Παλαιότερα θα το θεωρούσε κανείς απίθανο, κι όμως η ισπανική οικονομία εμφανίζει πλέον υψηλότερο ΑΕΠ κατά κεφαλήν από την Ιαπωνία, μία εκ των μεγαλυτέρων οικονομιών του πλανήτη. Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ, το ΑΕΠ κατά κεφαλήν στην Ιαπωνία διαμορφώθηκε στα 33.960 δολάρια έναντι 36.190 στην Ισπανία το 2025 και η απόκλιση είχε αρχίσει να καταγράφεται ήδη από πέρυσι.
Ο δείκτης αυτός, ο οποίος συνδέεται στενά με το επίπεδο διαβίωσης, δεν σημαίνει ότι η ισπανική οικονομία είναι μεγαλύτερη από την ιαπωνική σε ό,τι αφορά την αθροιστική αξία των προϊόντων και των υπηρεσιών. «Υπάρχει μια πραγματική ιστορία πίσω από αυτό, αλλά κι ένας μεγάλος περιορισμός», τόνισε ο Ανγκελ Ταλαβέρα, αναλυτής της Oxford Economics. Πράγματι, εξήγησε, η ισπανική οικονομία είναι ανάμεσα στις χώρες με την ταχύτερη ανάπτυξη, αλλά το ιαπωνικό γιεν έχει χάσει το 40% της αξίας του από το 2021. «Ακόμη κι αν το ιαπωνικό ΑΕΠ κατά κεφαλήν παρέμενε αμετάβλητο στο τοπικό νόμισμα, θα ήταν 40% χαμηλότερο σε αμερικανικά δολάρια», πρόσθεσε μιλώντας στο Euronews.
Η ισπανική οικονομία «έτρεξε» με ρυθμό 3,2% το 2024, ξεπερνώντας τη γαλλική, τη γερμανική και την ιταλική, τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης. Στήριγμα αποτέλεσαν η ισχυρή εγχώρια ζήτηση, ο τουρισμός και συνολικά ο τομέας των υπηρεσιών, που συνεισφέρει πάνω από τα δύο τρίτα της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας.
«Ο παγκόσμιος τουρισμός ευνόησε αυτή την οικονομία περισσότερο απ’ όσο ευνόησε την Ιαπωνία», επισήμανε ο Μάθιου Γκέρτκεν, επικεφαλής αναλυτής στην BCA Research. Επίσης, συνέβαλαν θετικά η ισχυρή κρατική στήριξη και το ενεργειακό κόστος, που ήταν χαμηλότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τέλος, σημαντικός παράγοντας ήταν και η αύξηση του πληθυσμού στη χώρα.
Σύμφωνα με τον Γκέρτκεν, η ισχυρή οικονομική επίδοση της Ισπανίας την τελευταία δεκαετία στηρίχθηκε στις «σκληρές μεταρρυθμίσεις και την τεράστια προσαρμογή του κόστους εργασίας κατά το ξέσπασμα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους την περασμένη δεκαετία, που τόνωσαν την ανταγωνιστικότητά της».
Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της κρίσης η ανεργία στην Ισπανία ανερχόταν περίπου στο 25%. Οσες επιχειρήσεις δυσκολεύονταν οικονομικά στρέφονταν προς συμβόλαια ορισμένου χρόνου για τους εργαζομένους τους, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να παρέμβει χαλαρώνοντας τα μέτρα προστασίας των απασχολουμένων στα συμβόλαια αορίστου χρόνου. Μειώνοντας, μεταξύ άλλων, το κόστος απόλυσης και τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, βελτιώθηκε η κινητικότητα στην αγορά εργασίας, η αντιστοίχιση θέσεων με επαγγελματίες και η παραγωγικότητα.
Οι οικονομίες που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις υπηρεσίες, όπως η ισπανική, αναμένεται να συνεχίσουν να υπεραποδίδουν, καθώς οι καταναλωτικές τάσεις αλλάζουν ανά τον κόσμο.
Συνολικά, η συνεισφορά των υπηρεσιών στο παγκόσμιο ΑΕΠ έχει αυξηθεί από 53% το 1970 στο 67% το 2021, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Βάσει των στοιχείων του ΔΝΤ, το ΑΕΠ κατά κεφαλήν στην Ισπανία αναμένεται να παραμείνει υψηλότερο από την Ιαπωνία μέχρι τουλάχιστον το 2030.
Στο μεταξύ, η ιαπωνική αγορά εργασίας έχει αποστεωθεί, επιβαρύνοντας την παραγωγικότητα. Πρόκειται για την τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, έχοντας χάσει πέρυσι την τρίτη θέση από τη Γερμανία. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ, αναμένεται φέτος να πέσει στην πέμπτη θέση μετά την Ινδία. Αλλωστε, τις τελευταίες τρεις δεκαετίες εμφανίζει οριακή ανάπτυξη και χτυπήθηκε σφοδρά από την πανδημία.
Πρόσφατη έκθεση της εταιρείας ερευνών Nikko Research Center αναφέρει ότι η χώρα δυσκολεύεται λόγω της έλλειψης καινοτομίας. Η έκθεση επισήμανε ότι το ΑΕΠ στην Ιαπωνία ήταν δεύτερο στον κόσμο μετά το Λουξεμβούργο το 2000, ενώ τώρα είναι στην 38η θέση.
Μάλιστα, δεν αναμένεται άμεση βελτίωση της κατάστασης. Η οικονομία συρρικνώθηκε το πρώτο τρίμηνο, κυρίως λόγω των εξασθενημένων εξαγωγών, ενώ η εγχώρια ζήτηση είναι χαμηλή, ο πληθωρισμός ανεβαίνει και η παραγωγή είναι ήπια. Επιπλέον, οι αμερικανικοί δασμοί βλάπτουν τις εξαγωγές και τη βιομηχανική δραστηριότητα, προκαλώντας φόβους για ύφεση το δεύτερο τρίμηνο.