ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Γιατί η Ελλάδα μπορεί να γίνει ισχυρός σύμμαχος των ΗΠΑ

Ο Μπάιντεν γνωρίζει καλά την Ελλάδα από τα χρόνια που ήταν αντιπρόεδρος και, πριν από αυτό, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας

Kathimerini.gr

Ουίλιαμ Ανθόλις*, Eρικ Εντελμαν**

Αυτό το καλοκαίρι οι Αμερικανοί συρρέουν στην Ελλάδα. Ο πρόεδρος Μπάιντεν και ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν θα πρέπει να λάβουν το μήνυμα και να εξετάσουν το ενδεχόμενο να κάνουν κι εκείνοι το δικό τους ταξίδι. Θα ήταν καλό τόσο για την Αμερική όσο και για την Ελλάδα. Δύο αιώνες αφότου η Ελλάδα κήρυξε την ανεξαρτησία της από την οθωμανική κυριαρχία –εμπνευσμένη από την αμερικανική επανάσταση– οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα μπορούσαν να βρουν καλύτερο εταίρο για την αντιμετώπιση της πανδημίας της COVID-19 και την ανανέωση της δημοκρατίας σε ολόκληρο τον κόσμο.

Το κύμα των Αμερικανών τουριστών οφείλεται στις επιτυχημένες πολιτικές που ακολούθησαν και οι δύο χώρες, αποδεικνύοντας ότι μια κυβέρνηση μπορεί πραγματικά να επιτελέσει έργο – βασικό στοιχείο για την αναχαίτιση του κύματος λαϊκισμού που έχει κατακλύσει τη δυτική και παγκόσμια πολιτική. Η γρήγορη και αποτελεσματική διάθεση των εμβολίων για την COVID-19 στην Αμερική την έφερε στην πρώτη θέση σε σχέση με την Ευρώπη, τόσο σε αριθμό όσο και σε ρυθμό εμβολιασμών. Η ελληνική κυβέρνηση το είχε προβλέψει αυτό και στόχευσε την προσοδοφόρα αμερικανική αγορά. Η Ελλάδα καθιέρωσε τα ασφαλέστερα δυνατά πρωτόκολλα για τον τουρισμό – συμπεριλαμβανομένης της υποχρεωτικής βεβαίωσης εμβολιασμού για όλους τους τουρίστες και της υποχρεωτικής χρήσης μάσκας μέσα στα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια. «Χαρακτηρίσαμε την Ελλάδα ως ασφαλή προορισμό και είπαμε ότι θα ανοίξουμε στις 14 Μαΐου», δήλωσε πρόσφατα στον Observer ο Ελληνας υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης. «Δεν έγινε αλλαγή στις ημερομηνίες. Ηταν ξεκάθαρο. Το μήνυμα ήταν σαφές».

Η Ελλάδα έπεισε τις αεροπορικές εταιρείες να προσθέσουν απευθείας πτήσεις από μεγάλες κεντρικές πόλεις, όπως η Ατλάντα, το Σικάγο, το Ντάλας και η Ουάσιγκτον, για να καλυφθεί η μεγάλη ζήτηση. Και αυτό αποδίδει καρπούς. Ενώ η Ευρώπη εξακολουθεί να υπολείπεται σε τουρισμό προς την Ελλάδα στην αρχή της σεζόν, οι Αμερικανοί βοηθούν να καλυφθεί η διαφορά. «Χωρίς τους Αμερικανούς θα ήμασταν πολύ πίσω», είπε ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης σε κάποιον από εμάς την περασμένη εβδομάδα. «Με εκείνους είμαστε αισιόδοξοι για το καλοκαίρι».

Η έξαρση του τουρισμού είναι κάτι περισσότερο από μια μεταφορά. Ο τουρισμός αντιπροσωπεύει περίπου το ένα πέμπτο του ελληνικού ΑΕΠ και λιγότερο από το ένα τέταρτο των κανονικών επισκεπτών ήρθε πέρυσι το καλοκαίρι: μόνο 7 εκατομμύρια τουρίστες, από τα 33 εκατομμύρια του 2019. Η πτώση κατά περίπου 14 δισεκατομμύρια ευρώ ήταν ο μεγαλύτερος παράγοντας της ύφεσης της Ελλάδας κατά 8,2% το 2020. Η ελπίδα για το 2021 είναι να επανέλθει στο ήμισυ των επιπέδων του 2019.
Ετσι, το κύμα των Αμερικανών τουριστών είναι στην πραγματικότητα η βάση για περαιτέρω εμβάθυνση των δεσμών. Οι ΗΠΑ έχουν ισχυρά συμφέροντα εθνικής ασφάλειας να αξιοποιήσουν τη συγκυρία μαζί με ένα ανερχόμενο και βιώσιμο αστέρι στην Ευρώπη και στην ολοένα και πιο σημαντική περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Πράγματι, τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες η Ελλάδα δεν είχε ποτέ ισχυρότερη, σταθερότερη και ικανότερη κυβέρνηση.

Σε μια περίοδο που ο Μπάιντεν επιθυμεί τόσο να καταπολεμήσει την πανδημία όσο και να αναζωογονήσει την πίστη στη δημοκρατία σε όλο τον κόσμο, οι ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν να ζητήσουν καλύτερο σύμμαχο.

Της ελληνικής κυβέρνησης ηγείται ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο Μητσοτάκης είναι επικεφαλής του δεξιού κεντρώου κόμματος της Νέας Δημοκρατίας και αυτοσυστήνεται ως μετα-λαϊκιστής δημοκράτης. Αντικατέστησε τον Αλέξη Τσίπρα, τον λαϊκιστή ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, ενός αυτοαποκαλούμενου ριζοσπαστικού αριστερού κόμματος. Ο Μητσοτάκης είναι, συγκριτικά, και υπέρ της οικονομίας του εμπορίου και υπέρ της οικονομίας της αγοράς, αλλά με την κατανόηση ότι οι κυβερνητικές επενδύσεις και η κοινωνική μέριμνα είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία των όψιμων καπιταλιστικών οικονομιών. Στην πραγματικότητα είναι προοδευτικός σε πολλά κοινωνικά ζητήματα.

Ο Μητσοτάκης επέδειξε τα ρεαλιστικά, μη ιδεολογικά του χαρακτηριστικά καθώς ηγήθηκε της μάχης κατά της πανδημίας. Αντιδρώντας από νωρίς στην κρίση, ακολούθησε τις συμβουλές των εμπειρογνωμόνων δημόσιας υγείας και επέβαλε αυστηρά lockdowns, και στη συνέχεια προχώρησε σε μέτρα που τηρήθηκαν επαρκώς, όπως η χρήση μάσκας, τα εκτεταμένα τεστ και άλλοι περιορισμοί. Ο δείκτης θανάτων που προέκυψε στην Ελλάδα ήταν περίπου 1,1 ανά 1.000 άτομα – σε σύγκριση με 1,8 ανά 1.000 άτομα στις ΗΠΑ και περίπου στα ίδια επίπεδα με τη Γερμανία.

Ο πρωθυπουργός κράτησε χαμηλούς τόνους, δεν πολιτικοποίησε το θέμα και έθεσε τους επαγγελματίες της δημόσιας υγείας στο επίκεντρο. Εδωσε έναν τόνο που ενθάρρυνε τόσο τα μέλη του κόμματός του όσο και τους ηγέτες της αντιπολίτευσης να επικεντρωθούν στο κοινό καλό.

Δύο χρόνια μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Μητσοτάκης είναι σήμερα πιο δημοφιλής απ’ ό,τι όταν εξελέγη. Αν η οικονομία ανακάμψει, όπως πιστεύουν ο ίδιος και άλλοι Ελληνες –ειδικά αν επανέλθει ο τουρισμός–, θα βρεθεί σε ισχυρότατη θέση για να επανεκλεγεί τα επόμενα χρόνια, προσφέροντας στην Ελλάδα μια ευπρόσδεκτη πολιτική σταθερότητα μετά τα τραύματα της κρίσης δημόσιου χρέους. Αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ μπορούν αποκτήσουν έναν πολύτιμο εταίρο για το ορατό μέλλον.

Ο Μητσοτάκης γνωρίζει καλά τις ΗΠΑ: έχει πτυχίο και MBA από το Χάρβαρντ, καθώς και πτυχίο από το Στάνφορντ στις Διεθνείς Σχέσεις, τα οποία πήρε πριν εργαστεί για την McKinsey και την Chase. Φέρει τις καλύτερες αμερικανικές αξίες, με έμφαση στη σκληρή δουλειά, την ακεραιότητα και τη διαφάνεια.

Ο Μπάιντεν και ο Μπλίνκεν θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο μιας δικής τους απευθείας πτήσης προς την Ελλάδα – ή τουλάχιστον να υποδεχθούν τον Μητσοτάκη με όλες τις τιμές όταν επισκεφθεί τις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της επετείου των 200 ετών από την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Οι ΗΠΑ χρειάζονται φίλους στην περιοχή για να διατηρήσουν και να προωθήσουν τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα. Στην Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία έχει γίνει ένας ακόμη πιο ασταθής και αναξιόπιστος εταίρος απ’ ό,τι ήταν τις τελευταίες δύο δεκαετίες ταραγμένων σχέσεων με την Αμερική. Ο απολυταρχικός πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν ανέχθηκε και μάλιστα υποδαύλισε τον αυξανόμενο ισλαμικό εξτρεμισμό και ανέπτυξε όλο και πιο εχθρικές σχέσεις με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία, ενώ παράλληλα εμβάθυνε τους δεσμούς με τη Ρωσία. Ωστόσο, η εξουσία του μπορεί να αποδυναμώνεται – καθώς η φθίνουσα οικονομία οδηγεί σε πτώση της δημοτικότητας του ίδιου και του κόμματός του την ώρα που πλησιάζουν οι εκλογές.

Σε μια στιγμή που οι ΗΠΑ αναζητούν τόσο την ανάκτηση της πίστης στην ικανότητα των κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν την COVID-19 όσο και να ενισχύσουν τη δημοκρατία, η Ελλάδα του Μητσοτάκη μπορεί να είναι το κατάλληλο μέρος για να ξεκινήσουν.

Η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε ένα σημαντικό σταυροδρόμι που συνδέει τη Μέση Ανατολή με την Κεντρική Ευρώπη, γεγονός που έχει τραβήξει την προσοχή τόσο της Ρωσίας όσο και της Κίνας.
Ως απάντηση στους μεταβαλλόμενους γεωπολιτικούς συσχετισμούς στην ευρύτερη περιοχή, η Ελλάδα έχει σχηματίσει μια συμμαχία συνεργασίας με το Ισραήλ και την Κύπρο, η οποία επικεντρώνεται σε μια σειρά θεμάτων, από την εξόρυξη φυσικού αερίου μέχρι τον τουρισμό και την τεχνολογία. Η αμερικανική ναυτική βάση στην Κρήτη, στον κόλπο της Σούδας, είναι μία από τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις μας στη Μεσόγειο και είναι κρίσιμη για την προστασία των αμερικανικών συμφερόντων από τη Διώρυγα του Σουέζ έως τα Στενά των Δαρδανελλίων, ενώ υπάρχουν περιθώρια αύξησης και εμβάθυνσης των αμυντικών δεσμών ΗΠΑ – Ελλάδας.

Η Ελλάδα αποτελεί επίσης παράδειγμα υπεύθυνου συντηρητισμού. Βόρεια της Ελλάδας, στην Κεντρική Ευρώπη, οι δεξιοί ηγέτες πήραν σοβαρά το μάθημα του αυταρχικού λαϊκισμού. Οι εθνικιστές ηγέτες στην Ουγγαρία και την Πολωνία έχουν δείξει τον δρόμο, ενθαρρύνοντας την άνοδο των ακροδεξιών, απολυταρχικών, αντιδημοκρατικών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη.

Αλλοι απολυταρχικοί έλκονται από την Ελλάδα. Οι πλούσιοι –από το πετρέλαιο– Ρώσοι δεν την επισκέπτονται μόνο για διακοπές, αλλά επενδύουν επίσης σε ακίνητα και στη ναυτιλία. Οι Ρώσοι είναι οι τρίτοι μεγαλύτεροι ξένοι επενδυτές σε ελληνικά ακίνητα. Παρομοίως, πριν από σχεδόν μία δεκαετία η Κίνα εκμεταλλεύτηκε την οικονομική αδυναμία της Ελλάδας και επένδυσε στο λιμάνι του Πειραιά, όταν η Ε.Ε. και οι Ηνωμένες Πολιτείες ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν επαρκή ρευστότητα για να το πράξουν.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει εργαστεί σκληρά για να αντιταχθεί στους απολυταρχικούς και να συμμαχήσει με τις ΗΠΑ. Παρά την περίεργη συμπάθεια του ίδιου του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τον Ερντογάν της Τουρκίας, ο Μητσοτάκης και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας δημιούργησαν ισχυρές σχέσεις με τον πρώην υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο. Ψάχνουν για ένα σημάδι ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πάρει τη σκυτάλη και θα τη διαβιβάσει πιο γρήγορα.

Εχουν λόγους να είναι αισιόδοξοι. Ο Μπάιντεν γνωρίζει καλά την Ελλάδα από τα χρόνια που ήταν αντιπρόεδρος και, πριν από αυτό, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας. Ηδη ο Μπλίνκεν και ο Δένδιας συναντήθηκαν τον Μάρτιο κατά τη διάρκεια της υπουργικής συνόδου του ΝΑΤΟ, για να ξεκινήσει η συνεργασία. Παρ’ όλα αυτά, οι αλόγιστες ενέργειες της Τουρκίας στην περιοχή όσον αφορά την εξόρυξη πετρελαίου, τις συγκρούσεις στη Λιβύη και τη Συρία, και τις μεταναστευτικές ροές έχουν προκαλέσει ανησυχία και οι Ελληνες αναζητούν ένα σημάδι δέσμευσης των ΗΠΑ.

Διακόσια χρόνια πριν, όταν η Ελλάδα κήρυξε την ανεξαρτησία της, ένας κορυφαίος Ελληνας διανοούμενος, ο Αδαμάντιος Κοραής, έγραψε στον πρώην πρόεδρο Τόμας Τζέφερσον, ζητώντας υποστήριξη στην Επανάστασή τους. Ο Τζέφερσον εξέφρασε την ηθική του υποστήριξη: «Κανένας λαός δεν συμπάσχει πιο έντονα από τον δικό μας με τα βάσανα των συμπατριωτών σας, κανένας δεν απευθύνει πιο ειλικρινείς και θερμές προσευχές για επιτυχία». Ο αμερικανικός λαός συσπειρώθηκε, συγκεντρώνοντας χρήματα για τον ελληνικό αγώνα. Και όμως, τελικά, ο Τζέφερσον και ο προστατευόμενός του, Τζέιμς Μονρόε, απέφυγαν κάθε ρητή πολιτική δέσμευση. Χρειάστηκαν ο Ψυχρός Πόλεμος και το Δόγμα Τρούμαν για να γίνουν οι ΗΠΑ ένας πλήρως αφοσιωμένος σύμμαχος. Ο Μπάιντεν και ο Μπλίνκεν θα ήταν καλό να επιδείξουν τόσο συμπάθεια όσο και ανανεωμένη δέσμευση, για να βοηθήσουν στην περαιτέρω εδραίωση μιας στοιχειώδους σταθερότητας σε ένα ταραχώδες, αλλά ζωτικό μέρος του κόσμου.

* Ο κ. Ουίλιαμ Ανθόλις είναι διευθυντής και διευθύνων σύμβουλος του Miller Center του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια και διετέλεσε στέλεχος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας στην κυβέρνηση Κλίντον.

** Ο κ. Eρικ Εντελμαν ήταν πρέσβης των ΗΠΑ στην Τουρκία και είναι σύμβουλος στο Κέντρο Στρατηγικών και Δημοσιονομικών Εκτιμήσεων και ανώτερος συνεργάτης στο Miller Center του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια.

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση