ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τα έργα είναι τα κλειδιά της μνήμης μου

Η Κατερίνα Κοσκινά, επιμελήτρια της έκθεσης «The Tides of the Century», μιλάει στην «Κ» για την τέχνη και όχι μόνο

Με αφορμή την έκθεση στην Κίνα «The Tides of the Century» με τιμωμένη χώρα την Ελλάδα και με τίτλο του ελληνικού περιπτέρου «Θέσις-Αντίθεσις-Σύνθεσις. Στην τροχιά των αλλαγών» όπου εκτίθενται τα έργα 34 Ελλήνων καλλιτεχνών, εκ των οποίων οι τρεις είναι Κύπριοι, ο Θεόδουλος, η Γιούλα Χατζηγεωργίου και ο Stellarc, μιλήσαμε με την επιμελήτρια του ελληνικού περιπτέρου Κατερίνα Κοσκινά. Ξεκινώντας τη διαδικτυακή μας συνέντευξη μέσα στα πρώτα κιόλας λεπτά κατάλαβα ότι αυτή η συνέντευξη θα είναι μια πολύ ξεχωριστή συζήτηση. Με την κα Κοσκινά μιλήσαμε για τη ζωή, για την τέχνη, για τους ανθρώπους, για τις δυσκολίες, αλλά και για την αγάπη και το πάθος για τη δουλειά που επέλεξε να κάνει, μια δουλειά που τη βλέπει ως «Δώρο Θεού», όπως λέει χαρακτηριστικά στην «Κ». Η Ελληνική έκθεση φιλοξενείται στο Μουσείο αρ. 6, το οποίο είναι αφιερωμένο εξολοκλήρου στην Ελλάδα.

–Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια της καριέρας σας τι είναι αυτό που ανακαλύψατε για τους καλλιτέχνες;

–Ίσως να ανακάλυψα πιο πολύ πράγματα για εμένα και για τη ζωή πάρα για τους ίδιους τους καλλιτέχνες. Μέσα από τα έργα και τις εκθέσεις, αλλά και την επαφή με τον χώρο, θεσμικό και ιδιωτικό, ανακάλυψα πράγματα για τον κόσμο. Έχω καταθέσει κυριολεκτικά την ψυχή μου σε αυτόν το χώρο, δουλεύω με πάθος, παρατηρώ και διδάσκομαι. Το κίνητρό μου ήταν πάντα το έργο, η δημιουργία του ή έκθεσή του και σε δεύτερη μοίρα το πώς και αν μπορώ να το αποκτήσω. Και εννοώ για τα συλλογή της τράπεζας ή του Μουσείου (π.χ. για την Alpha Bank, το Κρατικό ή το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, όταν εργαζόμουν γι’ αυτά). Προσπαθούσα να τα αποκτήσω στην καλύτερη τιμή, αλλά πάντα με μια αμηχανία. Δυσκολευόμουν πάντα ως προς το εμπορικό κομμάτι του έργου. Για εμένα ένα έργο τέχνης δεν έχει αξία εμπορική. Καταλαβαίνω ότι πολλοί έχουν επενδύσει επάνω του, έχουν κερδίσει, έχουν στηρίξει προσδοκίες. Και το βρίσκω αναγκαίο για τους καλλιτέχνες και χρήσιμο για τον χώρο της τέχνης, για όλους εμάς, γιατί προσδίδει μια αντικειμενική αξία. Ωστόσο, η δική μου προσέγγιση του έργου τέχνης είναι τελείως διαφορετική. Εάν μπορούσα να γυρίσω τώρα την κάμερα, θα βλέπατε ότι μπροστά μου έχω ένα τοίχο με αναρτημένα έργα. Πέραν αυτών, θα έλεγα ότι στα άλλα συμπεριφέρομαι άκομψα. Άκομψα, με την έννοια ότι πολλά παραμένουν χρόνια ακουμπισμένα στο πάτωμα. Περιμένουν να τελειώσω με τις δουλειές μου... Αστειεύομαι, αλλά είναι γεγονός, ότι ταξιδεύω χιλιάδες χιλιόμετρα για να κρεμάσω έργα, αλλά τα δικά μου δεν τα βλέπω πια. Δεν με ενοχλεί π.χ. η παρατεταμένη «προσωρινή» εναπόθεσή τους στο πάτωμα. Και μη νομίζετε ότι δεν είναι για μένα πολύτιμα. Τα έργα είναι τα κλειδιά της μνήμης μου. Είναι ερεθίσματα, αφορμή για να θυμηθώ ή να σκεφτώ κάτι. Ό,τι έχω κάνει στην ζωή μου έχει να κάνει με τα έργα τέχνης και τους καλλιτέχνες. Χρωστάω πολλά σε αυτό. Είμαι πολύ χαρούμενη που κάνω αυτήν τη δουλειά, παρά κάποιες απογοητεύσεις ή διαψεύσεις, και δεν θα ήθελα να κάνω κάτι άλλο. Δεν τη θεωρώ δουλειά, μπορώ να σας πω ότι δεν τη θεωρώ ούτε λειτούργημα. Το κάνω όμως με μια μεγάλη φυσικότητα, είναι αυτό που με εκφράζει, σε αυτό πιστεύω πραγματικά και δυστυχώς ίσως, θα πω ότι είναι αυτό που με χαρακτηρίζει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο πράγμα στη ζωή μου. Μπορεί να μην ακούγεται ωραίο αυτό που λέω, όμως έχει κυρίως να κάνει με τον τρόπο που προσεγγίζω αυτό που επέλεξα ως επάγγελμα. Το θεωρώ ως δώρο Θεού.

–Τι σας έκανε να ακολουθήσετε τον δρόμο της τέχνης και του πολιτισμού;

–Δεν ήμουν ένα παιδί που είχε ιδιαίτερες κλίσεις σε κάτι. Αυτό που ήθελα όμως πολύ είναι να ταξιδεύω, είχα ένα ενδιαφέρον στις ανθρώπινες συναλλαγές και μια ροπή στην καλή ζωή. Ήθελα να μπω στο διπλωματικό σώμα, αυτή ήταν αρχικά η σκέψη μου ως παιδί. Δεν μπήκα όμως στη νομική που έδωσα εξετάσεις. Τυχαία βρέθηκε στον δρόμο μου μια καθηγήτρια στο Γαλλικό Ινστιτούτο που έκανε μαθήματα Ιστορίας Τέχνης. Τα παρακολούθησα και πήρα άλλες αποφάσεις. Τέλειωσα σε λιγότερο από 4 χρόνια το Πανεπιστήμιο και πήγα Παρίσι, όπου ξεκίνησα να σπουδάζω Ιστορία Τέχνης. Φυσικά, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι παραστάσεις. Πρώτα το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσα, στην Κέρκυρα. Είχα την τύχη να έχω καλούς γονείς, μια πολιτισμένη οικογένεια και με ενδιαφέροντα ανθρώπινα για την τέχνη. Δεν εννοώ ότι ήταν συλλέκτες. Εννοώ ότι είχαν μια αυθεντική σχέση με τη ζωγραφική. Η προγιαγιά μου, η γιαγιά και ο παππούς μου, η θεία μου όλοι ζωγράφιζαν ερασιτεχνικά. Ταυτόχρονα, με τους γονείς μου ταξιδεύαμε κάθε καλοκαίρι, πηγαίναμε Γαλλία, έτσι από πολύ μικρά παιδιά, η αδελφή μου και εγώ, μπαίναμε σε μουσεία. Πιστεύω, λοιπόν, οι παραστάσεις αυτές με έκαναν πολύ γρήγορα να αγαπήσω τον χώρο, αλλά ταυτόχρονα με βοήθησαν να καταλάβω ότι επ’ ουδενί είμαι καλλιτέχνης. Αυτό που με ενδιαφέρει να κάνω, είναι να τον στηρίξω.

–Και πόσο σημαντικό είναι να υπάρχουν άτομα σαν εσάς που στηρίζουν την τέχνη…

–Ναι… αλλά δεν είναι τόσο ρομαντικό. Ας πούμε εσείς έχετε στην Κύπρο τον κ. Δημήτρη Πιερίδη, την οικογένεια Λεβέντη, οι οποίοι στηρίζουν την τέχνη χρόνια και προσφέρουν. Η δική μου στήριξη δεν μπορεί να είναι ανάλογη. Είναι πολύ σημαντικό να τη στηρίξω εγώ με την ψυχή και το έργο μου ή εσείς, αλλά δεν αρκεί. Χρειάζεται αυτός που είναι ο πραγματικός μαικήνας, έτσι άνθησε η τέχνη. Πάντα υπήρχαν χορηγοί, από την Αρχαία Ελλάδα, ξεκάθαρα πια από την Αναγέννηση και μετά, διότι ο Λεονάρντο, ο Μιχαήλ Άγγελος, ή ο Ραφαήλ, πώς θα μπορούσαν να είχαν κάνει αυτά τα έργα τα οποία ανήκουν σε όλους μας και μας διαμορφώνουν, εάν δεν υπήρχαν οι μαικήνες; Αυτό τον ρόλο σήμερα καλείται να κάνει η Πολιτεία, συνεπικουρουμένη από ιδρύματα και ιδιώτες που είτε έχουν κληρονομήσει, είτε έχουν φτιάξει τις οικονομικές συνθήκες και έχουν την άδολη –ελπίζω– αγάπη ή το πάθος του συλλέκτη, που όμως το διοχετεύουν προς το κοινό καλό.

Η ιστορία αλλοιώνεται σκοπίμως

αλλά δεν διαγράφεται

–Πιστεύετε στη «θεία δίκη»;

–Δεν πιστεύω στη «θεία δίκη», πιστεύω στην αλήθεια και στο έργο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η αλήθεια έχει να κάνει με γεγονότα και πράγματα που συνέβησαν. Πιστεύω λοιπόν την αλήθεια, μπορεί να τη σκεπάσεις, αλλά δεν μπορείς να την ακυρώσεις. Τα περισσότερα πράγματα, στις περισσότερες χώρες και ειδικά στην Ελλάδα που έχει μια παράδοση, έχουν να κάνουν με το να υποστηρίζεσαι από τους χώρους που ανήκεις ή από ισχυρά πρόσωπα. Εγώ δεν ανήκω κάπου, δεν προέρχομαι από κάποιο μεγάλο «τζάκι». Ανήκω στον εαυτό μου, στη ζωή μου, στην καθημερινότητά μου, στη χώρα μου δεν έχω άλλου είδους εξαρτήσεις και επιρροές. Θεωρώ δε ότι κάποια πράγματα όπως είναι η υγεία, η παιδεία και η τέχνη πρέπει να είναι πραγματικά ανεξάρτητα. Σε επίπεδο διαχείρισης εννοώ. Πιστεύω ότι οι αξίες πρέπει να αναγνωρίζονται με βάση την προσφορά και το έργο τους και αυτό δεν έχει να κάνει με μένα, αλλά με αρκετούς ανθρώπους του χώρου.

–Πώς μπορεί κάποιος να μεταφέρει αυτό το μήνυμα στην Πολιτεία, και πώς εσείς δεν χάνετε την ελπίδα σας;

–Η συμβουλή μου είναι να επιμένετε σε αυτό που πιστεύετε και όχι σε αυτό που περιμένετε. Διότι είμαστε αυτό που πιστεύουμε και όχι αυτό που πιστεύουν οι άλλοι, ή σχεδιάζουν οι άλλοι για εμάς. Γνωρίζω από πρώτο χέρι. Έχω υποστεί άδικη και άγρια επίθεση. Έχω χορτάσει τα τελευταία χρόνια «αδειάσματα» και με πολύ άκομψο και άχαρο τρόπο, παρόλο που η δουλειά μου αξιοποιήθηκε και ταυτόχρονα υποτιμήθηκε και κακοποιήθηκε. Υπήρξα όμως και πολύ τυχερή πριν από αυτό. Γύρισα από το Παρίσι, γιατί μου προσφέρθηκε κάποτε μια δουλειά στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών που πραγματικά άξιζε και ποτέ δεν μετάνιωσα που γύρισα. Ήταν όμως η συνθήκη τότε τέτοια, με ανθρώπους όπως ο Περικλής Νεάρχου, ο διευθυντής του ή ο Θεόδωρος Τερζόπουλος που ασχολούνταν τότε με το Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος. Τότε, ήταν εκεί οι πάντες, δηλαδή ο Bob Wilson, ο Peter Stein, ο Peter Hall, ο Oliver Taplin, ο Tadashi Suzuki και άλλοι πολλοί. Με αυτές τις συνθήκες ήρθα εδώ. Μετά συνεργάστηκα με την Alpha Bank ως σύμβουλος Διοίκησης για τη συλλογή των έργων τέχνης και ως επιμελήτρια και μετά καλλιτεχνική διευθύντρια στο ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου, όπου εκεί εμπέδωσα πόσο σημαντικό είναι να θέτεις το κοινό καλό, το εμείς, πάνω από το εγώ. Ακολούθησε η συνεργασία μου με την Πολιτεία. Με τίμησαν με το να μου δώσουν τη θέση του προέδρου στο Διοικητικό Συμβούλιο του Κρατικό Μουσείο την οποία υπηρέτησα για χρόνια. Προσπάθησα να δουλέψω σαν εργάτης όπως ήξερα, σαν στρατιώτης, με ψυχή και με ό,τι ενέργεια έχω. Και από εκεί έφυγα, όπως και παραιτήθηκα και από το Ίδρυμα Κωστόπουλου για να πάω στο ΕΜΣΤ. Εκεί πραγματικά πέρασα άσχημα. Με πολύ καρδιά και πολύ ψυχή, ίσως δεν έχω δώσει πουθενά όπως έχω δώσει στο ΕΜΣΤ, αλλά με απογοήτευση διαρκείας, θα έλεγα, για τον τρόπο που διαχειρίστηκαν και εμένα και τη δουλειά μου. Κατάλαβα τον τρόπο που λειτουργούν τα πράγματα ή καλύτερα για το πώς κινούνται και πόσο όλο αυτό δεν έχει να κάνει με την τέχνη… Είναι κάτι που με στεναχώρησε αλλά με έκανε και να καταλάβω ότι δεν μπορώ και κυρίως δεν θέλω να προσαρμοστώ σε συνθήκες που δεν ακολουθούν τις ενδεδειγμένες διαδικασίες και προτάσσουν άλλες ιδιότητες και ικανότητες από τις αμιγώς επαγγελματικές και επιστημονικές. Εγώ δεν μπορώ να αλλάξω, είναι πολύ αργά. Άλλωστε, το σημαντικό είναι να μείνει ενεργό αυτό που πιστεύω και να μη μου πειράξει κάποιος αυτό που αισθάνομαι, ούτε αυτό που έχω αποκτήσει σε επίπεδο εμπειρίας, διασύνδεσης με τα πράγματα, με τους ανθρώπους και κυρίως θέλησης και πίστης σε αυτό που κάνω.

–Σε τι πιστεύετε;

–Σε αυτό που πιστεύω είναι η δουλειά μου, που δεν μου αρέσει να τη λέω δουλειά, γιατί δεν την κάνω σαν δουλειά. Η δουλειά έχει να κάνει με τη δουλεία, αυτό που κάνω εγώ το πιστεύω, είναι αυτό που με ευχαριστεί, είναι η ψυχαγωγία μου. Με την κυριολεκτική έννοια, η αγωγή της ψυχής μου. Η ουσία είναι το έργο, τι μπορούμε να κάνουμε περισσότερο για την τέχνη, την σύγχρονη τέχνη όχι ως αυταξία, αλλά ενταγμένη μέσα ένα ιστορικό γίγνεσθαι παρόν, παρελθόν και με προοπτική. Πρέπει να βελτιωθούν οι συνθήκες, να υπάρξει πραγματικός σεβασμός στους καλλιτέχνες και στο έργο τους, υποστήριξη και βεβαίως με έμμεσο τρόπο να υπάρξει μια καλύτερη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον θεατή και την τέχνη.

Ηταν επίτευγμα το στήσιμο της έκθεσης μέσω διαδικτύου

–Ας πάμε στην Κίνα και στην έκθεση που επιμεληθήκατε με τιμωμένη χώρα την Ελλάδα.

–Η έκθεση έγινε διότι υπήρχε η οικονομική υποστήριξη των οργανωτών. Είμαστε προσκεκλημένοι από τους Κινέζους. Είμαι χαρούμενη που η πρόταση που έκανα έγινε αποδεκτή. Περάσαμε από μια διαδικασία διαγωνιστική. Για τη διαδικασία μού μίλησε ο κ. Κ. Κωνσταντινίδης, συνεργαστήκαμε και επιλεχθήκαμε. Είχαμε υποστήριξη από την πρεσβεία της Ελλάδος στο Πεκίνο. Δεν ήταν όλα εύκολα. Ευτυχώς που παρενέβαιναν για να καταλάβουμε τι γίνεται. Είχαμε εναντίον μας, την απόσταση και την αδυναμία τελικά να πάμε, κάτω από συνθήκες Covid-19. Είμαι περήφανη πρώτον που με εμπιστεύτηκαν οι καλλιτέχνες, τα ιδρύματα και οι γκαλερί που δανείστηκα τα έργα και δεύτερον που καταφέραμε να ανοίξουμε με ελληνικά έργα σύγχρονης τέχνης ένα νέο Μουσείο. Αυτό είναι το σημαντικό, ένα ολόκληρο μουσείο αφιερωμένο μόνο στην Ελλάδα, σε έναν νέο τόπο που στόχος είναι να είναι το νέο κέντρο πολιτισμού και τουρισμού μιας πολύ μεγάλης χώρας και μιας ευρύτερης περιοχής του πλανήτη. Είναι πολύ σημαντικό ένα μουσείο και όχι μια έκθεση, το τονίζω, να ανοίγει με σημαία και την ταυτότητα της Ελλάδος. Αυτό που θεωρώ ως επίτευγμα, είναι το στήσιμο της έκθεσης εξ αποστάσεως, μέσω διαδικτύου.

–Ποιο ήταν το σκεπτικό σας πίσω από την επιμέλεια της έκθεσης;

–Μέσα στον γενικό τίτλο της έκθεσης που είναι «Η Παλίρροια των αιώνων» και έχει να κάνει με τη ροή του χρόνου, η δική μου πρόταση για την Ελλάδα ήταν βασισμένη στη σχέση από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα της διαλεκτικής –και δεν εννοώ μόνο μεταξύ των ανθρώπων, των ιδεών κτλ.– αλλά και σε σχέση με τον κόσμο, με το σύμπαν. Προσκάλεσα 34 καλλιτέχνες, το «προσκάλεσα» είναι σχετικό, διότι κάποιοι από αυτούς δεν ζουν πια, αλλά έπαιξαν ένα σημαντικότατο ρόλο όπως ο Τάκης, ή ο Ζογγολόπουλος, δουλεύοντας με ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον χώρο, τον χρόνο, την ενέργεια, τα μαγνητικά πεδία κτλ. Η έκθεση χωρίζεται σε τρεις ενότητες. Η πρώτη είναι η σχέση του καλλιτέχνη με τον κόσμο, το σύμπαν, την επιστήμη. Η δεύτερη ενότητα είναι πιο εσωτερική. Παραπέμπει στη θρησκεία, όχι με την έννοια του δόγματος, αλλά με την έννοια της αύρας, της πνευματικότητας του έργου τέχνης. Η τρίτη ενότητα, αφορά σ’ έναν άλλο τρόπο προσέγγισης που έχει να κάνει με την εικόνα. Μια εικόνα που διαχειριζόμαστε καθημερινά ως άβαταρ, τεχνολογία, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο ψυχρό. Έχει να κάνει με τις μυθολογίες του παρόντος. Σε αυτήν την κατηγορία εμπίπτει ο Stellarc, ή ο Κώστας Τσόκλης, ή ο Λουκάς Σαμαράς. Θέματα που αφορούν τη μυθολογία του παρελθόντος, αλλά και του παρόντος, φαίνονται στο έργο της Λυδίας Βενιέρη ή ζητήματα ρευστότητας, ακόμη και των συνόρων, σε αυτό της Γιούλας Χατζηγεωργίου. Θα έπρεπε να μιλήσουμε πολύ για να αναφερθώ σε όλους. Επικεντρώνομαι τους καλλιτέχνες που συμμετέχουν από την Κύπρο. Μεγάλη εντύπωση έχει προκαλέσει και το έργο του Θεόδουλου, που βρίσκεται στην πρώτη ενότητα. Πρόκειται για έναν καλλιτέχνη που μου αρέσει και σαν άνθρωπος.

Συλλογική προσπάθεια

–Μιλήστε μου για τον καινούργιο σας ρόλο στον Δήμο Αθηνών.

–Ο ρόλος έχει να κάνει πάλι με μια συλλογική προσπάθεια. Εγώ εάν πιστεύω ότι κάτι δεν αφορά τους πολίτες, είτε λέγεται μουσείο, είτε Δήμος, δεν κινητοποιούμαι. Ο κύριος λόγος συνεργασίας μου είναι η ελπίδα ότι και με τη δική μου συμβολή, μαζί με άλλων –πραγματικά άξιων εργαζόμενων στον Δήμο και εξωτερικούς συνεργάτες, θα μπορέσουμε να αναδείξουμε στοιχεία, μνημεία, κτήρια παλιότερα που δεν αξιοποιούνται ή νεότερα που θα λειτουργήσουν και γενικότερα να ασχοληθούμε με την εικόνα της πόλης και με τον πολιτισμό της καθημερινότητας. Με τον πολιτισμό για όλους, με την προβολή αναξιοποίητων ή παραμελημένων στοιχείων της πόλης, την ένταξη της τέχνης στην καθημερινότητα, είτε με επεμβάσεις, street art, σημαντικά γλυπτά, δράσεις στο δημόσιο χώρο. Στόχος, είναι να ζωντανέψει η καθημερινότητα και να έχει ο κόσμος αναπάντεχες συναντήσεις με την τέχνη.

Πληροφορίες

Διεθνής Έκθεση Τέχνης «The Tides of the Century – 2020 Ocean Flower Island International Art Exhibition». Τιμώμενη χώρα είναι η Ελλάδα, συμμετέχουν 30 σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες, εκ των οποίων και τρεις Κύπριοι. Διοργάνωση China International Exhibition Agency και Μουσείο του Ocean Flower Island της πόλης Danzhou, της Κίνας. Στην έκθεση συμμετέχουν 34 σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες με 73 έργα. Διάρκεια έκθεσης έως 22 Δεκεμβρίου 2021.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Εικαστικά: Τελευταία Ενημέρωση

Στο Μουσείο Χαρακτικής Χαμπή στα Πλατανίσκια θα παρουσιαστούν χαρακτικές εικονογραφήσεις μιας περιόδου 46 χρόνων, από το ...
Του Απόστολου Κουρουπάκη
 |  ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ
Το κοινό προσκαλείται να παρακολουθήσει τη δημιουργική διαδικασία του καλλιτέχνη από τις 28 Φεβρουαρίου, ενώ η μεγάλη τελετή ...
Kathimerini.com.cy
 |  ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ
X