
Kathimerini.gr
Του Σταύρου Ιωαννίδη
Την πρώτη τους τηλεφωνική επικοινωνία είχαν ο υπουργός Εθνικής Αμυνας, Νίκος Δένδιας και ο Αμερικανός ομόλογός του, Πιτ Χέγκσεθ. Ο κ. Δένδιας συγκαταλέγεται μεταξύ των πρώτων Ευρωπαίων υπουργών Αμυνας που έχουν μιλήσει στον Χέγκσεθ στη διάρκεια της θητείας της νέας αμερικανικής κυβέρνησης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η συζήτηση διεξήχθη σε πολύ καλό κλίμα, με τους δύο υπουργούς Αμυνας να επικεντρώνουν στις διμερείς σχέσεις, τις διεθνείς εξελίξεις και τα ανοιχτά μέτωπα στην Ανατολική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Το περιεχόμενο της συνομιλίας αλλά και η χρονική συγκυρία κατά την οποία λαμβάνει χώρα στέλνουν ένα εξαιρετικά σημαντικό μήνυμα για τη στρατηγική σχέση Αθήνας – Ουάσιγκτον και τον ρόλο της Ελλάδας ως παράγοντα σταθερότητας και ανάπτυξης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Εξάλλου, την ώρα που οι δύο υπουργοί Aμυνας συνομιλούσαν στο τηλέφωνο, σε πλήρη εξέλιξη βρισκόταν η ελληνοαμερικανική άσκηση «Stolen Cerberus XII» με τμήματα ειδικών επιχειρήσεων των δύο χωρών να εκτελούν άλματα ελευθέρας και στατικού ιμάντα, ρίψεις εφοδίων και οπλισμού σε ξηρά και θάλασσα και σενάρια έρευνας και διάσωσης.
Στρατιωτική συνεργασία
Στο επίκεντρο της επικοινωνίας Δένδια – Χέγκσεθ βρέθηκε η εμβάθυνση της στρατηγικής σχέσης των δύο χωρών, παρά το ενδεχόμενο μείωσης του αμερικανικού στρατιωτικού αποτυπώματος στην Ευρώπη από την επόμενη χρονιά. Η ελληνοαμερικανική συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας που υπέγραψε το 2021 ο Νίκος Δένδιας ως υπουργός Εξωτερικών λήγει και τυπικά το 2027, ωστόσο, φαίνεται πως και οι δύο πλευρές επιθυμούν την ανανέωσή της, με την Αθήνα να εξετάζει ήδη τη στρατηγική της για την επικείμενη διαπραγμάτευση. Αλλωστε, ο λιμένας της Αλεξανδρούπολης, η βάση της Σούδας και το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Λάρισας παραμένουν στην κορυφή της ατζέντας του Πενταγώνου, καθώς αποτελούν στρατηγικές τοποθεσίες για τα αμερικανικά και νατοϊκά συμφέροντα.
Ταυτόχρονα, η Αθήνα έχει στη δική της ατζέντα μια σειρά από διμερή θέματα, μεταξύ των οποίων και εξοπλιστικά. Η Ελλάδα έχει ήδη εξασφαλίσει το πράσινο «φως» για τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα ναυπήγησης των φρεγατών κλάσης Constellation με την επιστολή αποδοχής που ήρθε από τις ΗΠΑ τον Απρίλιο του 2024. Ωστόσο, εντός των επόμενων μηνών αναμένονται οι απαντήσεις των Αμερικανών σε μια σειρά από ζητήματα που θέτει το Πολεμικό Ναυτικό, ώστε να αξιολογηθεί το πρόγραμμα και να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις. Επιπλέον, το ελληνικό Πεντάγωνο έχει καταρτίσει μια μακρά λίστα συστημάτων από το πλεονάζον υλικό του αμερικανικού στρατού, που περιλαμβάνει τεθωρακισμένα οχήματα μάχης, κατευθυνόμενα βλήματα, μεταφορικά αεροσκάφη και ιπτάμενα τάνκερ. Το αίτημα αυτό επικοινωνήθηκε εκ νέου στο αμερικανικό υπουργείο Αμυνας καθώς η προηγούμενη διοίκηση του Λευκού Οίκου δεν κατάφερε να ανταποκριθεί, με τη γνωστή κατάληξη της περίφημης «επιστολής Μπλίνκεν».
Η Αθήνα ενδιαφέρεται ακόμη για την ενίσχυση της βιομηχανικής συνεργασίας, θέτοντας ως προϋπόθεση για νέα εξοπλιστικά προγράμματα, τη συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας σε ποσοστό τουλάχιστον 25%. Παράλληλα, επιδιώκει τη συνεργασία μέσω του ΕΛΚΑΚ στους τομείς των νέων τεχνολογιών, με έμφαση στις δορυφορικές επικοινωνίες και τις μη επανδρωμένες πλατφόρμες.
Αμερικανικά αιτήματα
Αιτήματα προς την ελληνική πλευρά, όμως, διατυπώνει και η Ουάσιγκτον, η οποία πιέζει με κάθε τρόπο τις ευρωπαϊκές χώρες να δώσουν περισσότερα όπλα και πυρομαχικά στο Κίεβο. Στο πλαίσιο αυτό, έχει καταγραφεί το αίτημα για μεταφορά της ελληνικής πυροβολαρχίας Patriot που βρίσκεται στη Σαουδική Αραβία σε ουκρανικό έδαφος, προκειμένου να ενισχυθεί η αεράμυνα του Κιέβου.
Η Αθήνα εξακολουθεί να αποκλείει αυτό το ενδεχόμενο καθώς οι Patriot θα ενταχθούν στην ελληνική πολυστρωματική άμυνα, γνωστή ως «Ασπίδα του Αχιλλέα», ενώ αρνητική είναι προς το παρόν και η απάντηση στο αίτημα των Αμερικανών για συμμετοχή στην επιχείρηση Prosperity Guardian, στην Ερυθρά Θάλασσα, ενάντια στους Χούθι της Υεμένης. Η Αθήνα, άλλωστε, είχε την πρωτοβουλία για τη συγκρότηση της ευρωπαϊκής επιχείρησης «Aspides» στην οποία συμμετέχει με μία φρεγάτα, προστατεύοντας τη διεθνή ναυσιπλοΐα από τις επιθέσεις των ανταρτών Χούθι.
S-400 και F-35
Την ίδια ώρα, η Αθήνα επιχειρεί να αποκρυπτογραφήσει τη στάση της Ουάσιγκτον σε μια σειρά από ζητήματα, με σημαντικότερο τα ελληνοτουρκικά και αξιοποιεί όλους τους διαθέσιμους διαύλους για να συντονιστεί με τη νέα πολιτική κατάσταση στην Ουάσιγκτον. Η συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Μάρκο Ρούμπιο στις αρχές Μαρτίου και η σημερινή επικοινωνία των υπουργών Αμυνας Νίκου Δένδια και Πιτ Χέγκσεθ, δείχνουν ότι η Αθήνα βρίσκεται στην ατζέντα των Αμερικανών, αν και συχνά, τα μηνύματα που έρχονται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού είναι αντικρουόμενα.
Μέσα από τις επαφές υψηλού επιπέδου, η Αθήνα επιχειρεί να προβάλει τη θέση ότι η διατάραξη της ισορροπίας στο Αιγαίο δεν θα ωφελήσει το εύθραυστο κλίμα ηρεμίας που έχει επιτευχθεί τους τελευταίους μήνες. Κομβικό ρόλο σε αυτό, έχει η πιθανή επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35, υπόθεση για την οποία διατυπώνονται διαφορετικές απόψεις ακόμη και εντός της αμερικανικής κυβέρνησης. Στην περίπτωση αυτή, η Αθήνα έχει έναν ισχυρό σύμμαχο στο πλευρό της, την Ιερουσαλήμ, η οποία εκφράζει τις ίδιες επιφυλάξεις για το ενδεχόμενο αποδέσμευσης μαχητικών αεροσκαφών 5ης γενιάς στην Αγκυρα.
Παράλληλα, αυτό που διαμηνύει η Αθήνα στους Αμερικανούς είναι πως επιθυμεί τη διατήρηση του καλού κλίματος στα ελληνοτουρκικά, την αποχή της Τουρκίας από ενέργειες που μπορεί να επαναφέρουν την ένταση και πως είναι διατεθειμένη να συζητήσει για τη μοναδική διαφορά που έχει με την ΑΆγκυρα, την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και υφαλοκρηπίδας.