ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Παράσταση για ένα ρόλο στην Τουρκία

Στην τελική ευθεία για τη συνταγματική αναθεώρηση που θα νομιμοποιεί το καθεστώς Ερντογάν

Kathimerini.gr

Το 2016 ο Ταγίπ Ερντογάν πρέπει να ένιωσε για πρώτη φορά τόσο κοντινή την απειλή του πολιτικού του τέλους – αν και ο ιστορικός του μέλλοντος θα έχει πολλά να μας αποκαλύψει για το παρασκήνιο της δραματικής 15ης Ιουλίου. Ομως η μοίρα των αποτυχημένων πραξικοπημάτων είναι να γιγαντώνουν εκείνους που σκόπευαν να εκμηδενίσουν. Στην αυγή του 2017, ο Τούρκος πρόεδρος προβάλλει ως απόλυτος κυρίαρχος του εσωτερικού πολιτικού παιχνιδιού, με τη δημοτικότητά του στα ύψη, σε σημείο που οι ανταποκριτές τής –καθόλου φιλικής– Wall Street Journal να διαπιστώνουν φαινόμενα πραγματικής προσωπολατρίας. Οι αφοσιωμένοι οπαδοί του δεν πιάνουν επί ματαίω το όνομά του στα χείλη τους, προτιμώντας να τον αποκαλούν «ο Αρχηγός», ενώ οι αντίπαλοί του κάνουν λόγο για «Ερντογκανίσμο», παραπέμποντας στην προσωποπαγή εξουσία των πολέμαρχων- φεουδαρχών στη Λατινική Αμερική. Τον Φεβρουάριο, οι κινηματογραφικές αίθουσες θα προβάλουν μια εγκωμιαστική ταινία-βιογραφία του, με αφορμή τα εξηκοστά τρίτα γενέθλιά του.

Η πραγματική γιορτή για τον ισλαμιστή πολιτικό θα έρθει, όμως, Θεού θέλοντος, δύο με τρεις μήνες αργότερα, όταν ο τουρκικός λαός θα κληθεί να εγκρίνει, με δημοψήφισμα, τη συνταγματική αναθεώρηση, παραδίδοντας στον ισχυρό άνδρα της Τουρκίας υπερεξουσίες που δεν θα μπορούσε να διανοηθεί ηγέτης δυτικής Δημοκρατίας. Οι 21 τροποποιήσεις που έχει επεξεργαστεί το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ συζητούνται αυτή την περίοδο στη Βουλή, όπου πρέπει να εξασφαλίσουν 330 θετικές ψήφους σε σύνολο 550, προκειμένου να υποβληθούν σε δημοψήφισμα. Αν και το ισλαμικό ΑΚΡ διαθέτει μόνο 317 βουλευτές, η συμμαχία του με το υπερεθνικιστικό ΜΗΡ, που έχει 40 έδρες, εγγυάται, πλην απροόπτου, το πράσινο φως της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης.

Ούτε οι πιο σκληροί επικριτές του ΑΚΡ αμφισβητούν ότι το σύνταγμα του 1982, που θεσπίστηκε επί του δικτατορικού καθεστώτος του στρατηγού Εβρέν, δεν αρμόζει σε δημοκρατική χώρα. Στα 13 χρόνια που κυβερνά την Τουρκία, το ΑΚΡ προέβη σε αλλεπάλληλες τροποποιήσεις συνταγματικών διατάξεων, είτε με ευρεία κοινοβουλευτική συναίνεση είτε με τα προηγούμενα δημοψηφίσματα του 2007 και του 2010. Στο πρώτο από αυτά καθιερώθηκε η άμεση εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό, ενώ με το δεύτερο καταργήθηκε η ασυλία των πραξικοπηματιών, κατοχυρώθηκαν συνδικαλιστικές ελευθερίες και ενισχύθηκαν τα ατομικά δικαιώματα. Αν και η Τουρκία παρέμεινε ατελής Δημοκρατία, οι αλλαγές αυτές, εν μέρει αποτέλεσμα πίεσης της Ε.Ε. στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, χαιρετίστηκαν διεθνώς ως πρόοδος σε σύγκριση με την περίοδο της μετακεμαλικής στρατοκρατίας.

Αρχής γενομένης, όμως, από την αιματηρή καταστολή των διαδηλώσεων στην πλατεία Ταξίμ, την άνοιξη του 2013, ο Ταγίπ Ερντογάν έδειξε ότι αντιλαμβάνεται τον εκδημοκρατισμό ως μια σκάλα, που του χρησίμεψε μεν για να ανέβει και να εδραιωθεί στην εξουσία, αλλά που έπρεπε να τη μαζέψει αμέσως δίπλα του, ώστε να μην ανέβουν και άλλοι, που θα μπορούσαν να τον αμφισβητήσουν αργότερα. Τα πογκρόμ επί δικαίων και αδίκων που ακολούθησαν τη 15η Ιουλίου επιτάχυναν την πορεία προς τον αυταρχισμό. Αυτές τις μέρες, η τουρκική Εθνοσυνέλευση συζητά το μείζον θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης, με το τρίτο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα, το αριστερό-φιλοκουρδικό HDP, να βρίσκεται με το ένα πόδι στην παρανομία και τους δύο συναρχηγούς του στη φυλακή.

Αλλωστε, οι προτεινόμενες από το δίδυμο ΑΚΡ-CHP συνταγματικές αλλαγές μιλούν από μόνες τους. Το αξίωμα του πρωθυπουργού καταργείται (αυτός ήταν άλλωστε και ο κύριος λόγος που παραιτήθηκε ο Αχμέτ Νταβούτογλου) και η κυβέρνηση θα διορίζεται εφεξής από τον πρόεδρο, ο οποίος παραμένει ταυτόχρονα ηγέτης της πολιτικής του παράταξης. (Τώρα τι θα γίνει αν το κόμμα του χάσει τις βουλευτικές εκλογές και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ταυτόχρονα... αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μένει να μας το εξηγήσουν οι Τούρκοι συνταγματολόγοι.) Ο ανώτατος άρχοντας έχει τη δυνατότητα να κυβερνά με διατάγματα, να προκηρύσσει δημοψηφίσματα, να επιβάλλει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, ακόμη και να διαλύει τη Βουλή (αν και σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να γίνουν ταυτόχρονα βουλευτικές και προεδρικές εκλογές). Το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων διορίζεται κατά το ήμισυ από τον πρόεδρο και κατά το άλλο ήμισυ από τη Βουλή, ύστερα από εισήγηση του υπουργού Δικαιοσύνης, τον οποίο έχει διορίσει ο πρόεδρος.

Με δύο λόγια, καθιερώνεται ένα προσωποπαγές προεδρικό καθεστώς, όπου ο πρόεδρος της Δημοκρατίας ασκεί εκτελεστική εξουσία και ελέγχει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη νομοθετική και την εκτελεστική, παραμερίζοντας τις θεμελιώδεις αρχές περί διάκρισης και εξισορρόπησης των εξουσιών. Την εκτίμηση αυτή δεν μπορούν να αναιρέσουν επιμέρους θετικές πλευρές της συνταγματικής αναθεώρησης, όπως η κατάργηση των στρατοδικείων (πέραν σοβαρών παραβάσεων στρατιωτικών σε καιρό πολέμου), ο περιορισμός των προεδρικών θητειών σε δύο, το πολύ, πενταετίες και η δυνατότητα της Εθνοσυνέλευσης και παραπέμψει τον πρόεδρο στη Δικαιοσύνη με το ερώτημα της καθαίρεσης.

Αντιδράσεις και στο εσωτερικό του ΑΚΡ

Επί του παρόντος, ο Ερντογάν και η κυβέρνησή του δικαιολογούν στον λαό την ανάγκη μιας συγκεντρωτικής εξουσίας επικαλούμενοι τον «τριπλό πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» που υποτίθεται ότι διεξάγουν, εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, του κουρδικού ΡΚΚ και του παρακρατικού δικτύου Γκιουλέν. Και είναι αλήθεια ότι η εμπειρία του πραξικοπήματος, οι εκατόμβες που προκαλούν τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και οι ένοπλες ενέργειες του ΡΚΚ ή θραυσμάτων του εναντίον Τούρκων στρατιωτών και πολιτών διευκολύνουν, μέχρις ενός σημείου, τη συσπείρωση γύρω από τον «ισχυρό ηγέτη» και το «ισχυρό κράτος».

Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι η συνταγματική αναθεώρηση θα αποδειχθεί περίπατος για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το πρώτο πρόβλημα για τον Ερντογάν δεν προέρχεται ούτε από την αποδυναμωμένη κεμαλική αντιπολίτευση του CHP ούτε από τους ασταθείς συμμάχους του ΜΗΡ, αλλά από το εσωτερικό του ίδιου του κυβερνώντος κόμματος. Αρκετοί βουλευτές του ΑΚΡ εκφράζουν –για την ώρα, χαμηλόφωνα και κατά κανόνα κεκλεισμένων των θυρών– διαφωνίες για σειρά διατάξεων, μικρότερης ή μεγαλύτερης πολιτικής σημασίας.

Το γεγονός αυτό έφερε σε δύσκολη θέση τον πρωθυπουργό και αρχηγό του ΑΚΡ, Μπιναλί Γιλντιρίμ, ο οποίος αναγκάσθηκε να καλέσει τον ηγέτη του ΜΗΡ, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, σε συνεργασία, στις 27 Δεκεμβρίου, με αντικείμενο τη μερική αναθεώρηση της αναθεώρησης, που είχαν ήδη συμφωνήσει, έτσι ώστε να ησυχάσουν οι δικοί του βουλευτές. Σύμφωνα με τη Hurriyet, δύο μυστικές δημοσκοπήσεις που παρήγγειλε το ΑΚΡ έδειξαν ότι το ποσοστό των πολιτών που θα ψήφιζαν υπέρ του προεδρικού συστήματος κυμαίνεται στο 45% – αρκετό για να κερδηθούν βουλευτικές εκλογές, όχι όμως για να αποτραπεί μια ήττα που θα έπαιρνε χαρακτήρα πραγματικής ταπείνωσης για τον Ταγίπ Ερντογάν.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση