ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Υπό επανεξέταση το σουηδικό μοντέλο

Ο σχετικά μεγάλος αριθμός θανάτων από κορωνοϊό εκθέτει την κυβέρνηση στην εσωτερική και διεθνή κριτική

Kathimerini.gr

ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΚΑΓΙΑΝΝΗΣ

Σε σημαντικό πολιτικό πρόβλημα για την κυβέρνηση συνεργασίας της Σουηδίας εξελίσσεται σταδιακά η στρατηγική που εφάρμοσε για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19, η οποία έχει ως αποτέλεσμα μία από τις υψηλότερες αναλογίες θανάτων, σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας, στην Ευρώπη. Η εμπιστοσύνη των πολιτών προς την κυβέρνηση και προς τη δημόσια υπηρεσία υγείας μειώνεται με ραγδαίο ρυθμό, ωστόσο εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλό επίπεδο.

Η περίοδος εκεχειρίας μεταξύ των πολιτικών κομμάτων στη Σουηδία φαίνεται πως φτάνει στο τέλος της, καθώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης εντείνουν την κριτική τους προς την κυβέρνηση, καθώς οι θάνατοι από την ασθένεια COVID-19 ανέρχονται σε 467 ανά εκατομμύριο κατοίκων, ενώ η αναλογία για τη Δανία είναι 102, για τη Φινλανδία 58 και για τη Νορβηγία 44. Μόνο Βέλγιο, Βρετανία, Ισπανία και Ιταλία έχουν υψηλότερη αναλογία θανάτων στην Ευρώπη από τη Σουηδία. Παράλληλα, η μία μετά την άλλη οι χώρες της Ε.Ε. εξαιρούν τη Σουηδία από το άνοιγμα των συνόρων τους. Την εικόνα της κυβέρνησης έπληξε και η διστακτική και μάλλον υπεροπτική παραδοχή του επιδημιολόγου Αντερς Τέγκνελ, αρχιτέκτονα της στρατηγικής για τη λήψη πιο χαλαρών μέτρων περιορισμού της πανδημίας, ότι η Σουηδία θα έπρεπε να είχε λάβει αυστηρότερα μέτρα και ότι έχουν σημειωθεί στη χώρα υπερβολικά πολλοί θάνατοι.

Συνολικά στη Σουηδία έχουν χάσει τη ζωή τους περισσότεροι από 4.800 άνθρωποι, ενώ στη χώρα καταγράφεται ο υψηλότερος ημερήσιος αριθμός θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκων από τις 10 Μαΐου έως τις 10 Ιουνίου με εξαίρεση ελάχιστες ενδιάμεσες ημερομηνίες. «Αν ερχόμασταν ξανά αντιμέτωποι με την ίδια ασθένεια, γνωρίζοντας όσα γνωρίζουμε σήμερα, νομίζω ότι θα κινούμασταν στο μέσον μεταξύ όσα κάναμε στη Σουηδία και όσων έκανε ο υπόλοιπος κόσμος», είπε ο Τέγκνελ την περασμένη εβδομάδα. Ωστόσο, ο ίδιος επί μήνες επέκρινε άλλες χώρες που είχαν επιβάλλει πολύ πιο αυστηρά μέτρα απ’ αυτά που σύστηνε ο ίδιος, υποστηρίζοντας ότι η Σουηδία θα βρεθεί σε πλεονεκτική θέση όταν έρθει το φθινόπωρο το δεύτερο κύμα της πανδημίας. Η σουηδική κυβέρνηση και ο Τέγκνελ υποστηρίζουν ότι ποτέ δεν ήταν στόχος η επίτευξη ανοσίας της αγέλης, ωστόσο έχουν δηλώσει ότι κάτι τέτοιο θα ήταν πιθανό και επιθυμητό αποτέλεσμα της πιο χαλαρής στρατηγικής που ακολουθεί η Σουηδία. «Νομίζω ότι υπάρχει σαφώς περιθώριο για βελτίωση σε σχέση με όσα έχουμε κάνει στη Σουηδία» πρόσθεσε, επιμένοντας ακόμη και τώρα ότι δεν είναι σαφές τι διαφορετικό θα έπρεπε να είχε κάνει η χώρα. Να έχει έναν επικεφαλής επιδημιολόγο που να σέβεται περισσότερο την ανθρώπινη ζωή θα ήταν μια καλή αρχή.

Υπό αυτές τις συνθήκες ο πρωθυπουργός Λόφβεν είχε αναγκαστεί την περασμένη εβδομάδα να ανακοινώσει τη σύσταση επιτροπής που θα εξετάσει τα μέτρα που έλαβε, πολύ πιο χαλαρά σε σύγκριση με τη συντριπτική πλειονότητα των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών, και τη στρατηγική που εφάρμοσε. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρείας Novous για λογαριασμό της δημόσιας τηλεόρασης SVT, το ποσοστό των Σουηδών που δηλώνει ότι έχει υψηλή ή σχετικά υψηλή εμπιστοσύνη στην ικανότητα της κυβέρνησης να χειριστεί την πανδημία υποχώρησε στις αρχές Ιουνίου στο 45%, από 63% τον Απρίλιο. Η εμπιστοσύνη προς τη δημόσια υπηρεσία υγείας μειώθηκε στο 65% από το 73%. Σύμφωνα με διαφορετική δημοσκόπηση της εταιρείας Demoskop για λογαριασμό της εφημερίδας Aftonbladet, το ποσοστό όσων δηλώνει ότι έχει υψηλή ή σχετικά υψηλή εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση έχει μειωθεί στο 55% από 65% τον Απρίλιο.

Περιέργως, η κυβέρνηση δέχεται πυρά όχι τόσο για τη συνολική τακτική που ακολούθησε, αρνούμενη να λάβει αυστηρά περιοριστικά μέτρα, αλλά για τους πολλούς θανάτους που σημειώθηκαν σε γηροκομεία και για την έλλειψη υψηλού αριθμού διαγνωστικών ελέγχων. Η δημοτικότητα της κυβέρνησης παραμένει, αναμφίβολα, σε υψηλά επίπεδα, ωστόσο το πολιτικό κλίμα φαίνεται πως έχει αρχίσει να αλλάζει στο εσωτερικό της χώρας, ενώ η διεθνής εικόνα της έχει πληγεί σημαντικά. Η υπουργός Εξωτερικών Αν Λίντε ενημέρωσε στις 29 Μαΐου μεγάλο αριθμό ξένων πρεσβευτών στη Σουηδία, σύμφωνα με την εφημερίδα Aftonbladet, για τις προσπάθειες της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει την πανδημία, προσπαθώντας να ανατρέψει την εικόνα που τείνει να παγιωθεί διεθνώς ότι η υψηλή αναλογία θανάτων στη Σουηδία οφείλεται στη μη λήψη αυστηρών μέτρων.

Η υπόθεση Πάλμε

Έπειτα από 34 χρόνια οι Σουηδοί πληροφορήθηκαν την Τετάρτη ότι τον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό Ούλοφ Πάλμε είχε δολοφονήσει το 1986 ο Στιγκ Ενγκστρομ, ο οποίος είχε ανακριθεί από την αστυνομία αλλά είχε θεωρηθεί ότι ήθελε να τραβήξει επάνω του την προσοχή και τελικά είχε αυτοκτονήσει το 2000. Η ολοκλήρωση της νέας έρευνας και η τοποθέτησή της στο αρχείο ελπίζεται ότι θα δώσει τέλος στο μυστήριο που κάλυπτε την υπόθεση και στις διάφορες θεωρίες συνωμοσίας που κυκλοφορούν. Ο Σουηδός πρωθυπουργός Στέφαν Λόφβεν χαρακτήρισε την υπόθεση «τραύμα», προσθέτοντας ότι η ολοκλήρωση της εισαγγελικής έρευνας «είναι σημαντική για ολόκληρη τη χώρα». Ο Μάρτιν Πάλμε, γιος του εμβληματικού πρωθυπουργού, δήλωσε στο σουηδικό ραδιόφωνο μετά τις εισαγγελικές ανακοινώσεις «πεπεισμένος πως ο Ενγκστρομ είναι ένοχος».

Πρόσθεσε, όμως, ότι «δεν υπάρχουν οριστικά στοιχεία που θα επέτρεπαν να πούμε με 100% βεβαιότητα ότι είναι αυτός ο φονιάς». Η αστυνομία δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει το κίνητρο του δολοφόνου, αλλά σημειώνει ότι ο Ενγκστρομ είχε σχέσεις με δεξιούς κύκλους που έτρεφαν μεγάλη έχθρα προς τον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό και κατά πολλούς αρχιτέκτονα του σουηδικού κράτους πρόνοιας.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X