
Kathimerini.gr
Γιάννης Παλαιολόγος
Μιλώντας την περασμένη εβδομάδα σε δημοσιογράφο του περιοδικού Atlantic, ο Ντόναλντ Τραμπ ισχυρίστηκε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι η ιδεολογία του κινήματος του οποίου ηγείται είναι ό,τι ο ίδιος λέει ότι είναι. «Αν αναλογιστείτε ότι εγώ ανέπτυξα το “America First” και ότι ο όρος δεν χρησιμοποιείτο πριν από μένα», σημείωσε ανακριβώς, «εγώ αποφασίζω [τι σημαίνει]». Η απόφασή του να επιτεθεί στο Ιράν θα μπορούσε να δοκιμάσει όσο ποτέ άλλοτε τον ισχυρισμό αυτό – και τη διάθεση των οπαδών του να τον υποστηρίξουν ακόμα κι όταν κάνει τα εντελώς αντίθετα από αυτά που προεκλογικά υποσχόταν.
Θεματοφύλακες του MAGA και νομοθέτες που συνήθως είναι τυφλά αφοσιωμένοι στον Τραμπ δεν έχουν κρύψει την έντονη διαφωνία τους με τους βομβαρδισμούς που έλαβαν χώρα τα ξημερώματα της Κυριακής. «Κάθε φορά που η Αμερική βρίσκεται στα πρόθυρα του μεγαλείου, εμπλεκόμαστε σε έναν άλλο ξένο πόλεμο», έγραψε στο X (πρώην Twitter) η φανατικά Τραμπική βουλευτής Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν. «Δεν θα έπεφταν βόμβες στον λαό του Ισραήλ αν ο (πρωθυπουργός του Μπέντζαμιν) Νετανιάχου δεν είχε ρίξει πρώτα βόμβες στον λαό του Ιράν. Το Ισραήλ είναι ένα πυρηνικά εξοπλισμένο έθνος. Δεν είναι δική μας αυτή η μάχη. Η ειρήνη είναι η απάντηση».
Πυρά από Μπάνον – Κάρλσον
Σε δύο συνομιλίες την περασμένη εβδομάδα (ο ένας στην εκπομπή του άλλου), ο τηλεπαρουσιαστής, Τάκερ Κάρλσον, και ο ιδεολογικός καθοδηγητής του MAGA, Στιβ Μπάνον, συμφώνησαν ότι μία επίθεση κατά του Ιράν θα συνιστούσε προδοσία των αρχών του κινήματος και θα κατέστρεφε την προεδρία του Τραμπ. Μετά το χτύπημα, ο Μπάνον, σε νέα παρέμβαση στο podcast του, κατακεραύνωσε τον Τραμπ για το γεγονός ότι ευχαρίστησε τον Νετανιάχου στο διάγγελμά του και είπε ότι «έχει δουλειά να κάνει» για να πείσει τη βάση του ότι ήταν αναγκαίο.
Αντιστρόφως, οι νεοσυντηρητικοί «Never Trumpers», αρχιτέκτονες και υποστηρικτές της εισβολής στο Ιράκ, το επεμβατικό όραμα των οποίων στηλίτευσε ο 47ος πρόεδρος σε βαρυσήμαντη ομιλία του στο Ριάντ στα μέσα Μαΐου, έχουν μόνο καλά λόγια να πουν για τους βομβαρδισμούς των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων.
O Ελιοτ Κόεν, συνιδρυτής του νεοσυντηρητικού Project for the New American Century και από τους πρώτους και πιο ένθερμους θιασώτες της ανατροπής του Σαντάμ Χουσέιν, έγραφε χθες στο Atlantic: «Η ωμή αλήθεια είναι ότι ο Τραμπ, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο πρόεδρο, Ρεπουμπλικάνο ή Δημοκρατικό, ανέλαβε αποφασιστική δράση εναντίον ενός από τα δύο πιο επικίνδυνα πυρηνικά προγράμματα στον κόσμο (το άλλο είναι της Βόρειας Κορέας)».
Ο συντηρητικός αρθρογράφος των New York Times Μπρετ Στίβενς έγραψε για τη «θαρραλέα και σωστή απόφαση» του Αμερικανού προέδρου. Εξίσου θετικά διακείμενος προς την επιχείρηση ήταν και ο Μπιλ Κρίστολ, πάλαι ποτέ του περιοδικού Weekly Standard και σήμερα του αδυσώπητα αντι-Τραμπικού The Bulwark.
O τηλεπαρουσιαστής Τάκερ Κάρλσον και ο Στιβ Μπάνον, ιδεολογικός καθοδηγητής του MAGA.
Προσωρινά, λοιπόν, έχουν όλα αναποδογυριστεί στον αμερικανικό δημόσιο διάλογο: ηγετικές φυσιογνωμίες του MAGA συγκλίνουν στις απόψεις τους με προοδευτικούς Δημοκρατικούς· ορκισμένοι νεοσυντηρητικοί εχθροί του Τραμπ τον επαινούν. Αν ο Αγιατολάχ Χαμενεΐ αποφασίσει, στο όνομα της επιβίωσης του καθεστώτος, να μην κλιμακώσει την κατάσταση περαιτέρω και εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες ενός εγχώριου προγράμματος εμπλουτισμού, μπορεί ο Αμερικανός πρόεδρος να βγει πολιτικά κερδισμένος από τη ριψοκίνδυνη ζαριά του.
Ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
Ο,τι και να πει δημοσίως, ωστόσο, το ιρανικό καθεστώς είναι πολύ πιθανό (αν επιβιώσει) να επιδιώξει πυρηνικά όπλα με τη μέγιστη δυνατή μυστικότητα και χωρίς κανέναν έλεγχο από τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας. Θα έχει επίσης κάθε κίνητρο να εκδικηθεί, με όποιον τρόπο μπορεί, κατά αμερικανικών και ισραηλινών στόχων – στρατιωτικών και μη. Και μπορεί, φυσικά, να προκαλέσει μεγάλη αναταραχή στην παγκόσμια οικονομία (πλήττοντας βέβαια και τον εαυτό του) μέσω των Στενών του Ορμούζ.
Με άλλα λόγια, η κληρονομιά των βομβαρδισμών μπορεί να εξελιχθεί πολύ πιο αρνητικά για τα αμερικανικά συμφέροντα από ό,τι ελπίζει ο Τραμπ (πιο πολύ σαν τον πόλεμο στο Ιράκ και λιγότερο σαν τη δολοφονία Σουλεϊμάνι).
Κάτι τέτοιο, σε συνδυασμό με τις επί δεκαετία δεσμεύσεις του για τερματισμό της εμπλοκής των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και την αντίθεση της κοινής γνώμης στους βομβαρδισμούς, θα φέρει τους οπαδούς του ενώπιον του διλήμματος αν πιστεύουν σε κάτι πέρα από τον ίδιο ή αν έχει όντως την πλήρη ελευθερία να ορίζει κατά βούληση το περιεχόμενο του «America First». Και μπορεί τότε να βρεθεί σε δεινή θέση.