
Kathimerini.gr
Δύο ετών ήταν ο Τζορτζ Κοψιαύτης όταν, τη δεκαετία του 1950, έφθασε στη Βοστώνη με τους γονείς του. Εκείνοι έπιασαν δουλειά σε εργοστάσια της περιοχής –η Μασαχουσέτη ήταν κέντρο παραγωγής δερμάτινων υποδημάτων και υφαντουργίας– και εκείνος μεγάλωσε με τις αφηγήσεις τους για τη μακρινή πατρίδα και το χωριό τους, τις Καρυές Λακωνίας, που ήταν πολύ όμορφο αλλά δεν μπορούσε να τους θρέψει. Μου αφηγείται την ιστορία του ζητώντας συγγνώμη που δεν βρίσκει πάντα τις κατάλληλες λέξεις στη γλώσσα μας. «Η καρδιά μου, πάντως, μιλάει ελληνικά!» λέει. Ανήκει, ίσως, στην τελευταία γενιά Ελλήνων που πέρασαν τον Ατλαντικό για να ενταχθούν στο εργατικό δυναμικό των ΗΠΑ· ο ίδιος, συνταξιούχος πια, εργάστηκε στον χώρο των ανταλλακτικών αυτοκινήτων.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, όταν η αποβιομηχάνιση είχε ανοίξει πληγές στην πόλη (ανεργία, φτώχεια, εγκληματικότητα), η Βοστώνη άρχισε να επενδύει στην εκπαίδευση, στην έρευνα, στην υγεία και στην τεχνολογία. Τα εξήντα και πλέον ακαδημαϊκά ιδρύματά της –ανάμεσά τους τα φημισμένα Harvard, MIT, Boston University και Berklee College of Music– λειτούργησαν ως μοχλός ανάπτυξης και πόλος έλξης νέων από όλο τον κόσμο. Ο Ηπειρώτης Ευθύμης Καξίρας, καθηγητής Θεωρητικής και Εφαρμοσμένης Φυσικής και μέχρι πρότινος πρόεδρος του Τμήματος Φυσικής στο Χάρβαρντ, ξεκίνησε σπουδές στο ΜΙΤ το 1978. Την προηγούμενη χρονιά είχε περάσει στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. «Ηταν η εποχή των καταλήψεων, μαθήματα δεν γίνονταν κι εγώ ήμουν διψασμένος για γνώση». Αποφάσισε να φύγει στο εξωτερικό. Είναι καθηγητής στο Χάρβαρντ από το 1991 και δεν έχει πάψει να νοσταλγεί την Ελλάδα. «Μου λείπουν οι ορεινοί όγκοι της Ηπείρου –η ανατολική ακτή των ΗΠΑ είναι επίπεδη– και το μπλε του Αιγαίου. Τόσο ζωντανό χρώμα δεν βρίσκεις σε άλλη θάλασσα…».

Τον συναντώ, μαζί με τη σύζυγό του Ελένη Αγγελάκη, ερευνήτρια στο Mass General Brigham, στο σπίτι της οικογένειας του Πέτρου Κουμουτσάκου, όπου ήμασταν προσκεκλημένοι για δείπνο. Ο Γυθειώτης καθηγητής Υπολογιστικής Επιστήμης και πρώην πρόεδρος του Τμήματος Εφαρμοσμένων Μαθηματικών στο Χάρβαρντ και η σύζυγός του Χριστάνε Μπάουμαν, ερευνήτρια στη Σχολή Κένεντι του ίδιου πανεπιστημίου, έχουν προσαρμόσει το μενού στην περίσταση. «Κρύα σούπα φρούτων με ψητές γαρίδες και πατέ από φρέσκο τζίντζερ, συνταγή της Νένας Ισμυρνόγλου από τον “Γαστρονόμο”, για να τιμήσουμε την “Καθημερινή”, και φιλέτο μαύρου μπακαλιάρου, για να πάρεις μια γεύση από τη βοστωνέζικη γαστρονομική παράδοση», με ενημερώνει. Ο ίδιος μετράει μια πενταετία στην πρωτεύουσα της Μασαχουσέτης, έπειτα από πολυετή θητεία στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης. Οσο τρώμε, οι αφηγήσεις από τις διακοπές τους στις Κυκλάδες και στην Κρήτη μπλέκονται με τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, την «αξιοκρατία που παραμένει υπόσχεση», τη βασική έρευνα που «γίνεται είδος προς εξαφάνιση», τις χαμένες ευκαιρίες.
«Μια ζεστή αγκαλιά»

Το επόμενο πρωί, υπό καταρρακτώδη βροχή, ξεκινάω για το προάστιο Νίνταμ. Στον ραδιοφωνικό σταθμό Grecian Echoes, που διανύει την όγδοη δεκαετία της λειτουργίας του, η πεντάωρη ζωντανή εκπομπή του ιδιοκτήτη Τεντ Δημητριάδη έχει ξεκινήσει και ακροατές τηλεφωνούν, για να πουν «καλημέρα» ή για να ζητήσουν κάποιο τραγούδι, με τα λαϊκά (ιδιαίτερα του Στέλιου Καζαντζίδη) και τα δημοτικά να έχουν σαφές προβάδισμα. Μαζί του στο στούντιο βρίσκεται η δημοσιογράφος και επικοινωνιολόγος Νικολέτα Παπαδόγιαννη, που ζει στη Βοστώνη από το 2012, με τον σύζυγό της Διονύση Χριστοδουλέα, αναπληρωτή καθηγητή Χημείας στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης (η έρευνά του επικεντρώνεται στην ανάπτυξη νέων διαγνωστικών συσκευών και αισθητήρων), και τους γιους τους, Χρήστο και Στέλιο. «Αγαπάμε τη Βοστώνη, την “Αθήνα της Αμερικής”, όπως συχνά αποκαλείται, γιατί έχει όμορφους ανθρώπους που με σκληρή δουλειά κατάφεραν να ζήσουν ο καθένας το δικό του “αμερικανικό όνειρο”. Η ελληνική κοινότητά της είναι μοναδική: μια ζεστή αγκαλιά που σε σφίγγει δυνατά», λέει.

Αυτή τη ζεστασιά θα νιώσω το ίδιο μεσημέρι, στο φιλόξενο σπίτι της Αλεξάνδρας Τουρούτογλου και του Γιάννη Σανίδα, με καλομαγειρεμένο φαγητό και εκλεκτό κρασί. Εκείνη, με καταγωγή από την Πτολεμαΐδα, ήρθε στη Βοστώνη με «προίκα» την πεποίθηση ότι οι ευκαιρίες κατακτώνται, δεν χαρίζονται – και το απέδειξε. Διδάσκει Νευρολογία στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, είναι διευθύντρια Νευροαπεικόνισης στην Κλινική Μετωποκροταφικής Ανοιας του Mass General Brigham, ενός από τα μεγαλύτερα αμερικανικά πανεπιστημιακά νοσοκομεία, αλλά και πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Βιοεπιστημόνων των ΗΠΑ. Μελετά τους λεγόμενους super agers, ηλικιωμένα άτομα με νεανικό εγκέφαλο δηλαδή, και προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει πώς γερνάει ο ανθρώπινος εγκέφαλος και πώς θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά νευροεκφυλιστικές νόσοι, όπως το Αλτσχάιμερ. Εκείνος, Θεσσαλονικιός, επίκουρος καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, έχει αφοσιωθεί στη μάχη κατά του καρκίνου. Στο εργαστήριό του ερευνά την πρωτεΐνη RB, καταστολέα καρκινικών όγκων, με στόχο να κατανοήσει τη μοριακή πολυπλοκότητά της και να συμβάλει στην ανάπτυξη καινοτόμων στοχευμένων θεραπειών που θα αποκαθιστούν ή θα μιμούνται τη λειτουργία της. Μετά το γεύμα, όσο απολαμβάνουμε τον καφέ μας με strawberry shortcake, το αγαπημένο γλύκισμα των Βοστωνέζων, ο Αριστοτέλης, ο εξάχρονος γιος τους –πανέξυπνος και εντυπωσιακά επικοινωνιακός– μου δείχνει τα «βιβλία» του και παίζει στο πιάνο μια από τις αγαπημένες του μελωδίες: «Τα παιδιά κάτω στον κάμπο» του Μάνου Χατζιδάκι.
«Αδιαπραγμάτευτη» ελληνομάθεια
Πριν από μερικές δεκαετίες, οι ομογενείς θεωρούσαν ότι η ελληνική γλώσσα θα ήταν εμπόδιο στην ενσωμάτωση των παιδιών τους στην αμερικανική κοινωνία· γι’ αυτό και μόλις αυτά πήγαιναν στο νηπιαγωγείο, συνήθως στο σπίτι επικρατούσαν τα αγγλικά. Για τις νέες γενιές γονέων, η ελληνομάθεια είναι στόχος αδιαπραγμάτευτος. Η προσέλευση στο ελληνικό σχολείο το αποδεικνύει. Μόλις τέσσερις ήταν οι μαθητές πριν από είκοσι χρόνια, όταν η Φωτεινή Μπότομ ήρθε ως δασκάλα στο δημοτικό του Κέμπριτζ, μιας περιοχής που κάποτε ήταν για τη Βοστώνη ό,τι η Αστόρια για τη Νέα Υόρκη: «καρδιά» της ελληνικής κοινότητας. Σήμερα, σχεδόν εβδομήντα αγόρια και κορίτσια κάθονται στα θρανία του. Το σχολείο υπάγεται στην ενορία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που έχει μια πολύ συγκινητική ιστορία. Μου την αφηγείται ο Θεσσαλονικιός ιερέας Βασίλειος Μπέμπης. «Πρώτες στα αρχεία μας καταγράφηκαν, το 1850, μόλις πέντε οικογένειες Ελλήνων μεταναστών, που αποτέλεσαν τον πυρήνα της ενορίας. Στις 18 Μαΐου 1917 κατέθεσαν στο δημαρχείο της Βοστώνης τα απαραίτητα νομικά έγγραφα για την ίδρυση ορθόδοξης εκκλησίας. Αρχικά οι λειτουργίες τελούνταν σε ένα νοικιασμένο κατάστημα, αλλά χάρη στις προσπάθειες κυρίως του Συλλόγου Ελληνίδων Κυριών συγκεντρώθηκαν χρήματα για την αγορά οικοπέδου, το 1924, και για την ανέγερση του ναού μας, το 1936».

Αυτή η παράδοση της προσφοράς κινητοποιεί την Εύα Δουζίνα, πρόεδρο του Rouch Foundation και της «Καθετής», πολιτιστικού και εκπαιδευτικού κέντρου για τους κατοίκους του Πόρου, γενέτειρας του πατέρα της, της Τροιζηνίας και των Μεθάνων. Είναι γνωστός ο αγώνας της για τον περιορισμό των βιομηχανικών ιχθυοκαλλιεργειών στην Ελλάδα, που «καταστρέφουν τον βυθό και απελευθερώνουν τεράστιες ποσότητες αποβλήτων και πλαστικών στη θάλασσα», όπως τονίζει. Η εκστρατεία της «Καθετής» οδήγησε σε μια πρώτη νίκη: το Κεντρικό Συμβούλιο Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων πρόσφατα απέρριψε το σχέδιο για τον 28πλασιασμό των εγκαταστάσεων στο 25% στον Πόρο. «Ελπίζουμε να εφαρμοστεί η απόφαση και συνεχίζουμε για την προστασία άλλων περιοχών, όπως η Αιτωλοακαρνανία, όπου η ποσότητα ψαριών που εκτρέφονται στις ιχθυοκαλλιέργειες είναι ίση με την αντίστοιχη όλης της Ισπανίας!» τονίζει η κ. Δουζίνα.

Σε σχεδόν 70.000 υπολογίζονται οι Ελληνες που ζουν στην πολιτεία της Μασαχουσέτης. Στην πλειονότητά τους είναι γιατροί και πανεπιστημιακοί. Η ροή των φοιτητών έχει ελαττωθεί σημαντικά λόγω της πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ. Η Ειρήνη Κατσιδονιωτάκη και ο Σταμάτης Σταματελόπουλος πρόλαβαν να έρθουν στις ΗΠΑ πριν υψωθούν… φράγματα: κάνουν το μεταδιδακτορικό και το διδακτορικό τους, αντιστοίχως, δίπλα στον Θεμιστοκλή Σαψή, καθηγητή Μηχανολογίας και Επιστήμης των Ωκεανών στο ΜΙΤ. Τους συναντώ για καφέ στο Μπακ Μπέι. Ο Ελληνας επιστήμονας, βραβευμένος στον κλάδο των Μαθηματικών από το Ιδρυμα Μποδοσάκη, ειδικεύεται στην πρόβλεψη ακραίων συμβάντων και στον σχεδιασμό λύσεων για τη μείωση των επιπτώσεών τους. «Δεν είμαστε μετεωρολόγοι, οι δικές τους προσβλέψεις έχουν βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα, εμείς χαρακτηρίζουμε κινδύνους –ακραίες βροχοπτώσεις, κύματα καύσωνα, καιρικές συνθήκες που ευνοούν τις megafires– σε βάθος δέκα ή και είκοσι ετών, με στόχο τη δημιουργία υποδομών και τη λήψη στρατηγικών αποφάσεων. Aν ένας τυφώνας “Κατρίνα” συνέβαινε κάθε πέντε χρόνια, για παράδειγμα, δεν θα είχε νόημα να ξαναφτιαχτεί η Νέα Ορλεάνη».
Και στην Ελλάδα; Πόσο ευάλωτοι είμαστε σε όσα μελετά με την ομάδα του; «Η “ψαλίδα” της συχνότητας ακραίων φαινομένων, λόγω κλιματικής αλλαγής, θα κλείνει ολοένα και πιο πολύ. Είναι αναμενόμενο να ξαναδούμε “Daniel” σε περιοχές όπως η Θεσσαλία. Εχει έρθει όμως η ώρα να σκεφτούμε τι θα συμβεί αν έχουμε έναν “Daniel” στην Αττική, όπου ο Κηφισός είναι «βραδυφλεγής βόμβα». Δυστυχώς είμαστε εντελώς απροετοίμαστοι». Οσο για τη ζωή στη Βοστώνη; Ο παρονομαστής είναι κοινός και για τους τρεις συνομιλητές μου: «Εδώ συναντάς ανθρώπους από όλο τον πλανήτη που καθένας κάνει κάτι ξεχωριστό. Ο χρόνος σου αξιοποιείται μέχρι το τελευταίο λεπτό και το περιβάλλον σε ωθεί να βελτιώνεσαι διαρκώς. Φτάνει να προσέχεις όταν μιλάς ελληνικά στον δρόμο. Με τόσους Ελληνες, όλο και κάποιος θα βρεθεί να σε ακούσει».
Τα ζητήματα ταυτότητας

Το επόμενο ραντεβού, για απογευματινό τσάι, είναι στην ιδιωτική λέσχη «The Quin», στην Commonwealth Avenue, έναν από τους πιο ακριβούς δρόμους της πόλης. Εκεί με περιμένουν η Μαρίνα Χατσόπουλος, απόφοιτος του ΜΙΤ, επιχειρηματίας και επενδύτρια στον χώρο της τεχνολογίας, και ο Παναγιώτης Λιαρόπουλος, καθηγητής σύνθεσης στο Berklee College of Music. Και για τους δύο έχω ακούσει θερμά λόγια από πολλά μέλη της ελληνικής κοινότητας: είναι πάντα πρόθυμοι, λένε, να βοηθήσουν. «Οταν ήρθα στις ΗΠΑ, το 1997, δεν είχα κανέναν και έπρεπε να προσαρμοστώ σε ένα περιβάλλον που μου φαινόταν… εξωγήινο. Το θεωρώ χρέος μου, λοιπόν, να βοηθώ, αν και όπως μπορώ, Ελληνες που κάνουν ένα νέο ξεκίνημα στις ΗΠΑ. Τα ζητήματα ταυτότητας, άλλωστε, αποκτούν άλλη σημασία όταν βρίσκεσαι στο εξωτερικό, μακριά από την ασφάλεια του οικείου περιβάλλοντος της πατρίδας σου», εξηγεί ο κ. Λιαρόπουλος. Η Βοστώνη είναι ο εγκέφαλος της Αμερικής, τα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα είναι εδώ, μου λένε, πριν η συζήτηση επιστρέψει στην Ελλάδα. «Εχουμε κάνει αξιοσημείωτη πρόοδο τα τελευταία χρόνια. Κάποτε με ρωτούσαν οι ταξιτζήδες στην Αθήνα με τι ασχολούμαι και όταν τους απαντούσα “με τις startups” δεν ήξεραν τι είναι. Αυτό έχει πια αλλάξει. Ομως εξακολουθούμε να επενδύουμε σχεδόν αποκλειστικά στον τουρισμό, που μακροπρόθεσμα θα καταστρέψει τη χώρα μας – το πιστεύω! Είναι κρίμα. Εχουμε μυαλά, χρειαζόμαστε αλλαγή νοοτροπίας, στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας και σύνδεση των πανεπιστημίων με την επιχειρηματικότητα», επισημαίνει η κ. Χατσόπουλος. «Greeks can make things happen!». Οχι πάντα με την προσδοκώμενη ταχύτητα…
«Είκοσι χρόνια προσπαθειών χρειάστηκαν για να δημιουργηθεί το θεσμικό πλαίσιο για ένα Εθνικό Σύστημα Τραύματος. Ελπίζω να μη μείνει στα χαρτιά, να ζήσω για να δω τη λειτουργία του, να μη χρειαστούν άλλα είκοσι», λέει γελώντας ο Γιώργος Βέλμαχος, καθηγητής Χειρουργικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και διευθυντής της Κλινικής Τραύματος, Επείγουσας Χειρουργικής και Εντατικής Θεραπείας στο Mass General Brigham. Μου μιλάει με προσμονή για το Κέντρο Τραύματος των Ενόπλων Δυνάμεων που τώρα δημιουργείται στο 401 ΓΣΝΑ, με δική του πρωτοβουλία, και ελπίζει ότι προγράμματα εκπαίδευσης για πολίτες αντίστοιχα του αμερικανικού «Stop the bleed» (Σταμάτησε την αιμορραγία) θα εφαρμοστούν κάποτε και στην Ελλάδα, γιατί «από απλές κινήσεις μπορούν να σωθούν πολλές ζωές». Το 1994 έφθασε στις ΗΠΑ, στην Καλιφόρνια, και το 2004 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Βοστώνη. «Μου αρέσει η ζωή εδώ. Η Βοστώνη είναι η Μέκκα της Ιατρικής και της διανόησης και η πιο κοντινή στην Ευρώπη αμερικανική πόλη σε επίπεδο κουλτούρας. Οι Βοστωνέζοι έχουν την αίσθηση του ανήκειν, όπως και οι Ελληνες».
«Η Βοστώνη είναι πανεπιστημιακός παράδεισος», συμφωνεί ο Κωνσταντίνος Ψιμόπουλος, που διδάσκει Βιοηθική σε φοιτητές της Ιατρικής, της Σχολής Δημόσιας Υγείας και της Θεολογικής Σχολής στο Χάρβαρντ. «Είναι το “πνεύμα της Αμερικής”, όπως αναγράφεται στις πινακίδες των αυτοκινήτων μας. Εχει πάρα πολλούς Ευρωπαίους, πιθανότατα τους περισσότερους στατιστικά από τις υπόλοιπες πολιτείες, για τον πληθυσμό της και, μολονότι είναι μεγάλη πόλη, δεν έχει χαρακτήρα μεγαλούπολης. Είναι ανθρώπινη».
Ο κουρέας του Ομπάμα και το γιαούρτι της Σοφίας

«Αν ερχόσασταν χθες θα συναντούσατε τον Γιο Γιο Μα», λέει ο Γιώργος Παπαλυμπέρης. Γεννημένος στον Λογκανίκο Λακωνίας, όγδοο παιδί μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας, ήταν χωροφύλακας στην Ελλάδα. «Υπηρετούσα στο Τμήμα Ασφαλείας Κηφισιάς και ο ενωμοτάρχης μας, δεν θα το κρύψω, ευχαριστιόταν να δέρνει. Δεν το άντεχα». Παραιτήθηκε και το 1964 έφτασε στη Βοστώνη. «”Θα πας να πλένεις πιάτα;” έλεγαν συγγενείς και φίλοι. Ομως με έκαιγε η επιθυμία να προκόψω…». Εργάστηκε ως υπάλληλος σε κουρεία και το 1985, με το κομπόδεμά του, αγόρασε το ιστορικό La Flamme Barber Shop, που είχε ανοίξει το 1898. Στην καρέκλα του, εκτός από τον διάσημο τσελίστα, έχουν καθίσει από τον Μάικλ Δουκάκη μέχρι τον Μπαράκ Ομπάμα, όταν φοιτούσε στο Χάρβαρντ, και στα 91 του εξακολουθεί να εργάζεται. «Ερχομαι στο μαγαζί δύο φορές την εβδομάδα. Τις υπόλοιπες ασχολούμαι με το μποστάνι μου. Τι να κάνω; Να περιμένω να πεθάνω;». Μεγάλη χαρά τού δίνει ότι πολλοί νέοι εμπιστεύονται το ψαλίδι του, ανάμεσά τους και Ελληνες φοιτητές. Τι τους συμβουλεύει; «Να επιδιώκουν το παραπάνω, να μη μείνουν μετανάστες».

Αυτό επιδίωξε από τα νεανικά της χρόνια η Σοφία Σκοπετέα. Σπούδασε Μαθηματικά στη Βοστώνη γιατί ήταν το όνειρο του πατέρα της, αλλά την κέρδισαν οι επιχειρήσεις. Στα ράφια των δύο παντοπωλείων Sophia’s Greek Pantry οι πελάτες της βρίσκουν εκλεκτά ελληνικά προϊόντα και ένα χειροποίητο γιαούρτι, που τους κάνει να σχηματίζουν ουρά για να το προμηθευτούν, ειδικά κάθε Σάββατο – είκοσι τόνοι πωλούνται κάθε εβδομάδα! «Εχουμε φύγει από την Ελλάδα, αλλά η Ελλάδα δεν φεύγει από εμάς. Αν υπερηφανεύομαι για κάτι είναι που μετέδωσα την αγάπη για την πατρίδα στα παιδιά μου», λέει η Μανιάτισσα επιχειρηματίας.
Με παρόμοια φιλοσοφία επέλεξε τον χώρο των επιχειρήσεων ο Ερικ Παπαχρήστος, με ρίζες από την Κατερίνη. Με δύο μεταπτυχιακά στα Οικονομικά από το Χάρβαρντ αποφάσισε να ασχοληθεί με την εστίαση, όπως ο πατέρας του που είχε μια «ντάινα». Εχει δημιουργήσει την αλυσίδα εστιατορίων Saloniki Greek (που έκανε τους Αμερικανούς να αγαπήσουν το σουβλάκι) και, πρόσφατα, το La Padrona, που πριν από λίγες ημέρες συμπεριλήφθηκε στη λίστα των New York Times με τα 50 καλύτερα εστιατόρια στις ΗΠΑ. «Δίνουμε έμφαση στις ελληνικές γεύσεις –προσφέροντας πιάτα μαγειρεμένα με εκλεκτά υλικά και φροντίδα, όπως αυτά που έφτιαχναν οι μαμάδες και οι γιαγιάδες μας– και στη φιλοξενία. Για τους Ελληνες η μαγειρική είναι πράξη αγάπης, αυτό θέλω να νιώσουν οι πελάτες μας. Φαγητό σημαίνει οικογένεια, γλώσσα, πολιτισμός…».
Ευκαιρίες για τους νέους

Η τελευταία συνάντηση του οδοιπορικού της «Κ» είναι με δύο λαμπρούς Ελληνες επιστήμονες της νέας γενιάς, των οποίων τα ονόματα είμαι σίγουρη ότι θα ακουστούν πολύ τα επόμενα χρόνια: την Κατερίνα Δεδεηλία, που μόλις ξεκίνησε την ειδικότητα της χειρουργικής, και τον νευρολόγο Μαρίνο Σωτηρόπουλο, που κάνει εξειδίκευση στη συμπεριφορική νευρολογία και στη νευροψυχιατρική. Μου μιλούν για τις ευκαιρίες που έχουν οι νέοι γιατροί στις ΗΠΑ σε αντιδιαστολή με την Ελλάδα. «Εδώ σε προσλαμβάνουν γιατί πιστεύεις ότι αξίζεις και έχεις κάτι να προσφέρεις, ακούν τη γνώμη σου και σε αφήνουν να πάρεις πρωτοβουλίες», σημειώνουν. Δικό τους είναι και το τελευταίο φωτογραφικό «κλικ»: με τον Παντελή, τον γάτο τους, πρώην αδεσποτάκι. Εθελόντρια τον βρήκε ετοιμοθάνατο στη Ρόδο, χτυπημένο από αυτοκίνητο, και, έπειτα από πολλά χειρουργεία και μια μακρά περίοδο ανάρρωσης, ο Παντελής υιοθετήθηκε από το ζευγάρι και ζει μαζί τους στο παραθαλάσσιο Γουίνθροπ. Μία ακόμη ιστορία –με ουρά, αυτή τη φορά–, μία ακόμη ψηφίδα στο πολύχρωμο μωσαϊκό της ελληνικής ομογένειας της Βοστώνης.