
Kathimerini.gr
Μία αθέατη πλευρά των δασμών Τραμπ έρχεται να αναδείξει η πραγματικότητα που διαμορφώνεται για τις επιχειρήσεις οι οποίες συναλλάσσονται με τις ΗΠΑ. Οι διαφορετικοί συντελεστές πάνω στο ίδιο προϊόν εισαγωγής, με αποκλειστικό κριτήριο τη χώρα προέλευσης, δημιουργεί άνισες συνθήκες ανταγωνισμού, που σημαίνει ότι κάποιοι εξαγωγείς θα ζημιωθούν και άλλοι θα ωφεληθούν εις βάρος τους.
Οι υψηλότερες τιμές και η αποδιοργάνωση των εφοδιαστικών αλυσίδων είναι η μία όψη της εμπορικής πολιτικής Τραμπ. Η άλλη πτυχή είναι ο αντίκτυπος που θα έχουν οι συντελεστές πολλών ταχυτήτων σε κάθε πεδίο δραστηριότητας, καθορίζοντας τη σχέση της αμερικανικής οικονομίας με τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σ’ αυτήν. Το πρόβλημα προκύπτει όταν δεν συνοδεύει ο ίδιος φόρος εισαγωγής όλες τις εταιρείες που απασχολούνται σε έναν τομέα προϊόντος. Οι άνισοι δασμοί μεταβάλλουν το τοπίο στον ανταγωνισμό, γεγονός το οποίο θα πρέπει να λάβουν πλέον υπόψη οι επιχειρήσεις που εξάγουν στις ΗΠΑ.
Οταν ο δασμός πλήττει λιγότερο απ’ ό,τι εσένα τον ανταγωνιστή σου, μόνο και μόνο επειδή εκείνος προέρχεται από άλλη περιοχή του πλανήτη και η αμερικανική κυβέρνηση έχει λειτουργήσει με τα δικά της κριτήρια για τον συντελεστή που θα ορίσει στη μία ή την άλλη χώρα, τότε μειώνεται διπλά η ανταγωνιστικότητά σου. Αντιστρόφως, όταν απολαμβάνεις χαμηλότερη αύξηση δασμού από τους ανταγωνιστές σου, τότε έχεις συγκριτικό πλεονέκτημα παρά το γεγονός ότι ο εισαγωγέας σου έχει υποστεί αύξηση του κόστους στο προϊόν σου.
«Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι ποιος πληρώνει δασμούς, αλλά ποιος πληρώνει περισσότερο από εσένα», έγραφε πρόσφατα ο Ρίτσαρντ Μπάλντγουιν, καθηγητής Διεθνών Οικονομικών στο IMD Business School, φέρνοντας το απλό παράδειγμα των μοτοσικλετών, τομέας στον οποίο η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε άνισους συντελεστές σε διαφορετικές χώρες. Ειδικότερα, οι δασμοί στη συγκεκριμένη κατηγορία κυμαίνονται από 20% στην Ευρωπαϊκή Ενωση έως 46% στο Βιετνάμ. Οι ιαπωνικές μοτοσικλέτες αντιμετωπίζουν συντελεστή 24%. Η δασμολογική αυτή διάκριση έχει σοβαρές επιπτώσεις για τις ξένες εταιρείες που εξάγουν στις ΗΠΑ, μετατοπίζοντας τη σχετική τους ανταγωνιστικότητα.
Ενδεικτικά, παρότι βρίσκεται αναμφίβολα σε χειρότερο σημείο απ’ ό,τι πριν από την επιβολή του δασμού, η Ευρωπαϊκή Ενωση αναδεικνύεται ξαφνικά σε καλύτερη θέση σε σχέση με τους ανταγωνιστές της που έχουν έδρα το Βιετνάμ ή ακόμη και την Ιαπωνία. Το να χάνεις λιγότερα είναι, στην πραγματικότητα, ένας τρόπος να κερδίζεις περισσότερα. Η συγκεκριμένη παράμετρος έχει ιδιαίτερη σημασία σε μια εποχή κατά την οποία έχουν σημειώσει αλματώδη άνοδο οι τιμές της παραγωγής και τελικά τα προϊόντα, που σημαίνει ότι κάθε πλεονέκτημα ή μειονέκτημα μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Επομένως, οι δασμοί Τραμπ ξαναγράφουν τον χάρτη φέρνοντας τα πάνω κάτω στον ανταγωνισμό. Κάποιοι θα χάσουν τα προτερήματα που πηγάζουν από την ποιότητα των προϊόντων τους ή την αποτελεσματικότητα του μάνατζμεντ που διέπει την εταιρεία τους και άλλοι θα βρουν μπροστά τους ευκαιρίες που προέρχονται αποκλειστικά από το γεγονός ότι η αμερικανική κυβέρνηση είναι ακόμη πιο εχθρική στις συναλλαγές της με άλλες χώρες. Είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των πολλαπλών, ενίοτε αθέατων, παρενεργειών που μπορεί να προκαλέσει μια πολιτική παρέμβαση στη λειτουργία της αγοράς. Το ενδιαφέρον είναι ότι η διάσταση των άνισων συντελεστών και τελικά του άνισου ανταγωνισμού υπερβαίνει τη συζήτηση περί εγχώριας ή αλλοδαπής παραγωγής των προϊόντων στα οποία στοχεύει η εμπορική πολιτική Τραμπ. Η μελέτη ερευνητικών φορέων όπως το IMD καταδεικνύει ότι μέσα από τους δασμούς της αμερικανικής κυβέρνησης είναι πολύ σχετικό σε ποιες περιπτώσεις κερδίζει το «Made in USA», παρότι αυτός ήταν ο αρχικός στόχος. Ως προς τις άμεσες επιπτώσεις των δασμών, σε όρους τελικού προϊόντος, κερδίζουν πράγματι τα αγαθά που παράγονται στις ΗΠΑ και χάνουν τα αγαθά που παράγονται στο εξωτερικό. Ωστόσο, σε όρους ενδιάμεσων εισροών που απαιτούνται για την παραγωγή των προϊόντων, χάνουν τα αγαθά που παράγονται στις ΗΠΑ και κερδίζουν τα αγαθά που παράγονται στο εξωτερικό, καθώς η βιομηχανία στις υπόλοιπες χώρες θα έχει μικρότερες επιβαρύνσεις για την εισαγωγή εξαρτημάτων σε σχέση με τις επιχειρήσεις που θα λειτουργούν στην Αμερική – λόγω των δασμών Τραμπ. Αντιστοίχως, ως προς τις έμμεσες επιπτώσεις των δασμών, κερδίζουν τα αγαθά των ξένων επιχειρήσεων που θα έχουν χαμηλότερους δασμούς από τους ανταγωνιστές τους. Τα αγαθά των αμερικανικών επιχειρήσεων θα έχουν απώλειες που θα εξαρτηθούν από την πηγή των εισροών κατά περίπτωση.
Συνοψίζοντας, οι χώρες με χαμηλότερους δασμούς αποκτούν προνομιακή πρόσβαση στην αμερικανική αγορά και οι χώρες με υψηλότερους δασμούς αποκτούν ανταγωνιστικό μειονέκτημα. Στο μεταξύ, οι εισαγωγείς στις ΗΠΑ θα στρέφονται σε λιγότερο αποδοτικούς προμηθευτές καθαρά επειδή η συναλλαγή τους θα αντιμετωπίζει χαμηλότερο δασμό – κριτήριο το οποίο θα αρχίσει να λειτουργεί εις βάρος της ποιότητας με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη μεσοπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της αμερικανικής οικονομίας.
Φυσικά, στον βαθμό που θα καταφέρει να προστατεύσει τους εγχώριους παραγωγούς, η εμπορική πολιτική Τραμπ θα επιτρέψει την αύξηση του μεριδίου αγοράς για εταιρείες οι οποίες κατά τα άλλα θα είναι λιγότερο αποδοτικές και καινοτόμες σε σύγκριση με επιχειρήσεις που παρείχαν υψηλότερη προστιθέμενη αξία και βέλτιστες διεθνείς πρακτικές στην αμερικανική οικονομία. Μάλιστα, η συγκεκριμένη πολιτική θα μειώσει την πίεση στις αμερικανικές εταιρείες –που θα προστατεύονται– να καταστούν καλύτερες και ποιοτικότερες. Πρόκειται για ένα πλήγμα στον ανταγωνισμό, σε όλα τα επίπεδα, με ορατό το ρίσκο για περαιτέρω αυξήσεις των τιμών μέσα από τις λιγότερες επιλογές που θα διαθέτουν οι καταναλωτές στις ΗΠΑ.