ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μάικλ Κάρπεντερ στην «Κ»: Πρόκληση για τις ΗΠΑ στη Μεσόγειο η Τουρκία

Ο κ. Κάρπεντερ συμφωνεί ότι η Κύπρος έχει το δικαίωμα να αναπτύξει τους πόρους της

Kathimerini.gr

Οι εξαιρετικές ελληνοαμερικανικές σχέσεις είναι «μία από τις λίγες ευχάριστες νότες» της ατλαντικής σχέσης, εκτιμά ο Μάικλ Κάρπεντερ, διευθυντής του Κέντρου Penn Biden και στενός συνεργάτης του τέως αντιπροέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν. Εκτός από τους «ισχυρούς δεσμούς» του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ και τον «φανταστικό πρέσβη» στην Αθήνα Τζέφρεϊ Πάιατ, τις αποδίδει επίσης στις εξελίξεις στην περιοχή μας. Οπως εξηγεί στην «Κ», «η στρατηγική κατάσταση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ανατολική Μεσόγειο είναι τέτοια, που καθώς η Τουρκία γίνεται ολοένα και λιγότερο αξιόπιστος εταίρος στο ΝΑΤΟ και περισσότερο πρόκληση για τα συμφέροντα ασφαλείας των ΗΠΑ στην περιοχή, είναι φυσικό να εξαρτιόμαστε ολοένα περισσότερο από την Ελλάδα. Επίσης, η Ελλάδα μοιράζεται τις αξίες μας, είναι μία Δημοκρατία αφοσιωμένη σε μία Ευρώπη ολόκληρη, ελεύθερη και ειρηνική, ενώ η Τουρκία παίζει έναν πολύ επικίνδυνο ρόλο στην Κύπρο, στη Συρία, στη Λιβύη και άλλα μέρη της περιοχής».

Στην ερώτηση πώς η τουρκική εξωτερική πολιτική «προβολής δύναμης» επηρεάζει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις αλλά και την περιοχή, ο κ. Κάρπεντερ απαντά ότι «ναι, νομίζω πως είναι αποσταθεροποιητικές, κάποιες από τις ενέργειές της. Θα θυμάστε για παράδειγμα την παράδοση υπόπτων ως γκιουλενιστών από το Κοσσυφοπέδιο στην Τουρκία, με εξωδικαστικά μέσα. Αυτό υπονομεύει το δίκαιο και τα Δυτικά Βαλκάνια, δεν μπορεί λοιπόν να γίνει αποδεκτό. Η επέμβαση της Τουρκίας ή οι απειλές παρέμβασης με εξορύξεις στην κυπριακή ΑΟΖ επίσης παραβιάζουν το δίκαιο. Επίσης εμποδίζουν την πρόοδο για την επίλυση του Κυπριακού, διότι δημιουργούν εχθρότητα στις δύο πλευρές, την ώρα που πιθανώς σημαντικά έσοδα από τους υδρογονάνθρακες θα μπορούσαν να φέρουν τις δύο πλευρές κοντά και να μας επιτρέψουν να φτάσουμε σε μία λύση. Σε διάφορες περιοχές, λοιπόν, η Τουρκία είναι περισσότερο αιτία προβλημάτων παρά πηγή λύσεων, γι’ αυτό νομίζω οι σχέσεις με τις ΗΠΑ είναι τόσο τεταμένες τώρα».

Ερωτώμενος πώς αξιολογεί τις εντάσεις που έχει δημιουργήσει η υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου που αγνοεί την υφαλοκρηπίδα των ελληνικών νησιών, ο κ. Κάρπεντερ απαντά ότι «αυτή η συμφωνία με τη Λιβύη για την οριοθέτηση των υπεράκτιων υδάτων τους είναι ένα ακόμη παράδειγμα των τουρκικών “νομικών επιχειρήσεων” (σ.σ. κατά τις «πολεμικές επιχειρήσεις»). Από την άλλη, αυτή η συμφωνία είμαι σίγουρος ότι θα αμφισβητηθεί σε διάφορα διεθνή δικαστήρια στο μέλλον, άρα δεν γνωρίζω να έχει άμεση επίπτωση σε κάποια σχέδια αγωγών. Διότι o αγωγός EastMed είναι ακόμη πολύ μακριά καθώς η εμπορική βιωσιμότητα αυτού του έργου αμφισβητείται... Και φυσικά, η κατάσταση στη Λιβύη είναι τόσο ασταθής που ποιος ξέρει τι θα γίνει με τη λιβυκή κυβέρνηση από τη μία μέρα στην άλλη. Αλλά φυσικά, δημιουργεί εντάσεις».

Να πέσουν οι τόνοι

Πώς θα μπορούσαν, όμως, οι ΗΠΑ να αποτρέψουν ένα θερμό επεισόδιο, σε περίπτωση που ένα τουρκικό ερευνητικό πλοίο ή γεωτρύπανο δραστηριοποιούνταν επί ελληνικής υφαλοκρηπίδας; «Αυτό που νομίζω ότι χρειάζεται είναι μία παρέμβαση των ΗΠΑ με κάποιες πολύ καθαρές κουβέντες, ιδιαίτερα με τους Τούρκους. Διότι, ειλικρινά, όπως βλέπω εγώ την κατάσταση, η Τουρκία είναι εκείνη που αποκόπτεται ολοένα περισσότερο από το διεθνές κανονιστικό σύστημα… για παράδειγμα με την επέμβασή της στη Λιβύη. Νομίζω ότι έγκειται στην Τουρκία να ρίξει τους τόνους και να διαδραματίσει έναν πιο δημιουργικό ρόλο.

Γνωρίζω ότι πιο εύκολα λέγεται παρά γίνεται αυτό, χρειάζονται κίνητρα, μάλλον και θετικά και αρνητικά, σε κάθε συζήτηση που έχουν οι ΗΠΑ με την Τουρκία. Και το ζήτημα περιπλέκεται λόγω των S-400 και μιας σειράς άλλων θεμάτων, συμπεριλαμβανομένου του πολύ βοηθητικού ρόλου της Τουρκίας στη συγκράτηση των μεταναστευτικών ροών στην Ευρώπη. Υπάρχουν πολλά συμφέροντα με την Τουρκία και θα ήταν καλύτερο να έχουμε μία καλύτερη σχέση. Οσο πιο πολύ υποφέρει η σχέση τόσο πιο δύσκολο είναι να επιτύχουμε αυτό που θέλουμε, και τόσο πιο εύκολο για τους Τούρκους να απομακρυνθούν και να αναλάβουν δικές τους μονομερείς δράσεις».

Τονίζοντας τον κεντρικό ρόλο της Ανατολικής Μεσογείου ως το σταυροδρόμι της Ευρώπης με τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, αλλά και «μεταξύ του κόσμου των φιλελεύθερων δημοκρατιών και των πιο ολιγαρχικών, αυταρχικών συστημάτων ανατολικά και νότια», ο Αμερικανός πρώην διπλωμάτης αναλύει το ενδιαφέρον των ΗΠΑ στην περιοχή, λέγοντας ότι «είναι κρίσιμο να διατηρήσουμε τα δυτικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, και η Κύπρος είναι κεντρικό μέρος αυτού – η Κύπρος και το Ισραήλ, που είναι δύο δημοκρατίες στην Ανατολική Μεσόγειο οι οποίες υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ. Προφανώς η σχέση μας με το Ισραήλ είναι διαφορετική, έχει ένα πολύ ισχυρό στοιχείο άμυνας και ασφάλειας, κάτι που δεν έχουμε με την Κύπρο. Αλλά χρειάζεται να ενισχύσουμε τους δεσμούς μας στην περιοχή κι επίσης τους δεσμούς μεταξύ Ελλάδος, Κύπρου και Ισραήλ, διότι αυτές οι δημοκρατίες μοιράζονται τις αξίες μας και όταν συνεργάζονται, μπορούν να επιτύχουν περισσότερα από όταν δρουν μεμονωμένα».

Η Κύπρος

Ο κ. Κάρπεντερ συμφωνεί ότι η Κύπρος έχει το δικαίωμα να αναπτύξει τους πόρους της και προσθέτει ότι «επίσης πιστεύω πως όλοι οι πολίτες στην Κύπρο δικαιούνται να επωφεληθούν από τα έσοδα από τους υδρογονάνθρακες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ζουν στον Βορρά. Και είμαι σίγουρος ότι μπορεί να βρεθεί μία συμφωνία για μία δίκαιη διανομή των κερδών από τις εξορύξεις». Ο ίδιος θεωρεί, όμως, ότι «ο ρόλος της Τουρκίας δεν μας επιτρέπει να φτάσουμε σε μία λύση στο Κυπριακό. Ημασταν πολύ κοντά στο Κραν-Μοντανά πριν από δύο χρόνια, και δυστυχώς λόγω κυρίως της τουρκικής πλευράς η διεθνής κοινότητα δεν κατάφερε να πείσει τα μέρη να φτάσουν σε μια λύση».

Ο πρώην σύμβουλος Εξωτερικής Πολιτικής του αντιπροέδρου Μπάιντεν θεωρεί ότι «είναι πραγματική τραγωδία ότι κατά τα τελευταία τρία χρόνια ο πρόεδρος Τραμπ έχει υπονομεύσει τη στενότερη συμμαχία με τους δημοκρατικούς μας εταίρους και φίλους ανά τον κόσμο... Αυτό μας πάει πίσω στην αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα, είτε πρόκειται για μεγάλες δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα, είτε για άλλου είδους προκλήσεις όπως μία πανδημία».

Εξομολογείται ότι τον φοβίζει πόσο αδύναμη είναι η ατλαντική σχέση και τονίζει ότι η συμβουλή του προς τον υποψήφιο Μπάιντεν θα ήταν «να ηγηθεί με το δικό του παράδειγμα, να δείξει ότι στις ΗΠΑ λειτουργεί ο νόμος, να τείνει το χέρι στους Ευρωπαίους συμμάχους και να τους μεταφέρει ότι δεν είναι στρατηγικός μας αντίπαλος, είμαστε σύμμαχοι και θέλουμε να συνεργαστούμε για να αναπτύξουμε ένα κοινό στρατηγικό όραμα για την αντιμετώπιση μιας σειράς από θέματα: την ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων… την αποτροπή της ρωσικής επιθετικότητας, την αντιμετώπιση της διαφθοράς και του “μαύρου” χρήματος, τον περιορισμό της κινεζικής οικονομικής και τεχνολογικής επιρροής».

Οπως λέει, όμως, «το πρόβλημα είναι ότι τόσα μέλη της ομάδας εξωτερικής πολιτικής του προέδρου Τραμπ, ενώ επαναλαμβάνουν το σλόγκαν του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων, κάνουν ό,τι μπορούν για να μας στερήσουν τα εργαλεία να τον αντιμετωπίσουμε… Αντί να ενισχύουμε τις συμμαχίες μας για να αντιμετωπίσουμε τη Ρωσία και την Κίνα, αυτή η κυβέρνηση τις έχει αποδυναμώσει».

Η Ρωσία

Οσο για τη θέση της Ρωσίας, ο κ. Κάρπεντερ τονίζει ότι πολλές από τις ευρωπαϊκές προσπάθειες να την ενσωματώσουν σε μια ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας είναι «άστοχες»: «Δεν θα έπρεπε να βαυκαλιζόμαστε ότι η Ρωσία του Πούτιν μοιράζεται τα ίδια συμφέροντα ή αξίες με τη δυτική δημοκρατική κοινότητα», λέει. Αντίθετα, εκτιμά ότι «ένα από τα κεντρικά μοτίβα του Κρεμλίνου είναι να υπονομεύσει τις δυτικές, φιλελεύθερες δημοκρατίες και να διχάσει τη Βορειοατλαντική κοινότητα, να σπείρει όσο γίνεται περισσότερες διχόνοιες». Μάλιστα, εκτιμά ότι η Μόσχα μοιράζεται με την Αγκυρα τον στόχο της προστασίας των αυταρχικών καθεστώτων από τις δημοκρατικές πιέσεις. Ενώ όμως αναγνωρίζει τη στρατηγική προσέγγιση Τουρκίας - Ρωσίας, με αύξηση και των εμπορικών σχέσεων, εκτιμά ότι αυτή έχει τα όριά της, που θεωρεί ότι πλησιάζουν, καθώς υπάρχουν πολλά που χωρίζουν τις δύο χώρες, συμπεριλαμβανομένων των διαφορετικών στρατοπέδων στα οποία βρίσκονται στη Συρία και στη Λιβύη. Γι’ αυτό και προβλέπει ότι «μπορεί να δούμε περισσότερη ένταση στη σχέση» στο μέλλον, «παρά περισσότερη συνεργασία».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

Ο ηγέτης του Κρεμλίνου έχει τον τρόπο να φέρνει τους κανόνες του παιχνιδιού στα μέτρα του και να εξουδετερώνει (πολιτικά ...
Kathimerini.gr
 |  ΚΟΣΜΟΣ