Εκείνος στέκεται έξω από την Θεολογική σχολή. Κρατάει το τιμόνι του ποδηλάτου του και κοιτάζει ευθεία προς το μέρος της. Εκείνη απομακρύνεται από κοντά του και περπατά στην αντίθετη κατεύνθυνση, προς την Σεβέρειο βιβλιοθήκη. Έχει τα μαλλιά της κοτσίδα και φοράει μια ψεύτικη γούνα. Εκείνος, παραμένωντας στην ίδια θέση, φωνάζει το όνομα της. Φωνάζει τόσο δυνατά που ο φρουρός της Αρχιεπισκοπής αποκολλά το βαριεστημένο βλέμμα του από την οθόνη της τηλεόρασης και κρεμάζει το κεφάλι έξω από το κουβούκλιο για να δει τί συμβαίνει. Κανείς άλλος δεν κυκλοφορά στους δρόμους. Εμείς- ο Χ και γω- οι γάτες και αυτό το ζευγάρι που μαλλώνει....