από αποστάσεις μεγαλύτερες των 1.300 χιλιομέτρων, ενώ το Ισραήλ έχοντας την αεροπορική υπεροχή, είχε τη δυνατότητα να πραγματοποιεί πλήγματα με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια.
Βαλλιστικοί πύραυλοι
Από την έναρξη της επιχείρησης «Rising Lion», έναυσμα της οποίας αποτέλεσε η ισραηλινή αεροπορική επιδρομή εναντίον του Ιράν τα ξημερώματα της Παρασκευής 13 Ιουνίου, η Τεχεράνη εξαπέλυσε περισσότερους από 550 βαλλιστικούς πύραυλους. Αν και τα ποσοστά αναχαιτίσεων της ισραηλινής αεράμυνας είναι θεαματικά υψηλά, ξεπερνούν σύμφωνα με τους IDF το 90%, 29 άμαχοι έχασαν τη ζωή τους είτε από απευθείας πλήγματα ή από τα θραύσματα των πυραύλων. Οι τραυματίες ξεπερνούν τις 3.000, με 15 άτομα να παραμένουν στα νοσοκομεία της χώρας σε κρίσιμη κατάσταση. 30.809 αναφορές για ζημιές σε κτίρια και 3.713 κατεστραμμένα αυτοκίνητα έχουν συγκεντρώσει έως τώρα οι ισραηλινές αρχές, ενώ, περισσότεροι από 15.500 πολίτες έχουν εκκενωθεί από τα σπίτια τους.
Συναγερμός
Ο ήχος της σειρήνας ακούστηκε χιλιάδες φορές στο Ισραήλ κατά τη διάρκεια της δωδεκαήμερης σύγκρουσης. Για την ακρίβεια, σύμφωνα με τα στοιχεία των IDF, ήχησε περισσότερες από 21.000 φορές, κυρίως κατά τη διάρκεια της νύχτας, στέλνοντας περίπου δέκα εκατομμύρια πολίτες στα καταφύγια. Η διαχείριση του άμαχου πληθυσμού αποδείχτηκε από μόνη της μια απαιτητική άσκηση, με την ιστοσελίδα της διοίκησης εσωτερικού μετώπου να δέχεται περισσότερες από 300 εκατομμύρια επισκέψεις.