
Kathimerini.gr
Το ρωσικό μοτίβο κλιμάκωσης των «ενεργών μέτρων» εναντίον της Πολωνίας περιγράφει στην «Κ» με φόντο τα καταρριφθέντα ρωσικά drones ο Μάρεκ Μενκίσζακ, επικεφαλής του τμήματος για τη Ρωσία στο Κέντρο Ανατολικών Σπουδών της Πολωνίας – OSW, ο οποίος αναφέρεται σε δύο σχήματα δυνητικής ρωσικής επίθεσης, εάν χαλαρώσει η πίεση της Δύσης στο Κρεμλίνο. «Ο κίνδυνος έγκειται στην πιθανότητα το Κρεμλίνο να ερμηνεύσει λανθασμένα την κατάσταση, όπως ακριβώς έκανε και πριν ξεκινήσει την εισβολή του στην Ουκρανία», υπογραμμίζει ο Πολωνός αναλυτής, επισημαίνοντας το ρίσκο η Μόσχα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ δεν είναι πλέον αξιόπιστο. Ο Μενκίσζακ αναφέρεται στην προσπάθεια του Πούτιν «να δημιουργήσει μια ζώνη ασφαλείας στην Κεντρική Ευρώπη, να αποδυναμώσει ή να διαλύσει το ΝΑΤΟ, και να αποβάλει τη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ από την περιοχή». Στον τομέα της ενέργειας, «η Ρωσία επιδιώκει να υπονομεύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης για να αποκαταστήσει την εξάρτηση από τις ρωσικές προμήθειες».
– Tι χαρακτηριστικά έχει μέχρι σήμερα ο λεγόμενος υβριδικός πόλεμος της Ρωσίας εναντίον της Πολωνίας;
– Η Ρωσία έχει χρησιμοποιήσει σχεδόν όλο το φάσμα των «ενεργών μέτρων» -ο όρος που χρησιμοποιείται για τον υβριδικό πόλεμο- εναντίον της Πολωνίας. Από εκτεταμένες εκστρατείες παραπληροφόρησης, που διαδίδονται τόσο μέσω των κρατικών μέσων ενημέρωσης όσο και μέσω των κοινωνικών δικτύων, μέχρι κυβερνοεπιθέσεις που στοχεύουν κυβερνητικούς θεσμούς, πολιτικά πρόσωπα και κρίσιμες υποδομές. Οι πράξεις δολιοφθοράς περιλαμβάνουν εμπρηστικές επιθέσεις σε εγκαταστάσεις λιανικής και βιομηχανικές εγκαταστάσεις, απόπειρες ανατίναξης φορτηγών αεροσκαφών και πολυάριθμες διαταραχές στα σιδηροδρομικά συστήματα. Η Μόσχα έχει επίσης εμπλακεί σε παρεμβολές GPS, παρεμβαίνοντας σε συστήματα πλοήγησης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που χρησιμοποιούνται από εμπορικά αεροσκάφη. Έχει χρησιμοποιήσει επίσης την ενέργεια ως όπλο μειώνοντας τις προμήθειες -πριν από την πλήρη διακοπή των ρωσικών εισαγωγών ενέργειας από την Πολωνία. Το Κρεμλίνο έχει επιπλέον εκμεταλλευτεί τη μετανάστευση ως εργαλείο αποσταθεροποίησης, υποστηρίζοντας τη Λευκορωσία στην ενορχήστρωση μιας τεχνητής μεταναστευτικής κρίσης κατά μήκος των λευκορωσο-πολωνικών συνόρων. Οι τακτικές αυτές κορυφώνονται πλέον με άμεσες στρατιωτικές προκλήσεις: παραβιάσεις του πολωνικού εναέριου χώρου από στρατιωτικά αεροσκάφη, πυραύλους και drones. Το πιο πρόσφατο περιστατικό, στις 10 Σεπτεμβρίου, αφορούσε περίπου 20 drones που παραβίασαν το πολωνικό έδαφος μέσω Ουκρανίας και Λευκορωσίας. Κάθε μία από αυτές τις ενέργειες είναι σκόπιμη, ενορχηστρωμένη στα υψηλότερα επίπεδα της ρωσικής κυβέρνησης, και ακολουθεί ένα σαφές μοτίβο κλιμάκωσης.
– Γιατί η Ρωσία έχει βάλει στο στόχαστρο την Πολωνία;
– Η Πολωνία έχει χαρακτηριστεί ρητά ως εχθρός τόσο από Ρώσους αξιωματούχους όσο και από τα κρατικά μέσα ενημέρωσης. Οι στρατηγικοί στόχοι της Μόσχας -σε τομείς που εκτείνονται από την ασφάλεια έως την ενεργειακή πολιτική και την παγκόσμια επιρροή- έρχονται σε άμεση αντίθεση με τη στάση της Πολωνίας. Αυτοί περιλαμβάνουν τη δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας στην Κεντρική Ευρώπη, την αποδυνάμωση ή τη διάλυση του ΝΑΤΟ, και την αποβολή της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ από την περιοχή. Στον τομέα της ενέργειας, η Ρωσία επιδιώκει να υπονομεύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης και να αποκαταστήσει την εξάρτηση από τις ρωσικές προμήθειες. Στην αποκαλούμενη «κοινή γειτονιά», το Κρεμλίνο στοχεύει να υποτάξει την Ουκρανία και να επαναφέρει τον έλεγχο στον μετασοβιετικό χώρο. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η Μόσχα, σε ευθυγράμμιση με την Κίνα, φιλοδοξεί να αποδυναμώσει και να κατακερματίσει την Ευρώπη, να οικοδομήσει μια νέα παγκόσμια τάξη που περιθωριοποιεί τη δυτική επιρροή, και να κάνει τον κόσμο ασφαλή για αυταρχικά καθεστώτα. Η Πολωνία, αντιθέτως, αποτελεί βασικό πάροχο και υλικοτεχνικό κόμβο για τη Δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία, ένθερμο υποστηρικτή της επέκτασης των κυρώσεων κατά της Ρωσίας και ηγέτη στο ΝΑΤΟ στις αμυντικές δαπάνες -με 4,83% του ΑΕΠ να έχει διατεθεί για το 2026. Για αυτούς τους λόγους, η Ρωσία σκοπεύει να αποδυναμώσει και να απομονώσει την Πολωνία, επιδιώκοντας να την δυσφημίσει διεθνώς και να την αποσταθεροποιήσει εκ των έσω. Στη συγκεκριμένη περίπτωση της πρόσφατης εισβολής με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ο στόχος της Μόσχας ήταν να αποσταθεροποιήσει την εσωτερική πολιτική της Πολωνίας, να τροφοδοτήσει το αντιουκρανικό αίσθημα, να διαβρώσει την εμπιστοσύνη του κοινού τόσο στην πολιτική όσο και στη στρατιωτική ηγεσία, και να σπείρει αμφιβολίες για τη συμμαχική αλληλεγγύη. Σε όλους αυτούς τους στόχους, έχει αποτύχει.
– Ποια είναι η πεποίθηση που επικρατεί στην Πολωνία; Υπάρχει πραγματικά η εκτίμηση ότι η Ρωσία θα μπορούσε κάποια στιγμή να επιτεθεί στην Πολωνία;
– Η Ρωσία έχει βυθιστεί σε έναν αιματηρό πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας, υφιστάμενη απώλειες σε κλίμακα άνευ προηγουμένου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο, παρά το τίμημα, η Μόσχα παραμένει προσηλωμένη σε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα εξοπλισμών -που ξεκίνησε πριν από μια δεκαετία- με στόχο τον διπλασιασμό του επιθετικού στρατιωτικού δυναμικού της στο δυτικό στρατηγικό μέτωπο έως το 2027. Πρέπει να εξεταστούν δύο πιθανά σενάρια ρωσικής επιθετικότητας εναντίον κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, ιδίως των χωρών της Βαλτικής και της Πολωνίας. Το πρώτο είναι μια εισβολή πλήρους κλίμακας, υποστηριζόμενη από την απειλή πυρηνικών όπλων. Ενώ εξακολουθεί να θεωρείται σενάριο χαμηλής πιθανότητας, δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς. Πιο πιθανό, ωστόσο, είναι μια περιορισμένη στρατιωτική επιχείρηση ως συνέχεια του υβριδικού πολέμου. Μια τέτοια επιχείρηση δεν θα επιδίωκε την κατάληψη μεγάλων περιοχών, αλλά μάλλον την κατάληψη μικρών τμημάτων εδάφους από μία ή περισσότερες γειτονικές χώρες. Ο στόχος θα ήταν η ενίσχυση ενός ρωσικού τελεσιγράφου που θα απαιτούσε στρατηγικές παραχωρήσεις από τα ευρωπαϊκά κράτη σε θέματα ασφάλειας. Και στα δύο σενάρια, μια ρωσική νίκη επί της Ουκρανίας -που θα επιτευχθεί μέσω ενός συνδυασμού στρατιωτικής δύναμης και πολιτικής πίεσης- ή ακόμη και μια παγωμένη σύγκρουση με τους όρους της Μόσχας θα ενίσχυε σημαντικά την ικανότητα του Κρεμλίνου να επιδιώξει περαιτέρω επιθετικότητα. Οποιαδήποτε χαλάρωση ή άρση των κυρώσεων θα επιτάχυνε μόνο τη στρατιωτική ανάπτυξη της Ρωσίας. Στην περίπτωση μιας περιορισμένης επιχείρησης, η Μόσχα δεν θα χρειαστεί να περιμένει πολύ για να ανακάμψει και θα μπορούσε να δράσει σχετικά σύντομα. Ωστόσο, αρκετοί βασικοί πολιτικοί παράγοντες θα διαμορφώσουν τη λήψη αποφάσεων του Κρεμλίνου. Ο ένας είναι η εκτίμησή του για το εάν η Ευρώπη έχει εισέλθει σε μια συνδυασμένη πολιτική και οικονομική κρίση αρκετά σοβαρή ώστε να παραλύσει την ικανότητά της να αντιδράσει στρατιωτικά. Ο άλλος είναι εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν πρόθυμες να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους στο ΝΑΤΟ και να ασκήσουν αξιόπιστη αποτροπή -συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής αποτροπής- εναντίον της Ρωσίας. Ουσιαστικά, η Μόσχα θα πρέπει να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ δεν είναι πλέον αξιόπιστο. Ο κίνδυνος έγκειται στην πιθανότητα ότι το Κρεμλίνο ερμηνεύει λανθασμένα την κατάσταση, όπως ακριβώς έκανε και πριν ξεκινήσει την εισβολή του στην Ουκρανία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ευθυγράμμιση του ΝΑΤΟ, της Ε.Ε. και των κρατών-μελών τους τόσο σε στρατηγική επικοινωνία όσο και σε συγκεκριμένη δράση είναι κρίσιμης σημασίας.
– Πώς υποδέχεται η Πολωνία την αντίδραση του Ντόναλντ Τραμπ στο πρόσφατο περιστατικό παραβίασης του εναέριου χώρου της Πολωνίας από ρωσικά drones;
– Δεν θα ήθελα να σταθώ σε αυτήν, καθώς η κρίση εδώ μπορεί να σχηματιστεί μόνο με βάση κάποια περιορισμένα δημόσια σχόλια. Η ρητορική του προέδρου Τραμπ γύρω από το περιστατικό είναι περιορισμένη και μάλλον απογοητευτική. Από την άλλη, οι ενέργειες του ΝΑΤΟ είναι μέχρι στιγμής καθησυχαστικές. Αυτό που θα έχει μεγαλύτερη σημασία, ωστόσο, είναι οι επερχόμενες αποφάσεις των ΗΠΑ σχετικά με τη θέση των δυνάμεών τους στην Ευρώπη και οι ευρύτερες πολιτικές τους απέναντι τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ουκρανία. Αυτές οι επιλογές θα μιλήσουν πιο δυνατά από την ταχέως μεταβαλλόμενη ρητορική που προέρχεται επί του παρόντος από την Ουάσιγκτον.
– Πώς αξιολογείτε, πιο συγκεκριμένα, την κινητοποίηση του ΝΑΤΟ μπροστά στο περιστατικό με τα ρωσικά drones;
– Η αντίδραση του ΝΑΤΟ ήταν ισχυρή. Οι πιλότοι των Συμμάχων συμμετείχαν στην αναχαίτιση και την κατάρριψη αρκετών drones, και πρόσθετα μέτρα εγκρίθηκαν από τον Ανώτατο Συμμαχικό Διοικητή Ευρώπης (SACEUR). Μεταξύ αυτών είναι η εφαρμογή νέων μορφών Ενισχυμένης Δραστηριότητας Επαγρύπνησης στην Ανατολική Πλευρά του ΝΑΤΟ -που αναφέρεται ως Ανατολική Φρουρά- υποστηριζόμενη από μια σειρά δυνατοτήτων που συνεισφέρουν μεμονωμένοι σύμμαχοι. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η ενίσχυση των συστημάτων αναγνώρισης και αεράμυνας, παράλληλα με την επιτάχυνση των ευρωπαϊκών εξοπλιστικών προγραμμάτων.
– Ποια είναι η προσέγγιση της Βαρσοβίας για τη διέξοδο που μπορεί να δοθεί στο ουκρανικό ζήτημα;
– Η ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας δεν είναι μια τοπική σύγκρουση για ένα κομμάτι εδάφους. Είναι ένα κεντρικό στοιχείο της ευρύτερης αυτοκρατορικής ατζέντας της Μόσχας – μια προσπάθεια όχι μόνο να υποτάξει την Ουκρανία αλλά και να διαλύσει την υπάρχουσα ευρωπαϊκή τάξη ασφαλείας. Πρόκειται για έναν συστηματικό πόλεμο που διεξάγει η Ρωσία εναντίον της συλλογικής Δύσης και των εταίρων της, και θα συνεχιστεί όσο ένα νεοολοκληρωτικό καθεστώς παραμένει στην εξουσία στη Μόσχα. Για αυτόν τον λόγο, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στον Πούτιν να πετύχει στην Ουκρανία. Το θάρρος του ουκρανικού λαού, σε συνδυασμό με την αποφασιστικότητά μας και τους τεράστιους πόρους μας, είναι αρκετό για να αυξήσει σημαντικά το κόστος του πολέμου για τη Ρωσία – μια χώρα που ήδη βρίσκεται υπό σοβαρή πίεση. Είναι στις δυνατότητές μας να μεγιστοποιήσουμε την υποστήριξη προς την Ουκρανία, ιδίως την στρατιωτική βοήθεια, τόσο αμυντική όσο και επιθετική, και να επεκτείνουμε την πίεση των οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία. Ο συνδυασμός αυτών των προσπαθειών μπορεί τελικά να αναγκάσει το Κρεμλίνο να παγώσει τη σύγκρουση – όταν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει εύλογη προοπτική νίκης. Αλλά οι όροι πρέπει να είναι δίκαιοι για την Ουκρανία. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε τη νομική αναγνώριση των προσαρτήσεων της Ρωσίας, ούτε να δεχτούμε την αποστρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας ή οποιονδήποτε πολιτικό περιορισμό που θα περιόριζε την κυριαρχία της – είτε στην εσωτερική, είτε στην εξωτερική πολιτική. Η Ουκρανία θα πρέπει να είναι οπλισμένη, να υποστηρίζεται από αναπτύξεις δυτικών στρατευμάτων και να της δίνεται η δυνατότητα να συνεχίσει την πορεία της προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ταυτόχρονα, πρέπει να είμαστε σαφείς: εκτός εάν τελικά πέσει το καθεστώς Πούτιν, η συστημική μας αντιπαράθεση με τη Ρωσία -πιο επικίνδυνη, από ορισμένες απόψεις, από τον Ψυχρό Πόλεμο- θα συνεχιστεί, ακόμη και αν η σύγκρουση στην Ουκρανία παγώσει προσωρινά. Πρέπει να προετοιμαστούμε για μια μακροπρόθεσμη αντιπαράθεση που θα είναι δύσκολη και δαπανηρή. Αλλά δεν υπάρχει βιώσιμη εναλλακτική λύση. Οι στόχοι της Ρωσίας είναι θεμελιωδώς ασυμβίβαστοι με τους δικούς μας και δεν είναι δυνατή καμία σταθερή συμφωνία με το καθεστώς του Πούτιν. Εάν αποτύχουμε να τηρήσουμε την πορεία μας, το μακροπρόθεσμο κόστος και οι συνέπειες για τη Δύση θα είναι εκθετικά υψηλότερα.