ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Εμπορικός Πόλεμος-Ανακωχή: Θεαματική στροφή ή τακτικός ελιγμός Τραμπ;

Μετά τις συνομιλίες στη Γενεύη συμφώνησαν να μειώσουν τους δασμούς και να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις

Kathimerini.gr

Ο τέλειος αιφνιδιασμός ήταν για πολιτικούς παρατηρητές, οικονομικούς αναλυτές, αγορές και παγκόσμια κοινή γνώμη η είδηση πως Ουάσιγκτον και Πεκίνο συμφώνησαν σε μια ανακωχή τριών μηνών στις μεταξύ τους συνομιλίες στη Γενεύη. Η έκπληξη ήταν ακόμη μεγαλύτερη, όταν έγινε γνωστό ότι στη διάρκεια αυτής της περιόδου των 90 ημερών οι εκατέρωθεν δασμοί μειώνονται δραματικά σε σύγκριση με τα εξωπραγματικά επίπεδα που είχαν ανακοινωθεί τις τελευταίες εβδομάδες.

Εν ολίγοις, μετά μια ιλιγγιώδη κλιμάκωση που είχε θορυβήσει κυβερνήσεις, οικονομολόγους και διεθνείς οργανισμούς και είχε προκαλέσει κραδασμούς στις αγορές ανά τον κόσμο, η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε ότι οι δασμοί στις κινεζικές εισαγωγές θα περιοριστούν στο 30% αντί για το διαστημικό 145% που είχε επιβάλει ο Τραμπ, αλλά και έναντι του 80% που χαρακτήρισε «κατάλληλο» ο Αμερικανός πρόεδρος την Παρασκευή αμέσως πριν από τις επαφές των δύο πλευρών. Ομοίως το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι θα επιβάλει στα αμερικανικά προϊόντα δασμούς μόλις 10% έναντι του εξίσου εξωπραγματικού 125% που είχε ανακοινώσει εν είδει αντιποίνων στις επιθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ.

Διμερείς σχέσεις

Ο αιφνιδιασμός και η έκπληξη οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στη δραματική μείωση των δασμών από τα εξωφρενικά επίπεδα που καθιστούσαν πρακτικά ανέφικτες τις εμπορικές συναλλαγές ανάμεσα στις δύο οικονομίες. Εν αναμονή των επαφών στη Γενεύη, οι πλέον αισιόδοξοι εκ των οικονομικών αναλυτών ευελπιστούσαν σε μια μείωση των δασμών στο 50%, που θα επέτρεπε τουλάχιστον ένα μίνιμουμ εμπορικών σχέσεων.

Παράλληλα, όμως, εντυπωσιάζει η ταχύτητα με την οποία κατόρθωσαν οι δύο ανταγωνιστές να καταλήξουν σε μια πρώτη εκεχειρία μέσα στον ελάχιστο χρόνο ενός Σαββατοκύριακου. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι προχώρησαν σε συμφωνία με συνοπτικές διαδικασίες. Στη διάρκεια του χρονικού διαστήματος που είχε προηγηθεί και με τις εκατέρωθεν κατηγορίες και προσβολές, οι δύο πλευρές είχαν πείσει τους πάντες ότι θα παρέμεναν εγκλωβισμένες επί μήνες σε μια διελκυστίνδα, το τίμημα της οποίας θα πλήρωναν τόσο οι ίδιες όσο και οι άλλες οικονομίες, αλλά και οι καταναλωτές ανά τον κόσμο. Γι’ αυτό μάλλον κανείς δεν πήρε στα σοβαρά την αισιοδοξία που εξέφρασε ο Ντόναλντ Τραμπ ακριβώς πριν από το Σαββατοκύριακο, πως επίκειται «μια σπουδαία συμφωνία με την Κίνα». Για τους περισσότερους, η εκτίμηση έμοιαζε περισσότερο με τη συνήθη υπεραισιοδοξία του απρόβλεπτου Αμερικανού προέδρου, που υπερεκτιμά τις δυνατότητές του.

«Κανένας εκ των δύο δεν θέλει να αποσυνδεθεί από τον άλλον», σχολίασε ο Αμερικανός ΥΠΟΙΚ, λέγοντας ότι οι ΗΠΑ θέλουν να δουν την Κίνα να ανοίγει περισσότερο την αγορά της στα αμερικανικά προϊόντα.

Και εκπλήσσει ακόμη περισσότερο η ευκολία με την οποία κατέληξαν σε ανακωχή, δεδομένου ότι οι επαφές έγιναν μεν σε υψηλό επίπεδο, αλλά όχι σε επίπεδο κορυφής, όχι μεταξύ των δύο ηγετών: την κυβέρνηση Τραμπ εκπροσώπησαν ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ και ο εκπρόσωπος Εμπορίου Τζέιμισον Γκρίερ, ενώ το Πεκίνο ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Χε Λιφένγκ. Πολιτικοί αναλυτές επισήμαναν τις τελευταίες ημέρες ότι δεν υπήρχε περίπτωση να προσέλθει σε συνομιλίες ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, καθώς είχε παλαιότερη εμπειρία από το πόσο απρόβλεπτος είναι ο Αμερικανός πρόεδρος, αλλά και επειδή δεν θα διακινδύνευε ποτέ να βρεθεί σε μια θέση σαν αυτή στην οποία βρέθηκε προ εβδομάδων ο πρόεδρος της Ουκρανίας στην επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον. «Συμφωνούμε πως κανένας εκ των δύο δεν θέλει να αποσυνδεθεί από τον άλλον», σχολίασε ο Μπέσεντ και προσέθεσε ότι οι ΗΠΑ θέλουν να δουν την Κίνα να ανοίγει περισσότερο την αγορά της στα αμερικανικά προϊόντα. Εξέφρασε επιπλέον την ελπίδα πως «όσο θα προχωρούν οι διαπραγματεύσεις θα υπάρξει και η δυνατότητα να συνάψουμε συμφωνίες για αγορές που θα επαναφέρουν την ισορροπία στο διμερές εμπορικό ισοζύγιο».

Συγκρατημένη αισιοδοξία

Ερωτώμενος από δημοσιογράφους τι θα συμβεί όταν θα λήξει η περίοδος των 90 ημερών και αν μπορεί να αποφευχθεί η επαναφορά των δυσθεώρητων δασμών, ο Μπέσεντ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να παραταθεί η περίοδος της ανακωχής. Και με μια διατύπωση που σε τίποτε δεν θυμίζει την αμοιβαία καχυποψία του πρόσφατου παρελθόντος, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών τόνισε ότι «όπως ακριβώς και με όλους τους άλλους εμπορικούς μας εταίρους, στον βαθμό που υπάρχει προσπάθεια για καλή πίστη, δέσμευση και εποικοδομητικό διάλογο, θα συνεχίσουμε μπροστά».

Από κινεζικής πλευράς, το επίσημο ειδησεογραφικό πρακτορείο ΞινΧουά υπογράμμισε πως η Κίνα πάντα χειρίζεται τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ στη βάση των αρχών του αμοιβαίου σεβασμού. Συμπλήρωσε ότι η Κίνα δεσμεύεται σε μια σταθερή ανάπτυξη των σχέσεών της με τις ΗΠΑ, αλλά απηχώντας πρόσφατες αντιδράσεις του υπουργείου Εξωτερικών προσέθεσε πως η άσκηση πίεσης και οι απειλές δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος για να συνεννοείται κανείς με την Κίνα. 

Σημειωτέον ότι η Κίνα απέσυρε παράλληλα και ορισμένα εχθρικά μέτρα που δεν έχουν σχέση με τους δασμούς, όπως, για παράδειγμα, η μαύρη λίστα με αμερικανικές επιχειρήσεις τις οποίες είχε χαρακτηρίσει αναξιόπιστες και επισφαλείς για την εθνική της ασφάλεια. Απέσυρε επίσης τους περιορισμούς που είχε επιβάλει στις εξαγωγές σπανίων γαιών, αν και σε αυτό το σημείο παραμένει μια ασάφεια, διότι οι σχετικοί έλεγχοι αφορούσαν όλες τις χώρες και όχι μόνον τις ΗΠΑ. Δεν είναι σαφές αν η ανάκληση αφορά όλες τις χώρες.

Υπό μία έννοια, πάντως, η αποκλιμάκωση της έντασης ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου ήταν αναμενόμενη, δεδομένου ότι έχουν προηγηθεί στοιχεία που καταδεικνύουν κατάρρευση του εμπορίου ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ειρηνικού Ωκεανού. Σύμφωνα με τον Ράιαν Πέτερσεν, ιδρυτή και διευθύνοντα σύμβουλο της Flexport, ψηφιακής πλατφόρμας logistics, θα σημειωθεί άμεσα ράλι φορτώσεων προϊόντων ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ειρηνικού.

«Πάρτι» στις αγορές μετοχών

Οι επενδυτές υποδέχθηκαν ως ευεργετικό σοκ τη συμφωνία Ουάσιγκτον – Πεκίνου και στα χρηματιστήρια ανά τον κόσμο επικράτησε χθες ευφορία. Πολλοί προεξοφλούν πως πρόκειται για σαφή αποκλιμάκωση του εμπορικού πολέμου και για το πρώτο βήμα προς μια φιλική διαπραγμάτευση που θα διευθετήσει πολλά προβλήματα. Στα χρηματιστήρια της Κίνας το κλίμα ήταν περισσότερο από αισιόδοξο και, όπως επισήμαναν οικονομικοί αναλυτές, η συμφωνία προσφέρει ανάπαυλα στις κινεζικές εξαγωγικές επιχειρήσεις που είχαν δει να «παγώνουν» οι εξαγωγές τους στις ΗΠΑ.

 
Οι μετοχές στις αγορές της Σαγκάης και του Χονγκ Κονγκ διέγραψαν όσες απώλειες είχαν σημειώσει μετά τις ανακοινώσεις της «Ημέρας Απελευθέρωσης», όπως είχε αποκαλέσει ο Ντόναλντ Τραμπ την Τετάρτη 2 Απριλίου, οπότε ανακοίνωσε τους επιθετικούς δασμούς. Οι δείκτες Hang Seng China Enterprises Index και Hang Seng Index του Χονγκ Κονγκ έκλεισαν με κέρδη 3%, ενώ την ίδια στιγμή οι επενδυτές εγκατέλειπαν τα ασφαλή καταφύγια των κρατικών ομολόγων, με αποτέλεσμα να υποχωρούν οι τιμές των ομολόγων και να σημειώνουν άνοδο οι αποδόσεις τους.

Στη Γουόλ Στριτ η άνοδος ήταν τέτοια ώστε θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για ενθουσιασμό, εφόσον αργά το βράδυ, πριν από το κλείσιμο, ο δείκτης S&P 500 σημείωνε άνοδο πάνω από 3%, ο Dow Jones άνοδο περίπου 2,6% και ο Nasdaq έκανε άλμα πάνω από 4%. «Είναι μια στιγμή καθοριστική», σχολίασε η Λίντα Λαμ, στέλεχος της Bancaire Privée στο Χονγκ Κονγκ, που ερμήνευσε την άνοδο των χρηματιστηρίων ως απόδειξη ότι «αυτό που χρειάζεται απελπισμένα η αγορά είναι ορατότητα και η σημερινή ανακοίνωση απομακρύνει τον κίνδυνο της κλιμάκωσης». Στο ίδιο πνεύμα και ο Μάρβιν Τσεν, αναλυτής της Bloomberg Intelligence, που υπογραμμίζει πως «η μείωση των δασμών ήταν πολύ μεγαλύτερη από όσο μπορούσαμε να περιμένουμε και θα στηρίξει τον εξαγωγικό τομέα της Κίνας για όσο οι δύο χώρες θα μελετούν τις διαρθρωτικές αλλαγές που θέλουν.

Θεαματική στροφή ή τακτικός ελιγμός Τραμπ η συμφωνία;

Καθώς η έκπληξη και ο αιφνιδιασμός αρχίζουν ήδη να υποχωρούν, πλανάται παντού το ερώτημα για το τι υποδηλώνει η συμφωνία· αν πρόκειται για μια ολοταχώς υποχώρηση του Ντόναλντ Τραμπ και νίκη του Πεκίνου, εφόσον δεν έχουν επιβληθεί όροι και προϋποθέσεις για τη μείωση των δασμών, ή μήπως πρόκειται για μια νίκη της Ουάσιγκτον.

Μέχρι στιγμής, για τους περισσότερους αναλυτές προέχει ότι μάλλον έχει γίνει το πρώτο βήμα προς μια ευρύτερη διαπραγμάτευση, που θα σταθεροποιήσει τις αγορές και θα καθησυχάσει την κοινή γνώμη, απομακρύνοντας τον κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού και της ύφεσης.

 
Οπως επισημαίνει η Τζέιν Φόλεϊ, επικεφαλής του τομέα στρατηγικής στην αγορά συναλλάγματος στη Rabobank στο Λονδίνο, «μέλη της αμερικανικής κυβέρνησης μας διαβεβαίωσαν ότι οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν και ότι ο τόνος της διαπραγμάτευσης είναι θετικός, καθώς και ότι ΗΠΑ και Κίνα δεν θέλουν να αποδεσμεύσουν τις οικονομίες τους». Η ίδια συμπεραίνει, έτσι, ότι «υπάρχει πολύ μεγαλύτερη αισιοδοξία τώρα πως οι δασμοί δεν θα έχουν τελικά τον καταστρεπτικό αντίκτυπο που θα μπορούσαν να έχουν».

Κάποιοι πιο απαισιόδοξοι για την προοπτική της διαπραγμάτευσης θυμίζουν, όμως, πως το 2018 στη διάρκεια της πρώτης θητείας Τραμπ και του πρώτου εμπορικού πολέμου που είχε κηρυχθεί τότε, οι δύο πλευρές προσήλθαν σε διαπραγμάτευση, αλλά η αμερικανική πλευρά αποχώρησε ολοκληρωτικά και πέρασαν 18 μήνες προκειμένου να αποκατασταθεί το κλίμα και να ξαναρχίσει η διαπραγμάτευση που κατέληξε στην προσωρινή συμφωνία του 2020.

Μερίδα αναλυτών θεωρεί κερδισμένο το Πεκίνο, αφού «η συμφωνία επετεύχθη χωρίς να απαιτηθούν ουσιαστικές παραχωρήσεις από την πλευρά της Κίνας».

Μερίδα αναλυτών αποδίδει τη θεαματική στροφή της κυβέρνησης Τραμπ στην προσπάθειά της να συμμαζέψει τα σπασμένα του προέδρου και να επανορθώσει το χάος που προκάλεσε ο απρόβλεπτος πρόεδρος, αποκλιμακώνοντας την ένταση με τους εμπορικούς εταίρους της υπερδύναμης. «Υπάρχει μια τάση στους κόλπους της κυβέρνησης Τραμπ που επιδιώκει την αποκλιμάκωση του χάους», τονίζει η Ελίζαμπεθ Ινγκλεζον, επίκουρη καθηγήτρια στο τμήμα Παγκόσμιας Ιστορίας στο London School of Economics.

Η ίδια εξηγεί πως «αυτό που κάνει ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, είναι να συμμαζεύει το χάος και είναι πολύ σημαντικό, γιατί καταδεικνύει ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Κίνα προθυμοποιούνται να διαπραγματευθούν». Υπό αυτήν την έννοια, μοιάζει περισσότερο με μια ήπια νίκη όχι ακριβώς του Τραμπ, αλλά της ευρύτερης κυβέρνησης Τραμπ, που μεθόδευσαν τα στελέχη της με στόχο να γεφυρώσουν τις σχέσεις της υπερδύναμης με τους εταίρους της.

Την ίδια στιγμή, ωστόσο, πολλοί αναλυτές όπως, για παράδειγμα, ο Λιν Σονγκ, κορυφαίος οικονομολόγος της ING, επιλέγουν να δώσουν έμφαση στο γεγονός ότι «η συμφωνία επετεύχθη και μειώθηκαν σημαντικά οι δασμοί χωρίς να γίνουν ή να απαιτηθούν ουσιαστικές παραχωρήσεις από την πλευρά της Κίνας», γεγονός που κατά τη γνώμη του υποδηλώνει ότι πρόκειται για νίκη της Κίνας.

Κάποιοι άλλοι εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στη θεαματική άνοδο που σημείωσαν χθες οι αγορές της Κίνας. Επισημαίνουν ότι μέσα στο γενικότερο ράλι που έκαναν χθες οι μετοχές στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, τα χρηματιστήρια της Κίνας κατέγραψαν μεγαλύτερη άνοδο από αυτή των αμερικανικών μετοχών. Σπεύδουν, ως εκ τούτου, να συμπεράνουν ότι οι επενδυτές βλέπουν την Κίνα ως κερδισμένη της υπόθεσης.

Ο Αρνε Πετιμεζάς, αναλυτής του ομίλου AFS, φτάνει στο σημείο να εκτιμά πως θα είναι υπερβολικά δύσκολο για τον Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει και πάλι τους ίδιους δυσθεώρητους δασμούς όταν θα λήξει η περίοδος της ανακωχής, και προεξοφλεί ότι «χαμήλωσε τους δασμούς περισσότερο από όσο μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι θα ήταν δυνατόν να κάνει και το αποτέλεσμα θα είναι ότι η Τετάρτη 2 Απριλίου θα ξεχαστεί σύντομα».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση