
Οπλισμένοι με πιστόλια και καραμπίνες κυκλοφορούν πλέον στο κέντρο της Ουάσιγκτον οι στρατιώτες της Εθνοφρουράς, τους οποίους επιστράτευσε ο Ντόναλντ Τραμπ στο όνομα της πάταξης της εγκληματικότητας, απειλώντας να πράξει το ίδιο και σε άλλες μεγαλουπόλεις που ελέγχουν οι Δημοκρατικοί, όπως η Νέα Υόρκη, το Σικάγο και η Βαλτιμόρη. Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος επιδιώκει να θέσει στο κέντρο της πολιτικής ζωής τα θέματα της παραβατικότητας και της μετανάστευσης, ελπίζοντας ότι θα ανεβάσει τα χαμηλά ποσοστά δημοφιλίας του και θα βοηθήσει τους Ρεπουμπλικανούς να κερδίσουν την κρίσιμη μάχη των ενδιάμεσων εκλογών για το Κογκρέσο, τον επόμενο χρόνο.
«Αρκετοί άνθρωποι λένε “ίσως τελικά να μας αρέσει ένας δικτάτορας”. Αλλά δεν είμαι δικτάτορας, είμαι ένας άνθρωπος με ανεπτυγμένη κοινή λογική», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, απαντώντας στην κριτική που δέχεται για τις σκληρές πολιτικές που ακολουθεί στο πεδίο του νόμου και της τάξης. Από την Κυριακή, οι στρατιώτες της Εθνοφρουράς που διατάχθηκαν από τον Τραμπ να αναλάβουν αστυνομικά καθήκοντα στην αμερικανική πρωτεύουσα, περιπολούν με πιστόλια Μ17 ή καραμπίνες Μ4. Πολλοί από αυτούς αναπτύχθηκαν στα πιο πολυσύχναστα και πιο ειρηνικά σημεία της Ουάσιγκτον – εθνικά μνημεία, ιστορικά κτίρια και στην αχανή πλατεία National Mall.
Τον Ιούνιο, ο Αμερικανός πρόεδρος έστειλε την Εθνοφρουρά και εκατοντάδες πεζοναύτες στο Λος Αντζελες εν μέσω διαδηλώσεων και ταραχών που πυροδοτήθηκαν από την αντιμεταναστευτική πολιτική του. Τα τελευταία εικοσιτετράωρα απείλησε να πράξει το ίδιο στη Νέα Υόρκη, στο Σικάγο και στη Βαλτιμόρη. Μόνιμη επωδός του είναι ότι οι Δημοκρατικοί κυβερνήτες και δήμαρχοι είναι χαλαροί σε ζητήματα νόμου και τάξης, επομένως η πάταξη της εγκληματικότητας απαιτεί την επέμβαση ομοσπονδιακών υπηρεσιών ή και του στρατού.
Υπό το ίδιο πρίσμα, ο Αμερικανός πρόεδρος υπέγραψε χθες διάταγμα με το οποίο απειλεί να τερματίσει την κρατική χρηματοδότηση σε πολιτείες που εφαρμόζουν πολιτικές «αχρήματης εγγύησης» (cashless bailing), δίνοντας τη δυνατότητα σε κρατουμένους να αποφυλακίζονται χωρίς καταβολή χρηματικής εγγύησης μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεσή τους. Ηδη, έδωσε εντολή για την κατάργηση αυτού του καθεστώτος στη μητροπολιτική περιοχή της Ουάσιγκτον, όπου ως πρόεδρος της χώρας έχει τη σχετική αρμοδιότητα και κάλεσε την υπουργό Δικαιοσύνης Παμ Μπόντι να μελετήσει το θέμα για τις πολιτείες και τις τοπικές αρχές.
Η αντιπολίτευση καταγγέλλει τον Τραμπ ότι κατασκευάζει κρίσεις για να αποπροσανατολίσει τον κόσμο και να ανεβάσει τα ποσοστά της δημοτικότητάς του. «Δεν θα αφήσουμε έναν δικτάτορα να μας επιβάλει τη θέλησή του», έγραψε στην πλατφόρμα Χ ο Δημοκρατικός κυβερνήτης του Ιλινόι, Τζέι Μπι Πρίτσκερ. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τον Τραμπ να παίζει με ζωές Αμερικανών, ούτε να κατασκευάζει κρίση για να εκτρέπει την προσοχή, καθώς είναι εξαιρετικά αντιδημοφιλής», υπογράμμισε ο επικεφαλής της Δημοκρατικής μειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων, Χακίμ Τζέφρις. Η Washington Post έγραψε ότι το Πεντάγωνο καταρτίζει εδώ και εβδομάδες σχεδιασμούς για την ανάπτυξη της Εθνοφρουράς στο Σικάγο. Ο ίδιος ο Τραμπ επισήμανε ότι «μπορεί να το κάνουμε, μπορεί και όχι», προσθέτοντας ότι τα στρατεύματα μπορεί να αναπτυχθούν «μέσα σε 24 ώρες», αν χρειαστεί.
Σε μια άλλη επίδειξη πυγμής, ο Τραμπ υπέγραψε χθες διάταγμα που καθιστά ποινικά κολάσιμη τη βεβήλωση της αστερόεσσας. Το προεδρικό του διάταγμα επιβάλλει στο υπουργείο Δικαιοσύνης να διερευνά κάθε περιστατικό όπου καίγεται η σημαία των ΗΠΑ. Κατά τον Αμερικανό πρόεδρο, όσοι καίνε σημαίες της χώρας θα αντιμετωπίζουν στο εξής κατηγορίες για υποκίνηση ταραχών και θα τιμωρούνται με φυλάκιση ενός έτους χωρίς τη δυνατότητα να αποφυλακιστούν νωρίτερα.
Το διάταγμα αυτό είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει σωρεία προσφυγών και πολλοί θεωρούν ότι θα ακυρωθεί ως αντισυνταγματικό. Το 1984, επί προεδρίας του συντηρητικού Ρόναλντ Ρέιγκαν, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε αποφανθεί πως το κάψιμο της σημαίας συνιστά «συμβολικό λόγο» που προστατεύεται από την Πρώτη Τροπολογία περί ελευθερίας της έκφρασης. Αίσθηση προκάλεσε επίσης η έκκληση του Τραμπ στην Ομοσπονδιακή Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών να άρει τις άδειες δύο μεγάλων τηλεοπτικών δικτύων, του ABC και του NBC, με το αιτιολογικό ότι είναι «προκατειλημμένα» εναντίον του και διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις.
Στο μεταξύ, σε νέα φάση πέρασε η δικαστική οδύσσεια του Κίλμαρ Αμπρέγο Γκαρσία. Ο 30χρονος μετανάστης από το Ελ Σαλβαδόρ, ο οποίος απελάθηκε παράνομα τον Μάρτιο σε μια διαβόητη φυλακή στην πατρίδα του, επέστρεψε στις ΗΠΑ για να τεθεί εκ νέου υπό διωγμό με παντελώς αβάσιμες και εκδικητικές, όπως υποστηρίζει ο ίδιος, κατηγορίες. Χθες ο Γκαρσία παρουσιάστηκε με τους δικηγόρους του στις μεταναστευτικές αρχές της Βαλτιμόρης, ελπίζοντας να αποφύγει την επαπειλούμενη έκδοσή του στην Ουγκάντα.
REUTERS, ΑΜΠΕ