ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Στο Σουέζ με μια «Μαχήτρια» 274 μέτρων

Φορτωμένο με 140.000 τόνους πετρέλαιο το ελληνόκτητο τάνκερ έπλευσε από την Μπάσρα του Ιράκ προς τους Αγίους Θεοδώρους περνώντας από τη διώρυγα

Kathimerini.gr

Τζελίνα Χαρλαύτη

Η «Ολυμπιακή Μαχήτρια» έκανε Πρωτομαγιά διαπλέοντας τη διώρυγα του Σουέζ. Είχε ξεκινήσει στις 18 Απριλίου 2025 από την Μπάσρα του Ιράκ, στον μυχό του Περσικού Κόλπου, εκεί που σμίγουν και ξεχύνονται οι ποταμοί Τίγρης και Ευφράτης. Μεταφέρει ακατέργαστο πετρέλαιο για το διυλιστήριο Motor Oil στους Αγίους Θεοδώρους στην Ελλάδα.

Είναι ένα δεξαμενόπλοιο-γίγας, μήκους 274 μέτρων και πλάτους 48 μέτρων, μια από τις χιλιάδες πλωτές πολιτείες των Ελλήνων σε ωκεανούς και θάλασσες που μεταφέρουν πετρέλαιο, την ενέργεια που ακόμη κινεί τον κόσμο. Το λένε «Olympic Fighter» και το μεταφράζω «Ολυμπιακή Μαχήτρια». Aλλωστε, οι κυρίως ανδρικές κοινωνίες των πλοίων ανέκαθεν αντιμετώπιζαν τα πλοία ως γυναίκες που έπρεπε να φροντίσουν.

Με τους «φαντάρους»

Εμείς φτάσαμε αεροπορικώς στο Κάιρο, αλλά δεν καταφέραμε να μπαρκάρουμε στην πόλη του Σουέζ στην αρχή της διώρυγας από την Ερυθρά Θάλασσα γιατί είχε αμμοθύελλα. Eτσι πήγαμε στην Ισμαηλία, στη μέση της διώρυγας. Και καθώς η «Ολυμπιακή Μαχήτρια» φορτωμένη με 140.000 τόνους πετρέλαιο γλιστρούσε μέσα στα νερά με ταχύτητα δέκα κόμβους την ώρα, την πλεύρισε η λάντζα μας με την ίδια ταχύτητα και σκαρφαλώσαμε άνετα στη σκάλα που μας κατέβασαν.

«Ανεβαίνει πολύς κόσμος πάνω στο πλοίο τις τελευταίες μέρες», μου λέει ο καπετάνιος. Κατ’ αρχάς ήταν οι «φαντάροι» επάνω. «Ποιοι φαντάροι; Λόχο έχετε εδώ πάνω;», ρώτησα. «Φαντάρους» αποκαλούν οι ναυτικοί τη φρουρά ασφαλείας. Μόλις η «Ολυμπιακή Μαχήτρια» καβάτζαρε τον Περσικό και έπλευσε δυτικά, στα ανοιχτά του Ομάν ανέβηκε στο πλοίο ομάδα σεκιούριτι που την ακολούθησε μέχρι την αρχή της Ερυθράς Θάλασσας. Αρχηγός της ομάδας ήταν απόστρατος Ελληνας στρατιωτικός, πεζοναύτης. «Δεν φοβάστε τους Χούθι;», ρώτησα τους νέους ανθυποπλοιάρχους στη γέφυρα. Ενα χρόνο πριν το πλοίο έκανε τον γύρο του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας για να μπει στη Μεσόγειο από το Γιβραλτάρ και να ξεφορτώσει στην Ελλάδα. Από 14 μέρες που θα έκανε το ταξίδι μέσω Σουέζ είχε κάνει 43 μέρες με τον διάπλου της Αφρικής.

«Τους φοβόμαστε, αλλά δεν έχουν λόγο να μας πειράξουν, ναυλωμένοι από Ελληνες είμαστε». «Περισσότερο είναι ο φόβος από τους πειρατές της Σομαλίας», μου είπαν, «που όμως έχει μειωθεί κατακόρυφα». Η ύπαρξη ομάδας σεκιούριτι πάνω στο πλοίο πάντα αποτρέπει οποιαδήποτε επίθεση πειρατική και οι πειρατές πλέον δεν χτυπάνε τα μεγάλα πλοία, ιδίως αυτά που είναι φορτωμένα με ακατέργαστο πετρέλαιο.

Πάνω στο πλοίο είναι και δύο πιλότοι που φροντίζουν τον ασφαλή διάπλου. «Εμείς οι Αιγύπτιοι αγαπάμε τους Ελληνες», μου είπε ένας από αυτούς. Και μου θύμισε ότι 70 χρόνια πριν στο Σουέζ υπήρχαν μόνο Ελληνες πιλότοι, 1.000 είπε, από άλλες ιστορικές πηγές διαβάζω ότι ήταν 3.000. Γεγονός είναι όμως ότι οι Ελληνες έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους παντού στη διώρυγα.

Στην Ισμαηλία, στη μέση της διώρυγας πάνω στη λίμνη Τσιμάχ, καθώς και στο Πορτ Σάιντ στο τέλος της διώρυγας, εκεί όπου συναντάει τη Μεσόγειο, υπήρχε ακμαίος ελληνισμός. Ελληνικοί ορθόδοξοι ναοί, ελληνικά σχολεία, ολόκληρες γειτονιές Ελλήνων ανθούσαν. Καθώς η τεράστια «Ολυμπιακή Μαχήτρια» πλέει σταθερά μέσα στο κανάλι, κοιτάζω τις χαμηλές πετρόκτιστες όχθες και «βλέπω» χιλιάδες Κασιώτες και Δωδεκανήσιους να σκάβουν ή και να οργανώνουν τους εργάτες. Βλέπω εκατοντάδες Ηπειρώτες χτιστάδες να διαμορφώνουν τις όχθες. Βλέπω εκατοντάδες ελληνικά ιστιοφόρα να μεταφέρουν τόνους από πέτρες, τόνους από πολύτιμο δομικό υλικό από τη Σαντορίνη και το Γυαλί της Νισύρου.

Είναι εκείνοι που μετά τη διάνοιξη παρέμειναν και εποίκησαν τις νέες πόλεις, Ισμαηλία και Πορτ Σάιντ και με τη ναυτοσύνη τους έγιναν οι πιλότοι της διώρυγας. Και παρέμειναν εκεί σχεδόν 100 χρόνια από το άνοιγμά της το 1869 μέχρι τη δεκαετία του 1960, όπου πλέον επέστρεψε στην Ελλάδα ο μεγαλύτερος όγκος του αιγυπτιακού ελληνισμού. Από τα Δωδεκάνησα και κυρίως από την Κάσο οι περισσότεροι.

Οι «πιτσικόμηδες»

Μαζί με τους Αιγύπτιους πιλότους πάνω στο σκάφος είναι και οι «πιτσικόμηδες», όπως τους αποκαλούν. Είναι κι αυτοί επιφορτισμένοι για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας. Πλευρίζουν το πλοίο στην αρχή της διώρυγας με μικρό σκάφος, οι γερανοί του πλοίου το σηκώνουν και το βάζουν πάνω στο κατάστρωμα. Χρειάζονται σε περίπτωση που συμβεί κάτι μέσα στη διώρυγα και το δεξαμενόπλοιο πρέπει να σταματήσει, οπότε κατεβαίνει η βάρκα και εκείνοι παίρνουν τα σχοινιά από το σκάφος και το δένουν στους κάβους που βρίσκονται σε πολλά σημεία στις όχθες κατά μήκος όλης της διώρυγας.

Στο μεταξύ, επειδή ουσιαστικά κάθονται μέσα στο σκάφος για τις 14-15 ώρες που χρειάζεται ο διάπλους του Σουέζ, φέρνουν πραμάτεια και στήνουν «μαγαζί» στους αλουέδες (τους διαδρόμους) του σκάφους: μαγνητάκια με την Κλεοπάτρα, τις πυραμίδες, τη Σφίγγα, κούπες με τον χάρτη του Σουέζ, μπλουζάκια, αγαλματάκια από ξύλο ή πέτρα, κ.ά. Και κάνουν παζάρια, συνήθως με πακέτα τσιγάρα. Η αντικαπνιστική καμπάνια θέλει ακόμη χρόνια για να πιάσει στις αραβικές χώρες.

Το Σουέζ οι ναυτικοί το λένε «χώρα του Μάρλμπορο». Την εποχή που όλη η Ελλάδα κάπνιζε, από τη δεκαετία του 1950 μέχρι και τα τέλη του 20ού αιώνα, οι αφορολόγητες κούτες ήταν πηγή μικροεισοδήματος για τους ναυτικούς και παραμένει το κύριο είδος δώρου προς τους Αραβες πλοηγούς και πράκτορες. «Εκατόν εβδομήντα κούτες τσιγάρα ήθελες για δώρα για να φορτώσεις και να ξεφορτώσεις στις δύσκολες εποχές, το 2010-13», εκτός βέβαια των επίσημων λιμενικών τελών, μας είπαν στο σκάφος.

Το επιβλητικό δεξαμενόπλοιο «Ολυμπιακή Μαχήτρια» είναι μία από τις χιλιάδες πλωτές πολιτείες των Ελλήνων στους ωκεανούς. Η γράφουσα Τζελίνα Χαρλαύτη φορώντας στολή πληρώματος, δίπλα στον ανθυποπλοίαρχο Τζόζεφ Ρεσγκόνια και στον ναύτη Νίκο Οκανάντα ντελ Μούντο. 3. Στο μέσον της διώρυγας του Σουέζ βρίσκεται η Ισμαηλία της Αιγύπτου (στη φωτογραφία το εσωτερικό του ναού του Αγίου Μηνά). Εκεί, καθώς και στο Πορτ Σάιντ, στα χρόνια της διάνοιξης ο ελληνισμός είχε ισχυρό αποτύπωμα. 4, 5. Η ναυτική παράδοση συνεχίζεται επί δεκαετίες στα πλοία του ομίλου επιχειρήσεων Ωνάση. Επάνω, Ελληνες ναυτικοί μπροστά στο φουγάρο με το σινιάλο της εταιρείας, στο δεξαμενόπλοιο «Τίνα Ωνάση», το 1954. Κάτω, 70 χρόνια μετά, Ελληνες ναυτικοί ποζάρουν μπροστά σε φουγάρο με το ίδιο σινιάλο στο δεξαμενόπλοιο «Ολυμπιακή Μαχήτρια».

Οι κανόνες

Με νηοπομπές, «κονβόι» πλοίων, διαπλέουμε το κανάλι. Μπροστά μας ο «Ερωτόκριτος», δεξαμενόπλοιο κι αυτό, πίσω μας η «Φατιμά» και πιο πίσω γαλλικό υποβρύχιο. Υπήρχε και γαλλικό αεροπλανοφόρο στην είσοδο του Περσικού, μας είπαν. Τα πλοία χρειάζεται να είναι με ένα χιλιόμετρο απόσταση μεταξύ τους.

Εδώ και δέκα χρόνια λειτουργεί νέο επιπλέον κανάλι που άνοιξαν οι Αιγύπτιοι. Επιτρέπει την πλεύση σε δύο κατευθύνσεις σε ορισμένα τμήματα, ώστε ο διάπλους γίνεται σε μισό χρόνο τώρα, σε 14-15 ώρες. 193 χιλιόμετρα ή 104 ναυτικά μίλια είναι το «χαντάκι», «the ditch» όπως έλεγαν οι Εγγλέζοι, που ανοίχτηκε μέσα σε δέκα χρόνια από περισσότερους από 40.000 εργάτες. Αποτελεί από το 1869 μέχρι σήμερα μία από τις κύριες θαλάσσιες λεωφόρους του κόσμου: δεξιά η Ασία, αριστερά η Αφρική, στη διώρυγα αναμειγνύονται τα νερά της Μεσογείου με εκείνα της Ερυθράς Θάλασσας και πιο κάτω του Ινδικού Ωκεανού. Η ομαλή της λειτουργία, όπως έχουμε αντιληφθεί και προσφάτως, καθορίζει το διεθνές εμπόριο – και όχι μόνον.

Πάντα αναρωτιέμαι με τόση θάλασσα γύρω μας γιατί οι δημοσιογράφοι –εκτός από ορισμένους– ξεχνάνε τους ναυτικούς και τη μεγάλη ποντοπόρο ναυτιλία. Σήμερα με όλα τα ηλεκτρονικά μέσα που διαθέτουμε συνομιλούν με στεριανούς μόνο, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, και όχι με τους ανθρώπους της θάλασσας. Υπερηφανευόμαστε για τους εφοπλιστές μας. Μέσα στους δέκα, είκοσι, πενήντα πιο πλούσιους του κόσμου είναι οι εφοπλιστές μας. Και δεν έχουμε μόνο μεγαλοεφοπλιστές, έχουμε και μεσαίους και μικρούς εφοπλιστές. Υπερηφανευόμαστε για τα πλοία μας, τον στόλο μας.

Τον μεγαλύτερο στόλο του κόσμου τον έχει η Ελλάδα εδώ και πενήντα χρόνια, μεγαλύτερο από της Κίνας, μεγαλύτερο από των ΗΠΑ, από της Ιαπωνίας ή της Ρωσίας. Είμαστε έξοχοι στο ναυτιλιακό μάνατζμεντ, με εξειδικευμένους τεχνοκράτες στα ναυτιλιακά γραφεία, δικτυωμένους σε όλα τα διεθνή πόστα, στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη, στο Oσλο, στη Σαγκάη, στο Τόκιο. Τα πλοία όμως θέλουν ανθρώπους να τα κινούν. Και πολλές φορές οι άνθρωποι του γραφείου, εκτός από εκείνους που ασχολούνται με τα πληρώματα, το ξεχνούν.

1. Η ψυχή και η επιτυχία της ελληνικής ναυτιλίας ήταν και είναι η ναυτική της παράδοση, οι ναυτικοί της. 2. Η μεγάλη της δύναμη υπήρξε ότι πολλοί εφοπλιστές και οι άνθρωποι στα γραφεία ήταν ναυτικοί, γνώριζαν τα πλοία εκ των ένδον. Σήμερα αυτό έχει μειωθεί, αλλά υπάρχει, και οι Eλληνες ναυτικοί καλά κρατούν. «Μας ξεχνάνε στη στεριά όμως», μου λένε οι ναυτικοί μας. Εμείς δεν τους ξεχνάμε πάντως. Στο σκάφος μπάρκαραν μαζί μου «πλήρωμα» από τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση: ο Απόστολος Σαρρής, διευθυντής του Δημιουργικού της Στέγης και ο κάμεραμαν Δημήτρης Ζηβόπουλος, κάνοντας γυρίσματα για τη ζωή και την εργασία πάνω στο πλοίο.

Το κεφάλι και η καρδιά

Η «Ολυμπιακή Μαχήτρια» έχει 25 «ολυμπιακούς μαχητές», δηλαδή 25 ναυτικούς, 10 Ελληνες και 15 Φιλιππινέζους. «Πώς και στα καράβια;», ρώτησα τον χαμογελαστό Μιχάλη από τον Βόλο, τον τέταρτο μηχανικό. «Η θάλασσα είναι που σε τραβάει πάντα. Πρώτα ερωτεύεσαι τη θάλασσα και μετά το επάγγελμα». Και επιβεβαίωσε ο μαστρο-Λάμπρος, 35 χρόνια στην εταιρεία Ωνάση: «Αυτό το επάγγελμα αν δεν το αγαπάς δεν μπορείς να το κάνεις». Υπάρχει ένας παραδοσιακός ανταγωνισμός μεταξύ κουβέρτας και μηχανής.

«Ποιος είναι ο πιο χρήσιμος;», ρωτάω. Εξαιρετικό και παλαίμαχο δίδυμο, ο καπετάν Φραγκίσκος, καπετάνιος του πλοίου και ο μαστρο-Λάμπρος, πρώτος μηχανικός, μου λένε και οι δύο το ίδιο: Η κουβέρτα είναι το κεφάλι και η μηχανή η καρδ

ιά του πλοίου. Το κεφάλι έχει εγκέφαλο, μάτια, αυτιά, ομιλία, η καρδιά έχει την αντλία και τα αγγεία, που δίνουν στο σώμα ζωή να κινείται. Και το σώμα είναι το πλοίο, ένα καλολαδωμένο εργοστάσιο. Και οι δύο υψηλόβαθμοι αξιωματικοί είναι πενηντάρηδες, η γενιά τους γνώρισε όλες τις τεράστιες αλλαγές στη ναυσιπλοΐα και τις μηχανές. Και είναι αυτοί που μεταλαμπαδεύουν τη ναυτική μας παράδοση στην επόμενη γενιά.

Από τον εξάντα, τους χάρτες και τους χάρακες, τα υποτυπώδη ραντάρ και τον χειρωνακτικό έλεγχο των μηχανών, τώρα κάνουν ναυτιλία και μηχανολογία στην «Ολυμπιακή Μαχήτρια» με τα τελευταία αυτοματοποιημένα συστήματα. «Σ’ αυτή την εταιρεία ο κόσμος είναι ενημερωμένος, μορφωμένος με υψηλά στάνταρντ, ό,τι βγαίνει καινούργιο το παίρνουν, είναι καλό αυτό», μας λέει ο καπετάν Φραγκίσκος από το γραφείο του, που έχει πάνω τρεις οθόνες.

Την ώρα του καφέ, η Στέγη Ωνάση συναντάει τη ναυτιλία Ωνάση. Από δεξιά, ο καπετάνιος Φραγκίσκος Μαυρογενάκης, ο πρώτος μηχανικός Λάμπρος Μπακαούκας, ο ανθυποπλοίαρχος Θοδωρής Πετρολέκκας και ο υποπλοίαρχος Βασίλης Νάκης. Από αριστερά, ο επικεφαλής του Δημιουργικού της Στέγης Ωνάση Χρήστος Σαρρής και ο κάμεραμαν Δημήτρης Ζηβόπουλος, ο τέταρτος μηχανικός Μιχάλης Αγγελής, ο δόκιμος μηχανικός Δημήτρης Σκουφατόγλου και ο δεύτερος μηχανικός Νίκος Σκυλλάς.

«14 μακαρονάδες ακόμη και βγήκα»

Ο καπετάν Βασίλης ο υποπλοίαρχος, γνωστός και ως «γραμματικός» από τον καιρό των ιστιοφόρων, που κουβαλάει τη ναυτική παράδοση των Σπετσών, μας περιγράφει το ωράριο και την πειθαρχία στο πλοίο. Υπάρχει κάτι πολύ καθησυχαστικό. Ζεις σε μια καθιερωμένη ρουτίνα που δημιουργεί τάξη και προστατευμένο περιβάλλον. Το πλοίο είναι ένας πλωτός μικρός οικισμός. Εχει μια δική του καθημερινότητα και όταν είναι εν πλω η ζωή μπορεί να είναι πολύ ήρεμη, εκτός βέβαια αν πέσει το σκάφος σε κακοκαιρία ή όταν φτάνεις στο λιμάνι να φορτώσεις και να ξεφορτώσεις.

Δεν έχεις να αντιμετωπίσεις την καθημερινή τρέλα της πόλης, την πολυδιάσπαση του γραφείου, της γραφειοκρατίας για οτιδήποτε κάνεις. Είσαι σε έναν κόσμο οργανωμένο. Ολα έτοιμα σ’ τα έχουν. Ναι, δεν έχεις το Σαββατοκύριακό σου ελεύθερο. Το πλοίο πρέπει να πηγαίνει, είτε γιορτή είναι είτε Σάββατο είτε Κυριακή. Οκτώ ώρες δουλειά την ημέρα, έχεις βέβαια τον διαθέσιμο χρόνο ανάπαυσης και αναψυχής.

Ναι, είναι μακριά το σπίτι, η τεχνολογία όμως σημαίνει ότι υπάρχει επικοινωνία καθημερινή με τους ανθρώπους σου, τα νέα της Ελλάδας και του κόσμου. «Πού οι άλλες εποχές!», μου λέει ο καπετάν Φραγκίσκος, που περίμενες ουρά για να μιλήσεις στο τηλέφωνο και όταν μίλαγες σε άκουγαν οι πάντες από το ράδιο, δεν μπορούσες να πεις κάτι προσωπικό. Από την άλλη, έχεις λυμένα πολλά θέματα της καθημερινότητας, ζεις σε ένα ποιοτικό ξενοδοχείο.

Ο μάγειρας και οι θαλαμηπόλοι έχουν έτοιμο το πρωινό στις 7-8, σερβιρισμένο τον καφέ στις 10-10.20 με γλυκά και σάντουιτς, στις 12-1 το μεσημεριανό, στις 3-3.20 πάλι τον καφέ, στις 5-6 το βραδινό. Και το βράδυ, όταν δεν έχεις βάρδια, είτε στο καπνιστήριο με ταινία, φιστίκια και τσιπς είτε κάποιο παιχνίδι είτε στην καμπίνα για επικοινωνία με οικογένεια και φίλους είτε για ανάπαυση. Μακαρονάδα στο πλοίο το μενού έχει δύο φορές την εβδομάδα. «14 μακαρονάδες ακόμη και βγήκα», μας είπε ο «γραμματικός». Στο πλοίο συνήθως δουλεύεις 6-8 μήνες στη θάλασσα, διαλέγεις, κάθεσαι έξι ή τέσσερις μήνες. Η δουλειά είναι ιδιαίτερη και άνετη, αλλά και δύσκολη και συναρπαστική. Για τους νέους (αλλά και τους μεγαλύτερους) η ναυτιλία ήταν και παραμένει η πιο καλοπληρωμένη δουλειά στην Ελλάδα.

Ελληνικά Ονδούρας

Ο Φιλιππινέζος ανθυποπλοίαρχος Γιόζεφ, που ξεκίνησε ναύτης σε νορβηγική εταιρεία το 2006, είναι από το 2018 στην εταιρεία: «Είναι η πρώτη μου ελληνική εταιρεία και δεν σκοπεύω να φύγω ποτέ από αυτή», λέει. Το ίδιο είπε και ο λοστρόμος Καμπράλ, που εδώ και μια δεκαετία είναι στην εταιρεία. Ο Φιλιππινέζος μάγειρας Ρομέλ έχει αλλάξει οκτώ ελληνικές εταιρείες και είναι το πρώτο του μπάρκο στην εταιρεία Ωνάση. Εκμυστηρεύεται ότι σε κάθε πλοίο που έχει υπηρετήσει υπάρχει ένας Ελληνας που του φωνάζει κι αυτό δεν του αρέσει. Είμαστε φωνακλάδες, είναι γεγονός. Οι ξένοι ναυτικοί στα πλοία Ωνάση από τη δεκαετία του 1970 μέχρι τη δεκαετία του 1990 ήταν «Ονδουροδιάνοι». Τους άλλαξαν με Φιλιππινέζους αρχές της δεκαετίας του 1990. Ρώτησα γιατί τους άλλαξαν, δεν ήταν καλοί ναυτικοί; Μια χαρά ναυτικοί ήταν, μου είπε ο μαστρο-Λάμπρος ο πρώτος μηχανικός. Το πρόβλημα ήταν ότι μιλούσαν ισπανικά και πολύ καλά ελληνικά, όχι όμως αγγλικά. Και οι διεθνείς απαιτήσεις και η γραφειοκρατία για την ασφάλεια των πλοίων ήταν απαγορευτική για τους μη ομιλούντες αγγλικά από τη δεκαετία του 1990 κι έπειτα.

Στο πλοίο καταλαβαίνεις πόσο μικρός και πόσο μεγάλος είναι ο κόσμος και πόσο θα δεις πράγματα που κανείς άλλος δεν βλέπει. Παρόλο που τα «γκαζάδικα» (δεξαμενόπλοια), τα «αεράδικα» (υγραεριοφόρα LNG), ακόμη και τα «μινεραλάδικα» (φορτηγά πλοία ξηρού φορτίου) δεν πιάνουν στα λιμάνια, οι ευκαιρίες να επισκέπτονται τον κόσμο είναι πολλές. Οι εικοσάρηδες νέοι ανθυποπλοίαρχοι και τρίτοι μηχανικοί έχουν ήδη επισκεφθεί την Κίνα, τη Σιγκαπούρη και τον «ναό των ναυτικών», όπως μας είπαν, τη Βραζιλία.

Οι βάρδιες

Η δουλειά στη γέφυρα έχει βάρδιες που μοιράζεται ανάμεσα στους τρεις ανθυποπλοιάρχους. Μαζί με τους ναύτες κάνουν δύο τετράωρες βάρδιες κάθε μέρα. Στη γέφυρα εκείνο που φροντίζει ο αξιωματικός είναι η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, η ασφάλεια του πλοίου, τα έγγραφα, τα χαρτιά, το τεστ συντήρησης στα μηχανήματα, τα συστήματα επικοινωνιών, η συγγραφή του ημερολογίου πλοίου, που ακόμη γίνεται με το χέρι. Εχεις επιθεώρηση στο λιμάνι που φτάνεις, στο τέρμιναλ που θα φορτώσεις, από την πετρελαϊκή που θα ναυλώσεις το πλοίο, από το ναυτιλιακό γραφείο που δουλεύεις δίνεις καθημερινώς αναφορά – και πάει λέγοντας.
Στο μηχανοστάσιο κάθε μέρα οι μηχανικοί κατεβαίνουν 8-12 και 1-5. Μερικές φορές κατεβαίνουν και 6-8. Και ένας κάθε φορά κάνει βάρδια κάθε βράδυ για να είναι σίγουροι ότι δεν θα συμβεί κάτι στη μηχανή. Οι ναύτες 8-5 ματσακονίζουν, βάφουν, πλένουν, γρασάρουν, διαρκής συντήρηση γίνεται εν πλω.
Ορατότης καλή. Φτάσαμε στο Πορτ Σάιντ. Βγαίνουμε στη Μεσόγειο.

Ο «δεύτερος» Θοδωρής γράφει στο ημερολόγιο του πλοίου όπως οι χιλιάδες προκάτοχοί του: «Καιρός νεφελώδης, ασθενείς άνεμοι, θάλασσα μέτρια, ορατότης καλή». Και το πλοίο συνεχίζει την πορεία του. Το βράδυ στο καπνιστήριο παρακολουθήσαμε ταινία. Κουβεντιάζουμε μετά. Πώς επέλεξαν τη θάλασσα; Η Θεσσαλία καλά κρατεί στο βαπόρι. Στην κουβέρτα ο ανθυποπλοίαρχος Θοδωρής από τη Λάρισα και ο ανθυποπλοίαρχος Μάνθος από τα Τρίκαλα βρήκαν τον δρόμο για τη θάλασσα ως επαγγελματική διέξοδο, φαίνονται να απολαμβάνουν τη δουλειά τους.

Ο Μάνθος λέει ότι «οι Αιγύπτιοι μας λένε ότι είστε οι βασιλιάδες της θάλασσας επειδή είχατε ανθρώπους σαν τον Ωνάση». Στη μηχανή, ο δεύτερος μηχανικός, ο Νίκος από την Κάλυμνο, μου λέει ότι η ζωή στο πλοίο είναι κάπως σαν τα νησιά μας τον χειμώνα, σχετικά αποκομμένα από τον κόσμο. Τους καλοκαιρινούς μήνες που ξεμπαρκάρει δουλεύει έξω στο νησί στην οικογενειακή επιχείρηση με εξωλέμβιες και άλλες μηχανές για θαλάσσιο τουρισμό. Ο Δημήτρης, δόκιμος μηχανικός από τη Μυτιλήνη, αποφοίτησε από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο και μετά πήγε στη σχολή να γίνει μηχανικός Εμπορικού Ναυτικού.

«Δεν ήθελε ο πατέρας μου να γίνω μηχανικός παρότι ο ίδιος ήταν πρώτος μηχανικός, νόμιζε ότι δεν θα τα καταφέρω». Και να που τα κατάφερε. Ο τρίτος μηχανικός Γιάννης από τη Νίκαια, με μεγάλη οικογενειακή παράδοση στη ναυτιλία, θα ξεμπαρκάρει στους Αγίους Θεοδώρους και ανεβαίνει την ιεραρχία, πάει δεύτερος μηχανικός σε άλλο δεξαμενόπλοιο της εταιρείας. Τη θέση του θα πάρει η τρίτη μηχανικός Ολυμπία, το 28χρονο κορίτσι από την Αθήνα, μια πραγματική «ολυμπιακή μαχήτρια» στο ομώνυμο πλοίο. Καλά ταξίδια και καλές θάλασσες να έχουν όλοι και όλες.

*Η κ. Τζελίνα Χαρλαύτη είναι επικεφαλής του Κέντρου Ναυτιλιακής Ιστορίας, διευθύντρια του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών – ΙΤΕ και καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση