
Του Απόστολου Κουρουπάκη
Η ανομβρία που πλήττει την Κύπρο δεν είναι φαινόμενο άγνωστο στο νησί μας. Πολλές φορές στο παρελθόν, πρόσφατο και όχι μόνο, οι βροχές έλλειπαν, με δυσάρεστες συνέπειες για τις καλλιέργειες, τα κοπάδια και φυσικά για την καθημερινότητα των κατοίκων, δημιουργούσε επίσης δυσκολίες και στις κυβερνήσεις. Και ενώ η Πολιτεία προσπαθούσε, τουλάχιστον έτσι λέγεται, να λύσει το ζήτημα της επάρκειας νερού, τόσο για σκοπούς ύδρευσης όσο και για σκοπούς άρδευσης, και άλλοι τρόποι έμπαιναν στο παιχνίδι, ο καθένας με τα εργαλεία του. Ένας από αυτούς τους τρόπους ήταν και οι δεήσεις, καθώς και η λιτάνευση ιερών εικόνων, με τη σημαντικότερη να είναι η περιφορά της εικόνας της Παναγίας του Κύκκου, ένα έθιμο που γινόταν συχνά στα παλιά χρόνια, και στην πρόσφατη εποχή έγινε για τελευταία φορά στις 4 Δεκεμβρίου του 1990. Εκείνη η χρονιά ήταν από τις χειρότερες, η ανομβρία είχε επηρεάσει του πάντες, με τα δημόσια οικονομικά να πιέζονται, με αποτέλεσμα να λαμβάνονται ειδικά μέτρα από την κυβέρνηση Γιώργου Βασιλείου. Φυσικά, δεν είχαμε όσα δυσάρεστα αναφέρει ο Λεόντιος Μαχαιράς στην «Κρόνακά» του: «Εγίνην πείνα μεγάλη απού αβροχίαν, και ούλη η σπορά εχάθηκεν· και η πείνα εγίνην μεγάλη, και ούλα τα νερά των βρύσων εξεράναν, και επηγαίνναν οι ανθρώποι απού τόπον εις τόπον με τα κτηνά τους να εύρουν νερόν, να ζήσουν και τα κτηνά τους· και ούλα εστεγνώσαν, και λάκκοι και βρύσες, και αφήκαν την πανθαύμαστην Κύπρον και επεράσαν ωδά κ᾿ εκεια όπου πασαείς ηύρεν ανάπαυσιν […]».
Όσο αφορά την ολονύκτια αγρυπνία και δέηση, και τη λιτάνευση της εικόνας της Παναγίας του Κύκκου, αυτό ήταν μία πρωτοβουλία του ηγουμένου της μονής κ. Νικηφόρου, ο οποίος προέστη της αγρυπνίας, συμπαραστατούμενος από τους Πατέρες της μονής. Όπως διαβάζουμε στα σχετικά ρεπορτάζ είχε συγκεκριμένη τάξη: «Κατά την περιφορά, η Εικόνα της Παναγίας τοποθετείται σε ειδικό μεγαλοπρεπή θρόνο, τον οποίο υποβαστάζουν τέσσερις μοναχοί, οι οποίοι και την μεταφέρουν βαδίζοντας μπροστά από την πομπή των πιστών μέχρι το Θρονί, όπου διαβάζονται οι δεήσεις για την ανομβρία».
Η δέηση
«Δεόμεθα σου φιλάνθρωπε, ίνα τα φρέατα και τους αγρούς ημών εμπλήσης ύδατος και τας ψυχικάς ημών αρούρας εις καιρόν ποτίσης, και εμπλήσης της σης χρηστότητος και τα φρέατα, δηλαδή της καρδίας ημών, ευφροσύνης και αρρήτου μεθύσης χαράς και αγαλλιάσεως και στήσης την επικειμένην καθ’ ημών άσχετον ορμήν των αθέων Αγαρηνών».
Χαλκογραφία που απεικονίζει τα θαύματα της Θεοτόκου. «Οι Πατέρες Λιτανεύοντας εν καιρώ αυχμού. Ο Σταυρός κατασκευασμένος, εν ώ τίθεται η Αγία Εικών όταν η Λιτανία (sic) γίνεται» (από την έκδοση: «Περιγραφή της ιεράς, σεβασμίας, και βασιλικής μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου, εν Αθήναις, 41904).
Δημόσια οικονομικά
Η ανομβρία επηρέασε και τα δημόσια οικονομικά το έτος 1991, μιας και το δημοσιονομικό έλλειμμα εκείνου του έτους αναμενόταν να σημειώσει σημαντική αύξηση και να ανέλθει στα 132,7 εκατ. λίρες ή στο 5% του ΑΕΠ. Όπως αναφέρεται στο σχετικό ανακοινωθέν της κυβέρνησης Γεωργίου Βασιλείου ένας από τους κυριότερους παράγοντες ήταν και η ανομβρία και σαν τραγική ειρωνεία και φορολογική μεταρρύθμιση, της οποίας μόνο το ένα σκέλος είχε εφαρμοστεί! Για την ανομβρία αναφέρει το σχετικό ανακοινωθέν: «η ανομβρία [σ.σ. ως ένας από τους παράγοντες] καθιστά αναγκαία τη διενέργεια δαπανών τρεχούσης και κεφαλαιουχικής φύσεως για την εξοικονόμηση και αξιοποίηση διαθεσίμων υδάτινων πόρων». Η κατάσταση του 1991 ήταν τραγική και γι’ αυτό η κυβέρνηση Βασιλείου αναγκάστηκε να λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της ανομβρίας. Η ροή στα φράγματα την περίοδο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 1991 ήταν γύρω στα 2,5 εκατ. κυβικά μέτρα ενώ το 1990 ήταν 20 εκατ. και το 1989 ήταν στα 85 εκατ. κυβ. μ. Τα μέτρα που πάρθηκαν τότε εφαρμόστηκαν με δυσκολίες, έτσι η «τονίστηκε η ανάγκη για χρησιμοποίηση από όλα τα νοικοκυριά των πλαστικών σακουλιών, αποφυγή πλυσίματος των αυτοκινήτων και των αυλών με λάστιχο και ανόρυξη ιδιωτικών γεωτρήσεων στις αστικές περιοχές ώστε να μη σπαταλάται το πόσιμο νερό για την άρδευση των κήπων».
Δεήσεις και περιφορές
Τον Ιανουάριο του 1974 στον κεντρικό ναό της Χλώρας τελέστηκε δέηση για την κατάπαυση της ανομβρίας και ακολούθησε λιτάνευση των εικόνων έξω από την εκκλησία αλλά και στους αγρούς του χωριού. Διαβάζουμε στον Τύπο: «Την εσπέραν της χθες ετελέσθη εις τον ι. ναόν Χλώρακας κατανυκτική δέησις προς κατάπαυσις της ανομβρίας. Μετά την δέησιν επακολούθησε λιτάνευσις των αγίων εικόνων έξωθεν της εκκλησίας και εις αγρούς του χωρίου. Την δέησιν παρηκολούθησαν πλείστοι κάτοικοι του χωρίου». Το 1973 φαίνεται πως ήταν δύσκολη χρονιά με την ανομβρία να έχει επηρεάσει για τα καλά την Κύπρο. Έτσι, στον άγιο Γεώργιο του Αγίου Δομετίου τον Φεβρουάριο του 1973 τελέστηκε ιερά ακολουθία για την κατάπαυση της ανομβρίας. Μάλιστα τότε η κυβέρνηση διά του υπουργού Γεωργίας Οδυσσέα Ιωαννίδη είχε δώσει βοήθεια σε αγρότες και κτηνοτρόφους οι οποίοι είχαν πληγεί από την ανομβρία. Όπως δήλωνε ο υπουργός Γεωργίας «την Κυβέρνησιν απασχολεί πολύ σοβαρά η τραγωδία η οποία έπληξε τους γεωργοκτηνοτρόφους, μελετώνται δε διάφοροι τρόποι βοηθείας των πληγέντων», τονίζοντας πως το υπουργείο του δίνει τεράστια σημασία στην αξιοποίηση υφάλμυρων υδάτων και θα παράσχει κάθε βοήθεια προς τους αγρότες για τη διενέργεια νέων γεωτρήσεων.
Το 1961 ενέσκηψε και πάλι η ανομβρία, έτσι «από της 7ης Ιανουαρίου 4000 κάτοικοι Ριζοκαρπάσου ωργάνωσαν θρησκευτικάς πομπάς κατά τας οποίας περιέφεραν τας Αγίας εικόνας Παναγίας Ελεούσης και Αποστόλου Ανδρέου εις τα ανά την περιοχήν εξωκκλήσια, ως και αναπομπάς διά την κατάπαυσιν της ανομβρίας» και όπως αναφέρεται στο σχετικό μονόστηλο του «Φιλελεύθερου»: «Κατά τας τελευταίας ημέρας κατέπεσαν δαψιλείς και επωφελείς βροχαί». Η ανομβρία του 1961 έπληξε και το κυβερνητικό πρόγραμμα αναδάσωσης, το οποίο εφαρμόστηκε μεν επιτυχώς «λόγω όμως της παρατεταμένης ανομβρίας η βλάστησις και η ανάπτυξις των φυτών δεν υπήρξε τόσο ικανοποιητική όσον κατά τα προηγούμενα ομαλά έτη».
Τον Δεκέμβριο του 1958 η ανομβρία συγκαταλεγόταν μεταξύ των σοβαρών ζητημάτων που επηρέαζαν την εμπορική κίνηση: «Ανομβρία, τιμάριθμος, ανεργία, πολιτική κίνησις». Διαβάζουμε στο ρεπορτάζ της εφημερίδας «Έθνος»: «Η συνεχιζόμενη επίσης εφέτος ανομβρία, ήτις δημιουργεί σοβαράς ανησυχίας εις την σπονδυλικήν στηλην της αγοράς τον γεωργόν, όστις διατηρεί μεγάλας επιφυλάξεις κατά πόσον θα δαπανηση τας ολίγας οικονομίας του, ενώ κινδυνεύει σοβαρώς να αντικρίση και εφέτος τα οικτρά αποτελέσματα της καταστρεπτικής ανομβρίας». Εννοείται πως οι ιερές εικόνες επιστρατεύτηκαν σε αρκετά χωριά της Κύπρου, έτσι και στον Άγιο Θεόδωρο της Καρπασίας συγκεντρώθηκαν οι κάτοικοι του χωριού, και εκείνοι από το Πατρίκι και τη Βουκολίδα και στον ναό του Αγίου Θεοδώρου τελέστηκε δέηση «διά την κατάπαυσιν της ανομβρίας». Μάλιστα, όπως σημειώνεται λόγω της ανομβρίας αρκετοί γεωργοί «σκέπτονται να επανασπείρουν τους αγρούς των, εάν εντός μιας εβδομάδας δεν καταπαύση η ανομβρία». Στο ρεπορτάζ της εφημερίδας «Το Έθνος» που μόλις σημειώσαμε αναφέρεται πως και το 1958 είχε υπάρξει μεγάλη ανομβρία. Τον Δεκέμβριο λοιπόν του έτους εκείνου στη Γαλάτα της Σολεάς στον κεντρικό ναό της κοινότητας τελέστηκε δέηση και έγινε περιφορά της εικόνας του Προφήτη Ηλία, όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα «Ελευθερία».
Ανομβρία και το 1951, με τους τρεις ναούς της Μόρφου να συμμετέχουν στη λύση του ζητήματος με «κατανυκτικαί δεήσεις», με τις εκκλησίες να είναι κατάμεστες από χριστιανούς.
Θέατρο και ποίηση
Και επειδή η ανομβρία είπαμε πως δεν ήταν άγνωστη στο νησί, έχει γραφτεί και σχετικό θεατρικό έργο από τον Σοφοκλή Σοφοκλέους με τίτλο «Ξερόφυλλα στον άνεμο». Η υπόθεση του έργου αναφέρεται στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας και στο μεγάλο πρόβλημα της ανομβρίας, αλλά και της μετανάστευσης. Κοινωνικά προβλήματα που ταλάνιζαν την ύπαιθρο διαχρονικά. Το συγκεκριμένο θεατρικό παρουσιάστηκε στον 3ο Παγκύπριο Διαγωνισμό Ερασιτεχνικού Θεάτρου το 1990, από το Θέατρο Τέχνης Επισκοπής.
Μα και ο Γεώργιος Βιζυηνός, το γνωστό ποίημά του «Το πτωχόν της Κύπρου» το έγραψε εν καιρώ ανομβρίας, όταν έμεινε στην Κύπρο στο πλευρό του αρχιεπισκόπου Σωφρονίου, την περίοδο 1867/8-1872. Γράφει ο ποιητής: «Θυμούμαι πρώτα, στο χωριό/ Επείνασα λιγάκι; / Χαλούμι και ψωμάκι,/ κ’ ευθύς εγείνηκα θεριό! Μα ’πέρασαν ’κείν’ οι καιροί! / Η Κύπρο μας καμίνι / νομίζεις πως εγείνη, / για να μάς λυώση σαν κερί! / Τα σύννεφα, τόσον καιρό, / ’ξεχάσανε την στράτα / που τάφερνε γεμάτα, / κ’ εμείναμε χωρίς νερό. / Κι’ αυτό που σπέρνουν οι γεωργοὶ / φοβάται να φυτρώση, / γιατί θα το κορώση ο ήλιος κ’ η ψημένη γη…».



























