
Ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται αντιμέτωπος με περίπου 250 αγωγές για πολλά από τα αμφιλεγόμενα εκτελεστικά διατάγματά του, πολύ περισσότερες από όσες είχαν κατατεθεί τους πρώτους μήνες της προηγούμενης θητείας του.
Ο καταιγισμός αυτός νομικών προσφυγών έχει ήδη μπλοκάρει πολλές από τις προτεραιότητες του Αμερικανού προέδρου, με πιο πρόσφατη -και ίσως πιο ηχηρή- την αναίρεση της εφαρμογής των «ανταποδοτικών» τελωνειακών δασμών του 10% από το αμερικανικό δικαστήριο για το διεθνές εμπόριο (ITC).
Τριμελής επιτροπή του αμερικανικού Δικαστηρίου Διεθνούς Εμπορίου έκρινε ότι ο Τραμπ, επικαλούμενος τον νόμο του 1977 περί έκτακτης οικονομικής ανάγκης προκειμένου να δικαιολογήσει τους σαρωτικούς δασμούς, υπερέβη τις εξουσίες του.
Η δασμολογική αυτή πολιτική του Τραμπ ανέτρεψε δεκαετίες εμπορικών διακρατικών δεσμών, διαταράσσοντας το παγκόσμιο εμπόριο, κλονίζοντας τις αγορές και εγείροντας τον κίνδυνο πληθωρισμού και ύφεσης σε ΗΠΑ και άλλες χώρες του κόσμου.
Ποιους δασμούς μπλόκαρε το δικαστήριο;
Η απόφαση των δικαστών μπλοκάρει διατάγματα της 2ας Απριλίου, με τα οποία επιβλήθηκαν δασμοί κατ’ ελάχιστον 10% στο σύνολο των εισαγόμενων προϊόντων και έως και 50% ανάλογα με τη χώρα προέλευσης σε σχεδόν όλους τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.
Στις 2 Απριλίου, ο Τραμπ επέβαλε τους λεγόμενους αμοιβαίους δασμούς έως και 50% στις χώρες με τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εμπορικό έλλειμμα και βασικούς δασμούς 10% σχεδόν σε όλους τους υπόλοιπους. Αργότερα ανέστειλε τους αμοιβαίους δασμούς για διάστημα 90 ημερών, διατήρησε όμως τους βασικούς δασμούς σε ισχύ. Επικαλούμενες έκτακτες εξουσίες, ώστε να ενεργεί χωρίς την έγκριση του Κογκρέσου, δικαιολόγησε τους δασμούς κηρύσσοντας τα μακροχρόνια εμπορικά ελλείμματα των Ηνωμένων Πολιτειών «εθνική κατάσταση έκτακτης ανάγκης».
Τον Φεβρουάριο είχε επικαλεστεί τον νόμο για να επιβάλει δασμούς σε Καναδά, Μεξικό και Κίνα, ισχυριζόμενος πως οι παράνομες ροές μεταναστών και ναρκωτικών μέσω των αμερικανικών συνόρων συνιστά επίσης «εθνική κατάσταση έκτακτης ανάγκης» και ότι οι τρεις χώρες πρέπει να κάνουν περισσότερα για να τη σταματήσουν.
Το αμερικανικο Σύνταγμα δίνει στο Κογκρέσο την εξουσία να καθορίζει φόρους, συμπεριλαμβανομένων των δασμών. Ωστόσο, στο πέρασμα του χρόνου, οι νομοθέτες έχουν επιτρέψει στους προέδρους να αναλάβουν μεγαλύτερη εξουσία όσον αφορά τους δασμούς, κάτι που, όπως σημειώνει το Associated Press, «ο Τραμπ έχει εκμεταλλευτεί στο έπακρο».
Ποιους δασμούς δεν αφορά η απόφαση;
Εχουν γίνει τουλάχιστον επτά προσφυγές κατά της δασμολογικής πολιτικής του Τραμπ.
Στην απόφαση της Τετάρτης, το δικαστήριο για το διεθνές εμπόριο συνδύασε δύο από τις επτά αυτές αγωγές – μία που είχε κατατεθεί από πέντε μικρές επιχειρήσεις και άλλη μία από 12 πολιτείες των ΗΠΑ.
Η απόφαση, παρόλα αυτά, αφήνει σε ισχύ άλλους δασμούς του Τραμπ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για τον ξένο χάλυβα, το αλουμίνιο και τα αυτοκίνητα – δασμοί που επιβλήθηκαν βάσει διαφορετικού νόμου που απαιτεί έρευνα του Υπουργείου Εμπορίου.
Γιατί το δικαστήριο αποφάσισε εναντίον του προέδρου;
Η κυβέρνηση Τραμπ βάσισε τις ενέργειές της σε παλαιότερο νομικό προηγούμενο. Συγκεκριμένα, υποστήριζε πως το 1971 η Δικαιοσύνη είχε εγκρίνει την έκτακτη επιβολή δασμών από τον πρώην πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, κατά τη διάρκεια μιας χρηματοπιστωτικής κρίσης – που προέκυψε όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες υποτίμησαν ξαφνικά το δολάριο τερματίζοντας μια πολιτική που συνέδεε το αμερικανικό νόμισμα με την τιμή του χρυσού.
Η κυβέρνηση Νίξον είχε επικαλεστεί με επιτυχία τον νόμο του 1917 περί εμπορίου με τον εχθρό, ο οποίος ουσιαστικά προλείανε τον δρομο για τον IEPPA του 1977(σ.σ.: τον νόμο που επιτρέπει ανάληψη δράσης σε περίπτωση που διαπιστωθεί κατάσταση έκτακτης οικονομικής ανάγκης).
Ωστόσο, το δικαστήριο δεν αποδέχτηκε το κυβερνητικό αυτό επιχείρημα, αποφασίζοντας πως οι σαρωτικοί δασμοί του Τραμπ υπερέβαιναν την εξουσία του να ρυθμίζει τις εισαγωγές βάσει του IEEPA.
Επιπλέον, σύμφωνα με το σκεπτικό των δικαστών, οι δασμοί Τραμπ δεν πρόσφεραν τίποτα στην πρακτική αντιμετώπιση των προβλημάτων που υποτίθεται θεσπίστηκαν για να αντιμετωπίσουν.
Στην υπόθεσή τους, οι 12 ενάγουσες πολιτείες επιχειρηματολογούσαν πως τα εμπορικά ελλείμματα της Αμερικής δύσκολα ισοδυναμούν με κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες τα συσσωρεύουν επί 49 συναπτά έτη σε καλές και κακές εποχές.
Το δικαστήριο παρέκαμψε τις προτάσεις των εναγόντων για έκδοση ασφαλιστικών μέτρων και προχώρησε απευθείας στην έκδοση απόφασης, λέγοντας ότι η IEEPA δεν νομιμοποιεί καμία από τις εντολές ανταποδοτικών, παγκόσμιας κλίμακας δασμών.
Νέο «τοπίο» στις διαπραγματεύσεις;
Σύμφωνα με τη Γουέντι Κάτλερ, αντιπρόεδρο στο Asia Society Policy Institute, η δικαστική απόφαση «διαταράσσει την εμπορική πολιτική του προέδρου».
«Οι εταίροι που διαπραγματεύονται σκληρά κατά τη διάρκεια της περιόδου διακοπής των δασμών των 90 ημερών μπορεί να μπουν στον πειρασμό να μην κάνουν περαιτέρω παραχωρήσεις προς τις ΗΠΑ μέχρι να υπάρξει μεγαλύτερη νομική σαφήνεια», δήλωσε η ίδια.
Ομοίως, οι εταιρείες θα πρέπει να επανεκτιμήσουν τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται τις αλυσίδες εφοδιασμού τους, ίσως επιταχύνοντας τις αποστολές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες ώστε να προλάβουν τυχόν επαναφορά των δασμών μετά από έφεση – που ήδη άσκησε η κυβέρνηση Τραμπ.
Το εμπορικό δικαστήριο σημείωσε ότι ο Τραμπ διατηρεί πιο περιορισμένη εξουσία επιβολής δασμών για την αντιμετώπιση των εμπορικών ελλειμμάτων βάσει ενός άλλου νόμου, του νόμου περί εμπορίου του 1974. Ο συγκεκριμένος νόμος, όμως, περιορίζει τους δασμούς στο 15% και μόνο για 150 ημέρες με χώρες με τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μεγάλα εμπορικά ελλείμματα.
Προσώρας, η δικαστική απόφαση «απορρίπτει το σκεπτικό της κυβέρνησης Τραμπ για τη χρήση ομοσπονδιακών εξουσιών έκτακτης ανάγκης προς επιβολή δασμών, η οποία υπερβαίνει την εξουσία του Κογκρέσου και αντιβαίνει σε κάθε έννοια δέουσας διαδικασίας», δήλωσε ο Εσουαρ Πρασάντ, καθηγητής εμπορικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Cornell. «Η απόφαση καθιστά σαφές ότι οι ευρείς δασμοί που επιβλήθηκαν μονομερώς από τον Τραμπ αποτελούν υπέρβαση της εκτελεστικής εξουσίας».
«Η απόφαση δίνει στις ξένες κυβερνήσεις -που αναγκάστηκαν να διαπραγματευτούν νέους όρους των εμπορικών συμφωνιών που παραβίασε η κυβέρνηση Τραμπ- σημαντικό νέο πλεονέκτημα στις τρέχουσες εμπορικές συνομιλίες», δήλωσε ο Σκοτ Λίνσικομ, αντιπρόεδρος του Κέντρου Στάφελ για Μελέτες Εμπορικής Πολιτικής του Ινστιτούτου Cato.
Και τώρα, τι;
Το δικαστήριο έδωσε στον Λευκό Οίκο προθεσμία δέκα ημερών για να ολοκληρώσει τις γραφειοκρατικές διεργασίες αναστολής των δασμών – αν και οι περισσότεροι έχουν ανασταλεί ούτως ή άλλως.
Αλλά η απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται να περάσει από μια διαδικασία έφεσης – μεταξύ άλλων και μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο. Η αμερικανική κυβέρνηση προχώρησε άμεσα σε εφεση.
Εάν όλα τα δικαστήρια επικυρώσουν την απόφαση, οι επιχειρήσεις που χρειάστηκε να πληρώσουν δασμούς, θα λάβουν επιστροφή των ποσών που κατέβαλαν, με τόκο.
Πάντως, με τα δασμολογημένα αγαθά να φτάνουν στα αμερικανικά λιμάνια καθημερινά, η σύγχυση σχετικά με το τι ισχύει και τι πρέπει να χρεώνεται, θα μπορούσε να προκαλέσει χάος στις εισαγωγές, σημειώνει το Axios.
Οι αγορές, και οι επιχειρήσεις, θα δώσουν πιθανώς μεγάλη προσοχή τις επόμενες ημέρες στο πώς θα απαντήσει η κυβέρνηση και αν θα παρέμβουν ανώτερα δικαστήρια.
Η απόφαση του δικαστηρίου έγινε άμεσα αισθητή στις διεθνείς αγορές.
Οι δείκτες S&P 500 και Nasdaq σημείωσαν άνοδο, με την ανακοίνωση. Οι τιμές του πετρελαίου σημείωσαν επίσης άνοδο, με το αργό τύπου Brent και το αμερικανικό West Texas Intermediate να αυξάνονται κατά περισσότερο από 1,25% στο βαρέλι, σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Reuters.
Στην Ασία, ο ιαπωνικός Nikkei και ο Kospi της Νότιας Κορέας κινούνται ανοδικά, κατά την έναρξη των συναλλαγών.
Πηγή: Associated Press, BBC, Axios