ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Να περιοριστεί η ζήτηση

Κύριο Άρθρο

Κύριο Άρθρο

Η αιφνιδιαστική αλλά ομόφωνη απόφαση του συμβουλίου της ΕΚΤ για αύξηση των επιτοκίων βάσης κατά 0,75% υπήρξε το αποτέλεσμα δέκα συνεχόμενων ρεκόρ καταγραφής του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη. Η ανησυχία της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό δεν περιορίστηκε στις τιμές της ενέργειας, που ούτως ή άλως επηρεάζονται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, αλλά εστιάστηκε στην κατάσταση που επικρατεί στον κλάδο των υπηρεσιών που, αν και δεν επηρεάζεται από τις εφοδιαστικές αλυσίδες και τα προβλήματα αυτής της περιόδου, κατέγραψε σημαντικές ανατιμήσεις. Προκύπτει συνεπώς το συμπέρασμα ότι είναι η ζήτηση που προκαλεί το πρόβλημα. Μέσα από τις αυξήσεις των επιτοκίων η ΕΚΤ προσπαθεί να επηρεάσει την ζήτηση για προϊόντα και υπηρεσίες και να δώσει κίνητρα ώστε η αποταμίευση να προτιμηθεί έναντι της κατανάλωσης. Έμμεσες παρεμβάσεις επιχειρούνται και στα δανειστικά επιτόκια με στόχο να συγκρατηθεί ο εύκολος δανεισμός, που στο παρελθόν είχε χρησιμοποιηθεί κατά κόρον για αυξημένη κατανάλωση και για επενδυτικές δραστηριότητες (το δεύτερο στην Κύπρο).

Σε αυτό το «ταξίδι» επανόδου στην ομαλότητα η ΕΚΤ θα επιχειρήσει περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο πληθωρισμός. Όπως έχει διευκρινιστεί το «ταξίδι» αυτό, με αφετηρία τον Δεκέμβριο του 2021, αναμένεται πως θα ολοκληρωθεί τον Δεκέμβριο του 2024 οπότε και ο προβλεπόμενος πληθωρισμός θα «προσγειωθεί» στο 2,3%, προσεγγίζοντας ουσιαστικά τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Είναι προφανές ότι η πρόκληση που αντιμετωπίζει η ΕΚΤ στην προσπάθειά της να τιθασεύσει τον πληθωρισμό είναι μεγάλη και θα απαιτήσει μια μακρά και επίπονη διαδικασία. Σε αυτό το πλαίσιο εκφράζονται ανησυχίες από πλευράς οικονομολόγων ότι η στρατηγική για μείωση της ζήτησης θα έχει ως αποτέλεσμα την διολίσθηση της οικονομίας σε συνθήκες ύφεσης.

Αυτήν ακριβώς την συνθήκη αποκάλυψε για πρώτη φορά και η ΕΚΤ, η οποία στο πτωτικό της σενάριο για το 2023 προβλέπει συρρίκνωσή του ΑΕΠ της ευρωζώνης. Ως πτωτικό, χαρακτηρίστηκε το σενάριο που υιοθετεί την υπόθεση εργασίας ότι θα διακοπούν πλήρως οι ροές φυσικού αερίου από την ρωσική αγορά, πράγμα που σε μεγάλο βαθμό έχει συμβεί. Έχουμε συνεπώς έστω και υπό προϋποθέσεις την παραδοχή, από τα πλέον επίσημα χείλη, ότι η ύφεση δεν είναι μακριά δίνοντας χρόνο σε κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και νοικοκυριά να προετοιμαστούν κατάλληλα.

Το επόμενο διάστημα, η νομισματική πολιτική σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις θα επικεντρωθεί στην πάταξη του πληθωρισμού με όλα τα διαθέσιμα μέσα. Αυτή η μάχη της ΕΚΤ με τον πληθωρισμό προφανώς και αφήνει σημαντικό κενό που θα πρέπει να καλυφθεί από τον δημοσιονομικό πυλώνα, ο οποίος βρίσκεται στην αποκλειστική ευθύνη των κυβερνήσεων (εθνικών και Κομισιόν). Οι κυβερνήσεις αυτή την περίοδο επεξεργάζεται σχέδια ανακούφισης των ευάλωτων που πλήττονται από το κύμα ακρίβειας. Στήριξη θα χρειαστεί όμως και η επιχειρηματικότητα προκειμένου να αντέξει την προβλεπόμενη μείωση στη ζήτηση και να διατηρήσει ανεπηρέαστο το επίπεδο απασχόλησης.

Στην περίπτωση της Κύπρου και με βάση τους σχεδιασμούς, προκύπτει ότι η έμφαση θα δοθεί στην αδειοδότηση ώριμων έργων που αφορούν μεγάλες αναπτύξεις οι οποίες έχουν μεγάλο οικονομικό πολλαπλασιαστή. Σε αυτή την προσπάθεια θετικά θα επιδράσει και το γεγονός ότι όλο το προηγούμενο διάστημα οι τράπεζες κατάφεραν να συσσωρεύσουν σημαντική φθηνή ρευστότητα που θα μπορέσουν να διοχετεύσουν σήμερα στην αγορά. Το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο αφορά στο ύψος της στήριξης που αντέχει να προσφέρει η πολιτεία στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στα ευάλωτα νοικοκυριά.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Κύριο Άρθρο

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Τελευταία Ενημέρωση