ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ένα πρωινό στον παραλιακό

Χειρόγραφο, Με την Ελένη Ξένου

Της Ελένης Ξένου

Της Ελένης Ξένου

twitter

Βγαίνω από το διαμέρισμα με τις πυτζάμες και ένα ζευγάρι μαύρα crocs μεγαλύτερα από το μέγεθος των ποδιών μου, στρίβω προς την πλευρά της θάλασσας και από ένα στενό βρίσκομαι στoν παραλιακό, δύο λεπτά δρόμος, ίσως και λιγότερο. Δεν με νοιάζει που είμαι ντυμένη αλλοπρόσαλλα, μ’αρέσει αυτή η χαλαρότητα που μου μεταδίδει η Λεμεσός, είναι τόσο αντιφατικές οι εικόνες που την συνθέτουν ώστε ακόμα και οι κανόνες μπερδεύονται πού να υπακούσουν κι’αυτό με ένα περίεργο τρόπο ενέχει κάτι το απελευθερωτικό, σαν παραπομπή σε μια αθώα αυθάδεια.

Ο ήλιος από την άλλη δεν λέει να αποφασίσει αν θα φανερωθεί σε όλη του την δυναμική ή αν θα διατηρήσει την νωχελική ένταση με την οποία περιφέρεται από το χάραμα στον ουρανό, η αλήθεια ωστόσο είναι πως αρκεί να παραμείνει σε κοινή θέα και τα υπόλοιπα λογαριάζονται υποσημείωσεις. Στην δεξιά πλευρά του πεζόδρομημένου παραλιακού φθαρμένες πολυκατοικίες βγάζουν με τα μπαλκόνια τους την γλώσσα στην γυάλινη κορμοστασιά των πύργων και την αμφιλεγόμενη “πρόοδο” που εκείνη υποδεικνύεί, ενώ δεξιά οι τεράστιοι ευκάλυπτοι που ρίχνουν την σκιά τους πάνω στο κύμα επιμένουν- εκατοντάδες χρόνια τώρα- να επαναφέρουν τα πράγματα στην θέση τους και στην ιερή τους γεωμετρία. Ένα σωρό γάτες τεντώνονται πάνω στο πεζοδρόμιο γουργουρίζοντας σαν επιβράδυνση του χρόνου και τα μεγάλα καράβια στο βάθος ισορροπούν στην γραμμή του ορίζοντα σαν παιδικά παιγνίδια. Κινούμαι αργά, σχεδόν κινηματογραφικά, ο επαναλαμβανόμενος παφλασμός που δονεί τα τύμπανα μου, μου δίνει ρυθμό, η θάλασσα ξέρει πολύ καλά να το κάνει αυτό, να ωθεί προς τα έξω την μυθιστορηματική εκδοχή του κάθε τι και του καθενός κάνοντας σχεδόν ορατή την αύρα της παρούσας στιγμής.



Προσπερνώ ένα κύριο που φοράει κόκκινο αδιάβροχο και κοιτάει επίμονα ευθεία μπροστά του με ένα βλέμμα τόσο χαμένο που μοιάζει λες και έχει μόλις κατακτήσει μια απόκοσμη σοφία, πιο πίσω ένας άλλος με μάλλινο σκουφάκι έχει επιδοθεί στο ψάρεμα σαν πρόφαση για να συνομιλεί με τις σκέψεις του και παραδίπλα ένας πιτσιρικάς κάθεται κάτω από τον ευκάλυπτο με μια αδέσποτη γάτα στην ζεστή αγκαλιά του. Ταμπέλες με “πωλούνται ή ενοικιάζονται” κρέμμονται από τις βεράντες σαν ετοιμόρροπες γλάστρες ξεραμένων φυτών, ένας θεός ξέρει πόσα θα ζητάνε, σκέφτομαι, μόνο και μόνο γι’αυτή την θέα, αισθάνομαι ωστόσο ανακούφιση που όποια κι’αν είναι η απάντηση σε τίποτα δεν επηρεάζει την δική μου ζωή. Συνεχίζω την άσκοπη βόλτα μου συνειδητοποιώντας πως αυτό ακριβώς το άσκοπο είναι που την κάνει ιδιαίτερη, ένα ζευγάρι ξένων, ψιλόλιγνοι και οι δύο σαν μοντέλα που πλησιάζει από απέναντι και κρατάνε χέρια σαν παιδάκια με προσπερνά, πιο πίσω ένα άλλο ζευγάρι ακολουθεί, ηλικιωμένοι, επίσης ξένοι, ακουμπά ο ένας στο μπράτσο του αλλουνού αγαπησιάρικα, χαιρετιόμαστε όλοι μεταξύ μας με νεύματα, η οποιαδήποτε σαφήνεια κρίνεται παντελώς αχρειάστη. Το βλέμμα μου “αρπάζει” ξαφνικά μια γυναίκα στο γυάλινο μπαλκόνι μιας πολυκατοικίας που παριστάνει την πολυτελή, φοράει σατέν νυχτικό και ξεφυσάει καπνό τσιγάρου σαν ενσταντανέ από σαπουνόπερα, μούρχεται να γελάσω, τρεις γλάροι ωστόσο που κάνουν κύκλους πάνω από το ίδιο σημείο μου κόβουν το γέλιο υποψιάζοντας με πως κάποιο κακόμοιρο ψάρι μετρά ελάχιστα λεπτά ζωής.



Σε ένα βράχο ένα μαγνητόφωνο τοποθετημένο σαν εγκατελειμένο παίζει ρόκ τραγούδια σε μέτρια ένταση, ένα σκυλί σηκώνει το πόδι του και κατουράει ακριβώς δίπλα, ίσα που την γλιτώνουν οι ροκιές, το μαγνητόφωνο ανήκει σε ένα μεσήλικα ανακαλύπτω λίγο αργότερα, ο οποίος ανήκει σε μια ομάδα κολυμβητών που ετοιμάζεται να βουτήξει στην θάλασσα και η οποία με ιντρικάρει να κάνω στάση για να τους παρατηρήσω με εμφανή περιέργεια και κρυμμένη ζήλια. Κάποιοι από αυτούς φοράνε μόνο μαγιό λες και έχουν ξεμείνει εκεί από τον αύγουστο, άλλοι είναι με στολή δύτη, σκουφάκια στο κεφάλι και επίγνωση του παγωμένου αέρα και κάποιοι τρίτοι περιφέρονται ανάμεσα τους ντυμένοι με πουλόβερ και με τα κινητά τους σε ετοιμότητα για να τους αποθανατίσουν. Ένας από αυτούς δίνει το έναυσμα και η ομάδα των τολμηρών κολυμβητών με ένα μακροβούτι βρίσκεται ήδη στο νερό, ο ήλιος γίνεται ξαφνικά πιο δυνατός λες και τους χρωστά χατίρι και γω παραμένω στο ίδιο σημείο απολαμβάνοντας τον ζεστό καφέ μου και την κάθε εικόνα που τεντώνεται μπροστά μου σαν ξεχειλωμένη.



Πόσες εικόνες χωράνε σε μια μικρή βόλτα, σκέφτομαι και μ’αρέσει αυτή η αμέριμνη συμπύκνωση, δεν ξέρω πού ακριβώς να την αποδώσω και έτσι διαλέγω να πιστέψω πώς σήμερα όλα συμβαίνουν για λόγους φθινοπώρου. Εκτός κι’αν ισχύει εκείνο που λέει ο ποιητής πως οι σκηνές που θα επακολουθήσουν θα είναι εμπνευστικές ή ακόμα και συγκινητικές, αρκεί να μην δειλιάσουμε, αυτό κυρίως, να μην δειλιάσουμε…

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Της Ελένης Ξένου

Χειρόγραφα: Τελευταία Ενημέρωση

O Καμύ είχε πει ότι «δεν έχουμε το χρόνο να είμαστε αυθεντικοί, έχουμε μόνο το χρόνο να είμαστε ευτυχισμένοι», το ευτυχισμένος ...
Της Ελένης Ξένου
 |  ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ
Προορισμός σήμερα η Μεσαιωνική Αμμόχωστος, δεν έχω πάει ποτέ, νάσαι «τουρίστας» στον ίδιο σου τον τόπο είναι κάτι σαν ...
Της Ελένης Ξένου
 |  ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ
X