
Kathimerini.gr
Γράφει ο Γιώργος Σκαφίδας
Σχεδόν τέσσερις μήνες μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, ο Ντόναλντ Τραμπ επιστρέφει πια –διά ζώσης– και στη διεθνή σκηνή, πραγματοποιώντας την πρώτη περιοδεία της νέας θητείας του εκτός των αμερικανικών συνόρων.
Το ταξίδι του Αμερικανού προέδρου στη Ρώμη στα τέλη Απριλίου ήταν μεν το πρώτο της νέας τετραετίας Τραμπ στο εξωτερικό, ωστόσο δεν ήταν προγραμματισμένο. Προέκυψε ξαφνικά, έπειτα από τον αδόκητο χαμό του Πάπα Φραγκίσκου.
Από 13 έως 15 Μαΐου
Στον αντίποδα, τα πρώτα –προγραμματισμένα εδώ και καιρό– ταξίδια του Αμερικανού προέδρου εκτός των συνόρων αναμένονται αυτήν την εβδομάδα, με τον Ντόναλντ Τραμπ να μεταβαίνει σε Σαουδική Αραβία, Κατάρ και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα το διάστημα μεταξύ 13 και 15 Μαΐου, «προς αναζήτηση “ειδυλλίων με ξένους ηγέτες” και δισεκατομμυρίων» («Donald Trump seeks bromance and billions») όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά οι Financial Times σε ανάλυσή τους.
Ο Τραμπ αναμένεται στο Ριάντ, την πρωτεύουσα της Σαουδικής Αραβίας, στις 13 Μαΐου, όπου θα παραμείνει για σχεδόν ένα διήμερο, προτού μεταβεί στο Κατάρ στις 14 Μαΐου και εν συνεχεία στα ΗΑΕ την αμέσως επομένη.
Ο 78χρονος Τραμπ δεν το έχει κρύψει ότι προσεγγίζει τους Αραβες προσδοκώντας επενδύσεις και «πετροδολάρια», όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι FT. Διόλου τυχαία, μαζί με τον Αμερικανό πρόεδρο θα βρίσκονται στο Ριάντ αυτήν την εβδομάδα ουκ ολίγοι επιχειρηματίες: ο Ελον Μασκ (Tesla, SpaceX, X κ.ά.), ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ (Facebook, META κ.ά.), ο Σαμ Αλτμαν (OpenAI), ο Λάρι Φινκ (BlackRock) κ.ά.
«Τόσα δίνω, πόσα θες»
Ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν έχει ήδη διαμηνύσει, από την πλευρά του, ότι το Ριάντ θα μπορούσε να επενδύσει περί τα 600 δισεκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ μέσα σε διάστημα τεσσάρων ετών (κατά τη διάρκεια δηλαδή της νέας θητείας Τραμπ). Ωστόσο, ο Αμερικανός πρόεδρος θα ήθελε οι Σαουδάραβες να επενδύσουν ακόμη περισσότερα: 1 τρισ. δολ. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν, κι εκείνα, ανοίξει παράθυρο για επενδύσεις στις ΗΠΑ συνολικού ύψους 1,4 τρισ. δολ. μέσα σε διάστημα όμως 10 ετών, ενώ η ηγεσία του Κατάρ αναμένεται να παρουσιάσει στον Τραμπ επενδυτικά σχέδια ύψους εκατοντάδων δισ. δολ. όταν θα τον υποδεχθεί στην Ντόχα μέσα στην εβδομάδα.
Μάλιστα ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με το Κατάρ, τα περασμένα 24ωρα είδαν το φως της δημοσιότητας πληροφορίες (ελαφρώς «νεφελώδεις» προς το παρόν) που θέλουν την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ να ετοιμάζεται να δεχτεί ως δώρο από τον καταριανή ηγεσία ένα υπερπολυτελές αεροσκάφος τύπου Boeing 747-8 το οποίο πρόκειται να πάρει τη θέση του νυν προεδρικού αμερικανικού αεροσκάφους Air Force One.
Οι –πλούσιες σε υδρογονάνθρακες– χώρες του Κόλπου φιγουράρουν μεταξύ των μεγαλύτερων αγοραστών αμερικανικών οπλικών συστημάτων διεθνώς, ενώ οι εισαγωγές τους, τις οποίες η διοίκηση Τραμπ προτίθεται να διευκολύνει, προσανατολίζονται πια πιο έντονα και στον χώρο των προηγμένης τεχνολογίας αμερικανικών μικροτσίπ. Αλλά και αντιστρόφως, οι ίδιες χώρες έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για επενδύσεις στις ΗΠΑ, σε τομείς όπως είναι για παράδειγμα εκείνοι της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ) και των τσιπ-ημιαγωγών.
Σε αυτό το πλαίσιο αποκτά όμως πρόσθετο νόημα και το επενδυτικό φόρουμ ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας το οποίο αναμένεται να λάβει χώρα στο Ριάντ, αύριο, Τρίτη, στο πλαίσιο της επίσκεψης Τραμπ. Στο επίκεντρο του φόρουμ πρόκειται να βρεθούν κλάδοι όπως είναι εκείνοι της τεχνολογίας, της Τεχνητής Νοημοσύνης και της ενέργειας.
«Η εξασφάλιση νέων επενδύσεων που θα προέρχονται από τα κράτη του Κόλπου θα βοηθήσει τον Τραμπ να στείλει το μήνυμα στο εσωτερικό των ΗΠΑ ότι η “America First” ατζέντα που εκείνος έχει υιοθετήσει και προωθεί, αποδίδει καρπούς. Στο επενδυτικό φόρουμ Σαουδικής Αραβίας-ΗΠΑ στο Ριάντ θα συμμετάσχουν οι διευθύνοντες σύμβουλοι εταιρειών όπως είναι οι BlackRock, Palantir, Citigroup, IBM, Qualcomm, Alphabet και Franklin Templeton», αναφέρει χαρακτηριστικά το BBC.
Αμφιβολίες
Αναλυτές και οικονομολόγοι εκφράζουν, ωστόσο, αμφιβολίες αναφορικά με την πορεία υλοποίησης των προαναφερθεισών επενδύσεων, υπογραμμίζοντας ότι τα ποσά είναι υπέρογκα από τη μία πλευρά, και το επενδυτικό χρονοδιάγραμμα εξαιρετικά στενό από την άλλη. Στο ίδιο πλαίσιο, υπογραμμίζουν ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες: για παράδειγμα η υποχώρηση στις τιμές του πετρελαίου (που πλήττει τις πετρελαιοεξαγωγούς χώρες του Κόλπου) και το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία έχει δώσει προτεραιότητα σε μεγαλεπήβολα εγχώρια πρότζεκτ διαφοροποίησης της δικής της οικονομίας (βλ. Vision 2030).
«Ο πρόεδρος Τραμπ μεταβαίνει στη Σαουδική Αραβία κυνηγώντας επενδύσεις ύψους 1 τρισ. δολ. Από την πλευρά του, ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος του προσφέρει 600 δισεκατομμύρια δολάρια με ορίζοντα την τρέχουσα τετραετία. Ωστόσο, κανένα από αυτά τα δύο ποσά δεν είναι ρεαλιστικό», γράφουν οι New York Times.
Για την ιστορία, υπενθυμίζεται ότι η τελευταία επίσκεψη που είχε πραγματοποιήσει ο Ντόναλντ Τραμπ ως πρόεδρος των ΗΠΑ στη Σαουδική Αραβία ήταν τον Μάιο του 2017, κατά τους πρώτους μήνες δηλαδή της προηγούμενης θητείας του. Οπως τώρα έτσι και τότε, ο Ντ. Τραμπ είχε επιλέξει τη Σαουδική Αραβία για το πρώτο ταξίδι της προεδρικής του θητείας στο εξωτερικό, αποκλίνοντας έτσι από την παράδοση που ήθελε τους Αμερικανούς προέδρους να μεταβαίνουν πρώτα στη Βρετανία, στον Καναδά ή στο Μεξικό.
Κατά τη διάρκεια της περιοδείας που θα πραγματοποιήσει στη Μέση Ανατολή αυτήν την εβδομάδα ο Ντ. Τραμπ, πλέον ως 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ, πρόκειται να ανακοινωθούν επενδύσεις. Αυτό θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο.
Από τη Γάζα ώς το Ιράν
Από εκεί και πέρα ωστόσο, υπάρχουν και άλλα μέτωπα στα οποία ο Τραμπ και οι αραβικές ηγεσίες δυσκολεύονται να συντονίσουν τον βηματισμό τους.
Σύμφωνα με τους FT, ο στόχος που έχει θέσει ο Τραμπ να εντάξει τη Σαουδική Αραβία στις Συμφωνίες του Αβραάμ, μέσα από τη σύναψη μιας συμφωνίας εξομάλυνσης των σχέσεων Ριάντ-Ισραήλ, δεν αναμένεται να επιτευχθεί το προσεχές διάστημα. Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, όσα έχουν λάβει χώρα στη Λωρίδα της Γάζας από τον Οκτώβριο του 2023 και έπειτα, έχουν απομακρύνει σημαντικά την προοπτική μιας τέτοιου τύπου συμφωνίας. «Ο Τραμπ είναι απίθανο να επιτύχει τον στόχο που επιθυμεί: μια μεγάλη συμφωνία που θα οδηγούσε στην ομαλοποίηση των σχέσεων της Σαουδικής Αραβίας με το Ισραήλ», γράφουν οι FT.
Παράλληλα ωστόσο, πλέον εντοπίζονται εμπόδια και σε ένα άλλο μέτωπο όπως είναι εκείνο του Ιράν. Οι ηγεσίες σε Σαουδική Αραβία και ΗΑΕ είχαν αντιμετωπίσει μάλλον «θετικά» την απόφαση του Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία JCPOA για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης το 2018. Εν συνεχεία ωστόσο, όταν οι Σαουδάραβες είδαν το 2019 τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Saudi Aramco να δέχονται επιθέσεις από τους –υποστηριζόμενους από το Ιράν– Υεμενίτες αντάρτες Χούθι, θεώρησαν ότι η αντίδραση των ΗΠΑ δεν ήταν επαρκώς ισχυρή και, ως εκ τούτου, άρχισαν να αμφιβάλλουν για κυρίως δύο πράγματα: την προβλεψιμότητα της αμερικανικής διοίκησης επί Τραμπ και τον βαθμό δέσμευσης των ΗΠΑ υπέρ της σαουδαραβικής ασφάλειας. Στην πορεία, υπενθυμίζεται ότι οι Χούθι πραγματοποίησαν επιθέσεις κατά εγκαταστάσεων και στα Εμιράτα, στο Αμπου Ντάμπι τον Ιανουάριο του 2022 για παράδειγμα.
Εν έτει 2025 πια, Ουάσιγκτον και Τεχεράνη πρωταγωνιστούν σε μια εν εξελίξει διαπραγματευτική διαδικασία η οποία προκαλεί όμως προβληματισμό στις αραβικές ηγεσίες, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαιώνει πια –και με το παραπάνω– τον χαρακτηρισμό του απρόβλεπτου ηγέτη που τον συνοδεύει παλαιόθεν…