
Τα πρώτα λεπτά της ομιλίας του Ντόναλντ Τραμπ μετά τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ την προηγούμενη εβδομάδα ακολούθησαν την τυπική στρατηγική του προέδρου. Εξήρε το θύμα, ζήτησε από τον Θεό να προσέχει την οικογένειά του και μίλησε σε πένθιμο ύφος για μια «σκοτεινή στιγμή για την Αμερική».
Υστερα άλλαξε στάση και άρχισε να κατηγορεί θυμωμένος την Αριστερά για το έγκλημα, ορκιζόμενος εκδίκηση. Στο σημείο αυτό, έμειναν άναυδοι ακόμη και άνθρωποι που σε γενικές γραμμές υποστηρίζουν τον πρόεδρο και τις πολιτικές του.
Λίγο αργότερα, ένας παρουσιαστής του καναλιού Fox News παρατήρησε, μιλώντας στον Τραμπ, πως «υπάρχουν εξτρεμιστές στα δεξιά» όπως ακριβώς υπάρχουν και «εξτρεμιστές στα αριστερά» και έθεσε το ερώτημα: «Πώς θα γίνουμε πάλι ενωμένοι;». Ο πρόεδρος, όμως, απέρριψε τον συλλογισμό. Οι εξτρεμιστές στα δεξιά είναι νομιμοποιημένοι, είπε, γιατί κινούνται από θυμό ενάντια στο έγκλημα. «Οι εξτρεμιστές στα αριστερά είναι το πρόβλημα», πρόσθεσε. «Και είναι βάναυσοι. Είναι φρικτοί».
Ο Τραμπ έχει καταστήσει εδώ και καιρό ξεκάθαρο ότι η συσπείρωση δεν είναι ο βασικός στόχος της προεδρίας του· σε μια εποχή βαθιάς πόλωσης της αμερικανικής κοινωνίας. Ενώ οι περισσότεροι πρόεδροι προσπαθούν να «χαμηλώσουν τη θερμοκρασία» σε περιόδους εθνικής κρίσης, ο Τραμπ επιλέγει να ρίξει λάδι στη φωτιά. Δεν εγγράφεται στην πολιτική παράδοσή του να είναι πρόεδρος για όλο τον λαό. Λειτουργεί ως πρόεδρος της κόκκινης Αμερικής (στον εκλογικό χάρτη) και μόνο των ανθρώπων που τον ψήφισαν, ενώ εκείνοι που διαφωνούν μαζί του παρουσιάζονται σαν εχθροί και προδότες που πρέπει να πληρώσουν.
Ο «έσωθεν κίνδυνος»
Η αίσθηση του Τραμπ ότι κυβερνά εν καιρώ ενός πολέμου εναντίον κατοίκων της ίδιας του της χώρας δείχνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο το πόσο διαφορετική είναι η δική του προεδρική θητεία. Κατά τη διάρκεια της περυσινής προεκλογικής του καμπάνιας, ο ίδιος διατυμπάνισε πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις ΗΠΑ είναι αυτή τη στιγμή ο «έσωθεν κίνδυνος». Πλέον, κυβερνά μια χώρα που μοιράζεται ανάμεσα σ’ εκείνους που τον υποστηρίζουν και στους υπολοίπους. Τις τελευταίες ημέρες έχει δεσμευθεί να αναπτύξει τον στρατό στις πόλεις που κυβερνούν οι Δημοκρατικοί, ενώ στέλνει χρήματα με τη μορφή κονδυλίων για ανάκαμψη από φυσικές καταστροφές στις πολιτείες που κυβερνούν οι σύμμαχοί του.
Αυτός ο τρόπος θέασης της πραγματικότητας αντανακλά την ίδια την προσωπικότητα του Τραμπ, ο οποίος πλοηγήθηκε στις μπίζνες, στην τηλεόραση και τελικά στην ίδια την πολιτική με μια φιλοσοφία «εμείς εναντίον όλων»· «κάποιοι κερδίζουν και κάποιοι χάνουν». Δεν μπορεί να προσφέρει παρηγοριά. Εχει ανάγκη από εχθρούς. Και με το Δημοκρατικό Κόμμα διασπασμένο και χωρίς ηγέτη, παρουσιάζει τον εαυτό του σαν τον τιμωρό της αμερικανικής Αριστεράς, η οποία, όπως λέει, έχει γίνει πιο εξτρεμιστική από ποτέ.
Ολοι οι προηγούμενοι πρόεδροι υποστήριζαν πως θέλουν να ξεπεράσουν τη διχόνοια και να υπηρετήσουν όλο τον λαό, ακόμη κι εκείνους που διαφωνούν μαζί τους. Είναι γεγονός ότι κανείς δεν πέτυχε αυτό τον φιλόδοξο στόχο και άλλωστε το νόημα της πολιτικής είναι τελικά η συζήτηση των διαφορών μας. Κανείς όμως δεν έχει παίξει το χαρτί της διαίρεσης τόσο συχνά και με τόση εμμονή όσο ο Τραμπ, του οποίου αποτελεί τον χαρακτηριστικό τρόπο άσκησης πολιτικής.
Ο Τραμπ έχει, βεβαίως, δίκιο όταν λέει ότι οι αντίπαλοί του τον έχουν αποκαλέσει «φασίστα» και «ναζί». Η κριτική του για την εμπρηστική ρητορική, ωστόσο, είναι οπορτουνιστική. Ο ίδιος αποκάλεσε προσφάτως τον Δημοκρατικό υποψήφιο για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης «κακό κομμουνιστή», ενώ στην πρώτη του θητεία είχε πει πως οι πολιτικοί του αντίπαλοι και οι δημοσιογράφοι είναι «διαβολικοί».
Αντιστοίχως η ανησυχία του για την πολιτική βία εξαρτάται από το ποιος απειλείται από αυτήν. Ο ίδιος έδωσε χάρη σε 1.500 οπαδούς του που πραγματοποίησαν έφοδο στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021. Κάποια στιγμή δεν αρνήθηκε την πιθανότητα να δώσει χάρη ακόμη και στους ανθρώπους που σχεδίαζαν να απαγάγουν τη δημοκρατική κυβερνήτρια του Μίσιγκαν, Γκρέτσεν Γουίτμερ.
Προεκλογική εκστρατεία
Κατά τη διάρκεια της περυσινής προεκλογικής εκστρατείας, παραπονέθηκε ότι χρειαζόταν περισσότερη προστασία από τη Μυστική Υπηρεσία, αλλά μετά την ανάληψη των καθηκόντων του αφαίρεσε την κυβερνητική προστασία από άτομα που δεν του άρεσαν, όπως ο δρ Αντονι Φάουτσι, ο στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Τζον Μπόλτον. Μόλις τον περασμένο μήνα, ο Τραμπ ακύρωσε μάλιστα την εκτεταμένη προστασία της Μυστικής Υπηρεσίας για την πρώην αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις.
Με τόσο μίσος στον αέρα, όμως, ακόμη και ο Τραμπ προσπαθεί εδώ και λίγες ημέρες να προωθήσει μια εκδίκηση άλλου τύπου. «Αν θέλετε εκδίκηση», δήλωσε μετά τη δολοφονία του Κερκ, «τότε να την αναζητήσετε στην κάλπη».
Πηγή: The New York Times